ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΙΩΝΑΣ,ΒΑΡΑΧΗΣΙΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΝ ΑΥΤΟΙΣ 9 ΜΑΡΤΥΡΕΣ(29 Μαρτίου)
Λίγα χρόνια μετά την υπογραφή του διατάγματος των Μεδιολάνων (313), πού χάριζε σ' όλους τη δυνατότητα να πιστεύουν ελεύθερα σε όποια θρησκεία ήθελαν, ξέσπασε στην Περσία νέος άγριος διωγμός (327) εναντίον των χριστιανών. Ό σκληρός βασιλιάς των Περσών Σαβώριος ό Β' κήρυξε εξόντωση των οπαδών του Ναζωραίου. Διέταξε μάγους να περιέλθουν το βασίλειο του και να βεβηλώσουν και να κάψουν ιερούς Ναούς και Μοναστήρια και όπου συναντούσαν χριστιανούς να τούς αναγκάσουν να θυσιάσουν στα είδωλα και να προσκυνήσουν τις ειδωλολατρικές περσικές θεότητες, τη φωτιά, τον ήλιο και το νερό. Και αλίμονο σ' εκείνους πού θα αρνούνταν να υπακούσουν στις διαταγές του αυτοκράτορα. Τούς περίμεναν φρικτά βασανιστήρια.
Ανάμεσα στους γενναίους ομολογητές των ήμερων εκείνων συγκαταριθμούνταν και κάποιοι χριστιανοί της πόλεως Μαρβιαβώχ. Τα ονόματα τους ήταν: Άβιβος, Ζανιθά, Ηλίας, Λάζαρος, Μάρη, Μαρουθά, Ναρσής, Σάββας και Σιμιάθης. Και οι εννέα αυτοί πιστοί βρίσκονταν φυλακισμένοι αναμένοντας την ώρα του μαρτυρίου τους με μοναδική τους παρηγοριά την πίστη, την προσευχή, τον Ιησού Χριστό!
Ή είδηση αυτή της ομαδικής φυλακίσεως συγκίνησε δύο αδέλφια, τον Ιωνά και τον Βαραχήσιο, πού ήταν μοναχοί στο Μοναστήρι της περιοχής στο Βέθ-Άζά. Ισχυρός πόθος αγάπης έκαμε και τούς δύο αυτούς μοναχούς να αφήσουν για λίγο την ησυχία της ερήμου και να έλθουν να συμπαρασταθούν στους υποψήφιους μάρτυρες.
Έφθασαν λοιπόν στη φυλακή. Με λαχτάρα αντίκρισαν τα άγνωστα πρόσωπα των εννέα αυτών φίλων και τούς εμψύχωσαν με λόγους παρακλήσεως, ελπίδος και πίστεως. Ή άφιξη των ενάρετων μοναχών στη φυλακή έδωσε μεγάλη δύναμη και θάρρος στις ψυχές των εγκλείστων και τούς αύξησε τη φλόγα του μεγάλου πόθου τους να πεθάνουν όλοι μαζί ενωμένοι για τον Χριστό!...Τί υπέροχες στιγμές! Τί ουράνια βιώματα!... Μετά από λίγες ήμερες οι 9 πιστοί αυτοί χριστιανοί μέσα από σειρά βασάνων και δαρμών γεύθηκαν τον πικρότατο θάνατο, για να απολαύσουν τη γλυκύτητα της ουράνιας ζωής.
Ή ευεργετική παρουσία των δύο μοναχών προς τούς εννέα αυτούς μάρτυρες δεν είχε μείνει απαρατήρητη από φθονερούς εχθρούς, πού όλα τα κατήγγειλαν στους μάγους. Οι σκληροί αυτοί εκτελεστές των διαταγών του βασιλιά κάλεσαν αμέσως μπροστά τους τούς δύο μοναχούς, τον Ιωνά και τον Βαραχήσιο, και τούς πίεζαν να θυσιάσουν στους θεούς τους. Αλλά ήταν δυνατόν δύο τέτοιες εκλεκτές αφιερωμένες στο Χριστό υπάρξεις να θυσιάσουν στα είδωλα; Όχι! Ποτέ όχι.
Γι' αυτό φυλάκισαν αμέσως τον Βαραχήσιο. Και τον Ιωνά τον οδήγησαν σε ανάκριση. Τα γλυκόλογα των δικαστών δεν τον συγκίνησαν, και με θάρρος ομολόγησε: «Δεν πρόκειται να αρνηθώ τον Σωτήρα και Κύριο μου, γιατί είναι ή ελπίδα κάθε χριστιανού και δική μου! Και όποιος τον ομολογεί δεν θα ντροπιαστεί ποτέ». Τα λόγια αυτά του Ιωνά ήταν αρκετά για να εξαγριώσουν τούς δήμιους. Τον ακινητοποίησαν σε πάσσαλο και αφού του έδεσαν τα χέρια και τα πόδια, τον κτυπούσαν αλύπητα με αγκαθωτές βέργες. Και μετά, έξουθενημένο, με ανοικτές πληγές πού αιμορραγούσαν, τον έσυραν και τον άφησαν πάνω σε παγωμένο έλος όλη τη νύχτα.
