ΚΑΤΗΧΗΣΕΙΣ

Στους Παλιούς καιρούς της  Εκκλησίας , για  vα αποφασίσει κάποιος  να ιστορίσει τη  ζωή η  τη μορφή ενός Αγίου, έπρεπε προηγούμενος  να μελετήσει  καλά τo βίο του και μετά άσκηση μακρoχρόνια  και επίμονη να οδηγηθεί  στη μίμηση του Αγίου αυτού, ώστε το συναξάρι  η η  εικόνα πού θα έβγαιναν από  χέρια του να ήταν  στο τέλος μια πραγματική φανέρωση και  της άγιας  του μορφής στην πρoσωπικη   ζωή του   σuναξαριστη  η του αγιογράφου. Αύτη η  φανέρωση και αποκάλυψη  των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών γvωρισματων  των  Αγίων γινόταν με  σκοπό πάντοτε την πvευματικη  oικoδομη   των  πιστών και την δόξα του ονόματος του  Θεού. Αυτό σημαίνει  πώς, σύμφωνα με  την αρχαία παράδοση ,  μόνο  άγιοι  άνθρωποι ασχολούνταν με τη μορφή και τη ζωή των  Αγίων. Αλλά και αυτοί ακόμη πού αναλάμβαναν  να παρουσιάσουν ,  να σχολιάσουν και να υπoμνηματισoυν τους Πατέρες της  'Εκκλησίας ,   δηλ  να θεολογήσουν πάνω στα έργα  τους ,  έπρεπε ουσιαστικά να γίνουν συνεχιστές της ζωής  και της σκέψεώς τους, να γίνουν  διάδοχοι της ίδιας ιερής παραδόσεως.

'Έτσι θα έπρεπε να συνέβαινε και σε μας  σήμερα. Η Θεολογία όμως και η τέχνη ακολουθούν στην επoχή μας αλλoυς δρόμους, καθαρά  κοσμικούς. Η καθεμιά διαμορφώνει τις μεθόδους της και τις μορφές δουλειάς της ανεξάρτητα από την παράδοση, επηρεάζεται απo τις  τάσεις κάθε επoxης και γίνεται  «σχολή»με δική της  μεθοδολογία και δικούς της σκοπούς . Γίνεται τελικά επιστήμη η τέχνη που εντάσσεται στα επιτεύγματα του πολιτισμού. Άλλα για την ορθόδοξη θεολογία και εικoνoγραφια , η παράδοση δεν είναι ένα. σύστημα., πολύ περισσότερο δεν είναι μια απλή μέθοδος.

Είναι ένας τρόπος ζωής, που φανερώνει πάνω απ' όλα  την  στάση μας έναντι  των Αγίων , εναvτι της ζωής τους και της διδασκαλίας τους.

Παρά  την  προσωπική  μας αμαρτωλότητα ,  είμαστε υποχρεωμένοι να  κάνουμε  έρευνα  και να  μελετoυμε τα  πρόσωπα  και τα  πράγματα  του παρελθόντος, τουλάχιστο μ΄ ένα  αίσθημα ευθύνης έναντι της ιερής ιστορίας μας και με   φόβο Θεού έναντι της αγωνίας των πιστών για την αλήθεια  και για την ορθή πνευματική καθοδήγηση . Οι μορφές των  'Αγίων και των 'Οσίων της πίστεώς μας μπορούν μα προβληθούν  σαν  δείκτες φωτεινοί σ' αυτήν Ιερή πορεία της πνευματικής ζωής και σταθμοί ανανεώσεως και κάθε νέας εμπνεύσεως για τη θεολογία  και  την Εκκλησία μας , ώστε η  αγωγή που δίνεται προς τους πιστούς με το κήρυγμα  η την κατήχηση, με την πνευματική καθοδήγηση  η την παραίνεση ,με τον προφορικό  η   το γραπτό λόγο, να πηγάζουν  από τη σοφία των 'Αγίων Γραφών και από  την εμπειρία της Ιερής Παραδόσεως.

Μια τέτοια καθοδηγητική μορφή  είναι ο  άγιος  Κύριλλος ο Επίσκοπος Ιεροσολύμων. Περί του Βίου του βλέπε ( http://www.saint.gr/2946/saint.aspx 

Έργα του:

1 Προκατήχηση

18 Κατηχήσεις προς τους φωτιζόμενους  δηλ. προς εκείνους που πρόκειται να βαπτιστούν

5 Μυσταγωγικές Κατηχήσεις προς τους ήδη βαπτισμένους στα βασικά Μυστήρια της Εκκλησίας , όπως  βάπτισμα χρίσμα και Θ. Ευχαριστία .

Οι  Κατηχήσεις  μας παρέχουν άφθονο θεολογικό υλικό , σχετικά  με το τριαδολογικο  πρόβλημα  και ιδιαίτερα  το χριστολογικό. Καταπολεμούνται  σ' αυτές με  βιβλικές κυρίως εκφράσεις  και διατυπώσεις οι  αιρέσεις της  εποχής εκείνης  όπως ό  Σαβελλιανισμος και  ό  Αρεια­νισμός . Παράλληλα  οι Κατηχήσεις περιέχουν πoλuτιμοτατο υλικό σχετικά με την Λατρεία και την Μυστήρια  της 'Εκκλησίας.

Το πιο σημαντικό εδώ είναι , ο Επίσκοπος ενημερώνει και προχωρεί χωρίς δισταγμό και στην επισήμανση της κύριας αιτίας αυτής της καταπτώσεως και με συναίσθηση ευθύνης  δεν αποφεύγει να την κατονομάσει.

Για τον άγιο Κύριλλο το αίτιο είναι καθαρά θρησκευτικό και οφείλεται στις αρνητικές επιπτώσεις των αιρέσεων. Είναι δε  της γνώμης ότι οι πιστοί πρέπει να γνωρίζουν αυτόν τον <<βόρβορο>> και την αιτία του.

<< Πολύ καλλιον γνωναι εμπεσειν εις αυτόν>>. (Κατ. 6,13 )Η θεραπεία θα αρχισει από την επισήμανση  της αιτίας και από την ευρύτερη ικανοποίηση της . Η αίρεση κινείται συνήθως κρυφά και ύπουλα και ιδιαίτερα μεταξύ των αφελών. Κάθε προσπάθεια καλύψεως του βορβόρου  και αποσιωπησεως των αιτιων δεν ωφελεί ούτε την Εκκλησία ούτε τους ίδιους τους πιστούς. Του όλου έργου προτάσσεται η Προκατήχηση.

Το έργο της κατηχήσεως των πιστών δεν είναι μια απλή υπόθεση , ούτε ασφαλώς μόνο διδακτικής και παιδαγωγικής φύσεως.  Πρόκειται  για μια ουσιαστική λειτουργία μέσα στο σώμα της Εκκλησίας προς <<οικοδομή>> και σωτηρία όλων <<νομισον μοι οικοδομή είναι την  κατηχησιν  >> (Προκατ. 11)

Βασικό είναι η  σωστή ποιμανση και η σωτηρία του λαού του Θεού.

Στην Προκατήχηση υπογραμμίζει τα βασικά καθήκοντα που θα αναλάβουν οι Κατηχούμενοι  με την είσοδο τους στην νέα πίστη δια του βαπτίσματος. Κάνει σαφή διάκριση μεταξύ ορθόδοξου πίστεως και αιρετικού βαπτίσματος.

Οι κατηχήσεις αποσκοπούν στην πνευματική οικοδομή και στη συνειδητοποίηση της σπουδαιότητας των Μυστηρίων.

Ο άγιος Κύριλλος θέτει καταρχήν ως βασική προϋπόθεση για το βάπτισμα και την είσοδο στην Εκκλησία την ελεύθερη εκλογή και την << γνήσια προθεσιν  >>  , όπως χαρακτηριστικά τονίζει.

Διαφορετικά  , το Άγιο Πνεύμα δεν επενεργεί  και η χάρη του βαπτίσματος  μένει  ανεργητη .  Προκατ.1 . Πολλοί άνθρωποι μένουν στα εξωτερικά στοιχεία των Μυστηρίων . Δέχονται ύδωρ , το έλαιο , τον οινον , τον άρτο , αλλά δεν μετέχουν στην χάρη.

Βαπτίζονται χρίονται κοινωνούν αλλά δεν σώζονται. Δεν γίνονται στην ουσία λαός του Θεού , λαός  χάριτος , Εκκλησία.

<<Ταύτα γαρ τυπικώς εγενετο εκείνοις>>Κλασικό παράδειγμα είναι ο Σιμων ο μάγος που αναφέρεται στην Κ.Δ. και ο οποίος , όπως επεξηγεί ο άγιος Κύριλλος , <<εβαπτισθη ,  αλλ ουκ εφωτισθη και μεν σώμα έβαψε υδατι , την δε καρδία ουκ εφωτησε  Πνευματι   >>

Έτσι έμεινε  στην εξωτερική διαδικασία του Μυστηρίου χωρίς να καρπωθεί τη χάρη και ασφαλώς χωρίς να δεχθεί τα σωτηριωδη αποτελέσματα του μυστηρίου , αφού τελικά <<ουδέ συνηγερθη>> μετά του Χριστού. Η εξωτερική αυτή μετοχή στα Μυστήρια της Εκκλησίας μπορεί να χαρακτηρισθεί και σαν <<εμπαιγμός>> , αφού ο άνθρωπος ουσιαστικά <<πειράζει την χάριν>> και δεν δέχεται την σωτήρια αλλοίωση που αυτή επενεργεί. Προκατήχησης  2.

Ευθύνη για την άκαιρη προσέλευση στα Μυστήρια (<<νυν δε ακαιρως εισήλθες>>), έχουν ασφαλώς οι πιστοί , οι οποίοι πράγματι πολλές φορές  ανέτοιμοι προσέρχονται και χωρίς συνείδηση της ιερότητας των τελουμένων. Προκατήχηση  3. Αλλά  την μεγαλύτερη ευθύνη  την φέρνουν  κυρίως  <<οι διάκονοι Χριστού>> , οι ποιμένες , οι οποίοι  επιτρέπουν όχι μόνο την είσοδο στο ναό αλλά και την  μετοχή στα Μυστήρια εκείνων  που έχουν  <<βεβορβομενην την ψυχή αμαρτίαις και την <<προαιρεσιν εσπιλωμενην>> . Έτσι αφήνοντας οι διάκονοι ανοιχτές τις πόρτες σε όλους (<<ανετην αφηκαμεν την θυραν>>), επιτρέπουν μιαν <<ακαιρως>> πραγματοποιούμενη συμμετοχή , αλλά και δι αυτού του τρόπου βεβήλωση των Μυστηρίων . Αν κατά την εποχή του αγίου Κυρίλλου , κατά την οποία  οι χριστιανικές κοινότητες ήταν τόσο μικρές  και έκαστος Ποιμένας γνώριζε καλά το ποίμνιο του και την πνευματική κατάσταση  των πιστών  του , συνέβαιναν  τέτοιου είδους  εκτροπές και <<υπερβάσεις>> , μπορεί να φαντασθεί κανείς τι είναι δυνατό να συμβαίνει στη δική μας εποχή και στις δικές  πολυπληθέστατες εκκλησιαστικές  ενορίες με εντελώς άγνωστους πιστούς. Η παρατηρούμενη σήμερα πνευματική  κατάσταση στην Εκκλησία , πιθανώς να έχει και την αιτία της και στο σημείο αυτό , στην έλλειψη  δηλ. εγρηγορσεως εκ μέρους των ποιμένων και στην ελλιπεσταση προετοιμασία εκ μέρους των πιστών.

