Στα πηγαδάκια των βιβλιοφάγων είναι λίγο-πολύ γνωστή η έμφαση στη γυναικεία ύπαρξη που δίνει στα κείμενά της η Λίλη Ζωγράφου. Αν και η ίδια δήλωνε αντιφεμινίστρια, κάθε της λέξη περιστρέφεται γύρω απ’ την απελευθέρωση της γυναίκας – είτε αυτή είναι κοινωνική είτε σεξουαλική. Με τα κείμενά της κατήγγειλε την περιφρόνηση της γυναίκας – στο βιβλίο της «Επάγγελμα: Πόρνη» περιγράφει τους εξευτελισμούς που υπέστη η όποια γυναίκα στα μπουντρούμια της ΕΣΑ -, αλλά και την “αυτοπεριφρόνηση” - στο «Μου σερβίρετε ένα βασιλόπουλο παρακαλώ;» κριτικάρει τη μεσοαστή του ’60 που, μη έχοντας κάνει οικογένεια, επικεντρώνεται στην απόκτηση ύλης , καθιστώντας τον εαυτό της, τελικά, έρμαιο της ύλης.
Το «Η αγάπη άργησε μια μέρα», όμως, δεν είναι ένα βιβλίο που αγγίζει μονόπλευρα ένα θέμα, αλλά ολόπλευρα, με πυρήνα του τη γυναίκα ως άνθρωπο με ανάγκες, αλλά και ως υποχείριο μιας ανδροκρατούμενης κοινωνίας. Η γυναίκα μπαίνει στο κέντρο, ζητά, διεκδικεί, παλεύει, πονά. Νικάει όμως στο τέλος;
Η Ζωγράφου παρουσιάζει τρία είδη γυναίκας. Το πρώτο είναι η Ερατώ, το πλάσμα που ακόμα και τ’ όνομά του μ’ έναν αναγραμματισμό γίνεται συνώνυμο του εντονότερου συναισθήματος. Ένα νέο κορίτσι, που αγαπά αληθινά και αναζητά την ίδια την αγάπη. Μέσα απ’ τον βιασμό της – σωματικό και κοινωνικό - θα βρει το θάρρος και θα γίνει μια γυναίκα που ορίζει μονή της τον εαυτό της. Και πάνω απ’ όλα, θα εξυψώσει το απόλυτο συναίσθημα, παραμένοντας πιστή στον εφηβικό της έρωτα.
Το δεύτερο πρότυπο γυναίκας είναι η Ασπασία. Εδώ η συγγραφέας ξεγυμνώνει τον ιδανικό άνθρωπο και τον παρουσιάζει με το πραγματικό του πρόσωπο: ένα ον που διψά για εξουσία, ένα ζώο που φθονεί κάθε όμορφο πράγμα γύρω του και το καταστρέφει αν δεν μπορεί να το αποκτήσει. Τι κι αν ως μεγάλη αδερφή παλεύει να αποκαταστήσει τις υπόλοιπες; Η σκληρότητά της δεν παύει να αποτελεί το σημείο που τραβάει την προσοχή του αναγνώστη.
Και τέλος, η Αμαλία, το έρμαιο της πατριαρχικής εξουσίας που διαλέγει τους τίτλους “επί των τιμών” έναντι της αγάπης. Κι όταν δε βρίσκει την ικανοποίηση (βλ. Φρόιντ όσον αφορά στην ικανοποίηση της γυναίκας) κατρακυλά στην απιστία. Κι εδώ η Ζωγράφου βάζει απ’ το παράθυρο το κοινωνικό της μήνυμα: αυτό της εντιμότητας, είτε προς τον άλλο, είτε προς τον εαυτό του ο καθένας.
Συνεπώς, το «Η αγάπη άργησε μια μέρα» δεν είναι ένα βιβλίο που μιλάει απλώς για μια χαμένη αγάπη. Είναι ένα “άσμα ασμάτων” για τον άνθρωπο, τα λάθη και τις αδυναμίες του, για τις επιθυμίες του και για τις διεκδικήσεις του. Και δεν είναι ότι ο άνδρας δεν παίζει ρόλο με θετικό πρόσημ στο βιβλίο. Απλά, λόγω και των ημερών, η γραφή της Λίλης Ζωγράφου θα μπορούσε να μας μάθει τι πάει να πει γυναίκα τουλάχιστον απ’ τη σκοπιά μιας μη-φεμινίστριας.
Άλκηστις Μαρτζάκλη (Β3)