Γιώργος Σεφέρης: μια ζωή, μια εποχή
Αιμιλία Φλωρά (Β'4), Αναστάσης Λιακάκος (Α'2), Έλση Χατζοπούλου (Α'4), Ιουλία Σοκολάκη (Α'4), Αλεξιάδου Νόρα (Β'1)
Αιμιλία Φλωρά (Β'4), Αναστάσης Λιακάκος (Α'2), Έλση Χατζοπούλου (Α'4), Ιουλία Σοκολάκη (Α'4), Αλεξιάδου Νόρα (Β'1)
Παιδικά χρόνια
Ο Γιώργος Σεφέρης γεννήθηκε στη Σμύρνη στις 29 Φεβρουαρίου / 19 Μαρτίου 1900. Ήταν πρωτότοκος γιος του Στέλιου και της Δέσποινας Σεφεριάδη. Αδέρφια του ήταν η Ιωάννα Σεφεριάδη, μετέπειτα Ιωάννα Τσάτσου και ο Άγγελος Σεφεριάδης. Ο πατέρας του ήταν καθηγητής Διεθνούς Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και υποστηρικτής της δημιουργίας της Κοινωνίας των Εθνών. Ήταν αυταρχικός, ιδιαίτερα με τον Γιώργο «γιατί για εκείνον είχε μεγάλες αξιώσεις», όπως αναφέρει η Ιωάννα. Ο Σεφέρης από παιδί αγάπησε την ύπαιθρο. Αναφέρει σε κείμενό του πως «Η Σμύρνη ήταν το ανυπόφορο σχολείο, τα πεθαμένα βροχερά κυριακάτικα απογεύματα πίσω από το τζάμι, η φυλακή», ενώ θυμάται με αγάπη τη Σκάλα, την εξοχή όπου περνούσε τα καλοκαίρια του. Τον Αύγουστο του 1914, μετά την κήρυξη του Α’ Παγκοσμίου πολέμου, η οικογένεια Σεφεριάδη εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου εκείνη την περίοδο επικρατούσαν πολιτικές και κοινωνικές αναταραχές. Ο ίδιος ο Σεφέρης σε χειρόγραφό του αναφέρει «Έφτασα στην Αθήνα τον καιρό που άρχιζε ο μεγάλος Διχασμός […]. Για τους ανθρώπους του Κωνσταντίνου, εμείς που ερχόμασταν από το σκλαβωμένο Έθνος, που είχαμε τραφεί μόνο με μια λαχτάρα, την Ελλάδα, ήμασταν οι Τουρκόσποροι […]». Στην Αθήνα ο Γιώργος εγγράφηκε στο Πρότυπον Γυμνάσιον, από όπου αποφοίτησε το 1917. Εκεί έγραψε το πρώτο του «πεζό» με θέμα «Πρώτη ημέρα των παύσεων». Τους πρώτους στίχους του ο Σεφέρης πιθανώς τους έγραψε πάνω στο τετράδιο της γεωμετρίας του όπου κάτω από την πλατωνική ρήση «Μηδείς αγεωμέτρητος εισίτω» είχε προσθέσει το τετράστιχο:
«Στον Αρχιμήδη
Και τον Ευκλείδη
Γεωμετρία
Κάπως μετρία»
Ενήλικη ζωή
Αφού είχε λάβει την βασική εκπαίδευση, γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Σορβόννης, από την οποία αποφοίτησε με διδακτορικό το 1924. Τα χρόνια που έζησε στο Παρίσι ήταν καθοριστικά για την ποιητική του πορεία, καθώς δεχόταν μεγάλες επιρροές από το κίνημα του Μοντερνισμού που άκμαζε εκείνη την εποχή. Το 1926 διορίζεται στην Ελλάδα στο Υπουργείο Εξωτερικών, ξεκινώντας έτσι την καριέρα του στο διπλωματικό σώμα, φτάνοντας μέχρι και πρεσβευτής της Ελλάδας στην Μεγάλη Βρετανία. Τον Απρίλιο του 1941, μια μέρα μετά την γερμανική εισβολή στη Θεσσαλονίκη, παντρεύεται την Μαρώ Ζάννου. Το 1962 ο πολυτάλαντος διπλωμάτης συνταξιοδοτείται.
