Τέχνη που συναντάται σε όλους τους λαούς είναι η κεραμική. Η κεραμική τέχνη, στην υπηρεσία του ανθρώπου, σηματοδοτεί εποχές και χιλιετίες. Με υλικά το χώμα και το νερό, χέρια τεχνιτών, έπλασαν χρήσιμα και αισθητικά προσεγμένα αντικείμενα, που τα κατάλοιπά τους, διατηρημένα μέσα στη γη, μαρτυρούν τη διαδοχή των ιστορικών εποχών. Στον ελληνικό χώρο, η παράδοσή της αναφύεται από την προϊστορία και συμπίπτει με την εμφάνιση της προηγμένης πολιτιστικής βαθμίδας του ανθρώπου. Ακμάζει εκρηκτικά κατά την ελληνική αρχαιότητα. Διαφοροποιημένη αργότερα, τη συναντάμε κατά τους βυζαντινούς και μεταβυζαντινούς αιώνες. Στις μέρες μας, η κεραμική φτάνει με μια πλούσια πολυμορφία και η κεραμική τέχνη επαναπροσδιορίζεται ως χρηστική τέχνη.
Τα θεσσαλικά κεραμικά κατασκευάζονται για να καλύψουν κυρίως τις καθημερινές ανάγκες των νοικοκυριών (αποθήκευση, συντήρηση, παρασκευή τροφίμων). Τα τσουκάλια, οι στάμνες, τα κανάτια, τα πιθάρια, οι φτήνες σε διάφορα μεγέθη και σχήματα είναι οι πιο αντιπροσωπευτικοί τύποι των θεσσαλικών κεραμικών. Ο πηλός είναι συνήθως καστανοκόκκινος και προέρχεται από τη θεσσαλική γη. Τα εργαστήρια είναι οργανωμένα στα πλαίσια της οικοτεχνίας και η τέχνη του κεραμέα μεταδίδεται από πατέρα σε γιο. Η τεχνική κατασκευής τους ακολουθεί την παράδοση. Τα κεραμικά κατασκευάζονται στον ποδοκίνητο τροχό, στεγνώνουν στον ήλιο και ψήνονται στο καμίνι. Η διακόσμηση της χρηστικής αυτής κεραμικής περιορίζεται στη δημιουργία απλών φυτικών θεμάτων με τη χρήση του λευκού χρώματος, μπαντανά ή σπανιότερα ακανόνιστων ενσταλάξεων με έγχρωμα υαλώματα. Άλλοτε η επιφάνειά τους διακοσμείται με απλές εγχαράξεις κυματιστών, θλαστών ή απλών γραμμώσεων.
Τα κέντρα παραγωγής κεραμικών στη Θεσσαλία κατά τους νεότερους χρόνους εντοπίζονται κυρίως στις περιοχές Λάρισας - Τυρνάβου, Καρδίτσας - Φαναρίου, Τρικάλων, Βόλου, Αγιάς, Ελασσόνας - Τσαριτσάνης. Η παραγωγή των εργαστηρίων αυτών καλύπτει κυρίως τις ντόπιες ανάγκες, ενώ δεν αποκλείεται η ύπαρξη μικρότερων τσουκαλάδων στην ευρύτερη περιοχή.
Το Φανάρι Καρδίτσας αποτελεί ένα ακόμη σπουδαίο κέντρο κεραμικής στη Θεσσαλία, που ειδικεύεται στην παραγωγή αποθηκευτικών δοχείων (φτηνές) και σταμνών με τη χαρακτηριστική διακόσμηση με λευκό μπαντανά που δημιουργεί πλούσιες συνθέσεις με γραμμικά μοτίβα.
Κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα, τα θεσσαλικά εργαστήρια ακολουθούν μια φθίνουσα πορεία, διατηρώντας ωστόσο την παραδοσιακή οργάνωση και λειτουργία τους, ως τη δεκαετία του 1960 περίπου. (Αναδημοσίευση από www.cerart.gr).
