Ό όσιος Λεόντιος ο εν Αιγιαλεία (11ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ)
Ο όσιος Λεόντιος γεννήθηκε την εποχή της δυναστείας των Παλαιολόγων το 1377 από οικογένεια θεοφιλή, αρχοντική και πλούσια στην ιστορική Μονεμβασία. Ό πατέρας του Ανδρέας ήταν διοικητής «όλου του Μωρέως» (Πελοποννήσου). Από μικρό παιδί ό μικρός Λέων (αυτά ήταν το κοσμικό όνομα του) απήλαυσε μέσα στο οικογενειακό του περιβάλλον όλες τις ανέσεις, υλικές και πνευματικές. Διδάχθηκε όχι μόνο την κατά Θεόν μόρφωση «με ευγενικά και χρηστά ήθη» αλλά και τις «θύραθεν επιστήμες». Ό ίδιος αισθανόταν ιδιαίτερη τέρψη από τη μελέτη. Γι' αυτό ό πατέρας του τον έστειλε στην Κωνσταντινούπολη για να ολοκληρώσει τις σπουδές του στη φιλοσοφία, πού αγαπούσε.
Ή αναστροφή του με τούς ανθρώπους του παλατιού ήταν ευγενής και λεπτή. Ή σύνεση του και ή καλοσύνη του τον έκαναν αγαπητό σε όλους. Ιδιαίτερα όμως τον έξετίμησε πολύ ό βασιλεύς Ανδρόνικος και τον αγαπούσε υπερβολικά.
Όταν πέθανε ό πατέρας του, ό Λέων επέστρεψε στη Μονεμβασία. Ή πιστή όμως μητέρα του ποθώντας το μοναχικό βίο άνεχώρησε σε μοναστήρι. Ό ευσεβής και γλωσσομαθής Λέων δημιούργησε τη δική του οικογένεια, με χριστιανική συζυγία και πολιτεία θεάρεστη. Ό Θεός μάλιστα του χάρισε και τρία χαριτωμένα παιδιά. Καθώς όμως περνούσαν τα χρόνια, αισθανόταν μέσα του πόθο για το μοναχικό βίο. Έτσι με την άνετη συγκατάθεση της ευσεβούς συζύγου του και των οικείων του σε ηλικία ώριμη άφησε την οικογενειακή εστία και πορεύθηκε με χαρά για την εκπλήρωση του μεγάλου του ονείρου.
Έγινε μοναχός με νέο όνομα πλέον, Λεόντιος, ύποτασσόμενος στον γέροντα Μενίδη, πού ήταν πνευματικός πατέρας ενός μικρού Κοινοβίου της Λακωνίας.
Αργότερα μετέβη στο Άγιον Όρος για να διδαχθεί από τα εποπτικά μαθήματα πνευματικών ασκήσεων ενάρετων Γερόντων. Στον τόπο αυτό, σημειώνει ό βιογράφος του, «πολλούς ιδρώτας έχυνε υπέρ τών της αρετής αγώνων». Τόσο πολλή δε ήταν ή ταπείνωση του Οσίου, ώστε πίστευε για τον εαυτό του ότι ήταν κατώτερος από όλους τούς άλλους και έκανε αδιάκριτη υπακοή. Αντικρίζοντας τον οι συμμοναστές του τον έβλεπαν ως πρότυπο τους, τον θεωρούσαν «ανώτερο τους και του απέδιδαν μεγάλη τιμή».
Ό Όσιος φοβήθηκε την ανθρώπινη δόξα και την τιμή. Ή κενοδοξία, ό ύπουλος αυτός εχθρός, μπορούσε να καταστρέψει πολύ γρήγορα ό,τι πλούτο θησαύριζε ό Θεός μέσα του. Γι΄ αυτό μετά από θερμή προσευχή και ιερή περισυλλογή φωτιζόμενος από το Πανάγιον Πνεύμα ήλθε στην περιοχή της Αιγιαλείας. Εκεί επάνω από το Αίγιο στο μικρό και αφιλόξενο τότε βουνό Κλωκός μέσα σε μια σπηλιά ασφαλίστηκε «ως στρουθίον» κάτω από το βλέμμα του παντοκράτορος Κυρίου. Εκεί ό όσιος Λεόντιος έζησε τον υπόλοιπο χρόνο της
μοναχικής του ζωής νεκρώνοντας κάθε γήινη και σαρκική επιθυμία. Εκεί έδοκίμασε πειρασμούς λογισμών, αντιμετώπισε κρύο και καύσωνες και παρέμεινε ασάλευτος και γενναίος, αφοσιωμένος τελείως στο Θεό.
Ό Κύριος Ιησούς Χριστός για τούς αγώνες του και την αγάπη του σ' Αυτόν τον αντάμειψε με την έκτακτη χάρη της θαυματουργίας. Στο σπήλαιο του κατέφθαναν πολλοί ασθενείς και πονεμένοι για να βρουν θεραπεία και να απολαύσουν τη θαλπωρή της καλοσύνης του.
Για την περιοχή ήταν «φώς Χρίστου» και μια αστείρευτη πηγή αγάπης. Ό βιογράφος του σημειώνει ότι έγινε «αίτιος σωτηρίας πολλών ανθρώπων».
Τόσο μεγάλη ήταν ή φήμη της όσιότητός του, ώστε έφθασαν κοντά του και οι Δεσπότες της Πελοποννήσου Θωμάς και Δημήτριος Παλαιολόγος (αδέλφια του Κωνσταντίνου ΙΑ' Παλαιολόγου, του τελευταίου αύτοκράτορος του Βυζαντίου). Οι εντιμότατοι και ευσεβείς αυτοί άρχοντες της Πελοποννήσου, ευλαβούμενοι τον όσιο άνδρα Λεόντιο, έκτισαν για χάρη του κοντά στο σπήλαιο της ασκήσεως του μεγαλόπρεπο Μοναστήρι στο όνομα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ (γνωστό σήμερα ως Μονή Ταξιαρχών Αιγίου). Εκεί έναπέθεσαν και θεία, πολύτιμα δώρα τους, θησαυρίσματα ιερών Λειψάνων και τμήματα από τα Άχραντα Πάθη τού Κυρίου (Σπόγγο, Τίμιο Ξύλο κ.ά.).
Το τέλος του το προαισθάνθηκε ό μακάριος ασκητής. (Από τον "ΣΩΤΗΡΑ")