Ο άγιος Κύριλλος τονίζει πως κανένας δεν μπορεί να θεωρήσει <<αναιτιον>> τον εαυτόν του για αυτήν την κατάσταση .

Εάν υπάρχουν <<Σίμωνες>> και αν η <<υποκρισία>> είναι γνώρισμα πολλών πιστών , ευθύνη έχουμε όλοι μας , ποιμένες και λαός.  Σήμερα , η ευθύνη για την υποκρισία έναντι της πίστεως και μη ευθύνη για  την βεβήλωση των Μυστηρίων  , συνήθως επιρρίπτεται στο λαό. Ο  άγιος Κύριλλος  εξαίρει ιδιαίτερα την ευθύνη  των ποιμένων. Προκατήχηση , 4. Το άγιο Βάπτισμα θεωρείται στις Κατηχήσεις ως <<αρχή της ζωής>>.

Οι νεοφώτιστοι έχουν , επομένως , νέες πνευματικές υποχρεώσεις που δεν τις έχουν οι  κατηχούμενοι. Το Βάπτισμα , δεν είναι , ως γνωστό , επαλαμβανομενο μυστήριο. Η <<εφάπαξ>> τέλεση του το κάνει να έχει μια έννοια και σημασία μοναδική. Δεν μπορεί να κει συνέχεια <<άπαξ αποτυχών , δεύτερον κατορθων>> Έχει γίνει σαφές στην παράδοση της Εκκλησίας μας σχετικά με το βάπτισμα , πως < <εάν το άπαξ αποτύχεις , αδιόρθωτο το πράγμα>>.

Εδώ επισημαίνεται το καίριο πρόβλημα της Ορθοδοξίας , που εκφράζεται με την εμμονή εις την <<μιαν πιστιν>> και εις το <<εν βάπτισμα>> .Αφού <<εις Κύριος >> μόνο υπάρχει. Το <<σημειον>> αναφοράς και ενότητας είναι ο Χριστός , η μια πίστη. Κάθε παρέκκλιση από το χριστολογικο αυτό <<κέντρο>> , που μεταφράζεται συγχρόνως σε τριαδολογικο , πνευματολογικο και εκκλησιαλογικο , οδηγεί τελικά εις το <<αδιόρθωτων  πράγμα>> που είναι η αίρεση. Γι αυτό το λόγο το <<βάπτισμα>> των αιρετικών στην πραγματικότητα <<ουκ ην βάπτισμα>> και ο αιρετικός , επιστρέφοντας εις την <<μιαν πιστιν >> δέχεται το αληθινό βάπτισμα  και  <<αναβαπτίζεται>> .Προκατήχηση .7

Βέβαια και μετά το βάπτισμα υπάρχει πρόβλημα της προσωπικής αμαρτίας. Ο άνθρωπος , αν και βαπτισμένος και μέλος της Εκκλησίας πέφτει και αμαρτάνει. Άλλο όμως πράγμα είναι η προσωπική ατέλεια  και αμαρτία , που συγχωρείται , και άλλο η αίρεση που είναι <<αμαρτία εις θάνατον>>.Ο Θεός ζητεί από τον βαπτισμένο  την αγαθή προαίρεση και οι αμαρτίες του θα του συγχωρεθούν.

Οι κατηχούμενοι καλούνται να δώσουν , επομένως , μεγάλη προσοχή , προκειμένου να βαπτισθούν άξια , στην προαίρεση τους και στην πίστη τους.  Προκατήχηση 8.

Έτσι η Κατήχηση εντάσσεται στις βασικές εκκλησιολογικες λειτουργίες για την οικοδόμηση και εμπέδωση της  μιας και αληθινής πίστεως. Η υποτίμηση του έργου της Κατηχήσεως , είτε από τους αρμόδιους φορείς  είτε από τους ενδιαφερόμενους πιστούς , πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι έχει σοβαρές επιπτώσεις   στην υπόθεση της Ορθοδοξίας και ενότητας  της Εκκλησίας αφενός , αλλά και στην υπόθεση της πνευματικής ζωής αφετέρου. Η Κατήχηση ήταν μια από τις πρώτιστες και τις πιο σοβαρές στο θέμα της σωστής διαποιμανσεως του λαού του Θεού. Η Κατήχηση οπλίζει τον πιστό με <<όπλα κατά της αντικειμένης ενέργειας>> και <<κατά των αιρέσεων>>, και τον ικανωνει να ανθίσταται νικηφόρα στις ποικιλότροπες μεθοδιες του πονηρού. Η Κατήχηση βάζει την σωστή θεμελίωση ενός πραγματικού  ορθόδοξου ήθους και μιας αληθινής πνευματικότητας.  Τα θέματα  είναι από ενσαρκώσεως του Χριστού μέχρι αναστάσεως και της ενδόξου Δευτέρας Παρουσίας  καθώς και η ανάλυση των Μυστηρίων της Εκκλησίας συμβάλλουν σταδιακά με την ενημέρωση  στο χώρο της πίστεως και στο μυστήριο της σωτήριας. Προκατήχηση 9,11. Η Κατήχηση ασκεί κι ένα έργο <<ελέγχου>> , ώστε να μην εισέλθει κανείς <<προ της ώρας>> στην Εκκλησία. Αυτό δεν γίνεται μόνο για προστασία της Εκκλησίας , αλλά και από λόγους φιλανθρωπίας προς τους <<νοσουντας>> και μη δυναμένους να δεχθούν ακόμη την όλη αλήθεια της πίστεως. Ο δυνατός <<οίνος>> προϋποθέτει ακούς νέους και ανθρώπους υγιείς  και εξοικειωμένους σταδιακά στο δυνατό κρασί. Διαφορετικά , <<εάν ακαιρως δοθη , φρενιτιν εργάζεται>> και <<νοσων απόλλυται>>. Η αλήθεια της πίστεως και τα μυστήρια της βασιλείας του Θεού αποκαλύπτονται σ αυτούς μόνο στους  οποίους <<δεδοται>> να αποκαλυφθούν και σ εκείνους που είναι έτοιμοι να τα δεχθούν. Η υπόθεση των κατηχουμένων είναι πολύ λεπτή. Βρίσκονται σε μια κατάσταση <<μεθόριο>>    και γι αυτό χρειάζεται μεγάλη ευαισθησία και διορατικό βλέμμα εκ μέρους του υπεύθυνου φορέα, προς ποιους και ποιες τελικά αλήθειες πρέπει να τους αποκαλυφθούν. Γιατί <<ουχ άξιας λαλιάς  τα λεγόμενα , αλλ ότι η ακοή ανάξια του δεξασθαι>> Προκατήχηση 12-13. Η Εκκλησία είναι μια <<κιβωτός>> που δεν έχει κλεισμένες αλλ ανοιχτές προς όλους τις πόρτες. Η Κατήχηση είναι ένα είδος <<προδρόμου>> και <<θυρωρού>> για να διευκολύνει την είσοδο. Η <<σπουδή>> για την προέλευση πρέπει να συνταιριάζεται με την <<ευλάβεια>> , με την <<χάλκευση>> της ψυχής και με την εμμονή στη <<γνησιότητα>> της πίστεως , για να <<ανοιχθη>> συγχρόνως <<εκαστω και εκάστη παραδείσου θύρα>> .Έτσι η Κατήχηση γίνεται απαραίτητο στοιχείο για το <<μέγα>> μυστήριο του βαπτίσματος δεν είναι απλό  και <<τυπικό>> στοιχείο που εξυπηρετεί μόνο τελετουργικές ανάγκες αλλά στοιχείο λειτουργικό της πίστεως , αφού δια του Βαπτίσματος οι πριν ατελείς και αμαρτωλοί άνθρωποι γίνονται <<Χριστοφοροι>> , με <<ευωδια>>  αληθινά πνευματική. Προκατήχηση , 14-15.Μεσα στην λειτουργικότητα  αυτή της Κατηχήσεως διαμορφώνονται και τα ορθά θεολογικά κριτήρια για τη σωστή κατανόηση όχι μόνο  των δογματικών αληθειών της πίστεως αλλά και

 των Μυστηρίων της Εκκλησίας. Το Βάπτισμα κατανοείται ως      <<μέγα >>  μυστήριο της Εκκλησίας και ως <<αιχμαλωτοις λυτρο αμαρτημάτων άφεσης θάνατος αμαρτίας παλιγγενεσία ψυχής  ένδυμα φωτεινό σφραγις αγία ακατάληπτος όχημα προς ουρανό  παραδείσου τρυφή βασιλείας πρόξενος υιοθεσίας χάρισμα >>.Δηλαδή ένα μυστήριο ιστορικής και εσχατολικης σημασίας για την πνευματική πορεία του ανθρώπου. Χωρίς το βάπτισμα  δεν μπορεί να  νοηθεί αληθινή ζωή στον παρόντα αιώνα. Αλλ είναι ακατανόητη , επίσης και η καταξίωση μας <<των επουρανίων και αθανάτων μυστηρίων>> , καθώς και η απόκτηση της <αιωνοι σωτηρίας>> χωρίς τη χάρη του βαπτίσματος. Προκατήχηση  16.

Είναι φανερό ότι στην Προκατήχηση του αγίου Κυρίλλου συναντούμε μια εντελώς διαφορετική εικόνα από αυτήν που συνήθως έχουμε στις μέρες μας  για το έργο και σκοπούς της Κατηχήσεως. Η Κατήχηση στην αρχαία Εκκλησία ήταν οργανικά συνδεμένη με την αλήθεια , τη ζωή και τα Μυστήρια της Εκκλησίας. Αυτά  σε γενικές γραμμές  για την Προκατήχηση. Και τώρα μερικά πολύ σύντομα και περιληπτικά για τις υπόλοιπες Κατηχήσεις.

1η Κατήχηση Η Μετάνοια

Προ του βαπτίσματος ο ακροατής των Κατηχουμένων ονομάζεται απλά <<κατηχούμενος>>>Μετά το βάπτισμα καλείται <<χριστιανός>> , λαμβάνει <<όνομα καινον , ο προτερον ουκ είχε>> Κατηχ. 1,4 Αυτό σημαίνει ριζική αλλαγή και ουσιαστική μετατόπιση.

2η Κατήχηση . Η Μετάνοια . Η αμαρτία είναι <<δεινον>> πράγμα και <<νοσος>> χαλεπωτατη αμαρτάνει  και μάλιστα <αυτοπροαίρετος>> . Η μετάνοια οδηγεί στην Εκκλησία που είναι ένα είδος <<θεραπευτηρίου>>.

3η Κατήχηση Περί Βαπτίσματος.

4η Κατήχηση περιέχει όλες τις θεμελιώδες αλήθειες της πίστεως που πρέπει να γνωρίζει κανεις , εισερχόμενος στην Εκκλησία. Η <<περί των δέκα δογμάτων >> αυτή η κατηχηση είναι αφιερωμενη  στο <<περί Θεού δόγμα>> , στο χριστολογικο και πνευματολογικο , καθώς και στο εσχαλοτολικο θέμα με άμεση αναφορά προς την ιστορική και εκκλησιολογικη πραγματικότητα της πίστεως. Περιλαμβάνει αλήθειες για τον άνθρωπο , την ψυχή και το σώμα , την κοινωνική και ηθική ζωή και  όλα τα σχετικά με τις Γραφές και την Εκκλησία.