Την εμφάνισή του στην λογοτεχνία κάνει το 1931 με την πρώτη του ποιητική συλλογή «Στροφή», που από την αρχή της κυκλοφορίας του, προκάλεσε κάθε είδους αντίδραση στην λογοτεχνική κοινότητα της Αθήνας. Ανάμεσα σε άλλους θαυμαστές του, ο Γιώργος Θεοτοκάς και ο Ανδρέας Καραντώνης υποστήριζαν πως αυτή η ποιητική συλλογή αποτέλεσε αφετηρία για μία νέα εποχή τέχνης, τα εγκαίνια της περίφημης «γενιάς του 30’». Με αυτή την εκρηκτική του είσοδο στην λογοτεχνία, αποδείχθηκε πως εκείνος έφερε τον Μοντερνισμό στην Ελλάδα. Ο Μοντερνισμός είναι ένα σημαντικό κίνημα φιλοσοφικό, επιστημονικό και, βέβαια, καλλιτεχνικό που εμφανίστηκε κατά την διάρκεια του 20ου αιώνα, επιχειρώντας να ξεπεράσει τις παραδοσιακές αντιλήψεις των προηγούμενων αιώνων. Η ποίηση του Μοντερνισμού, κι άρα του Σεφέρη, ήταν εμβληματική καθώς δεν ακολουθούσε τους κανόνες της παραδοσιακής ποίησης που σχεδόν επιβάλλονταν για κάθε καλλιτέχνη. Λόγω της μεγάλης αναστάτωσης και των συγκρούσεων που προκάλεσε αυτή η επαναστατική συλλογή του, κατάφερε ο Σεφέρης από νωρίς να αναδειχθεί μέχρι το 1935, όπου δημοσιεύει την νέα του ποιητική συλλογή «Μυθιστόρημα» που τον καθιέρωσε πλέον ως ιστορικό ποιητή.
Ο Σεφέρης κατά την διάρκεια της επαγγελματικής του ζωής ασκήθηκε και σε άλλες μορφές γραπτού λόγου. Αποπειράθηκε να γράψει μερικά δοκίμια, με σχόλια που τα εκθείαζαν και τα κατέκριναν. Όσον αφορά το μεταφραστικό του έργο, μετέφρασε δυο έργα του μεγάλου Άγγλου ποιητή Τόμας Στερνς Έλιοτ, που βραβεύτηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1948.
Κατά την επτάχρονη χούντα, ήταν από τα πρώτα μεγάλα πρόσωπα της εποχής που δεν δίστασε να πολεμήσει την δικτατορία με την περίφημη δήλωσή του στον ραδιοφωνικό σταθμό του BBC: «Είναι μια κατάσταση υποχρεωτικής νάρκης, όπου όσες πνευματικές αξίες κατορθώσαμε να κρατήσουμε ζωντανές, με πόνους και με κόπους, πάνε κι αυτές να καταποντισθούν μέσα στα ελώδη στεκάμενα νερά».
Το 1971 ο Γιώργος Σεφέρης εισάγεται στο νοσοκομείο Ευαγγελισμός για εγχείρηση στο δωδεκαδάκτυλο. Τελικά οι δυνάμεις του τον εγκαταλείπουν στις 20 Σεπτεμβρίου του ίδιου χρόνου. Στην κηδεία του στο Α΄ Νεκροταφείο στην Πύλη του Αδριανού μαζεύτηκε πολύς κόσμος και τραγουδά το απαγορευμένο τραγούδι του Μίκη Θεοδωράκη σε στίχους Σεφέρη Άρνηση (Στο περιγιάλι το κρυφό, όπως είναι πιο γνωστό).
