Γλώσσα προγραμματισμού λέγεται μια τεχνητή γλώσσα που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τον έλεγχο μιας μηχανής, συνήθως ενός υπολογιστή.
Οι γλώσσες προγραμματισμού (όπως άλλωστε και οι ανθρώπινες γλώσσες) ορίζονται από ένα σύνολο συντακτικών και εννοιολογικών κανόνων, που ορίζουν τη δομή και το νόημα, αντίστοιχα, των προτάσεων της γλώσσας.
Η Python αναπτύχθηκε από τον Ολλανδό Guido van Rossum το 1990. Το όνομά της το πήρε από την αγαπημένη του τηλεοπτική εκπομπή «Το ιπτάμενο τσίρκο» των Monty Python's. Τα πιο βασικά χαρακτηριστικά της γλώσσας Python είναι:
Ο πηγαίος κώδικας (source code) είναι το σύνολο οδηγιών και προτάσεων που γράφει ένας προγραμματιστής που χρησιμοποιεί μια γλώσσα προγραμματισμού υπολογιστών.
Ο πηγαίος κώδικας δεν είναι κατανοητός από τον υπολογιστή, γιατί αυτός δεν «μιλά» τη γλώσσα Python, αλλά τη γλώσσα που «μιλά» η μηχανή/υπολογιστής, τη λεγόμενη γλώσσα μηχανής.
Έτσι, ο πηγαίος κώδικας θα πρέπει να μετατραπεί σε ένα πρόγραμμα γλώσσας μηχανής (αντικείμενος κώδικας-object code). Η γλώσσα μηχανής αποτελείται από λέξεις που περιλαμβάνουν διαδοχικές σειρές μηδέν (0) και ένα (1).
Σε ένα πρόγραμμα μπορούν να συμβούν διαφόρων ειδών σφάλματα και είναι χρήσιμο να γίνει διάκριση μεταξύ τους, προκειμένου να μπορούμε να τα εντοπίσουμε γρηγορότερα:
Υποδεικνύουν ότι υπάρχει κάποιο λάθος στη σύνταξη της εντολής. Σε αυτήν την περίπτωση ο διερμηνευτής εμφανίζει κατάλληλο διαγνωστικό μήνυμα.
Ο προγραμματιστής αντί να κάνει πολλαπλασιαμό κάνει πρόσθεση. Η σύνταξη όμως είναι σωστή και το λάθος δεν εντοπίζεται από τον μεταφραστή
Παράγονται από το διερμηνευτή, αν πάει κάτι στραβά κατά την εκτέλεση του προγράμματος. Παράδειγμα: εξαντλήθηκε η μνήμη, διαίρεση με το μηδέν.