ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΜΝΗΜΟΝΙΟ ΚΟΣΜΑ ΣΠΑΝΙΔΟΥ
[Ιδιόχειρο, από σημειωματάριο κατοχής Νίνας Σπανίδου. Μεταγραφή στο μονοτονικό από τον ΚΚΖ, με διατήρηση τόνου στο ήτα μονοφωνηέντου Δοτικής --το πρωτότυπο τηρεί υπογεγραμμένη και δασυνόμενο ρω.]
1880 Εγεννήθην τή 16η Ιουλίου 1880 εν Βουρδουρίω της Πισιδείας.
1894 Απεπεράτωσα τα σχολεία της πατρίδος μου Βουρδουρίου της Πισιδείας. (Βαθμ. απολ. 10).
1895 Εσπούδασα εις το ημιγυμνάσιον της Σπάρτης Πισιδείας. (Βαθμ. ενδ. 10).
1896 Μετ' εξέτασιν ενεγράφην εις την Α ' τάξιν Διδασκαλείου Αθηνών. (Βαθμ.πτυχ. 10).
1899 Διωρίσθην διευθυντής τών σχολείων Κασαμπά, κωμοπόλεως απεχούσης σιδηροδρομικώς 3½ ώρας από της Σμύρνης.
1901 Διωρίσθην διδάσκαλος εις την Αμπέτειον Σχολήν.
1913 Διωρίσθην βοηθός της διευθύνσεως της Αμπετείου Σχολής μετέχων της διευθύνσεως της Αστικής Σχολής.
1918 Ιούλιον ησφαλίσθην εις την Gresham διά £.Ε. 300.
1924 Μέλος της επιτροπής προς πολιτογράφησιν των προσφύγων μετά του κ. Ρομπότου.
1928 'Εκφρασις υπουργικής ευαρεσκείας διά την άνωθι υπηρεσίαν.
1931 Εξελέγην Πρόεδρος της Ενώσεως Ελλ. Διδασκ. Καϊρου και περιχώρων.
1936 Υποδιευθυντής της Αστ. Σχολής Αμπετείου.
1950 Αύγουστον απεχώρησα της υπηρεσίας. Επανηγυρίσθη η πεντηκονταετηρίς μου. Απενεμήθη ο Χρυσούς Σταυρός του Φοίνικος. Ευαρέσκεια του Υπουργείου Εξωτερικών.
1916 Ο θάνατος της μητρός μου Γεθσημανής.
Εις τας 2 Μαϊου 1916 ημέραν Δευτέραν ώραν 10μ.μ. απέθανεν εις ηλικίαν 64 ετών από απότομον συμφόρησιν πνευμονικήν. Η κηδεία της εγένετο μεγαλοπρεπώς. Κατετέθησαν στέφανοι εκ μέρους της οικογενείας μου, του κ. Βεσιάδου, της Μονής Σινά, και των μαθητών της ΣΤ' τάξεως. Ο κ. Δημοκράτης προσέφερεν εις μνήμην της μίαν λίραν εις την φιλόπτωχον.
1911 Ο θάνατος του πατρός μου Παναγιώτου.
Εις τας 7 Δεκεμβρίου 1911 απέθανεν ο πατήρ μου εις ηλικίαν 60 ετών εν Δενιζλή άνευ προηγουμένης ασθενείας από αιμορραγίαν του στομάχου.
Η μνηστεία μου.
Ότε τον Ιούνιον του 1911 μετά τας εξετάσεις μετέβην εις Δενιζλή διά να παραθερίσω, οι γονείς μου και πάντες οι εκεί συγγενείς μου επέμειναν να με αρραβωνίσωσι μετά της Δδος Ευλαμπίας κόρης του εν Τσιβρήλ διαμένοντος συμπατριώτου μου Κυρίλλου Μουπαγιετζόγλου. Επειδή δεν εγνώριζον την προτεινομένην κόρην εδίσταζον και απέφευγον να δώσω την συγκατάθεσίν μου. Να την ίδω δεν ήτο εύκολον ένεκα της χολέρας. Μετά πλήρους πεποιθήσεως εις τας συστάσεις των γονέων και των συγγενών συγκατένευσα. Τας διαπραγματεύσεις ανέλαβεν ο εν Αϊδινίω θείος εκ μητρός Πρόδρομος Δζολόζογλου ως φίλος οικογενειακός της εν λόγω οικογενείας. Εις τας 8 Αυγούστου 1911 έλαβον εν Σμύρνη επιστολήν παρά του θείου Προδρόμου, εν ή μοι ήγγειλεν ότι ο κ. Κ. Μουπαγιετζόγλου στέργει μετ' ευχαριστήσεως και χαράς να συνδέση την τύχην της κόρης του μετ' εμού. Και ούτω εμνηστεύθημεν: ούτε εγώ γνωρίζων και ιδών την Ευλαμπίαν, ούτε εκείνη εμέ. Εις τας 29 Οκτωβρίου του αυτού έτους έλαβον την φωτογραφίαν της Ευλαμπίας μετά της μητρός μου. Ταύτην την ημερομηνίαν φέρουσι και οι δακτύλιοι του αρραβώνος μας.