Το Νόμπελ
Στις 24 Οκτωβρίου 1963 ο Γιώργος Σεφέρης λαμβάνει από την Σουηδική Ακαδημία το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας «για το υπέροχο λυρικό ύφος του, που είναι εμπνευσμένο από ένα βαθύ αίσθημα για το ελληνικό πολιτιστικό ιδεώδες». Ο ανταγωνισμός ήταν αρκετός, αφού στην αρχή η Επιτροπή είχε αρχικά να επιλέξει μεταξύ 80 υποψηφίων, από τους οποίους απέμειναν τελικά 6, ανάμεσά τους και ο Έλληνας ποιητής. Οι άλλοι υποψήφιοι ήταν ο Σάμουελ Μπέκετ, Ιρλανδός θεατρικός συγγραφέας (πήρε το Νόμπελ κι εκείνος το 1969), ο Αγγλοαμερικανός ποιητής Γ.Χ. Όντεν, ο ιάπωνας συγγραφέας Γιούκιο Μίσιμα, ο Χιλιανός ποιητής Πάμπλο Νερούδα (που τελικά βραβεύτηκε σχεδόν μια δεκαετία μετά) και ο Δανός συγγραφέας Άξελ Σαντεμόζε. Σε επόμενο στάδιο η επιτροπή αμφιταλαντευόταν ανάμεσα στους Νερούδα, Όντεν και Σεφέρη. Τελικά, τους κέρδισε ο Έλληνας με την αγάπη του για την παράδοση και τον τρυφερό τρόπο με τον οποίο την δείχνει στα έργα του.
Όπως και κάθε συλλογή του, το βραβείο πάλι έλαβε κάθε είδους σχόλια. Πολλοί το θεωρούσαν αναμενόμενο και σχεδόν υποχρέωση της Ακαδημίας να αναγνωρίσει την αξία των Ελλήνων, μετά από απόρριψη βράβευσης του Νίκου Καζαντζάκη και του Άγγελου Σικελιανού. Ήδη από την δεκαετία του 50’ έγινε γνωστός ο Σεφέρης και στο εξωτερικό και υπήρξε αξιόλογο θέμα συζήτησης στους διεθνείς ποιητικούς κύκλους. Από την άλλη, όμως, οι Έλληνες αποδοκίμασαν την επιτυχία του λογοτεχνικού μας εκπροσώπου, καθώς ο Σεφέρης δεν ταυτιζόταν με καμία από τις δικές τους πολιτικές ιδεολογίες. Η Αριστερά έδειχνε τις προτιμήσεις της για τον Νερούδα ενώ η Δεξιά τον κατηγόρησε για δωροδοκία ή εκμετάλλευση των διπλωματικών του ικανοτήτων.
Παρόλα αυτά ο Γιώργος Σεφέρης, έστω και καθυστερημένα, απόλαυσε την επιτυχία του, καθώς του έκανε εντύπωση πως αναγνωρίστηκε κι ένας Έλληνας καλλιτέχνης στη διεθνή σκηνή. Με περηφάνια παρέλαβε το βραβείο του από τον Βασιλιά της Σουηδίας Γουσταύο στην τελετή απονομής στην Στοκχόλμη. Στην περίφημη ομιλία του αναφέρεται στην σπουδαιότητα της ελληνικής γλώσσας και την τεράστια πολιτιστική αξία που έχει για την χώρα μας. Ανάμεσα σε άλλα, αναφέρει: «Η ελληνική γλώσσα δεν έπαψε ποτέ της να μιλιέται. Δέχτηκε τις αλλοιώσεις που δέχεται καθετί ζωντανό, αλλά δεν παρουσιάζει κανένα χάσμα. Άλλο χαρακτηριστικό αυτής της παράδοσης είναι η αγάπη της για την ανθρωπιά· κανόνας της είναι η δικαιοσύνη.[…] Σ' αυτό τον κόσμο, που ολοένα στενεύει, ο καθένας μας χρειάζεται όλους τους άλλους. Πρέπει ν' αναζητήσουμε τον άνθρωπο, όπου και να βρίσκεται.»
Το έργο του
Ο Σεφέρης ακολούθησε σταθερά τη γραμμή μιας δημιουργικής εξέλιξης, που στην πρώτη φάση της τον ανέδειξε ανανεωτή του λυρισμού της παράδοσης και στη δεύτερη πλάστη μιας ποίησης που, παραμένοντας πάντα σε καθαρή μορφή, σπάει τον κύκλο του στενού υποκειμενισμού, λυτρώνεται από την καταθλιπτική απομόνωση του εγώ και απηχεί γενικότερες καταστάσεις, αποτυπώνοντας τη φυλετική μας ψυχολογία, όπως διαμορφώθηκε μετά τον πόλεμο. Ο Σεφέρης φιλοδόξησε και τελικά πέτυχε να ενσωματώσει στην παράδοση τη νέα εμπειρία της ευρωπαϊκής ποίησης. Διατηρώντας ρυθμό, μέτρα, λογική διαδοχή και ομοιοκαταληξίες κατάφερε, με εκφραστική απλότητα και ουσία, να οδηγήσει σε μια ανανέωση, που να δίνει ωστόσο ζωηρὴ την αίσθηση της ενότητας μεταξύ του καινούργιου και του παλιού.