Μια από τις βασικές αρχές για τον άγιο Κύριλλο  είναι η σύνδεση θεωρίας και πράξεως στη ζωή του ανθρώπου. Το δόγμα δεν θα είχε κανένα νόημα αν δεν συνδεόταν με το χριστιανικό βίωμα και αντίστροφα.

Κέντρο της Θεολογικής σκέψεως του Κυρίλλου είναι η τριαδολογια.

Και αυτήν την πνευματική ζωή την βλέπει τριαδολογικα. Γι αυτό η πρώτη αντίδραση του στρέφεται κυρίως προς τις διαρχικές τάσεις είτε στη θεολογία είτε στην ανθρωπολογία. Ο Θεός  είναι δημιουργός των ψυχών και των σωμάτων. Κατ. 4,2 . Από την αρχή αυτή πρέπει να ξεκινάει και η κατανόηση της ζωής και των πνευματικών προβλημάτων του ανθρώπου. Κάθε προσπάθεια εξάρσεως του πνευματικού στοιχείου σε βάρος του σωματικού και αντίστροφα , δεν μπορεί παρά να οδηγήσει  τελικά τη θεολογία αλλά και την ίδια τη ζωή σε αιρετικές αποκλείσεις.Σ αυτή την γραμμή και το <<περί Χριστού δόγμα>> κατ. 4,7-15  Όπως η ενανθρώπηση του Χριστού βλ. και Μ. Αθανάσιο περί Ενανθρωπήσεως .Όμοια το πνευματολογικο , περί Αγ. Πνεύματος βλ. και Μ. Βασίλειο  ,…

Επίσης περί γάμου , βρωματος και ενδύματος .Στόχος δεν είναι η επίλυση των κοινωνικών προβλημάτων αλλά η λύτρωση και σωτηρία.

  Στην 5η Κατήχηση  τα  άμεσα προβλήματα της πίστεως και να εξάρει  τη μοναδικότητα της  ώς της ύψιστης  αξίας  και για τον παρόντα για τον μέλλοντα αιώνα.  Η πίστη θεωρείται  ύψιστο γεγονός και « μέγα  πράγμα », ισχυρό όπλο έναντι  του  φοβερού διαβόλου . Η Εκκλησία  και  oι πιστοί δεν πιστεύουν μόνο για  την δική τους σωτηρία. Η πίστη της  Εκκλησίας έρχεται να σώσει όλο τον κόσμο.

 

Ένα άλλο γνώρισμα  της  αληθινής πίστεως είναι η σχέση  της με την παράδοση  και τη ζωή της Εκκλησίας. Ό άγιος Κύριλλος συνιστά.· «τηρησον μόνην την ύπό της Εκκλησίας  νυνί σοι παραδιδομενην  και οχυρωμένη  (πιστιν ) Κατηχ. 5,12 και  παραθέτει στη συνέχεια  το Σύμβολο της Πίστεως Κατηχ.5,13 Αυτός  ο συσχετισμός της πίστεως, που πηγάζει από την παράδοση και το Σύμβολο, με την πίστη ώς ιστο­ρία. ζωής και  καθημερινό  βίωμα., δείχνει τον δυναμισμό της στην κάθε εποχή. Έτσι, η  ορθόδοξη παράδοση συνίσταται  στην σύνθεση  αυτής δογματικής πίστεως και της χαρισματικής. Είναι μια πίστη που έχει την αρχή της στο δόγμα., αλλά καταλήγει να είναι δυναμική και «ενεργητική» μέσα. στην ιστορία και στη ζωή. Μια  πίστη που  ξεκινάει από το προσωπικό βίωμα., αλλά  αγκαλιάζει  και σώζει όλο τον κόσμο.

Οι επόμενες Κατηχήσεις 6η -18η  ερμηνεύουν  κατά ένα τρόπο βαθιά και ταυτόχρονα εποικοδομητικό το βαπτιστικό σύμβολο ή ιεροσολυμιτικο  σύμβολο , όπως είχε επικρατήσει στην Εκκλησία Ιεροσολύμων. Βασική , λοιπόν ,  προϋπόθεση για την είσοδο οποιουδήποτε στην Εκκλησία , είναι η γνώση της πίστεως και των δογμάτων της. Η αποδοχή της δογματικής διδασκαλίας είναι η πρώτη προϋπόθεση για το θειο Βάπτισμα. Η ανάλυση του Συμβόλου της Πίστεως γίνεται με πολύ μεθοδικότητα και πρακτικότητα.

Τέσσερις  ολόκληρες Κατηχήσεις από την 6η έως την 9η , είναι αφιερωμένες στη διδασκαλία    << περί του Πατρός >> και αναλύονται με διεξοδικότητα οι έννοιες του << Θεού και Πατρός >> , που νοούνται πάντα μαζί , Κατηχ. 6,1. αλλά και Πατέρα τούτον είναι του μονογενούς  Κατηχ. 7,1  , της παντοκρατορίας του Θεού,  Κατηχ. 8,3 και του Θεού ως του μόνου δημιουργού και ποιητου << ουρανού και γης , ορατών τε πάντων και αόρατων >> Κατηχ. 9,4

Και πιο συγκεκριμένα στο 1ο άρθρο του Συμβόλου της Πίστεως , δηλ. το << περί Θεού>> , σχετίζεται άμεσα και με το θεμα <<περί Αιρέσεων>>. Η σύνδεση του ανθρώπου με την αληθινή Εκκλησία του Χριστού και η παραμονή του στη μια αδιαίρετη πίστη είναι βασική προϋπόθεση για μια Θεογνωσία που να σώζει τον άνθρωπο. Η αίρεση είναι μια πλανερή γνώση του Θεού που οδηγεί στην απώλεια.

Γνώση όμως του Θεού σημαίνει πρώτιστα γνώση της Δημιουργίας , της πλάσεως και του ανθρώπου. << γην οικεις και το τέλος της σης οικιας , της γης , ου γιγνωσκεις και πως τον κατασκευαστήν αξίως νοησαι δυνηση ; >> Εδώ έχουμε μια θαυμαστή αποδοχή και καταξίωση της ανθρώπινης έρευνας. Μιας έρευνας , όμως , που δεν επαίρεται για τη γνώση της και δεν αυθαδιάζει  έναντι των βασικών αρχών της πίστεως. Πολύ δε περισσότερο δεν συνεργεί στην απομάκρυνση του ανθρώπου ως δημιουργήματος από το Θεό και δημιουργό του κόσμου. Η αληθινή επιστήμη είναι ένας δρόμος αναγωγής του ανθρώπου προς το Θεό  << θεωρείς τους αστερας , τον δε ποιητήν ου θεωρείς  ; >> Λατρεύσαμε την κτίση παρά τον κτισαντα  βλέπε (Μ.Αθανασιο , Κατα Ελληνων 8 και 47). Γι αυτό η γνώση χρειάζεται να συμπορεύεται με την πίστη.  Η ανθρώπινη γνώση ,  όμως  , έχει και τους πνευματικούς κινδύνους της . Δεν πρόκειται μόνο για τον κίνδυνο της απιστίας και ειδωλατρειας  , που μπορεί να έχει ως πηγή τη φυσική ανθρώπινη γνώση . Κατηχ. 6.10 αλλά και οι αιρέσεις συνήθως τροφοδοτούνται από ένα είδος πλανερής και σφαλερής   γνώσεως ,   που οδηγει τελικα τον άνθρωπο στο να <<φυσιουται>>και να αποσχίζεται από την κοινή πιστη και να μην αναγνωρίζει το Θεό ως Δημιουργό  του κόσμου και σωτήρα της ανθρωπότητας. Κατηχ. 6,13.Η πολυθεΐα και η πλάνη των αιρέσεων υποβιβάζουν τη γνώση του ανθρώπου κι θέτουν υπό αμφισβήτηση την πνευματική της αξία. Αντίθετα η πίστη << εις ένα Θεό >> καταξιώνει και την γνώση και την πίστη. Η χριστιανική πίστη είναι αληθινή και πραγματική και είναι αντιμέτωπη σε όσους διδάσκουν την πλάνη που μπορεί να προέρχονται από << Ελληνας και Ιουδαίους  ομου και παντας τους αιρετικούς  >> Κατηχ. 8,1

Έξη Κατηχήσεις από την 10η έως την  15η έχουν όλες χριστολογικο περιεχόμενο. Σ αυτή την ενότητα , την αφιερώνει  στην περί Χριστού διδασκαλία .

Ο Αρειανισμός δίδασκε , ως γνωστό , ότι ο Υιός του Θεού είναι δημιούργημα και εως εκ τούτου δεν είναι εντελώς αιώνιος , αν και υπήρχε προ αιώνων. Μόνο ο Πατήρ , ο μόνος <<αγέννητος>> ως<< αρχή>> και<< άναρχος>> είναι αληθινός και τέλειος Θεός. Κατά την αιρετική αυτή δοξασία υπάρχει διάσταση και διάκριση μεταξύ Πατρός και του Υιού.

Αυτό που βαραίνει στον Κύριλλο είναι η ενότητα της Εκκλησίας και η διαφύλαξη του ποιμνίου του , στην μια και αδιαίρετη πίστη. Η ενότητα δεν είναι μια απλή ασυμφωνία στη γλώσσα και στα εξωτερικά σχήματα αλλά στην ουσία και στους σκοπούς της πίστεως.

Η άρνηση του Υιου σημαίνει άρνηση και του Πατρός, καθώς τονίζει και Απόστολος  Ιωάννης , <<πας αρνούμενος τον Υιον ουδέ τον Πατέρα έχει ομολογων τον Υιον και Πατέρα έχει.(Α΄ Ιωαν. 2,23) Η χριστολογικη γνώση είναι η πιο ορθή <<οδός>>  για να φθάσει κανείς στην αληθινή θεογνωσία , και <<θύρα λογική>> για να εισέλθει στο <<περί Θεού>> μυστήριο που σώζει τον άνθρωπο. Κατηχ. 10,3.

Η αναζήτηση της ουσίας του πράγματος , η αναζήτηση της πίστεως των Γραφών , φέρνει την ενότητα . Γι αυτό οι Κατηχήσεις ασχολούνται με την θεότητα του Υιού , Κατηχ.11 τη θεια ενανθρώπηση Του Κατ. 12 , τα σεπτά πάθη Κατ 13 , την αγία ανάσταση Κατ 14 και την ένδοξη Δευτέρα Παρουσία , Κατ 15 πάντοτε σε αναφορά προς τη σωτηρία του κόσμου. Περί Ιησού Χριστού έχουμε πολλά χωρία από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη.

Η 16η εως 17η Κατήχηση είναι αφιερωμένες  στο Άγιο Πνεύμα . Το Άγιο Πνεύμα ολοκληρώνει την τριαδική ενότητα.