Ακολούθησε μετά ή δίκη του Βαραχησίου. Προσπάθησαν να τον κάμψουν ώστε να αρνηθεί τον Θεό, λέγοντας του ψέματα ότι δήθεν ό αδελφός του υπέκυψε και προσκύνησε τα είδωλα. Ανεπηρέαστος και ατάραχος ό Βαραχήσιος έδωσε την απάντηση: «Όπως ό αδελφός μου προσκυνούσε τον αληθινό Θεό, έτσι και 'γώ Τον προσκυνώ και Τον δοξάζω! Δεν πιστεύω ποτέ πώς ό αδελφός μου τυφλώθηκε τόσο πολύ στο νου, ώστε να λατρεύσει "την κτίση παρά τον κτίσαντα"». Είπε και άλλα ό Βαραχήσιος πολλά, πού κατέπληξαν και έπειθαν για την αλήθεια της πίστεως του. Οι δικαστές φοβήθηκαν μήπως επηρεάσει θετικά προς τον χριστιανισμό τούς παρευρισκομένους. Γι' αυτό άρχισαν βασανισμούς σατανικής εμπνεύσεως. Του έβαλαν κάτω από τις μασχάλες πύρινες χάλκινες σφαίρες απειλώντας τον πώς αν τις αφήσει να πέσουν, θα είναι σαν να αρνείται τον Χριστό. Ό πιστός Βαρελίσιος γενναία αποκρινόταν: «Δεν φοβούμαι τίποτα, πιστεύω και λατρεύω τον Κύριο μου Ιησού Χριστό! Με τη δύναμη του νικώ και θα νικήσω». Του περιέλουσαν μετά το πρόσωπο με λιωμένο μολύβι και τον φυλάκισαν κρεμασμένο από το ένα πόδι.
Και τον άφησαν εκεί μέσα στη φυλακή μόνο και έρημο.
Επέστρεψαν μετά στον Ιωνά για να ολοκληρώσουν το μαρτύριο του. Έκπληκτοι όμως τον άκουσαν να λέγει: «Πέρασα τόσο γλυκιά νύχτα μέσα στο ψύχος πάνω στο έλος με τη δύναμη και ενίσχυση του Τιμίου Σταυρού του Χριστού!... Μπορεί τώρα να σαπίζω σαν το σπόρο του σιταριού. Αύριο όμως, στη Δευτέρα Παρουσία του Χριστού, θα είμαι ανακαινισμένος στο φώς της Αναστάσεως». Τα λόγια αυτά άναψαν περισσότερο μίσος στους εχθρούς του. Οι δικαστές διέταξαν και του έκοψαν τη γλώσσα και τα δάχτυλα από τα χέρια και τα πόδια ένα-ένα, και μετά τον έβαλαν μέσα σε καζάνι πού έβραζε πίσσα. Ό Κύριος διαφύλαξε άθικτο τον δούλο του Ιωνά. Οι δήμιοι όμως έμειναν ασυγκίνητοι από το θαύμα. Στη συνέχεια του τσάκισαν τα οστά και τον πέταξαν νεκρό σε μια στέρνα.
Τον Βαραχήσιο τον έσυραν πάνω σε αγκάθια τρυπώντας το σώμα του με μυτερά καλάμια. Του ξέσχισαν τις σάρκες και τον ανάγκασαν να πιει βρασμένη πίσσα. Και τέλος του τσάκισαν και αυτού τα οστά. Και ό γενναίος μάρτυρας παρέδωσε το πνεύμα του στο Θεό με δοξολογία στα χείλη και με ομολογία: «Το σώμα μου το δημιούργησε ό Θεός. Περιμένω τώρα τη νέα του μορφή στην ανάσταση».
Δύο μοναχοί και εννέα λαϊκοί! Έντεκα συνολικά μάρτυρες πού γνωρίστηκαν και άλληλοενισχύθηκαν εν Κυρίω σε ώρες διωγμών και στεφανώθηκαν με το ίδιο ένδοξο στεφάνι του μαρτυρίου.
Δεηθείτε, άγιοι ένδοξοι μάρτυρες, και για μας πού ζούμε σε εποχή με προανακρούσματα διωγμών, να παραμείνουμε πιστοί στο Χριστό στηρίζοντας ό ένας τον άλλον.
«'Δριμύς ό χειμών" της αποστασίας, όμως "γλυκύς ό παράδεισος" πού μας περιμένει...». ■