Η ανανέωση αυτή εξελίσσεται στην ποίησή του από έργο σε έργο, αποκαλύπτοντας μια μοναδική διαύγεια συλλήψεων, οργανώνοντας το φραστικό υλικό σε μουσική διάταξη. Η τεχνική του δαμάζει όλους τους κυματισμούς του δεκαπεντασύλλαβου και δοκιμάζει όλες τις δυνατότητες της ρυθμικής πρόζας. Η αττική φυσιολατρία και το θαλασσινό τοπίο αναδύονται λιτά μέσα από την απέριττη συμφωνία γραμμών και χρωμάτων. Ο τρόπος με τον οποίο συμπλέκει λυρικά και επικά στοιχεία, μας φέρνει στη θύμηση την απλότητα του κλασικού. Μουσικός, αφηγηματικός, με χαμηλούς τόνους διατηρείται στα όρια μιας δωρικής αξιοπρέπειας. Αλλά και στα πιο κοινά και χρησιμοποιημένα θέματα που αγγίζει, όπως ο έρωτας, δεν δυσκολεύεται να βρει λεπτότατες αποχρώσεις και να φέρει στα μάτια μας το κάλλος και τη λάμψη της πρώτης συγκίνησης. Βαθύτερος κι ελληνικότερος στα τελευταία βιβλία του, αφομοιώνει στην ψυχή του την ελληνική περιπέτεια, βρίσκει το αίσθημα που χαρακτηρίζει τον σκεπτόμενο Έλληνα, ήτοι μια περηφάνια για κάθε τι ελληνικό, σε συνδυασμό με το οδυνηρό αίσθημα της παρακμής και περιφρόνησης για τον μέσο Έλληνα. Είναι η πίστη (πριν τη Μικρασιατική καταστροφή) στη Μεγάλη ιδέα, στην ανασύσταση της ελληνικής αυτοκρατορίας της Ανατολής, είναι η τραγικότητα της ψυχής του Έλληνα, που μεταπίπτει από την άκρατη περηφάνια στον βαθύτατο πεσιμισμό.
Με τη λιτότητα του ήθους, που του δίδαξε η ποίηση, συγκεφαλαίωσε την εμπειρία της ζωής και κατέθεσε τη γνώμη του, εκπορευόμενη από τον εσωτερικό του κόσμο και το ελληνικό περιβάλλον, μ' έναν αρχιτεκτονικό τρόπο τόσο ιδιαίτερο, με μια χρήση του μυθικού στοιχείου τόσο διαφορετική. Ο Σεφέρης, τελικά, χωρίς να είναι ούτε ο πρώτος ούτε ο μόνος, αν και κινήθηκε με άνεση στα νέα πλαίσια, πλούτισε τη λυρική μας παράδοση, προσπερνώντας τις ασάφειες, την πλησίασε με διαύγεια και λιτότητα, αποδεικνύοντας ότι μπορούσε, αντλώντας μνήμες από τη διαδρομή της φυλής μας και τις εμπειρίες της ευρύτερης Ιστορίας των Εθνών, να μείνει στο σήμερα, αποδίδοντας ωστόσο το βάθος της διαχρονικότητας. Τα στοιχεία αυτά τον ανακηρύσσουν σε έναν από τους σημαντικότερους Έλληνες ποιητές σε βαθμό που να αναγνωρίζεται πλέον από όλους ως κλασικός.