Στην 16η   , ιδιαίτερα  Κατήχηση του , κάνει μια θαυμαστή αναδρομή , ξεκινώντας από τις Πράξεις των Αποστόλων , με το γεγονός της παρεκτροπής του Σίμωνα του μάγου , και δια του Ειρηναίου προχωρεί στους Γνωστικούς και στις διάφορες αιρετικές αποκλίσεις της εποχής , για να καταλήξει και πάλι στα ποιμαντικά ενδιαφέροντα του , συμβουλεύοντας τους πιστούς να προσέχουν από τις πλάνες <<φεύγε τους βλασφημουντας το Πνεύμα το άγιον και αφεσιν ουκ έχοντας >> Κατηχ. 16,6 . Η τελική κατάληξη και εδώ είναι τριαδολογικη όπως η μια <<χάρις>> <<διανέμεται>> αναλόγως και <<διαιρείται>> , <<ουτω και το Πνεύμα το άγιον , εν ον και μονοειδες και αδιαίρετον , εκαστω διαιρεί την χάριν , καθώς βούλεται >> Κατηχ. 16,12.

Μια από τις κύριες λειτουργίες του Αγίου Πνεύματος είναι η διαφύλαξη της ενότητας της Εκκλησίας και της πίστεως μέσα σε αυτήν. Η κοινή πίστη όλων προς το αυτό Πνεύμα ενώνει τους πιστούς μεταξύ τους . Το Άγιο Πνεύμα γίνεται κέντρο αναφοράς όλων και

 η ουσία της εκκλησιαστικής ενότητας. Κάθε διαφοροποίηση επομένως εκκλησιολογικη , σημαίνει πρώτιστα διαφοροποίηση  δογματική , ως προς την ερμηνεία και κατανόηση του Αγίου Πνεύματος . Από αυτό και μόνο μπορεί να αντιληφθεί κανείς και να κατανοήσει τους σκληρούς  και μεγάλους αγώνες της Εκκλησίας για την διαφύλαξη της ορθής πίστεως περί του Αγίου Πνεύματος , γιατί κάθε διαφοροποίηση προς την πίστη αυτή σημαίνει οπωσδήποτε και διαφοροποίηση εκλησιολογικη , απομάκρυνση δηλαδή από την μια Εκκλησία και την κοινή πίστη. Καθώς, λοιπόν , το Πνεύμα είναι <<αδιαίρετον>> τριαδολογικα , όμοια και η Εκκλησία πρέπει να μένει αδιαίρετη στους αιώνες .  Κατηχ. 17,2

Στην 18η  Κατήχηση τονίζεται η αγιότητα και η καθολικότητα της Εκκλησίας σε αναφορά προς το γεγονός της αναστάσεως του Χριστού , της αναστάσεως των νεκρών και της αιωνίου ζωής . Κατηχ .18,1 . Είναι αλήθεια  , ότι η λέξη αμαρτία  πολλές φορές επανέρχεται μέσα στις Κατηχήσεις. Το ίδιο συμβαίνει και με την ανάγκη μετανοίας και της λυτρώσεως  από την αμαρτία. Η  18η Κατήχηση  καταλήγει ακριβώς στον  αναστάσιμο θρίαμβο της Εκκλησίας.

 

Ακολουθούν οι Μυσταγωγικές Κατηχήσεις και η θεολογική τους  αξία.

Είναι γνωστό , ότι οι Μυσταγωγικές  Κατηχήσεις εκφωνήθηκαν κατά την εβδομάδα του Πάσχα  προς τους νεοφώτιστους.

Η 1η και η 2η  Μυσταγωγική Κατήχηση ,   αναφέρετε στο ιερό Βάπτισμα. Βλέπε  και Συμεών  Αρχ. Θεσσαλονίκης  Άπαντα  τα έργα και Συμεών  του Νέου του θεολόγου

Η 3η  Μυσταγωγική Κατήχηση ,αναφέρεται στο Χρίσμα  Βλέπε  και Συμεών  Αρχ. Θεσσαλονίκης  Άπαντα  τα έργα

Η  4η  Μυσταγωγική Κατήχηση ,ασχολείται με το ευχαριστιακό   δόγμα  και αναφέρεται ιδιαίτερα στη θεολογία περί σώματος και αίματος του Χριστού , καθώς και στο θέμα  της μετουσιώσεως των τιμίων Δώρων.

 Βλέπε  και Συμεών  Αρχ. Θεσσαλονίκης  Άπαντα  τα έργα

Η 5η  Μυσταγωγική Κατήχηση ,περιγράφει τα κύρια  και ουσιαστικά σημεία της θειας Λειτουργίας, από τη στιγμή της νίψεως  των χεριών του λειτουργού μέχρι το τέλος της θειας Μεταλήψεως. Έχουμε επίσης  και μια προσπάθεια ερμηνείας όλων σχεδόν των τελουμένων και λεγομένων κατά τη λειτουργία των πιστών.

Βλέπε  και Συμεών  Αρχ. Θεσσαλονίκης  Άπαντα  τα έργα

Αυτές οι βαθύτατα θεολογικές Κατηχήσεις χρησιμοποιούνται συχνά ως πηγή από μεγάλους Πατέρες της Εκκλησίας , όπως τον  Μ. Αθανάσιο , τον  Μ. Βασίλειο . τον ιερό Χρυσόστομο , τον Ι. Δαμασκηνό , τον Κύριλλο Αλεξανδρείας , τον Μέγα Φώτιο ,Γρηγοριος  Νυσσης , Γρηγοριος  Ναζιανζηνος  …. κ.α.

 

ΜΥΣΤΑΓΩΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΝΕΟΦΩΤΙΣΤΟΥΣ

 

 1.4 Ἀλλ' ὅμως ἀκούεις τεταμένῃ τῇ χειρὶ ὡς πρὸς παρόντα εἰπεῖν· "Ἀποτάσσομαί σοι, Σατανᾶ." Βούλομαι καὶ τίνος ἕνεκεν ἵστασθε πρὸς δυσμὰς εἰπεῖν· ἀναγκαῖον γάρ. Ἐπειδὴ τοῦ φαινομένου σκότους τόπος αἱ δυσμαί, ἐκεῖνος δὲ σκότος τυγχάνων ἐν σκότῳ ἔχει καὶ τὸ κράτος· τούτου χάριν συμβολικῶς πρὸς δυσμὰς ἀποβλέποντες, ἀποτάσσεσθε τῷ σκοτεινῷἐκείνῳ καὶ ζοφερῷ ἄρχοντι. Τί οὖν ὑμῶν ἕκαστος ἑστὼς ἔλεγεν; Ἀποτάσσομαί σοι, Σατανᾶ, σοὶ τῷ πονηρῷ καὶ ὠμοτάτῳ τυράννῳ· οὐκέτι σου δέδοικα, λέγων, τὴν ἰσχύν. Κατέλυσε γὰρ ταύτην ὁ Χριστός, αἵματός μοι καὶ σαρκὸς κοινωνήσας, ἵνα διὰ τούτων τῶν παθημάτων καταργήσῃ θανάτῳ τὸν θάνατον, ὅπως μὴ διὰ παντὸς ἔνοχος γένωμαι δουλείας. Ἀποτάσσομαί σοι τῷ δολερῷ καὶ πανουργοτάτῳ ὄφει. Ἀποτάσσομαί σοι ἐπιβούλῳ ὄντι, καὶ προσποιήσει φιλίας πράξαντι πᾶσαν ἀνομίαν, καὶ ἐμποιήσαντι τοῖς ἡμετέροις προγόνοις ἀποστασίαν. Ἀποτάσσομαί σοι, Σατανᾶ, τῷ πάσης κακίας δημιουργῷ καὶ συνεργῷ. 1.5 Εἶτα ἐν δευτέρᾳ λέξει μανθάνεις λέγειν· "Καὶ πᾶσι τοῖς ἔργοις σου." Ἔργα δὲ τοῦ Σατανᾶ, πᾶσά ἐστιν ἁμαρτία, ᾗ καὶ ἀποτάσσεσθαι ἀναγκαῖον, ὡσεὶ καὶ τύραννόν τις ἀποφυγὼν πάντως που καὶ τὰ τούτου ὅπλα ἀπέφυγε. Πᾶσα οὖν κατ' εἶδος ἁμαρτία ἐγκατείλεκται τοῖς τοῦ διαβόλου ἔργοις. Πλὴν τοῦτο ἴσθι ὅτι ὅσα λέγεις, μάλιστα κατ' ἐκείνην τὴν φρικωδεστάτην ὥραν, ἔγγραφά ἐστιν ἐν τοῖς ἀοράτοις τοῦ Θεοῦ γραφόμενα βιβλίοις. Ἐπειδὰν τοίνυν ἐναντίως τι διαπραττόμενος τούτοις ἁλῷς, ὡς παραβάτης κριθήσῃ. Ἀποτάσσῃ τοίνυν τοῖς ἔργοις τοῦ Σατανᾶ, πάσαις φημὶ πράξεσι καὶ ἐννοίαις παρὰ λόγον γινομέναις. 1.6 Εἶτα λέγεις· "Καὶ πάσῃ τῇ πομπῇ αὐτοῦ." Πομπὴ δὲ διαβόλου ἐστὶ θεατρομανίαι, καὶ ἱπποδρομίαι, καὶ κυνηγεσία, καὶ πᾶσα τοιαύτη ματαιότης, ᾗς εὐχόμενος ἐλευθερωθῆναι ὁ ἅγιος τῷ Θεῷ λέγει· Ἀπόστρεψον τοὺς ὀφθαλμούς μου τοῦ μὴ ἰδεῖν ματαιότητα. Μὴ περισπούδαστόν σοι ἔστω ἡ θεατρομανία, ἔνθα αἱ ἀσελγεῖς εἰσι τῶν μίμων ὄψεις, ὕβρεσι πεπραγμέναι καὶ πάσαις ἀσχημοσύναις, καὶ ἐκτεθηλυμένων ἀνδρῶν ἐμμανεῖς ὀρχήσεις· μήτε ἡ τῶν ἐν κυνηγίοις ἑαυτοὺς θηρίοις ἐκδιδόντων, ἵνα τὴν ἀθλίαν κολακεύσωσι γαστέρα· οἵ, ἵνα κοιλίας τροφαῖς θεραπεύσωσιν, αὐτοὶ γαστρὸς ἀτιθάσων ἀληθῶς τροφὴ γίνονται θηρίων· ἵνα δὲ δικαίως εἴπω, ὑπὲρ οἰκείου θεοῦ τῆς κοιλίας τὴν ἑαυτῶν ζωὴν κατὰ κρημνῶν μονομαχούντων. Φεῦγε καὶ τὰς ἱπποδρομίας, τὸ ἐμμανὲς θέαμα καὶ ψυχὰς ἐκτραχηλίζον· ταῦτα γὰρ πάντα πομπή ἐστι διαβόλου. 1.7 Ἀλλὰ καὶ τὰ ἐν εἰδωλίοις καὶ πανηγύρεσι κρεμνώμενα, ἔσθ' ὅτε κρέα, ἢ ἄρτοι, ἢ ἄλλα τοιαῦτα μιανθέντα τῇ τῶν παμμιάρων ἐπικλήσει δαιμόνων, ἐγκαταλεχθείη ἂν τῇ τοῦ διαβόλου πομπῇ. Ὥσπερ γὰρ ὁ ἄρτος καὶ ὁ οἶνος τῆς εὐχαριστίας, πρὸ τῆς ἁγίας ἐπικλήσεως τῆς προσκυνητῆς Τριάδος, ἄρτος ἦν καὶ οἶνος λιτός, ἐπικλήσεως δὲ γενομένης, ὁ μὲν ἄρτος γίνεται σῶμα Χριστοῦ, ὁ δὲ οἶνος αἷμα Χριστοῦ· τὸν αὐτὸν δὴ τρόπον, τὰ τοιαῦτα βρώματα τῆς πομπῆς τοῦ Σατανᾶ, τῇ ἰδίᾳ φύσει λιτὰ ὄντα, τῇ ἐπικλήσει τῶν δαιμόνων βέβηλα γίνεται. 1.8 Μετὰ ταῦτα λέγεις· "Καὶ τῇ λατρείᾳ σου." Λατρεία δέ ἐστι διαβόλου, ἡ ἐν εἰδωλίοις εὐχή· τὰ πρὸς τιμὴν γινόμενα τῶν ἀψύχων εἰδώλων· τὸ ἅπτειν λύχνους, ἢ θυμιᾶν παρὰ πηγὰς ἢ ποταμούς, ὥς τινες ἀπ' ὀνειράτων ἢ ἐκ δαιμόνων ἀπατηθέντες, ἐπὶ τοῦτο διέβησαν, οἰόμενοι καὶ σωματικῶν παθῶν τὴν ἴασιν εὑρίσκειν· μὴ τοιαῦτα μετέλθῃς. Οἰωνοσκοπία, μαντεία, κληδονισμοί, ἢ περιάμματα, ἢ ἐν πετάλοις ἐπιγραφαί, μαγείαις, ἢ ἄλλαις τισὶ κακοτεχνίαις, καὶ ὅσα τοιαῦτα, λατρεία ἐστὶ διαβόλου. Φεῦγε οὖν ταῦτα· εἰ γὰρ τούτοις ὑποπέσοις μετὰ τὴν ἀπόταξιν τοῦ Σατανᾶ καὶ τὴν πρὸς τὸν Χριστὸν σύνταξιν, πικροτέρου πειραθήσῃ τοῦ τυράννου, ἴσως ὡς οἰκείου περιέποντος πάλαι, καὶ τῆς πικρᾶς ἀνιέντος σε δουλείας, νῦν δὲ σφόδρα παρὰ σοῦ καταπικρανθέντος, καὶ τοῦ Χριστοῦ στερηθήσῃ, κἀκείνου πειραθήσῃ. Οὐκ ἤκουσας παλαιᾶς ἱστορίας τὰ περὶ τοῦ Λὼτ ἡμῖν καὶ τῶν τούτου θυγατέρων διηγουμένης; Οὐχὶ αὐτὸς μὲν σέσωσται μετὰ τῶν θυγατέρων, ἐπειδὴ τὸ ὄρος κατείληφεν, ἡ δὲ τούτου γυνὴ στήλη γέγονεν ἁλός, ἐστηλιτευμένη δι' αἰῶνος, ἔχουσα τῆς πονηρᾶς προαιρέσεως καὶ ὑποστροφῆς τὴν μνήμην; Πρόσεχε τοίνυν σεαυτῷ, καὶ μὴ στρέφου πάλιν, βαλὼν τὴν χεῖρα ἐπ' ἄροτρον, εἰς τὴν ἁλμυρὰν τοῦ βίου τούτου πρᾶξιν· ἀλλὰ φεῦγε εἰς τὸ ὄρος πρὸς Ἰησοῦν Χριστόν, τὸν τμηθέντα λίθον ἄνευ χειρῶν, καὶ τὴν οἰκουμένην πληρώσαντα.

