Ο λύκος και ο σκύλος
Ο λύκος και ο σκύλος
Μια φορά κι έναν καιρό, σε ένα όμορφο δάσος, υπήρχε μεγάλη πείνα. Τα ζώα - οι αρκούδες, οι λύκοι και οι αλεπούδες - δεν μπορούσαν να βρουν φαγητό.
Ένας λύκος, πολύ πεινασμένος, περιπλανιόταν στο δάσος, ψάχνοντας κάτι να φάει. Δεν βρήκε τίποτα και αποφάσισε να βγει στον κάμπο.
Εκεί, είδε ένα μικρό σπιτάκι και έναν σκύλο που έτρεχε χαρούμενος.
- Γεια σου, φίλε! του είπε ο λύκος, γιατί οι λύκοι και οι σκύλοι μοιάζουν σαν να είναι ξαδέλφια.
- Γεια σου! απάντησε ο σκύλος και σταμάτησε να μιλήσει με τον λύκο.
- Γιατί τρέχεις συνέχεια; ρώτησε ο λύκος.
- Τρέχω γιατί μόλις έφαγα και θέλω να χωνέψω, απάντησε ο σκύλος.
Ο λύκος άνοιξε τα μάτια του με θαυμασμό και ζήλια.
- Τρως τόσο πολύ; ρώτησε.
- Ναι, το αφεντικό μου με ταΐζει καλά γιατί του φυλάω το σπίτι, είπε ο σκύλος.
Ο λύκος άρχισε να γλείφει τα χείλη του.
- Και τι τρως; ρώτησε.
Ό,τι θέλω: κρέας, κόκαλα, ψωμί, απάντησε ο σκύλος.
- Και πόσες φορές την ημέρα τρως;
- Τρεις φορές: πρωί, μεσημέρι και βράδυ, είπε ο σκύλος.
- Μήπως περισσεύει και για μένα λίγο φαγητό για να φυλάω κι εγώ το σπίτι; ρώτησε ο λύκος.
- Βεβαίως, το αφεντικό μου θα χαρεί πολύ να έχει δύο φύλακες. Έλα κοντά μου, θα τρως με την ψυχή σου, είπε ο σκύλος.
- Μια στιγμή, τι είναι αυτό που έχεις στο λαιμό σου; ρώτησε ο λύκος.
Είναι ένας λαιμοδέτης. Το αφεντικό μου με δένει με αυτό, είπε ο σκύλος.
- Σε δένει με αλυσίδα; ρώτησε ο λύκος.
- Ναι, τις περισσότερες ώρες είμαι δεμένος με αλυσίδα, απάντησε ο σκύλος.
- Αχ, φίλε μου, είπε ο λύκος. Προτιμώ να είμαι ελεύθερος στο δάσος, έστω και πεινασμένος, παρά να είμαι χορτάτος αλλά δεμένος. Αντίο, πάω πίσω στο δάσος μου!