Ποιητικές συλλογές
• Στροφή, Εστία, Αθήνα 1931
• Πάνω σ' έναν στίχο ξένο, Εστία, Αθήνα 1931
• Η Στέρνα, Εστία, Αθήνα 1932
• Σχέδια στο περιθώριο, ανάτυπο από Τα Νέα Γράμματα, Αθήνα 1935
• Μυθιστόρημα, Κασταλία, Αθήνα 1935
• Γυμνοπαιδία, ανάτυπο από Τα Νέα Γράμματα, Αθήνα 1936
• Τετράδιο Γυμνασμάτων (1928-1937), τυπ. Ταρουσοπούλου, Αθήνα 1940
• Ημερολόγιο καταστρώματος Α΄, τυπ. Ταρουσοπούλου, Αθήνα 1940
• Ημερολόγιο καταστρώματος Β΄, ιδιωτική έκδοση, Αλεξάνδρεια 1944
• Ημερολόγιο καταστρώματος Β΄, Ίκαρος, Αθήνα 1945
• Τελευταίος σταθμός, ανάτυπο από Το Τετράδιο, 1947
• Κίχλη, Ίκαρος, Αθήνα 1947
• Ημερολόγιο καταστρώματος Γ΄ (με τον τίτλο Κύπρον, οὗ μ'ἐθέσπισεν), Ίκαρος, Αθήνα 1955
• Ποιήματα, Αθήνα 1963
• Τρία κρυφά ποιήματα, τυπ. Γαλλικού Ινστιτούτου, Αθήνα 1966
• Τετράδιο Γυμνασμάτων Β΄, Ίκαρος, 1976 (μεταθανάτια έκδοση)
• Επί Ασπαλάθων..., «Le Μonde», Αθήνα 1971 (μεταθανάτια έκδοση)
Μυθιστορήματα
• Τρεις μέρες στα Μοναστήρια της Καπαδοκίας, Αθήνα 1953
• Έξι νύχτες στην Ακρόπολη, Ερμής, Αθήνα 1974 (μεταθανάτια έκδοση)
• Βαρνάβας Καλοστέφανος, Μ. Ι. Ε. Τ., Αθήνα 2007 (μεταθανάτια έκδοση, ημιτελές)
Δοκίμια
• Δοκιμές, Κάιρο 1944 - Δοκιμές, Αθήνα 1962 - Δοκιμές, Ίκαρος, Αθήνα 1992 (μεταθανάτια έκδοση)
• Εκλογή από τις Δοκιμές, Γαλαξίας, Αθήνα 1966
Μεταφράσεις
• Τ. Σ. Έλιοτ, Η έρημη χώρα και άλλα ποιήματα, Ίκαρος, Αθήνα 1949 (εισαγωγή, σχόλια, μετάφραση Γ. Σεφέρη)
• Τ. Σ. Έλιοτ, Φονικό στην Εκκλησιά, Ίκαρος, Αθήνα 1963
• Αντιγραφές, Ίκαρος, Αθήνα 1965
• Άσμα Ασμάτων, χ.ε., Αθήνα 1965
• Η Αποκάλυψη του Ιωάννη, Ίκαρος, Αθήνα 1966
Αλληλογραφία
• This Dialectic of Blood and Light, George Seferis - Philip Sherrard An Exchange: 1947-1971, 2015, Denise Harvey (Publisher),
Μετά θάνατον κυκλοφόρησε επίσης ένα Ημερολόγιο «Μέρες του 1945 – 1951», 1973
Ανάλυση ποιήματος
Τα ποιήματα του Γιώργου Σεφέρη άφησαν το στίγμα τους στην νεοελληνική ποίηση, όπως αντίστοιχα και σε χιλιάδες ψυχές που καθρεπτίστηκαν στους στίχους του και ταξίδεψαν μαζί του. Έτσι, κρίνεται αναγκαίο στο αφιέρωμα για τον Γιώργο Σεφέρη να γίνει μια συνοπτική ανάλυση σε ένα από τα πιο εμβληματικά ποιήματά του: “ Η στροφή”.
Στροφή
Στιγμή, σταλμένη από ένα χέρι
που είχα τόσο αγαπήσει
με πρόφταξες ίσια στη δύση
σα μαύρο περιστέρι.
Ο δρόμος άσπριζε μπροστά μου,
απαλός αχνός ύπνου
στο γέρμα ενός μυστικού δείπνου...