Η αγγειοπλαστική μέχρι πριν λίγες δεκαετίες υπήρξε ιδιαίτερα κοπιαστική και απαιτητική τέχνη. Το χώμα για να μεταμορφωθεί σε πηλό κατάλληλο για πλάσιμο έπρεπε να σκαφτεί από τη σκληρή γη, να κοπανιστεί σε μικρά κομμάτια, να στραγγιστεί, να απλωθεί για στέγνωμα, να καθαριστεί από ξένα σώματα, να ζυμωθεί με πόδια και χέρια. Η κατασκευή αγγείων στον ποδοκίνητο τροχό απαιτούσε μεγάλη φυσική δύναμη, αντοχή, σταθερό χέρι, υπομονή, εμπειρία και προπαντός μεράκι που εκφραζόταν μέσα από τη δημιουργία. Η διακόσμηση (πλούμισμα), η εφυάλωση (αλείφωμα) και το ψήσιμο (καμίνιασμα) των κεραμικών, ήταν επίσης σημαντικές εργασίες για την επιτυχία. Οι τεχνικές γνώσεις περνούσαν προφορικά και πολλές φορές με μυστικότητα στους μαθητευόμενους και μελλοντικούς συνεχιστές της τέχνης.
Η παρακμή της αγγειοπλαστικής τέχνης αρχίζει στις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες του ’50 και ’60, όταν εμφανίζονται καινούργια υλικά μαζικής παραγωγής στον οικιακό εξοπλισμό, όπως το αλουμίνιο, το γυαλί, ο ανοξείδωτος χάλυβας και αργότερα το ελαφρύ και φτηνό πλαστικό. Τα δίκτυα ύδρευσης έφεραν το νερό μέσα στα σπίτια αντικαθιστώντας τις στάμνες.
Προπολεμικά στο Φανάρι υπήρχαν περί τις 80 οικογένειες που εκτός των άλλων ασχολιών επιδίδονταν και στην τέχνη της αγγειοπλαστικής. Η αναλογία σε σχέση με το συνολικό πληθυσμό ήταν τόσο μεγάλη ώστε να αποδοθεί γενικότερα στους Φαναριώτες η ονομασία "τσουκαλάδες". Τα πήλινα που κατασκεύαζαν, κυρίως στάμνες και κανάτια, αλλά και μπαρδάκια, λαϊνια, λίμπες, πλιθάρια, υπήρξαν φημισμένα κι έφταναν να πουλιούνται και σε μέρη μακρινά του χωριού. Κάποιοι από τους παλιούς μαστόρους εξακολουθούν να ζουν σήμερα στο χωριό, αλλά η προχωρημένη ηλικία τους και το γεγονός ότι η τέχνη αυτή έχει εγκαταλειφθεί από πολλά χρόνια, έχει ως αποτέλεσμα η αγγειοπλαστική να αφανισθεί σχεδόν ολοκληρωτικά.
Πρόσφατα μπροστά στον κίνδυνο εξαφάνισης της παλιάς αυτής τέχνης του χωριού, ξεκίνησε μια προσπάθεια αναβίωσης της, δημιουργήθηκε ένα εργαστήρι αγγειοπλαστικής και άρχισαν να παραδίνονται μαθήματα σε νέους. Δυστυχώς η προσπάθεια δεν ευοδώθηκε, λόγω έλλειψης ανάλογου ενδιαφέροντος από σπουδαστές. Το ίδιο αναποτελεσματική υπήρξε κι η απόπειρα ιδρύσεως ΙΕΚ στο χωριό για την εκπαίδευση αγγειοπλαστών, παρά την υποστήριξη της πρότασης κι από το ΚΕΝΤΡΟ ΜΕΛΕΤΗΣ ΝΕΩΤΕΡΗΣ ΚΕΡΑΜΙΚΗΣ.
Δείγματα της τέχνης των αγγειοπλαστών του Φαναρίου, αποτελούν οι παρακάτω στάμνες που εκτίθενται στο Μουσείο Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης
ενώ φωτογραφία της στάμνας ¨ΚΟΥΡΚΟΥΝΑ¨ κυκλοφόρησε πάνω σε σπίρτα το 1979