Παιδική περιπέτεια

Μια «παιδική περιπέτεια»

του Κωνσταντίνου Χρ. Σπίγγου, νευρολόγου*

Η ταινία «Μαλλιά - κουβάρια» ("Tangled") της Walt Disney Pictures έχει την ετικέτα «παιδική περιπέτεια κινουμένων σχεδίων». Είναι όμως μια βαθιά διδακτική και ψυχοθεραπευτική ταινία.

Εκεί θα δείτε πώς ένα παιδί μεγαλώνει μέσα στα φτιασιδωμένα ψέματα, μέσα στις υπερβολές, που του τις σερβίρουν σαν προστασία από ανύπαρκτους εχθρούς και μέσα στην αδιαφορία για τις πραγματικές ανάγκες του και, το κυριότερο, για το πώς τα παιδιά δεν τα αφήνουν να μεγαλώσουν, γονείς των οποίων το δικό τους εγωιστικό θέμα, όποιο κι αν είναι, είναι σημαντικότερο από την ελευθερία του παιδιού τους. Δεν είναι όλοι οι γονείς έτσι, αλλά είναι πολλοί, φυσικά σχεδόν πάντα εν αγνοία τους. Το πιο "αθώο" κίνητρό τους που μπορώ να σκεφτώ -και να νιώσω- είναι πράγματι το υπαρξιακό, όπως και στην ταινία: αν τα παιδιά μας μεγαλώσουν εμείς μεταβαίνουμε αυτόματα στην κατηγορία των γέρων και αυτό είναι αναπότρεπτο...Τα παιδιά πείθονται όμως ότι αυτό είναι η αληθινή αγάπη και ότι οφείλει και να τους αρέσει. Είναι μια πλεκτάνη, που βέβαια στην πραγματικότητα δεν είναι τόσο απροκάλυπτη όπως στην ταινία, ούτε και συνειδητή από τους πραγματικούς γονείς, όμως κρατήστε την ουσία: πρόκειται για πλεκτάνη!

Τα παιδιά αυτά διδάσκονται την έλλειψη εμπιστοσύνης και την εμπειρία τους τη διαιωνίζουν, μη εμπιστευόμενα κανένα και είναι έτοιμα να φτιάχνουν σχέσεις μέσα στα ψέματα και στην αμοιβαία καχυποψία. Ο μόνος τρόπος να βλέπουν τις σχέσεις τους είναι μέσα από το ψευτοδίλημμα «κυριαρχώ» ή «κυριαρχούμαι», μη έχοντας γνωρίσει ότι υπάρχει και η μέση οδός: η διαφοροποίηση, ο διαχωρισμός της θέσης τους, η απελευθέρωση του εαυτού και του άλλου και τελικά η αποδοχή του εαυτού και του άλλου. Αυτό, γιατί κάθε προσπάθεια αυτονόμησής τους έχει ερμηνευθεί από τους γονείς σαν προδοσία, σαν «ράγισμα τη καρδιάς τους», γεμίζοντάς τα βαριές ενοχές.

Παγιδευμένα στην καχυποψία, ζητούν πάντα την προστασία απ’ έξω, η οποία όμως είναι πάλι ψεύτικη και όχι ουσιαστική, αφού αυτοί με τους οποίους θα σχετιστούν τελικά, αυτοί κι αν είναι εκμεταλλευτές, γιατί στους αληθινούς δεν αποδίδουν καλά κίνητρα (αφού οι τελευταίοι ποτέ δεν θα δηλώσουν ολοκληρωτικά δικοί τους γνωρίζοντας ότι δεν μπορούν να τηρήσουν μια τέτοια τερατώδη υπόσχεση)! Τελικά, με βεβαιότητα πέφτουν θύματα αυτού του βιασμού ξανά και ξανά. καθώς η διαπίστωση της αδιαφορίας των ψεύτικων άλλων που τους νόμισαν αληθινούς, τα ωθεί στην αυτοκαταστροφή και μετά στην ενοχή. Και ο κύκλος ξαναρχίζει. Αγνοούν την έννοια της αυτοπροστασίας γιατί ποτέ δεν προστατευτήκαν στα αλήθεια. Αγνοούν την ανάληψη της ευθύνης του εαυτού τους γιατί οι γονείς τα θέλουν να μείνουν αιώνια παιδιά.