 

1,4-5. Αποτάσσεσαι , λοιπόν , και  και αποστρέφεσαι τα έργα του Σατανά , κάθε λόγο ,εργασία και λογισμό όπου γίνεται παραλόγως.

Αυτή η <<απόταξη>> είχε κεντρική θέση στην Κατήχηση της πρώτης Εκκλησίας αλλά και στην πράξη εισόδου των ανθρώπων στη νέα πίστη . Σήμερα η είσοδος στην Εκκλησία και η Κατήχηση έχουν γίνει δυστυχώς μια απλή τυπική λατρευτική πράξη , που δεν σημαίνουν ουσιαστική αλλαγή ζωής.  Ο αναγνώστης μελετώντας τις παραγράφους αυτές της 1ης Κατηχήσεως θα καταλάβει , ασφαλώς , πως << απόταξη >> και  << σύνταξη >>σημαίνουν καθολική μεταμόρφωση της ζωής.

1,6-7.  Η << σύνταξις τω   Χριστώ  >> δεν είναι τίποτε άλλο παρά ό ουσιαστικός εκκεντρισμός του ανθρώπου στο εκκλησιολογικο  σώμα του Χριστού, όπως τόνισε ο Απόστ. Παύλος, ή η  χριστοποίηση και θέωση , όπως κατανοήθηκε ο εκκεντρισμός αυτός από τους Πατέρες της Εκκλησίας. Αυτό σημαίνει για τις Μυσταγωγικές Κατηχήσεις ριζική αλλαγή τρόπου ζωής, νοοτροπίας και  ήθους. Η ένταξη κάποιου στην Εκκλησία και  η  << σύνταξή>> του με το Χριστό έχει επιπτώσεις και στην κοινωνική συμπεριφορά του. Η ζωή ενός πιστού θα πρέπει να είναι διαφορετική από τη ζωή ενός απίστου.

Τα ενδιαφέροντα και οι  σκοποί της ζωής θα πρέπει να είναι εντελώς διαφορετικά. Οι μεν μεριμνούν  τα του κόσμου, οι άλλοι τα του Θεoυ . H σημερινή  κατάσταση, κατά την όποία πιστοί και  οι άπιστοι δεν διαφερoυν καθόλου στην καθημερινή ζωή, στα ενδιαφέροντά τους και στη συμπεριφορά τους, θεωρείται  εντελώς απαράδεκτη σύμφωνα με την κατηχητική  διδασκαλία του άγίου Κυρίλ­λου.  Εκκοσμίκευση σημαίνει απώλεια του χριστιανικού ήθους, αλλοτρίωση της χριστιανικής πολιτείας. Ό άνθρωπος σ' αυτή την αλλοτρίωσή Του μπορεί να  γίνει φορέας και <<πομπός>> κάθε σατανικής διαφθοράς και δαιμονικής ψυχοφθόρov ενέργειας. Είναι πολύ χαρακτηριστικό, διότι στο σημείο αυτό ο άγιος Κύριλλος εμμένει ιδιαίτερα στις δαι­μονικές μορφές μιας ψυχοφθόρου ψυχαγωγίας. Και τις ονομάζει <<πομπές διαβόλου>>, πού οδηγούν τον άνθρωπο στην καταστροφή. 'Η μορφή ψυχαγωγίας και ο τρόπος διαθέσεως του ελεύθερου χρόνου είναι πολύ ενδεικτικά για την πνευματικότητα κάποιου. 'Η ασκητική θεολογία θα τόνιζε ανεπιφύλακτα εδώ, πως έχει μεγάλη σημασία για την όλη πνευματική κατεύθυνση του καθενός , στο που τελικά επαναπαύεται η καρδιά του ανθρώπου, που βρίσκεται η χαρά του και του  είναι αυτό που τον ξεκουράζει και τον γεμίζει . Βέβαια ή ζωή των ανθρώπων μπορεί εσωτερικά να είναι κοινή. Το ίδιο ψωμί τρώνε όλοι και το ίδιο κρασί πίνουν. Άλλά, όπως ο  άρτος και ο  οίνος είναι απλά και κοινά για όλους, προσαγόμενα όμως στη Θεια Λειτουργία   γίνονται σώμα και αίμα Χριστού, όμοια μεταμορφώνεται και η ζωή τού άνθρώπου, με όλες τις εκφράσεις και εκδη­λώσεις της, όταν αναφέρεται και προσφέρεται στην  << προσκυνητή Τριάδα >> .  Αντίστροφα, η ζωή του ανθρώπου είναι δυνατό  να ανοίγεται και να προσφέρεται στην επήρεια και  στις μεθοδείες τού Πονηρού, και τότε είναι που όλα γίνον­ται βέβηλα και βρώμικα. Μία βέβηλη και  βρώμικη ζωή, με βέβηλες και βρώμικες εκδηλώσεις, μια ζωή με δαιμονικές ροπές και  πονηρά ενδιαφέροντα, δείχνει  πως ο πιστός δεν έχει ακόμη << απoτάξει >> τον κόσμο τού Πονηρού και ασφα­λώς δεν έχει << συνταχθεί >> με τον κόσμο τού Θεού, τον κόσμο των Άγίων.

 

1,8. H αποκοπή και η απoμάκρυνση από τον κόσμο  του κακού πρέπει να είναι ολοκληρωτική και τελεσίδικη. Γιατί,  υπάρχει έστω και η παραμικρή παλινδρόμηση,

 ο πειρα­σμός    θα ενταθεί. o άγιος Kύριλλoς καλεί μάλιστα τους νεοφώτιστους σε μια βαθύτατη και ουσιαστική εσωτερική κάθαρση. "Όχι μόνο της συνειδήσεως αλλά και του υποσυνειδήτου. Και αυτής ακόμη τής μνήμης του παρελθόντος. Έτσι η  Κατήχηση στοχεύει σε μια ουσιαστική ανάπλαση του νου και της ιστορικής  μνήμης του ανθρωπoυ. Ο άνθρωπος καλείται να εξέλθει από το δαιμονικό κόσμο μιας πολυ­διάστατης σατανικής τυραννίας  , οπoυ  ο άνθρωπος είναι καθολικά δουλωμένος σωματικά και ψυχικά.

Είναι χαρακτηριστική η  αναφορά του άγίου Κυρίλλου σε μιαν αφάνταστη ποικιλία μορφών ειδωλολατρίας . Ήθη και έθιμα μιας παγανιστικής και σατανικής μορφής ζωής, όνειρα, μαντείες, οιωνοσκοπία, φυλαχτά και πέταλα , όλα αυτά εντάσσονται στις μεθοδείες του Διαβόλου που έρχεται να δoυλώσει την ψυχή και να κατατυραννήσει το σώμα του ανθρώπου. Ό όλος άνθρωπος η δαιμονοκρατείται  σώζεται. Γι αυτό όποιος  βάζει το χέρι του πάνω στο αλέτρι  της αλλαγής δεν κοιτάζει προς τα πίσω. Ή νέα ζωή στη χώρα τής πίστεως είναι ένας δημιoυργικος δυναμισμός, που διαγράφει το παρελθόν και ατενίζει το μέλλον μ' ελπίδα και δημιουργική προσπάθεια. '0 πιστός καλείται να οικοδομήσει πάνω σέ μίά νέα ύπαρξη, με νέες μνήμες και νέες προσδοκίες. Ό άνθρωπος της πίστεως είναι ή καινή ύπαρξη ενός κόσμου που έρχεται να δημιουργήσει μια νέα ιστορία , την ιερή ιστορία της χριστιανικής αποκαλύψεως.

