Γράφω το δικό μου λογοτεχνικό κείμενο με αφορμή ΤΟ ΔΑΚΡΥ ΤΟΥ ΚΡΙΝΟΥ

Το δάκρυ του κρίνου στην δεξιά της παλάμη, αυτό το δάκρυ που μόνο

εκείνη έβλεπε και ήταν αρκετό για να μην την αφήνει να ξεχάσει…

Αυτός ο κρίνος που κλεισμένος σ’ ένα κουτί έγινε στην αρχή ο δρόμος

για την καταστροφή της πριν φτάσει να γίνει η λεωφόρος για την

επιτυχία που θα έκανε πραγματικότητα τα όνειρά της για εξιλέωση.

ΜΑΡΙΑΣ ΒΟΥΔΑΚΗ, Το δάκρυ της Μαρίας

Αυτό το δάκρυ που μόνο εκείνη έβλεπε,αυτό το δάκρυ που ήταν αρκετό για να μην την αφήσει να ξεχάσει τη Μαρία Γεωργίου για την ημέρα των γενεθλίων της στις 9 Νοεμβρίου.

Αυτό το δάκρυ που ήταν η μόνη ανάμνηση της απο την ημέρα των γενεθλίων της, ίσως ήταν το μόνο που της είχε απομείνει. Το δάκρυ που αυτή η ίδια μπορούσε να το νιώσει μέσα της, ολόψυχα και για το οποίο δε θα μετάνιωνε ποτέ..Το δάκρυ αυτό ίσως ήταν η αρχή μιας νέας επανάληψης,ίσως ήταν η σειρά της να κλάψει για να της θυμίζει την ημέρα των γενεθλίων..

Αυτό το δάκρυ που σήμαινε την κακή επανάληψη της ζωής της εκείνο το μοιραίο βράδυ, το βράδυ που θα της μείνει καρφωμένο στο μυαλό της. Στις 9 Νοεμβρίου 1995 στις 8:00 το βράδυ η Μαρία Γεωργίου έζησε την αληθινή περιπέτεια της, η ξαφνική φυγή του έρωτα της, του παντοτινού έρωτα της ζωής της. Δεν ήταν απλώς ένα αγόρι που ζούσε μαζί της, αλλά ο άνθρωπος της ο άνθρωπος χάρη στον οποίο η Μαρία χαμογελούσε και ζούσε την κάθε στιγμή της ζωής της σαν όνειρο..

Έκλαψε, πόνεσε για αυτόν της ψυχής της το άλλο μισό, πίστεψε σε αυτόν, αλλά δεν την λογάριασε, έκλεισε την πόρτα και εξαφανίστηκε μέσα στην νύχτα στις 9 Νοεμβρίου.

Ένα ξέσπασμα της Μαρίας ακούστηκε όταν προσπαθούσε να κρύψει τη θλίψη της, τη θλίψη που της θύμιζε την ανεξήγητη φυγή του ανθρώπου της..Κάθε μέρα που κοιτάζονταν στον καθρέφτη τόσο πιο πολλά ερωτηματικά θόλωναν το μυαλό της, τόσο πιο πολλές σκέψεις απελπισίας και πόνου που μόνο η ίδια μπορούσε να νιώσει πραγματικά. Μα το χειρότερο συναίσθημα ήταν της προδοσίας, όχι για την ανεξήγητη φυγή αλλά την προδοσία από τον ίδιο της τον εαυτό έκανε λάθη που μπορούσε να αποφύγει,αλλά η ίδια δεν μπορούσε να τα διαπιστώσει.

Αυτό το δάκρυ,η μόνη ανάμνηση της από τον αγαπημένο της, η μόνη παρηγοριά της απο εκείνο το βράδυ του Σαββάτου.

Πέρασαν μήνες,λεπτά, χρόνια κι είχε έρθει η στιγμή της γαλήνης και το κλείσιμο αυτής της πληγής.

Αλλά ποτέ της δεν έμαθε αν πραγματικά έκλεισε οριστικά αυτή η πληγή, η πληγή που της έκαιγε τα σωθικά της μετά από χρόνια. Αυτό ήταν το δάκρυ,που άγγιζε το δέρμα της απαλό σαν βελούδο, το δάκρυ απο την άκρη του ματιού της. Αυτό το δάκρυ,που της θύμιζε την κακή επανάληψη της ζωής στο χθές αλλά και στο σήμερα...

ΝΑΤΑΛΙΑΣ ΚΩΤΤΗ

Η μπουκαπόρτα του πλοίου ανοίγει. Τα μάτια της μάνας ψάχνουν απεγνωσμένα μέσα στο πλήθος.

