ΑΤΙΤΛΟ

 Σιγάλα Μαρία 

 [ΑΤΙΤΛΟ]

Κι όπως θα κλείνεις τα μάτια σου εκείνη την τελευταία φορά

Τη φορά που αντί για σκοτάδι θα δεις επιτέλους το πολυσυζητημένο, πολυειρωνευμένο, το φως στην άκρη του τούνελ…

Ποιες σκηνές θα παίζουν;

Ποια προβολή θα βλέπεις στους τοίχους αυτής της ζωής που φτάνει στο γλυκόπικρό της τέλος;

Ποιους στίχους θα σου τραγουδούν οι άγγελοι όταν ο εαυτός σου σε χάνει με μένος;

Φρόντισε να’ ναι καλές

Φρόντισε να’ ναι σωστές

Φρόντισε να’ ναι η μυρωδιά αυτή του καφέ τις δύσκολες Δευτέρες

Της βροχής τις καυτές καλοκαιρινές μέρες

Η καρδιά που συνομιλούσε με τη δική σου όταν η αγκαλιά ήταν η μοναδική απάντηση και ο ταχυδρόμος της δεν άργησε

Το πρώτο σας φιλί

Το χάδι της μαμάς σου

Το κόλα πέντε του μπαμπά σου

Φρόντισε να’ ναι το πρώτο γέλιο του παιδιού σου

Και αν δεν έχεις τίποτα απ’ όλα αυτά, δεν πειράζει

Γιατί θα φροντίσεις να’ χεις κάτι δικό σου, κατάδικό σου

Το γέλιο που σ’ έκανε να κλάψεις

Και το άτομο που το κλάμα σου σε έκανε να ξεχάσεις

Φρόντισε να’ ναι το θρόισμα των φύλλων όταν γυρνούσες επιτέλους σπίτι… αυτά, με τις μπλεγμένες περιπαιχτικές ακτίνες σε μπλε φόντο

Αυτά, που δεν έβλεπες καλά, γιατί το φως πίσω τους έμοιαζε μ’ αυτό που αναμένεις τώρα

Φρόντισε να’ ναι το άγγιγμα που ποτέ κανείς σας δεν παραδέχτηκε πως επιθυμούσε

Που τάχα μου κατά λάθος προκαλούσε

Φρόντισε να’ ναι το τελευταίο σου χειροκρότημα, το πρώτο σου λουλούδι

Εκείνο το κατακρυμμένο σ’ αγαπώ που σου ξέφυγε κατά λάθος σε μια χαλαρή συζήτηση και σαν αντίλαλος γύρισε πίσω στα αυτιά σου

Γιατί επιτέλους μια καρδιά συγχρονίστηκε με τη δικιά σου

Φρόντισε να’ ναι η ανταλλαγή ματιών, αυτών των ματιών που μιλούν κάθε γλώσσα… των ματιών που όχι μόνο δε γνωρίζουν την κοινότητα και τη Βαβέλ της

Αλλά και κάθε αγάπης τα παστέλ της

Εκείνο το πνιχτό γελάκι που ανάσανες με τον κολλητό σου γιατί μόνο αυτός ξέρει

Εκείνο το γλυκό λογάκι που δεν μελώθηκε, γιατί κατάλαβες πως καμιά φορά κανείς δεν ξέρει τι να προσφέρει

Κι όμως, το ηχόχρωμα της λαλιάς του -ναι, εκείνου… και, ίσως, εκείνης- την καλύτερή του εικόνα πάντα φέρει

Φρόντισε να’ ναι το καυτό μπάνιο με την μπόρα να επιτίθεται σε κάτι που κάποιος που κάποιος που ποτέ δε θα μάθεις έφτιαξε για σένα χωρίς να σε ξέρει

Φρόντισε να’ ναι το εικοσάρι μετά από ξενύχτι, το ψάρι μες στο δίχτυ

Όταν έκανες εκείνες τις εκδρομές στο απέραντο μπλε που πρασίνιζε

Κι ας ήταν μόνο κάτι που ο νους σου μαρτύρησε

Φρόντισε να’ ναι καλές, απλές

Γιατί, πίστεψέ με, ο κόσμος μας κρύβει πολλές

Κι όπως θα σκέπτεσαι τις ξενέρωτες Τετάρτες

Δικές σου είναι, έλα, πάρ’ τες

Μα πρόσεχε,

Της ψυχής σου κάντες  να’ ναι κάπως πικρές οι κάρτες

Δικές σου είναι, έτσι κι αλλιώς…

 

Σιγάλα Μαρία Γ4