Στη συνέχεια οι Αργοναύτες κατέφτασαν στις βόρειες ακτές της Μικράς Ασίας. Εκεί βρήκαν το βασίλειο των Μαριανδυνών με βασιλιά τον Λύκο. Οι κάτοικοι της χώρας αυτής και ο βασιλιάς της τους υποδέχτηκαν με θερμή φιλοξενία. Εκεί οι Αργοναύτες ανεφοδιάστηκαν και απόλαυσαν την φιλία του Λύκου, ο οποίος μάλιστα τους συμβούλεψε πώς θα έβρισκαν την Κολχίδα. Δυστυχώς όμως λίγο πριν αφήσουν πίσω τους την χώρα των Μαριανδυνών, ο Ιάσονας και οι Αργοναύτες έχασαν με άδοξο τρόπο δύο από τους συντρόφους τους. Ο ένας ήταν ο μάντης Ίδμωνας που τον σκότωσε ένα κριάρι από τα κοπάδια του βασιλιά. Σαν να μην έφτανε αυτό, την επόμενη κιόλας ημέρα αρρώστησε με υψηλό πυρετό ο Τίφυς, που μέχρι εκείνη τη στιγμή ήταν στο τιμόνι του πλοίου. Μάταια προσπάθησε ο Ασκληπιός με όλα του τα γιατρικά να τον κάνει καλά. Ο Τίφυς πέθανε σκορπίζοντας τη θλίψη στους Αργοναύτες και τους Μαριάνδυνες που τους φιλοξενούσαν. Ο Λύκος υποσχέθηκε στον Ιάσονα ότι θα φρόντιζε τους τάφους των δύο άτυχων Αργοναυτών.
Με βαριά καρδιά οι Αργοναύτες αναχώρησαν από το βασίλειο αυτό και μετά από κάποιες μέρες ταξιδιού έφτασαν στις εκβολές του ποταμού Φάση. Ο Λύκος είχε συμβουλέψει τον Ιάσονα να ακολουθήσει το ποτάμι αυτό ώστε να μπορέσει να φτάσει στην Κολχίδα. Έτσι κι έγινε. Η Αργώ μπήκε μέσα στο ποτάμι και έπλευσε αντίθετα στη ροή, αφήνοντας πίσω της τα αρμυρά νερά της θάλασσας.