Στιγμή σπυρί της άμμου,
που κράτησες μονάχη σου όλη
την τραγική κλεψύδρα
βουβή, σα να είχε δει την Ύδρα
στο ουράνιο περιβόλι.
Το ποίημα αυτό φέρνει μια αλλαγή στη νεοελληνική ποίηση, καθώς επιχειρείται εδώ μια αποδέσμευση από τους εκφραστικούς τρόπους του παρελθόντος. Ο ποιητής δεν αισθάνεται την ανάγκη να αποδώσει με τρόπο απτό τα βιώματά του, ούτε να καταγράψει με σαφήνεια ένα συγκεκριμένο θέμα. Εκείνο που προέχει είναι η μετάδοση ενός κυρίαρχου αισθήματος, χωρίς όμως αυτό να αποδίδεται σ’ ένα ξεκάθαρα δοσμένο γεγονός. Η ελλειπτική αυτή εγγραφή της εμπειρίας επιτελεί μια διπλή αντιθετική λειτουργία, μιας και από τη μία το ποίημα εμφανίζεται δυσκολότερο στην προσέγγιση κι από την άλλη ανοίγεται σε πολλαπλές αναγνώσεις, προσφέροντας τη δυνατότητα ταύτισης σ’ ένα ευρύτερο κοινό.
Κατά την ανάγνωση επομένως του ποιήματος αυτού διαπιστώνουμε πως δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε με σαφήνεια το γεγονός εκείνο που δημιούργησε στον ποιητή τα συναισθήματα που καταγράφει κι αυτό μας ωθεί εκ των πραγμάτων στην ανάγκη να προσεγγίσουμε τους στίχους με το συναίσθημα και όχι τόσο με τη λογική. Ο Σεφέρης απαιτεί από τον αναγνώστη να αισθανθεί, να υποδεχτεί τα λόγια του ως εκδηλώσεις της ψυχής του και όχι ως ψυχρά λογικά σχήματα.
Αναλυτικότερα, ο τίτλος του ποιήματος υποδηλώνει την αλλαγή στην πορεία του ποιητικού υποκειμένου, που έρχεται ως συνέπεια της στιγμής, του ξαφνικού εκείνου γεγονότος που σημαδεύει και επανακαθορίζει τα συναισθήματά του.
Η «στιγμή», το σύντομο αυτό χρονικό σημείο, που με την έντασή του ανέτρεψε πλήρως τα συναισθήματα του ποιητή, κυριαρχεί σε όλο το ποίημα, κι ενώ υπονοείται η αρνητική της διάσταση , δεν προσδιορίζεται με σαφήνεια.
( 1η «Η στιγμή φτάνει στον ποιητή σα μαύρο περιστέρι» σαν φορέας δηλαδή μιας κακής είδησης. , 2η «Η στιγμή συμβαίνει στο τελείωμα ενός μυστικού δείπνου», μια αναφορά που μας παραπέμπει στην προδοσία, που ανατρέπει τα πάντα., 3η «Η στιγμή κρατά από μόνη της βουβή όλη την τραγική κλεψύδρα», η στιγμή αυτή δηλαδή ήταν αρκετή για να παγώσει τον χρόνο).
Η προσοχή μας στρέφεται κατ’ ανάγκη στο ελάχιστο εκείνο χρονικό σημείο, στη μια στιγμή, που έχει τη δύναμη να ανατρέψει τα πάντα και να αλλάξει ριζικά τη ζωή ενός ανθρώπου. Μια στιγμή που έχει τη δύναμη να καθηλώσει τον χρόνο, μη δίνοντας περιθώρια για κάποια αντίδραση ή σκέψη.
Θα πρέπει να σημειωθεί πάντως πως το ποίημα αυτό παρά τη μεγάλη αλλαγή που σηματοδοτεί σε ό,τι αφορά το περιεχόμενο του ποιητικού λόγου, διατηρεί ως προς τη μορφή μια επαφή με την παραδοσιακή ποίηση, καθώς ο ποιητής χρησιμοποιεί ομοιοκαταληξία (σταυρωτή).