Προχτές έλαβε την είδηση για τον ερχομό της αγνοούμενης κόρης της. Χρόνια έμαθε να ζει μέσα στην απέραντη μοναξιά και η απελπισία να της τρώει τη ψυχή. Έκανε χιλιάδες αιτήσεις, γράμματα και παρεκκλίσεις αλλά το μόνο που άκουγε ήταν "υπομονή", "κουράγιο", "η ελπίδα πεθαίνει πάντα τελευταία". Ήταν όμως αλήθεια. Δεν πέθανε, κρατήθηκε απ' την ελπίδα για να ζήσει αυτή τη στιγμή που τα βουρκωμένα μάτια της είδαν το βαπόρι να μπαίνει στο λιμάνι και να φέρνει τη μονάκριβη κόρη της ξανά στην αγκαλιά της. Κοριτσάκι τόσο δα ήταν όταν τις χώρισε ο πόλεμος. Δεν την χόρτασε,δεν την είδε να μεγαλώνει. Της την άρπαξαν άγρια μέσα από την αγκαλιά της. Έκλαψε, παρακάλεσε γονατιστή, δε την λογάριασαν, την άρπαξαν και έφυγαν. Μια φωνούλα της κόρης έμεινε στ' αυτία της "μαμά" και ένα χαρτί που εκείνη την ώρα ζωγράφιζε ένα λουλούδι... έναν κρίνο. Το χαρτί αυτό το μάζεψε αργότερα, το δίπλωσε και το φύλαξε σ' ένα κουτί. Κάθε φορά που η απελπισία της θόλωνε το μυαλό αυτό το χαρτί έβγαζε, το κοίταζε και ήταν σα να 'βλεπε την κόρη της να ζωγραφίζει και να της χαμογελά.

Αυτός ο κρίνος της ζεσταίνει την καρδιά, κάθε φορά που τον κοιτά και μια φλογίτσα ελπίδας τρεμοπαίζει στην ψυχή της.

Περάσανε τόσα χρόνια και ήρθε η ώρα που η πόρτα του πλοίου θ' ανοίξει. Κρατάει στα χέρια της τη ζωγραφιά με τον κρίνο και τα μάτια της ψάχνουν μέσα στο πλήθος. Δε την βλέπει, την νιώθει όμως, την αισθάνεται. Αυτή είναι! Την αγκαλιάζει σφιχτά. Τα μάγουλά της μουσκεύουν, όμως τώρα από δάκρυα ευτυχίας. Ξεδιπλώνει τον κρίνο, της το δίνει,

" μαμά" λέει η κόρη της, αυτή τη λέξη την πιο γλυκιά του κόσμου.

ΕΥΗΣ ΛΟΗ

Αυτός ο κρίνος κλεισμένος σε ένα κουτί ήταν το μόνο που απέμεινε απ' αυτήν. Τη θέση της την αντικατέστησε αυτό το λουλούδι. Το μόνο που μπορούσα να έχω να θυμάμαι, όταν έφυγε. Έμεινα μόνη μου και στη θέση της έμεινε αυτός ο κρίνος. Ο κρίνος ήταν το λουλούδι της. Πάντα το αγαπούσε, όταν εγώ το μισούσα. Τώρα η αδερφή μου έχει πάει μακριά με όλη την οικογένειά μου και δε να γυρίσουν πίσω. Δεν πρόκειται να βγάλω τον κρίνο απ΄ αυτό το κουτί. Αυτό το μικρό κάτασπρο κρινάκι.

ΝΙΚΟΛΕΤΤΑΣ ΤΣΑΝΤΗΛΑ και ΣΚΟΥΡΤΗ ΒΕΝΙΑΣ,ΤΟ ΔΑΚΡΥ

Το του κρίνου στην δεξιά παλάμη αυτό το δάκρυ που μόνο εκείνη έβλεπε και ήταν αρκετό για να μην την αφήσει να ξεχάσει.

Η Ελένη μια κοπέλα γύρο στα τριάντα κατοικούσε στην Γλυφάδα συχνάζοντας σε μια καφετέρια ενός φιλικού της προσώπου.

Μια μέρα όπως όλες τις άλλες καθώς καθόταν στο μπαρ πίνοντας τον καφέ της μπαίνει μέσα ένας καλοντυμένος άντρας, που μόλις είχε βγει από το απέναντι κτίριο όπου εργαζόταν, έπιασε την κουβέντα με τον φίλο της Ελένης και του έλεγε πως δεν έχει χρόνο για τίποτα και ότι η δουλειά του έχει γίνει όλη του η ζωή.

