Ό άγιος Μάρκος, ’Επίσκοπος Άρεθουσίων ό 'Ομολογητής(29 Μαρτίου)
Ο άγ
ιος Μάρκος, επίσκοπος Άρεθουσίων, ανήκει στους ομολογητές της πίστεως και άθλησε την εποχή του Ιουλιανού του Παραβάτη (361-363).
Χειροτονήθηκε στα χρόνια του Μεγάλου Κωνσταντίνου.
Υπήρξε φλογερός και ενθουσιώδης επίσκοπος. Ό άγιος Γρηγόριος ό θεολόγος στον Α' κατά του Ιουλιανού Βασιλέως Στηλιτευτικό του λόγο διαζωγραφίζει την προσωπικότητα του άγιου Μάρκου λέγοντας ότι «οδήγησε πολλούς στη σωτηρία, όχι λιγότερο ένεκα της λαμπρότητος του βίου από όσο με τη δύναμη τού λόγου του». Έλαβε μέρος στη Σύνοδο της Αντιόχειας το 341 μ.Χ., στη Σύνοδο της Φίλιππουπόλεως το 343 και στη Σύνοδο τού Σιρμίου το 351. Αλλά και στη Σύνοδο της Σελεύκειας της Ισαυρίας το 358 ήταν παρών.
Για μικρό διάστημα από άγνοια παρασύρθηκε στις τάξεις των ήμιαρειανών επισκόπων, οι όποιοι δέχονταν μεν τη θεότητα του Λόγου, αλλά απέρριπταν τον όρο «ομοούσιος». Σύντομα όμως παραδέχθηκε το λάθος του, και συνέχισε μαχητικά και ορθά να εργάζεται μέσα στους κόλπους της Ορθοδόξου άγιας ’Εκκλησίας. Ό επίσκοπος Μάρκος πολέμησε με δύναμη την ειδωλολατρία.
Οι ειδωλολάτρες της περιοχής των Άρεθουσίων δεν άντεχαν τον φλογερό αυτόν άνδρα, πού αποσπούσε πολλούς και τούς οδηγούσε στη χριστιανική πίστη. Γι αυτό γεμάτοι οργή και μίσος ζητούσαν ευκαιρία να τον συλλάβουν. Ό Μάρκος, για να κατασιγάσει τη φωτιά της οργής τους, για μικρό διάστημα απομακρύνθηκε από την επισκοπή του. Όμως το μίσος των διωκτών του ξέσπασε εναντίον των πιστών χριστιανών με συλλήψεις. Όταν πληροφορήθηκε ό Μάρκος την αναστάτωση πού έφερε ή φυγή του, επανήλθε στη Μητρόπολή του το 363 μ.Χ. και παραδόθηκε στους εχθρούς του.
Και ενώ ό αυτοκράτορας Ιουλιανός είχε ευεργετηθεί από τον Μάρκο, διότι σε δύσκολη ώρα του είχε σώσει τη ζωή, παρά ταύτα δεν εμπόδισε τούς οπαδούς του να τον τιμωρήσουν.
Ανεκδιήγητα είναι τα βασανιστήρια πού υπέστη ό Μάρκος. Ό ιστορικός Θεοδώρητος Κύρου τα ονομάζει «πραγματική τραγωδία». Και ό άγιος Γρηγόριος ό θεολόγος σημειώνει ότι «αγωνίζονταν πώς να υπερβάλουν (οι βασανιστές του) ό ένας τον άλλον στη θρασύτητα κατά τού πρεσβύτου ιερέως». Όρμησαν χωρίς να σεβαστούν την ηλικία του, τον ξυλοκόπησαν αλύπητα, τον έσυραν από τα μαλλιά και τα γένια, τον ωθούσαν προς τούς υπονόμους. «Δεν υπήρχε μέλος τού σώματός του πού να μην είχε υποστεί μαζί με τις κακώσεις και ταπείνωση.
Τον ύψωναν μετέωρο από τα πόδια και με τις μυτερές γραφίδες (ξύλινα αιχμηρά μολύβια) έκαναν παιχνίδι τους την τραγωδία. Τού τρυπούσαν τα αυτιά...
Τον κρέμασαν ψηλά μέσα σε δίχτυ, και τον άλειψαν με μέλι και αλάτι. Οι σφίγγες και οι μέλισσες τον κεντούσαν, ενώ το καταμεσήμερο ό ήλιος με τις καυστικές του ακτίνες αύξανε τη φλόγωση».
Ό άγιος επίσκοπος όλα τα δεχόταν με ευθυμία. Όλα τα θεωρούσε «τελετή χαρμόσυνη παρά συμφορά». 'Η ανεξικακία του και ή γενναιότητά του εξέπληξαν όλους, ακόμη και τον ύπαρχο της πόλεως, πού με δική του μεσολάβηση έκαμψε τον διώκτη Ιουλιανό και ελευθέρωσε τον μάρτυρα.
Πλήθος ειδωλολατρών διωκτών τότε μετανόησαν και δέχθηκαν το θείο κήρυγμα τού Μάρκου και βαπτίσθηκαν στο όνομα τού αληθινού Τριαδικού Θεού. Και ή Εκκλησία τού Χριστού δοξάστηκε.
Ό ομολογητής τού Χριστού επίσκοπος Μάρκος έζησε τον υπόλοιπο όλίγο χρόνο της ζωής του εν ειρήνη απολαμβάνοντας τούς πνευματικούς καρπούς των κόπων του. Και φέροντας τα πολυτίμητα στίγματα τού μαρτυρίου παρέδωσε την ψυχή του στον Κύριο το έτος 364.
Είθε με τις πρεσβείες τού άγιου Μάρκου επισκόπου Άρεθουσίων τού Όμολογητοϋ, να παραμένουμε πιστοί στον δρόμο της αληθινής θεογνωσίας ομολογώντας την ’Ορθόδοξη πίστη μας με φλογερό λόγο και αγάπης έργο στον σύγχρονο κόσμο.