1912 Ο γάμος
Παρ' όλας τας επιθυμίας των συγγενών να τελεσθή η στέψις εν Δενιζλή δεν επετεύχθη αύτη ένεκα της ανωμάλου πολιτικής καταστάσεως εν Μικρά Ασία και ιδίως ένεκα του φόβου της στρατολογίας των Χριστιανών. Κατά το θέρος του 1912 παρεθέριζον εν Τήνω. Οι συγγενείς βλέποντες ότι είναι αδύνατον να μεταβώ εις Δενιζλήν αποφασίζουν αυτοί να έλθωσιν εις Τήνον ίνα μη αναβληθή ο γάμος. Και ούτω την 1ην Σεπτεμβρίου 1912 ημέραν Σάββατον έρχονται εις Τήνον η μήτηρ μου, η αδελφή μου, ο γαμβρός μου, η ανεψιά μου Αλεξάνδρα, η πενθερά μου, η Ευλαμπία, και ο γυναικαδελφός μου και η νύμφη μας Ελένη.
Εις τας 3 Σεπτεμβρίου ημέραν Δευτέραν ώραν 5½ μ.μ. ετελέσθη η στέψις μας με παρανύμφους δύο κατά τα Τηνιακά έθιμα, την Ελένην, την γυναίκα του αδελφού μου, και τον Βασίλειον Δημοκράτην, τέως μαθητήν μου.
Η Ευλαμπία η σύζυγός μου.
Κατά την ομολογίαν της εγεννήθη τον Δεκέμβριον του 1895.
1918 Τη 21η Μαϊου έπεσε κλινήρης με πυρετόν 39-39.5. Εκάλεσα ευθύς ιατρόν κ. Συννεφιάν, όστις με απήλπισε χαρακτηρίσας την κατάστασιν της μετ' εξέτασιν επισταμένην πολύ σοβαράν. Είχε προσβληθή από τυφοειδή πυρετόν. Τήν επομένην ημέραν εκάλεσα τρία συμβούλια ιατρών. Πάντες σύμφωνοι εύρον τήν κατάστασιν πολύ σοβαράν και απελπιστικήν. Μ' όλα ταύτα την περιεποιήθην ουδέ επί στιγμήν απομακρυνόμενος από πλησίον της με όλα τα δυνατά μέσα και με ιδιαιτέραν νοσοκόμον μέχρι της Κυριακής? οπότε κατά προτροπήν των ιατρών μου μετέφερον εις το Ελληνικόν νοσοκομείον? όπου έφερον διά τελειοτέραν περιποίησιν καί δύο νοσοκόμους, μίαν της νυκτός και μίαν της ημέρας. Την πέμπτην ημέραν της εισόδου μας εις το νοσοκομείον προσεβλήθην και εγώ από τυφοειδή πυρετόν και μετεφέρθην εις το Γερμανικόν νοσοκομείον, αφού προηγουμένως διευθέτησα τα της περιποιήσεως της συζύγου μου. Η κατάστασίς της παρ' όλας τας εκτάκτους περιποιήσεις εχειροτέρευε. Ούτε τα φώτα των ιατρών: Λομβέρδου, Συννεφιά, Αυγερινού, Κουμανού Πασά, Αναγνωστοπούλου, Γιαννόλα, Ταταγίου, Κιρτσώνη,..., οι οποίοι την εξήτασαν και εθεράπευον, ούτε οι περιποιήσεις των συγγενών και των νοσοκόμων, ούτε αι παντοειδείς ειδικαί ενέσεις ίσχυσαν να την σώσουν. Τή 11η Ιουνίου, ημέρα Δευτέρα, παρέδωκε το πνεύμα τω Θεώ με πικρά παράπονα βεβαίως διότι δεν έβλεπε παρά το προσκέφαλον τον σύζυγον και τας κόρας της, τους οποίους υπερβολικώς ηγάπα. Τον θάνατόν της μοι ανήγγειλαν μετά οκτώ ημέρας. Η δέ κηδεία της εγένετο μεγαλοπρεπώς ακολουθουμένη υπό πολλού κόσμου και κατατεθημένων πολλών στεφάνων μεταξύ των οποίων και της Σχολής. Εκηδεύθη εις την δευτέραν θέσιν καί μετά ένα μήνα επί του τάφου της ετέθησαν κάγκελα μετά σκιαδίου.