 

5.23 Ταύτας κατέχετε τὰς παραδόσεις ἀσπίλους, καὶ ἀπροσκόπους ἑαυτοὺς διαφυλάξατε· τῆς κοινωνίας ἑαυτοὺς μὴ ἀπορρήξητε, μὴ διὰ μολυσμὸν ἁμαρτίας τῶν ἱερῶν τούτων καὶ πνευματικῶν ἑαυτοὺς ἀποστερήσητε μυστηρίων. Ὁ δὲ Θεὸς τῆς εἰρήνης ἁγιάσαι ὑμᾶς ὁλοτελεῖς, καὶ ὁλόκληρον ὑμῶν τὸ σῶμα καὶ ἡ ψυχὴ καὶ τὸ πνεῦμα ἐν τῇ παρουσίᾳ τοῦ Κυρίουἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ τηρηθείη," ᾧ ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

 

5,23. ο σεβασμός προς τη λειτουργική αυτή. παρά­δοση εκφράζεται κυρίως με τη <<διαφύλαξη>> του εαυτού μας «ασπίλου και απροσκόπτoυ», όπως χαρακτηριστικά τονίζει ο άγιος Κύριλλος. Η λειτoυργική και βιωματική αυτή ερμηνεία της Παραδόσεως είναι χαρακτηριστικό  γνώρισμα της 'Ορθόδοξης , Ανατολικής Εκκλησίας μας. Η ηθικής φύσεως κάθαρση από κάθε « μολυσμον αμαρτίας» είναι συχνά μια από τις βασικές εκδηλώσεις αυτής τής συνέπειες  προς τη λειτουργική παράδοση. 'Εμείς οι νεώτεροι και σύγ­χρονοι θεολόγοι αισθανόμαστε κάποια δυσκολία στο να δίνουμε μια τέτοια ερμηνεία στη διαφύλαξη της ιερής μας Παραδόσεως. Ίσως γιατί  τα ευσεβιστικα  κινήματα που  πολλές φορές δια μέσου των αιώνων έχουν αποπροσανατολίσει τους σκοπούς και τους στόχους τής Εκκλησίας, δημιούργησαν   και στην εποχή μας μια φοβία ως προς τα  

θέματα ηθικής φύσεως και σπάνια τα σχετιζoυμε  με την έννοια της πιστότητας μας προς την Παράδοση.

Ηθική ζωή όμως και βιωματική συνέπεια προς την αιώνια λειτουργική μας παράδοση δεν σημαίνει καθόλου ευσεβισμό στην κακώς νοούμενη  σημερινή έννοια .  Αντίθετα σημαίνει ουσιαστική μετοχή και ένταξη στη ζωντανή παράδοση. Έτσι τουλάχιστο βλέπει το θέμα ο άγιος Κύ­ριλλος, όταν συμβουλεύει τους πι στους της εποχής του: «ταύτας κατέχετε τάς παραδόσεις ασπιλoυς, και απρoσκοπτους  εαυτούς  διαφυλάξετε >>. Η δημιουργία κοινότητας πιστών και η μετοχή στην Ευχαριστιακή Τράπεζα αναμ­φισβήτητα προϋποθέτει ηθική ζωή. Ο << μολυσμος>> από την αμαρτία δεν σημαίνει μόνο στέρηση των Μυστηρίων της Εκκλησίας, σημαίνει προπαντός την απομάκρυνσή μας από τη ζωντανή παράδοση της ζωής της Εκκλησίας και την αποκοπή μας από την εκκλησιαστική κοινότητα.


Η αίρεση, δηλαδή η αποκοπή από το σώμα της 'Εκκλησίας, δεν μπορεί να είναι μόνο δογματικής-θεωρητικής, φύσεως θέμα. Είναι και  «πρακτικό», βιωματικό και ηθικό, δηλαδή διαφοροποίηση κάποιου από  το  ήθος και την παρά­δοση της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Αίρεση είναι ή απομά­κρυνση από την  πίστη άλλά Και από την κοινή ευχαριστιακή τράπεζα, από τη ζωή της Εκκλησίας. Όταν ο άγιος Κύριλλος καλεί με τις Κατηχήσεις του τoυς νεοφώτιστους  να <<κατέχουν>>και να  κρατούν  «τάς παραδόσεις ασπίλους>> εννοεί, ασφαλώς ,εμμονή ατή μία και αδιαίρετο πίστη, αλλ' εννοεί  συγχρόνως και  διαφύλαξη του ήθους ζωής που η  παράδοση μεταφέρει από γενεά σε γενεά  δια μέσου των αιώvων.  Η απομάκρυνση των πιστών από κάθε αιτία επιφέρει την <<αποστέρησιν  των μυστηρίων >> εξαιτίας ιδιαίτερα του  μoλυσμoυ τής αμαρτίας ,εντάσσεται σ αυτή τη γραμμή.

 Δόγμα και ήθος, λοιπόν, αποτελούν τις δυο όψεις της αυτής ενιαίας πραγματικότητας. Κάθε προσπάθεια Χωρισμού των δυο η εξάρσεως της μιας σε βάρος της άλλης, οδηγεί χωρίς αμφιβολία σε αιρετικές αποκλίσεις. Η εκκλησιαστική ιστορία και ή καθημερινή εμπειρία στο χώρο της πίστεως μας έχει δείξει, πως κάθε διαφοροποίηση στα θέ­ματα του δόγματος επιφέρει  πάντοτε αλλοιώσεις στο  ήθος και στη μορφή βιώσεως της πίστεως.  Και αντιστρoφα , κάθε αλλοτρίωση του ορθόδοξου χριστιανικού ήθους, όπως ,στην περίπτωση  π.χ. της εκκοσμικευσεως , δημιovργει  την  κατάλληλη ατμόσφαιρα και προετoιμαζει  το εδαφoς  για κάθε είδους αυθαιρεσίες στα θέματα πίστεως  και δόγματος.

Γι' αυτό το λόγο η χριστιανική  Κατήχηση δεν  αποσκοπεί μόνο στην  ενημέρωση  των  πιστών στα βασικά θέματα  αρχών και δόγματος αλλά και στη μύηση  τους μέσα στο λειτουργικό, μυσταγωγικό και  χαρισματικό τρόπο βιώ­σεως της πίστεως στην καθημερινή τους πραγματικότητα. "Έτσι, μέσα στο χώρο της πίστεως , καθώς διατείνεται εδώ ο άγιος Κύριλλος, << ο  Θεός της ειρήνης  >> πραγματικά  αγιάζει και θα  μας αγιάζει πάντοτε << ολοτελώς>>  που σημαίνει  ότι  θα διαφυλαχθεί άσπιλο << ολόκληρο  ημών το σώμα και η  ψυχή και το  πνεύμα εν τη παρουσία του Kυριov ημών  Ιησού Χριστού>>  και θα  <<  τηρηθεί > > αμόλvντη , αγία και καθαρή,  μέσα στην ορθόδοξη πίστη, η ύπαρξη του ανθρώ­που από κάθε <<μολυνσμον αμαρτίας>>

       ΠΗΓΗ :  Πατερικά - Συγγραφέως: Ομότιμου καθ. Γεωργίου Πατρώνου

Το κείμενο των Μυσταγωγικών Κατηχήσεων του αγίου Κυρίλλου Ιεροσολύμων αποτελεί ένα εκφραστικό «δείγμα» της λειτουργίας και ουσιαστικής παρέμβασης της ιεράς κατήχησης στη διαμόρφωση της πνευματικής ζωής των πιστών. Θεολογικός σχολιασμός Καθ. Γεωρ. Πατρώνος, σχολιασμός τελετουργικού τυπικού - μετάφραση ιερομόναχος Μεθ. Ολυμπιώτης.

Διαβάστε  Κύριλλου Ιεροσολύμων  έργα Προκατήχηση  - Κατήχηση -  Μυσταγωγία

Τα παρακάτω συνημμένα θα τα βρείτε ΕΔΩ

Διδάξω ἀνόμους τὰς ὁδούς σου, καὶ ἀσεβεῖς ἐπὶ σὲ ἐπιστρέψουσιν(Ερμηνεία)

 Μετάφραση (Τιμ. Κιλίφη): Έτσι θα διδάξω (με το παράδειγμά μου) τους δρόμους σου στους αμαρτωλούς και (πολλοί) ασεβείς θα γυρίσουν (μετανοημένοι) κοντά σου. Καὶ τοῦτο τὸ ρητὸν εἶναι προφητεία τοῦ πράγματος ὅπου ἔμελλε νὰ γένη. 'Ἀφοῦ γὰρ τὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου ἐξαπλώθη εἰς τὰ ἄνομα ἔθνη, ἀπὸ τότε καὶ ἡ βίβλος αὕτη τῶν Ψαλμῶν τοῦ Δαβὶδ ἔγινεν εἰς ὅλους τους ἀνόμους καὶ ἀσεβεῖς διδάσκαλος τῶν αρετών  καὶ τῆς θεογνωσίας, ἐπειδὴ καὶ καθ' ἑκάστην ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ αὕτη ἀναγινώσκεται1

 

 1 Ὁ δὲ Ἀθανάσιος λέγει: «Ἐπειδᾶν, φησί, ρυσάμενος μὲ τῆς ἁμαρτίας αὔθις ἐπιδῶς μοὶ τὸ σὸν "Ἅγιον Πνεῦμα, τότεδὴ πάλιν τὰς σᾶς δδοὺς διδάξω τοὺς παραβαίνοντας καὶ τοῖς ἁμαρτάνουσι πρὸς μετάνοιαν ἔσομαι τύπος καὶ πάντας ἐπιστρέψω πρὸς τὴν σὴν ἀγαθότητα' ὁμοίως γὰρ ὃ τὲ κατορθῶν καὶ ὁ διὰ μετανοίας ἐπιστρέφων παράδειγμα γίνονται τοὺς πολλοῖς». Λέγει δὲ καὶ ὁ Ἠσύχιος: «ὥσπερ δὲ ἐκεῖνος λέγων περὶ θεραπείας πιστεύεται μάλιστα, ὁ νενοσηκῶς αὐτὸς καὶ πεῖραν τοῦ φαρμάκου δεξάμενος, οὕτως οἱ τὴ μετανοῖα σωθέντες θύρα τοῖς ἄλλοις ἁμαρτωλοὺς ἐπιστροφῆς καὶ σωτηρίας εὑρίσκονται ὥστε τὸν Παῦλον μετὰ παρρησίας βοᾶν Χριστὸς ἦλθεν εἰς τὸν κόσμον ἁμαρτωλοὺς σώσαι, ὧν πρῶτος εἴμι ἐγώ”, τουτέστιν εἰ ἀπιστεῖτε τὰ κηρύγματι ἁμαρτωλῶν σωτηρίαν κηρύττοντι, ἀπ' ἐμοῦ τοῦ κηρύττοντος μάθετε, ὅτι διώκτης ὧν ἐπιστεύθην Εὐαγγελίου γενέσθαι διάκονος ὅθεν καὶ ὁ Χρυσορρήμων εἶπε: “Τὸ ναυάγιον τοῦ δικαίου λιμήν ἐστι τῶν ἀμαρτωλῶν'».

  Ο Άθανάσιος λέει: «Αφού με γλύτωσες από την αμαρτία και αμέσως μου δώρισες το Άγιο Πνεύμα σου, τότε βέβαια θα διδάξω πάλι τον δρόμο σου στους παραβάτες και γι' αυτούς, που αμαρτάνουν θα γίνω παράδειγμα μετανοίας και θα τους στρέψω όλους προς την αγαθότητά σου· διότι με τον ίδιο τρόπο και αυτός που διορθώνεται και αυτός που επιστρέφει μέσω της μετάνοιας γίνονται παράδειγμα για τους πολλούς». Λέει και ο Ησύχιος: «και όπως ακριβώς εκείνος που μιλά για την θεραπεία, αφού έχει ο ίδιος ασθενήσει και έχει δοκιμάσει το φάρμακο, γίνεται ιδιαίτερα πιστευτός, έτσι και αυτοί που σώθηκαν με την μετάνοια γίνονται θύρα επιστροφής και σωτηρίας για τους άλλους αμαρτωλούς· έτσι ώστε ο Παύλος να αναφωνη με παρρησία: «Χριστός ήλθεν εις τον κόσμον αμαρτωλούς
σώσαι, ών πρώτός είμι εγώ», που σημαίνει ότι, εάν δεν έχετε εμπιστοσύνη σ' αυτόν πού, μέσα από το κήρυγμα, κηρύττει την σωτηρία των αμαρτωλών, μάθετε από εμένα που κηρύττω, ότι, αν και ήμουν διώκτης, μου έμπιστεύθηκε να γίνω υπηρέτης του Ευαγγελίου: γι' αυτό και ο Χρυσορρήμων είπε: «Το ναυάγιο του δικαίου, είναι λιμάνι για τους αμαρτωλούς».