Δεν τολμούν ακόμη και να δοκιμάσουν να γνωρίσουν ή να επιδιώξουν τα δικά τους όνειρα ,γιατί αν πράγματι αυτά αξίζουν θα αναγκαστούν να προδώσουν το γονιό, ενώ αν δεν αξίζουν θα χάσουν για πάντα τη φαντασίωση που τα κρατάει ζωντανά: χαμένοι για χαμένοι και η απογοήτευση εγγυημένη.

Για να αντέξουν αναπτύσσουν μαγικές δυνάμεις, τα καταφέρνουν πάντα εκεί που οι άλλοι αποτυγχάνουν, σώζουν με προσωπική αυτοθυσία τους πάντες, ακόμη και αν αυτοί, τυχαία και για τους δικούς τους λόγους (ο ουρανοκατέβατος κλέφτης, που τη βγάζει στον έξω κόσμο με αρχικό ζητούμενο την επιστροφή του διαμαντένιου στέμματος, άλλο που αποδεικνύεται «πρίγκιπας» - αυτό είναι αμερικανίστικη εξιδανίκευση) τους άφησαν ένα μπισκοτάκι (που τους φάνηκε «λουκούλλειο γεύμα»).

Αυτό, το να μένεις αιώνιο παιδί, αιώνιος έφηβος, η ψυχολογία το ονομάζει μεθοριακότητα και η παρηκμασμένη σημερινή κοινωνία μας, ιδίως η ελληνική, το επικροτεί κιόλας και το θαυμάζει. Κρατάει ως σημαντικό στοιχείο, εξιδανικεύοντάς το, την παιδική -αρρωστημένη ωστόσο- παρορμητικότητα (γιατί όποιος είναι παρορμητικός καταναλώνει και γιατί όποιος λαχταράει την προστασία εύκολα πουλάει ως αντάλλαγμα την αξιοπρέπεια) και ξεχνά το ουσιαστικότερο ζήτημα, αυτό της ανάληψης της ευθύνης του εαυτού σου. Έτσι, η ατομική δυστυχία περνά στο κοινωνικό επίπεδο και διαιωνίζεται, διαχεόμενη φυσικά και από τη μια γενιά στην άλλη.

Αν τα παιδιά αυτά σταθούν τυχερά και γνωρίσουν την πραγματική προστασία, θα την εμπιστευτούν για πρώτη φορά στη ζωή τους και θα μάθουν έτσι τελικά να εμπιστεύονται τον εαυτό τους και να τον αφήνουν να τα προστατεύει. Θα δουν δηλαδή ότι υπάρχει προστασία που ξεκινά εκ των έσω, όμως έχει το τίμημα της αυτοφροντίδας και της ενηλικίωσης. Αν όμως δεν εμπιστευτούν και δεν δικαιωθούν για αυτή την εμπιστοσύνη, δεν θεραπεύονται ποτέ. Η εγκατάλειψη του παντοδύναμου ρόλου τους έρχεται όταν ανακαλύψουν ότι η παντοδυναμία και η μαγεία του ανθρώπου είναι στα συναισθήματά του (στα δάκρυα της Ραπουνζέλ) και όχι στο πνεύμα του (στα χρυσά μαλλιά της), που μπορεί κάποτε να είναι και κατάρα.

Παρεμπιπτόντως, πρόκειται για μια ταινία απολαυστική και για τις αισθήσεις, ιδίως στην τρισδιάστατη έκδοσή της. Βλέπεται, σίγουρα, με πολλαπλά επίπεδα ερμηνείας της. Εν τω μεταξύ, τα γυαλιά 3D είναι εξαιρετικά στο να κρύβουν και τα δάκρυά σας - τα δικά μου τα έκρυψαν με επιτυχία…

Μαλλιά - κουβάρια:

"Η πριγκίπισσα Ραπουνζέλ ζει ως έγκλειστη σε έναν ψηλό πύργο, από τη γυναίκα που την έκλεψε όταν ήταν μωρό για τα μαγικά της μαλλιά (και που τη νομίζει για μητέρα της). Τυχαία γνωρίζει έναν περαστικό κλέφτη και ξεκινούν μαζί μια περιπέτεια στον έξω κόσμο...". Πρόκειται για διασκευή του κλασσικού παραμυθιού των Αδελφών Γκριμ.

*Δημοσίευση στην εφημερίδα "Καθημερινή Ενημέρωση", 2/2011