Ελένη η συζυγός μου.
1919 Η μνηστεία.
Τή προξενεία του φίλου μου κ. Ιορδάνου Ατικουζέλ οδοντοϊατρού αντήλλαξα δακτυλίδια μετά της Δδος Ελένης Δ. Βέη τή 16η Ιουνίου 1919.
Η στέψις.
Την Δευτέραν 1ην Ιουλίου έλαβον την άδειαν των γάμων από το Πατριαρχείον, όπου συνετάχθη επισήμως και το δωρητήριον της εν Ατταλεία οικίας του πενθερού μου εις εμέ επί τω ευτυχεί γεγονότι των γάμων της κόρης των. Την Τετάρτην 3/16 Ιουλίου και ώραν 3.5 μ.μ. ήρξατο η τελετή της στέψεως εν τή οικία μου εν στενωτάτω οικογενειακώ κύκλω και 3.45 περατωθείσης της τελετής ανεχώρησα της οικίας μετά της συζύγου Ελένης εις Αλεξάνδρειαν. Εκ του σταθμού εξεκινήσαμεν τή 4.15 και εφθάσαμεν εις Αλεξάνδρειαν τή 8.45 μ.μ. και εκείθεν αμαξηδόν περί την 10 μ.μ. εφθάσαμεν εις το Μέξ, όπου διήλθομεν περί τας 15 ημέρας.
Η σύζυγός μου Ελένη κόρη Δημητρίου και Άννας Βέη εξ Ατταλείας κατά την ομολογίαν της εγεννήθη τον Μάρτιον του 1896.
Φωτογραφία το 1900, Κασαμπάς. Ο Κοσμάς 20 ετών, στην αρχή της πενηντάχρονης υπηρεσίας του.
Φωτογραφία το 1903.
Φωτογραφία το 1903, λεπτομέρεια: Ο Κοσμάς 23 ετών.
1906
1911
1914
Φωτογραφία περι το 1919 με την Ελένη.
Φωτογραφία περι το 1927 στο Κάϊρο, με τήν Ελένη και τα επτά του παιδιά.
1930
1959
1959
196x?
Φωτογραφία περι το 1960(?)
Βιογραφικό σημείωμα, περι το 1898.
Σημειώσεις ΚΚΖ
Burdur: το μεσαιωνικό Πολυδώριον Πισιδίας, υψόμετρο 938 μ. Αρχαίο όνομα: Λιμόβραμα.
Isparta/Σπάρταλα: 51 χλμ από το Burdur.
Denizli Φιλαδελφείας: η Λαοδίκεια προς του Λύκου, παραποτάμου του Μαιάνδρου.
240χλμ από τη Σμύρνη και 160χλμ από το Burdur.
Civril/Ευμένεια: Πολίχνη βόρεια απ' το Denizli.
Aydin: Τράλλεις, η Σελεύκεια Καρίας, στην κοιλάδα του Μαιάνδρου.
Antalya/Αττάλεια: Το κέντρο της Τουρκικής Ριβιέρας, στην ακτή της Παμφυλίας, 150 χλμ απο το Burdur.
Kasaba (= πολίχνη)/Kassaba/Turgutlu: Σιδηροδρομικός κόμβος γραμμής Σμύρνης-Afyon, σήμερα μονο 48χλμ απ ' την Σμύρνη.
Mex: Δυτική παραθαλάσσια συνοικία Αλεξανδρείας.
Κιοσέογλου (Köseoğlu) σημαίνει γιός σπανού(ής), και Μουπαγιετζόγλου (Mubayaacıoğlu) σημαίνει γιός σαράφη (mübayaacı, αργυραμοιβού).
Adıgüzel σημαίνει ευώνυμος στα Τούρκικα.
Cılızoğlu [είναι αυτό?] σημαίνει γιός αδύνατου.
Το αρχικό όνομα του Βέη (Bey) ήταν Ντολμάζογλου.
Ο προπάππους των αδελφών Αμπέτ ήρθε στην Αίγυπτο απο τη Χίο μεταξύ του 1710 και 1720, με τα δύο παιδιά του, τον Δημήτριο και τον Ιάκωβο· οπότε και άλλαξε το όνομά του σε Αμπέτ (Θεόδουλος > Αμπτ-αλλάχ>Αμπτ>Αμπέτ).
Ο ΚΣ πέθανε το 1964 στην Αθήνα από καρκίνο του ήπατος.
Βιβλία, κτλ: 1929,1950,1961,1952,1910
Παλλαδᾶς , Video on Sagalassos
Αρχή 30σέλιδου λόγου στην Αμπέτειο, 1906