Ο άντρας αφού πήρε τον καφέ που είχε παραγγείλει έφυγε βιαστικά για να πάει σε μια δουλειά.

Η Ελένη προβληματίστηκε με αυτά που άκουσε από τον άντρα και αποφάσισε να ρωτήσει τον φίλο της ποιος ήταν αυτός, όμως πριν προλάβει να κάνει κάποια κίνηση τον βλέπει να μπαίνει στο μαγαζί βιαστικά και να ρωτάει ταραγμένος σε ποιον ανήκει το αυτοκίνητο απ’ έξω που μόλις είχε τρακάρει.

Η Ελένη ανήσυχη-καθώς το αυτοκίνητο ήταν δικό της-του απάντησε ότι σε εκείνη ανήκει, ο άντρας τότε της έδωσε μια κάρτα του και της είπε να τον πάρει τηλέφωνο αργότερα διότι έπρεπε να φύγει.

Εκείνη του τηλεφώνησε την ώρα που της είπε εκείνος και κανόνισαν να βρεθούν σε μια καφετέρια με σκοπό να κουβεντιάσουν για το τρακάρισμα, όμως η Ελένη στην πραγματικότητα ήθελε να συναντηθούνε ώστε να τον πλησιάσει.

Μετά από μέρες και αφού είχαν κρατήσει επικοινωνία η Ελένη του εξομολογήθηκε ότι το τηλεφώνημα το έκανε για να έρθουν πιο κοντά για να τον βοηθήσει να αλλάξει την μίζερη ζωή του.

Ο άντρας το σκέφτηκε λίγο και την ρώτησε πως θα το έκανε αυτό κι εκείνη του πρότεινε να πάει να μείνει μαζί της μόνο για ένα μήνα και μετά θα έβλεπε την διαφορά στην ζωή του.

Εκείνος δέχτηκε παίρνοντας άδεια από την δουλειά του μιας και δεν είχε ξανά πάρει ποτέ.

Μέσα σε αυτόν τον μήνα ο άντρας-ονόματι Αντρέας-την ερωτεύτηκε την κοπέλα αφού αυτό το διάστημα έκαναν πολλά πράγματα μαζί και δεν αποχωρίζονταν καθόλου ο ένας από τον άλλον.

Περνούσαν πολλές ώρες αγκαλιά, κάνοντας ρομαντικές βόλτες δείχνοντας τόσο ερωτευμένοι!!

Ένα πρωί την ώρα που έπιναν τον καφέ τους στο σπίτι η Ελένη λιποθύμησε και ο Αντρέας ανήσυχος κάλεσε τον γιατρό της με σκοπό να δούνε τι συμβαίνει.

Εκείνη την μέρα ο Αντρέας έμαθε ένα μυστικό που του έκρυβε η Ελένη όλο αυτόν τον καιρό.

Η Ελένη είχε καρκίνο!!!

Μόλις συνήλθε η Ελένη το ζευγάρι κάθισε να το συζητήσει αυτό το θέμα και τότε εκείνη του αποκάλυψε ότι της απομένουν 2 μήνες ζωής και ότι δεν υπάρχει καμία ελπίδα.

Ο Αντρέας αν και πολύ στεναχωρημένος της είπε ότι αυτούς τους μήνες θα τους περάσουν μαζί χωρίς να τον νοιάζει ότι η άδεια που είχε πάρει ήταν μόνο για ένα μήνα.

Η Ελένη συγκινημένη του ζητάει συγνώμη που δεν του το είχε πει από την αρχή και ότι τον αγαπάει πολύ.

Γι αυτόν τον λόγο του ζήτησε να φύγει γιατί πέρασαν πολύ ωραία μαζί και δεν ήθελε να είχε μια ανάμνηση με άσχημο τέλος.

Ο Αντρέας δέχτηκε την επιθυμία της, όμως δεν την ξέχασε ποτέ.

Μετά τον θάνατό της αυτός την επισκεφτόταν κάθε μέρα αφήνοντάς στο κοιμητήριό της κρίνουν μιας και ήταν το αγαπημένο της λουλούδι.

Εκείνος κάθε φορά που πήγαινε εκεί θυμόταν τον έρωτα που πέρασαν μαζί άλλωστε πώς να τον ξεχάσει αφού αυτή η σχέση-γυναίκα του άλλαξε ολοκληρωτικά την ζωή του.