Σύγχρονη επίδραση
Η σπουδαία προσωπικότητα και το έργο του ποιητή αποτελούν σταθμό για την εξέλιξη της ποίησης και της ευρύτερης ελληνική γραμματείας. Ο Σεφέρης ως μία από τις πιο εμβληματικές μορφές της γενιάς του ’30 και βασικός εκπρόσωπος του κινήματος του μοντερνισμού στην Ελλάδα, άσκησε καθοριστική επίδραση στην ελληνική κοινωνία, η οποία παραμένει εμφανής ακόμα και στα νεότερα χρόνια.
Εκτός από τον χώρο της ποίησης όπου η επίδραση του Σεφέρη με τις καινοτομίες που εισήγαγε- ελεύθερος στίχος, απελευθερωμένη γλώσσα- είναι καταφανής, η επίδρασή του είναι έκδηλη και σε άλλους τομείς της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Συγκεκριμένα, πολλοί είναι οι σύγχρονοι καλλιτέχνες που με αφόρμηση κάποιο ποίημα του Σεφέρη ή ακόμα και τον ίδιο τον ποιητή εμπνεύστηκαν για τη σύνθεση έργων τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η τέχνη του ζωγράφου Γιάννη Ψιχοπαίδη, ο οποίος έχει φιλοτέχνησει πορτραίτα ποιητών, μεταξύ άλλων και ένα πορτραίτο του Σεφέρη. Ο ίδιος προσδιορίζοντας το κίνητρό του στην ενασχόλησή του με ποιητές και τα κείμενά τους αναφέρει: “σαν να θες να σημειώσεις κάτι με τους δικούς σου όρους. Αυτό που αισθάνεσαι και σε παρακινεί και επιμένεις σε αυτό, φαίνεται ότι μοιράζεται μαζί σου έναν κοινό ψυχικό τόπο” Άλλοι σύγχρονοι ζωγράφοι για τους οποίους η ποίηση του Σεφέρη αποτέλεσε έναυσμα καλλιτεχνικής δημιουργίας είναι ο Παναγιώτης Τέτσης και ο Γιάννης Μόραλης.
Η συνεχής επαναφορά του ονόματος του Σεφέρη περισσότερο από μισό αιώνα μετά τον θάνατο του, είναι, όμως, το σημαντικότερο τεκμήριο της επιδραστικότητας και της επικαιρότητας των μηνυμάτων της ποίησής του. Η ικανότητα του μεγάλου αυτού ποιητή να αποδώσει με λιτότητα και ειλικρίνεια τις συλλογικές αγωνίες της γενιάς του αλλά και τους δικούς του προβληματισμούς για τον άνθρωπο είναι τα στοιχεία που τον έχουν καθιερώσει ως έναν από τους μεγαλύτερους νεοέλληνες λογοτέχνες. Πολλοί από τους προβληματισμούς που εκφράζει έχουν οικουμενική ανταπόκριση, καθώς αναδεικνύουν ζητήματα που δεν φθείρονται με το πέρασμα του χρόνου: ο πόλεμος, η προσφυγιά, η τραγική διάσταση της ανθρώπινης ύπαρξης και η ατέρμονη αγωνία για τα μελλούμενα βρίσκονται συνεχώς στο κέντρο των προβληματισμών του ανθρώπου. Ιδιαίτερα τη σημερινή εποχή όπου ο κόσμος μας χαρακτηρίζεται από αέναες αλλαγές και αβεβαιότητα η μελαγχολία και η δραματική ένταση της ποίησης του Σεφέρη συνομιλούν με τις ανησυχίες του σύγχρονου πολίτη. Τα λόγια του ποιητή Δημήτρη Δασκαλόπουλου συνοψίζουν τον αντίκτυπο της ποίηση του Σεφέρη σε όποιον έχει ενδιαφερθεί για το έργο του: «Η μορφή του μου είναι πολύ οικεία, κάτι μεταξύ συγγενούς που δεν βλέπεις πολύ τακτικά και παλιού δασκάλου από τα παιδικά χρόνια. Αυτή την οικειότητα την αισθανόμαστε για όλους τους μεγάλους συγγραφείς, τωρινούς και παλαιότερους, δικούς μας και ξένους. Δεν έχει να κάνει με προσωπικές γνωριμίες. Είναι η μυστική και ανεξέλεγκτη επικοινωνία που αποκαθιστάς με το όνομα του ανθρώπου μέσα από το έργο του».