Η Ερμηνεία των πρώτων 70 ψαλμών (Α – Ο) του Ζιγαβηνού και του Αγίου Νικοδήμου.

Εκδόσεις Νέας Σκήτης Αγίου Όρους. Μεταφρασμένο στη Νεοελληνική.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ – ΨΑΛΜΟΣ Α΄ (1)



ΚΑΘΙΣΜΑ Α'


Ψαλμὸς τῷ Δαβίδ. 'Ἀνεπίγραφος παρ' Ἐβραίοις.

Ὁ πρῶτος οὗτος Ψαλμὸς εἶναι χωρὶς ἐπανωγραφὴν κοντὰ εἰς τὸ ἑβραϊκόν, καθὼς εἶναι καὶ ὁ δεύτερος. Περιέχει μακαρισμὸν μὲν καὶ ἔπαινον τῶν εὐσεβῶν καὶ δικαίων, ταλανισμὸν δὲ καὶ κατηγορίαν τῶν ἀσεβῶν καὶ ἁμαρτωλῶν1.

1. Μακάριος ἀνήρ, ὃς οὐκ ἐπορεύθη ἐν βουλῇ ἀσεβῶν, καὶ ἐν ὀδῷ ἁμαρτωλῶν οὐκ ἔστη, καὶ ἐπὶ καθέδρα λοιμῶν οὐκ ἐκάθισεν.

Μετάφραση (Τιμ. Κιλίφη): Eίναι ευτυχισμένος ο άνθρωπος, που δεν πήγε σε σύναξη

ασεβών και δεν στάθηκε σε δρόμο αμαρτωλών και δεν κάθησε εκεί που κάθονται διεφθαρμένοι.

Ἑρμηνεία: μακάριος, κατὰ τὸν Μέγας Βασίλειον, κυρίως μὲν εἶναι ὁ Θεός, καθὼς λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Ὁ μακάριος καὶ μόνος δυνάστης» (Ἃ' Τιμοθ. ς' 15). Ἔδωκε δὲ ὁ Θεὸς τὸ ὄνομα τοῦτο καὶ εἰς ἠμᾶς, κατὰ τὸν αὐτὸν Βασίλειον, δηλαδὴ τὸ νὰ ὀνομαζώμεθα μακάριοι, καθὼς ἔδωκεν εἰς ἠμᾶς καὶ τὸ ὄνομα θεός, ἤτοι τὸ νὰ ὀνομαζώμεθα θεοί, κατὰ τὸ Ψαλμικόν: «Ἐγὼ εἴσπα: θεοὶ ἔστε» (Ψάλ. πὰ' 6): καθὼς καὶ ἄλλα πολλὰ τοιαῦτα θεοπρεπῇ ὀνόματα ἐχάρισεν εἰς ἠμᾶς. Τὸ ὄνομα λοιπὸν μακάριος, ὡς λέγει ὁ αὐτὸς Βασίλειος, εἶναι ἕνας καρπὸς καὶ ἀποτέλεσμα τῆς τελειότητος τῆς ἀρετῆς δηλοὶ δὲ ἐκεῖνον ὅπου δὲν ἔχει καμμίαν φθορὰν καὶ θάνατον. Μακάριος γὰρ θέλει νὰ εἴπῃ ἐκεῖνος ὅπου δὲν

φθείρεται οὔτε ἀποθνῄσκει καὶ συντίθεται ἀπὸ τὸ α στερητικόν καὶ τὸ κηρός, καὶ σημαίνει

τὴν θανατηφόρον μοῖραν, τὸ δὲ μ εἶναι παράνω2.

1 Λέγει δὲ καὶ αὐτὸς Εὐθύμιος ὅτι ὁ Ψαλμὸς οὗτος δὲν ἔλαβεν ἐπιγραφῆς ἀπὸ τοὺς Ἑβδομήκοντα καὶ ὅτι οὐ μόνον εἶναι ἠθικός, ἀλλὰ καὶ δογματικός, ἐπειδή, κατὰ τὸν Θεοδώρητον, «οὗ μόνον παραινεῖ προσέχειν τοϊς θείοις λόγοις, ἀλλὰ καὶ ἀσεβῶν καὶ τῶν ἄλλων ἁμαρτωλῶν περιέχει κατηγορίας καὶ τιμωρίαν, ἐξ ὧν οὐκ ἠθικὴν μόνον, ἀλλὰ καὶ δογματικὴν ὠφέλειαν καρπούμεθα». Ὁ δὲ Νικήτας λέγει ὅτι διὰ τοῦτο δὲν ἐπιγράφεται οὗτος, διὰ τί δὲν ἔχει πρόσωπον ὤρισμενον· ὅρα καὶ ἐν τῷ πέμπτο Κεφαλαίω τοῦ Προοιμίου.

2 Ἄλλοι δὲ ἐτυμολογούσι τὸ «μακάριος» ἀπὸ τοῦ μὴ καὶ τοῦ κηρός, ὅπερ δηλοὶ καὶ μὴ φθειρόμενος. Λέγει δὲ ὁ Μέγας Ἀθανάσιος ὅτι ὁ Δαβὶδ ἀφιερώνει τὸν πρώτον τοῦτον Ψαλμὸν εἰς τὸν Χριστόν, τὸν μέλλοντα ἐξ αὐτοῦ γεννηθῆναι, ὅστις μόνος ἐστάθη μακάριος, ἕνα μὲν διὰ τί ἦτον ἔξω ἀπὸ κάθε κήρα καὶ φθορὰν τῆς ἁμαρτίας καὶ ἄλλο δὲ διὰ τί κατὰ τοὺς ἱεροὺς Θεολόγους αὐτὸς μόνος καὶ ἐπὶ γῆς διατρίβων μακάριος ἦτον διὰ τὴν μακαρίζουσαν ὅρασιν ἣν εἶχε τοῦ Θεοῦ Λόγου, τὸν ὁποῖον ἀμέσως ἔθεωρει ὁ τούτου νοῦς, ὡς καθ' ὑπόστασιν ὧν ἡνωμένος μὲ αὐτόν. “Όθεν εἶπε καὶ ὁ 'Ὠριγένης: «Διὸ καὶ ἐπ' αὐτὸν ἀνοίσει τὶς τὸν παρόντα Ψαλμὸν (ἤτοι ἐπὶ τὸν Χριστὸν) ἄτε γενόμενον ἄνδρα

τῆς νύμφης αὐτοῦ Ἐκκλησίας τοῦτο δὲ ἔoικε καὶ ἡ ἑβραϊκὴ φωνὴ παριστᾶν, καθ' ἣν μακάριος ὁ ἀνῆρ' μετὰ τῆς τοῦ ἄρθρου προσθήκης εἴρηται». Τινὲς δὲ ἄπορουν διὰ τί ὁ μὲν Δαβὶδ ἐδῶ καὶ τοὺς ζώντας μακαρίζει, ὁ δὲ Σειρὰχ λέγει: «Πρὸ τελευτῆς μὴ μακάριζε μηδένα» (Σείρ. ἴα' 28). Λύοντες οὒν τὴν ἀπορίαν λέγουσιν ὅτι, ἐπειδὴ τὸ «μακάριος» ἔχει δύο σημαινόμενα ποτὲ μὲν γὰρ δηλοὶ τὸν ἐπαινετὸν καὶ ζηλωτὸν ποτὲ δὲ τὸν ἀκήρατον καὶ ἀνώλεθρον καὶ ἀπαθῆ, διὰ τοῦτο τὸ «μακάριος» ὄνομα

κατὰ μὲν τὸ πρώτον σημαινόμενον ἁρμόζει εἰς τοὺς ζωντανοὺς ἀνθρώπους, κατὰ δὲ τὸ δεύτερον σημαινόμενον ἁρμόζει εἰς τοὺς τελευτήσαντας" καὶ οὕτω συμβιβάζουσι τὴν φαινομένην ταύτην διαφωνίαν. Ἐγὼ δὲ προσθέτω ὅτι καὶ αὐτὰ τὰ ἴδια λόγια τοῦ Ψαλμοῦ ἱκανὰ εἶναι εἰς τὸ νὰ λύσουν τὴν ἀπορίαν ταύτην, καθὼς τὰ ἑρμηνεύει ὁ Μέγας Βασίλειος οὕτω γὰρ ἐκεῖνος φησι «Σκόπει τῶν ρημάτων τὸ ἀκριβὲς οὐκ εἶπεν: “Ὃς οὐ πορεύεται ἓν βουλὴ ἀσεβῶν, ἀλλ' ὃς οὐκ ἐπορεύθη ὁ μὲν γὰρ ἐν τῷ βίῳ τυγχάνων οὔπω μακαριστός, διὰ τὸ ἄδηλόν της ἐκβάσεως καὶ δὲ συμπληρώσας τὰ ἐπιβάλλοντα καὶ ἀναντιρρήτω τέλει τὴν ζωὴν κατακλείσας, οὗτος ἤδη ἀσφαλῶς μακαρίζεται διὰ τί


Ὁ μακαρισμὸς δὲ αὐτός, ἂν καὶ ἀποδίδεται ἀπὸ τὸν Δαβὶδ εἰς πρόσωπον ἀρσενικόν, τὸν ἄνδρα, συμπεριλαμβάνει ὅμως καὶ τὸ θηλυκὸν πρόσωπον, τὴν γυναῖκα, ὡς ἀπὸ μέρους τὸ ὅλον ταυτὸν εἴπειν, συμπεριλαμβάνει καὶ τὰ δύο γένη τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, ἔπειδη κατὰ τὸν θεῖον Ἀπόστολον: «Κεφαλὴ μὲν τῆς γυναικὸς εἶναι ὁ ἄνδρας» (Ἃ' Κορ. ἴα' 3). Καθὼς δὲ ἑνώνονται μὲ τὴν κεφαλὴν καὶ τὰ λοιπὰ μέρη τοῦ σώματος, ἔτζι καὶ μὲ τὸν ἄνδρα ἑνώνεται καὶ ἡ γυνή, ἥτις μέρος ἐστὶ τοῦ ἀνδρός. Καὶ καθὼς ἡ φύσις τῆς ἀνθρωπότητος εἶναι μία καὶ κοινὴ εἰς τὸν ἄνδρα καὶ εἰς τὴν γυναῖκα, ἔτζι καὶ τὰ καλὰ ἔργα καὶ οἱ μισθοὶ εἶναι κοινὰ εἰς αὐτοὺς καὶ κατ' αὐτὰ τίποτε δὲν διαφέρει ὁ ἄνδρας ἀπὸ τὴν γυναῖκα. Ἀκολουθώντας δὲ ὁ θεῖος Δαβὶδ εἰς τὴν φύσιν τῶν πραγμάτων ἔβαλε κάποιαν τάξιν εἷς

τα ρητὰ ταῦτα. Δὶ' ὅτι ρίζα καὶ ἀρχὴ τῶν ἐνεργειῶν καὶ πράξεων τοῦ σώματος εἶναι ἡ ἐν καρδίᾳ βουλὴ καὶ ὁ λογισμὸς τοῦ ἀνθρώπου, καθὼς καὶ ὁ Κύριος εἶπεν ὅτι ἀπὸ τὴν καρδίαν ἔβγαινουν οἱ πονηροὶ λογισμοί, οἵτινες κάμνουν ἀκάθαρτον τὸν ἄνθρωπον (Ματθ. ἴε' 19).

