Μετά το νησί των Φαιάκων η Αργώ δέχτηκε και πάλι τους βόρειους ανέμους του Δία ο οποίος συνέχισε να ταλαιπωρεί τους Αργοναύτες. Αυτή τη φορά τους έστειλε ακόμα πιο νότια στη μακρινή Λιβύη. Εκεί κόλλησε μέσα στην άμμο στον κόλπο της Σύρτης. Το πλοίο δεν μπορούσε να κουνηθεί. Η Αργώ μίλησε και πάλι μέσω του ιερού της ξύλου και τους συμβούλεψε να ακολουθήσουν το άλογο της θαλάσσιας θεότητας Αμφιτρίτης, το οποίο βγήκε από τη θάλασσα και άρχισε να καλπάζει μέσα στην έρημο. Οι Αργοναύτες αποφάσισαν να το ακολουθήσουν, κι έτσι πήραν στους ώμους τους την Αργώ και ξεκίνησαν μια μεγάλη και επίπονη πορεία μέσα στο αμμώδες τοπίο της ερήμου. Λίγες μέρες μετά έφτασαν στην λίμνη του θαλάσσιου θεού Τρίτωνα και αντίκρισαν επιτέλους νερό. Το νερό όμως ήταν αλμυρό. Οι Εσπερίδες που βρίσκονταν εκεί κοντά, τους είδαν τους λυπήθηκαν και τους οδήγησαν σε μια πηγή νερού μέσα σε μια όαση. Ο Ηρακλής που είχε ξεκινήσει μαζί με τους Αργοναύτες, είχε περάσει από αυτό το μέρος και είχε χρησιμοποιήσει τον θεό Άτλαντα για να κλέψει τα χρυσά μήλα των Εσπερίδων καιρό πριν.
Μόλις τους άφησαν όμως και πάλι οι Εσπερίδες οι Αργοναύτες απελπίστηκαν καθώς δεν είχαν τρόπο προσανατολισμού. Η Ήρα και πάλι επενέβηκε και έστειλε τον θεό Τρίτωνα να τους οδηγήσει προς τη θάλασσα. Στη διάρκεια αυτού του ταξιδιού πέθανε και ο δεύτερος μάντης των Αργοναυτών, ο Μόψος που τον τσίμπησε δηλητηριώδες φίδι της ερήμου. Τελικά η Αργώ βγήκε και πάλι στην θάλασσα, με τους Αργοναύτες να σαλπάρουν γεμάτοι αισιοδοξία προς τα βόρεια.