Διὰ τοῦτο πρώτον μὲν ἠμεῖς οἱ ἄνθρωποι βουλόμεθα, δεύτερον δὲ κάμνομεν ἐκλογήν καὶ ἀπόφασιν τῶν βουλευμάτων μας καὶ τρίτον μένομεν εἰς ἐκεῖνα ὅπου ἀπεφασίσαμεν, ὡς λέγει ὁ θεῖος Βασίλειος. Ἐπειδὴ δὲ ἀσεβὴς εἶναι ὁ ἄθεος ἢ ὁ πολυθεὸς3, ἁμαρτωλὸς δὲ εἶναι ἐκεῖνος ὅπου εἶναι μὲν εὐσεβὴς εἰς τὸν Θεόν, ἔχει δὲ ζωὴν παράνομον καὶ ἁμαρτωλὴν λοιμὸς δὲ ὀνομάζεται ἐκεῖνος ὅπου δὲν εἶναι μόνον αὐτὸς ἁμαρτωλός, ἀλλὰ καὶ ἄλλους διαφθείρει καὶ μεταδίδει εἰς αὐτοὺς τὴν ἁμαρτίαν, καθὼς καὶ ὁ πανουκλιασμένος μεταδίδει εἰς τοὺς ἄλλους τὴν πανοῦκλαν. Διὰ τοῦτο, λέγω, μακαρίζει ἐδῶ ὁ Δαβὶδ ἐκεῖνον τὸν Χριστιανῶν ὅπου φυλαχθῆ καὶ ἀπὸ τοὺς τρεῖς αὐτοὺς καὶ μήτε συγκοινωνεῖ μὲ τὴν κατὰ τοῦ Θεοῦ βουλὴν τῶν ἀσεβῶν οὔτε περαστικῶς καὶ κατὰ παρέργον, κατὰ τὸν Ἠσύχιον τοῦτο

γὰρ νομίζω ὅτι δηλοὶ ἢ πορεία καὶ στράτα ὁπού λέγει ἐδῶ ὁ Δαβὶδ4· μήτε συγκοινωνεῖ μὲ οὒν μακάριοι οἱ πορευομένοι ἐν νόμῳ Κυρίου; οὐ γὰρ τοὺς πορευθέντας ἐκεῖ, ἀλλὰ τοὺς ἔτι πορευομένους μακαριστοὺς ὁ λόγος τίθεται ὅτι οἵ το ἀγαθὸν ἐργαζόμενοι ἐν αὐτῷ τῷ ἔργῳ τὸ ἀπόδεκτον ἔχουσι». Λέγει δὲ καὶ ὁ Χρυσόστομος: «Πάντων των ἄλλων κρηπὶς ἔστιν ἢ μακαριότης, ἥτις ἐν Ψαλμοῖς ἀναγκαίως ἀντὶ στεφάνων προτίθεται τοὺς αὐτῆς ἐραστὲς πρὸς νίκος ἀλείφουσα, ἧς δὲν τὸ τέλει γενόμενος μακάριος» ('Ἐν τῇ ἐκδεδομένῃ Σειρά).

3 Όθεν ἤρμηνευσεν ὁ Μέγας Βασίλειος: «'Ἀσέβεια κυρίως λέγεται ἡ εἰς Θεὸν ἁμαρτία». Εἶπε δὲ καὶ ὁ Ἠσύχιος: «Δεῖ πρώτον κατορθούσθαι τὴν εὐσέβειαν καὶ τότε τὴν τοῦ βίου πολιτείαν ρυθμίζεσθαι ἀλλ' ἐκεῖ μὲν τὸ πορευθῆναι, ἐνταύθα δὲ τὸ μηδὲ στῆναι προσέταξεν, ἶνα τῆς μὲν ἀσεβείας μηδ' ὅσον ἐν παρόδῳ μεταλαβεῖν ἢ ψαύσαι φυλαξώμεθα ἁμαρτίας δέ, εἰ καὶ τὶς ἠμὶν πάροδος ὑπαχθείσι γένοιτο, στῆναι ὅμως ἐν αὐτῇ, τουτέστιν ἐνίστασθαι ἢ ἐπιμένειν ἐκκλίνωμεν» (Ἐν τῇ ἐκδεδομένῃ Σειρά).

4 Ὁ δὲ Μέγας Βασίλειος στράταν ἐννοεῖ ἐδῶ τὴν ζωὴν τῶν ἀνθρώπων, διὰ τί φέρει κάθε ἄνθρωπον εἰς τὸ τέλος τοῦ θανάτου καθὼς καὶ ἡ στράτα φέρει τοὺς περιπατοῦντας εἰς τὸν τόπον ὅπου θέλουσιν «Ὁδὸς ὁ βίος εἴρηται διὰ τὴν πρὸς τὸ τέλος ἑκάστου τῶν γεννηθέντων ἔπειξιν». Προσθέτει δὲ ὁ θεῖος Νύσσης Γρηγόριος: «Ἐπεῖ οἱ πολλοὶ περιπλανώμενοι ταῖς αἰσθήσεσι τοὺς κατὰ τὸν βίον εὐρoούντας μακαρίους κατονομάζουσι, διεστραμμένως χρώμενοι καὶ τοὺς ὀνόμασι καὶ τοῖς πράγμασι διὰ τοῦτο ὥσπερ ἐν μεσαιτάτῃ περιωπὴ ἔστηκως ὁ Προφήτης βοᾷ, μακάριον εἶναι μόνον τὸν ἀγαθῶν καὶ σπουδαῖον, τέλος τοῦ κατ' ἀρετὴν βίου τὴν ἄρρητον ταύτην τιθέμενος μακαριότητα πᾶν γὰρ τὸ

κατὰ σπουδὴν κατορθούμενον πρὸς τί τὴν ἀναφορὰν πάντως ἔχει καὶ ὥσπερ ἢ μὲν ἰατρικὴ πρὸς τὴν ὑγείαν δρᾷ, τῆς δὲ γεωργίας καὶ σκοπὸς πρὸς τὸ ζῆν ἔστι παρασκευὴ οὕτω καὶ ἢ τῆς ἄρετης κτήσεις πρὸς τὸ μακάριον γενέσθαι τὸν κατ' αὐτὴν ζῶντα βλέπει" τοῦτο γὰρ παντός του κατὰ τὸ ἀγαθὸν νοουμένου κεφάλαιον καὶ πέρας ἐστίν». Θεοδώρητος «Ἁρμοδίως δὲ λίαν ὁ μέγας Δαβὶδ μακαρισμὸς τῆς οἰκείας αὐτοῦ προτέθεικε συγγραφῆς τὸν ἐαυτοῦ υἱὸν δμοὺ καὶ Δεσπότην μιμούμενος, τὸν Σωτῆρα λέγω Χριστόν, δς τῆς πρὸς τοὺς ἱεροὺς Μαθητᾶς διδασκαλίας ἀπὸ μακαρισμῶν ἤρξατο, “Μακάριοι, λέγων, οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι, ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν'». Μερικοὶ δὲ λέγουν ὅτι ὁ μὲν Δαβὶδ ἄρχισε τὸν πρώτον Ψαλμὸν μὲ ἑνικῶν ἀριθμὸν εἴπων «Μακάριος», διὰ νὰ φανερώση τὴν πτωχείας καὶ στενότητα τῆς χάριτος τοῦ παλαιοῦ νόμου καὶ τῶν Προφητῶν, ἐν ἢ σπάνιοι εὐρίσκοντο οἱ

μακάριοι καὶ δὲ Χριστὸς ἄρχισε τὴν πρὸς τοὺς Μαθητὲς τοῦ διδασκαλίας μὲ πληθυντικὸς ἀριθμὸν εἴπων «Μακάριοι» διὰ τὴν πλουσιότητα καὶ ἀφθονίαν τῆς χάριτος τοῦ Εὐαγγελίου, ἐν ἢ πολλοὶ εὑρίσκονται οἱ μακάριοι ὅθεν εἶπε καὶ ὁ Ὠριγένης: «Ἐνθάδε μὲν διὰ τὸ σπάνιόν των πάλαι κατορθoύντων ἕνα τινὰ μακαρίζει καὶ δὲ Σωτὴρ ἠμῶν πλείονας ποιῶν μακαρίους πληθυντικός τους μακαρισμοὺς προσφέρεται» (Ἓν τὴ ἐκδεδομ. Σειρά).


τὸ εἰς τὸ κακὸν στάσιμόν των ἁμαρτωλῶν, ἂν καὶ τυχὸν ἤθελε συναρπαγὴ ποτὲ μὴ θέλοντας, ὡς ἄνθρωπος, εἷς καμμίαν κακίαν μήτε συγκοινωνεῖ μὲ τὴν ἐπιμονὴν καὶ βεβαιότητα ὅπου οἱ λοιμοὶ καὶ διεφθαρμένοι ἄνθρωποι κάμνουσιν εἰς τὴν κακίαν, διαφθείροντες καὶ τοὺς ἄλλους, περὶ τῶν ὁποίων εἶπεν ὁ Σολομῶν: «Θρασὺς καὶ αὐθάδης καὶ ἀλαζὼν λοιμὸς καλεῖται» (Πάρ. κὰ' 24): ἡ καθέδρα γάρ, ὅπου λέγει ἐδῶ ὁ Δαβίδ, τὴν ἐπιμονὴν φανερώνει. Δύναται δὲ νὰ νοηθῆ καὶ μὲ ἄλλον τρόπον τὸ ρητὸν τοῦτο. Βουλὴ μὲν γὰρ ἀσεβῶν νοεῖται τὸ συνέδριον τῶν ἀσεβῶν, καθὼς ὁ 'Ἀκύλας καὶ ὁ Θεοδοτίων μετέφρασαν: ὁδὸς δὲ καὶ στράτα τῶν ἁμαρτωλῶν εἶναι ὁ Διάβολος, κατὰ τὸν Δίδυμον, ἐπειδὴ ὅποιος δὲν σταθῇ εἰς τὸν Διάβολον, αὐτὸς θέλει ἔλθει πρὸς τὸν Χριστόν, ὅστις εἶναι ὁδὸς καὶ στράτα, διὰ μέσου της ὁποίας περιπατούσιν οἱ ἄνθρωποι εἰς τὴν ἀρετήν, καθὼς τὸ εἶπε μόνος: «Ἐγὼ εἴμι ἡ ὁδὸς» (Ιω. ιδ' 6). Καθέδρα δὲ τῶν λοιμῶν εἶναι ἡ διδασκαλία τῶν πονηρῶν ἀνθρώπων, κατὰ τὸν Ἀστέριον5. Ἔπειδη δὲ δὲν εἶναι ἀρκετὸν εἰς τὴν τελείωσιν τῆς ἀρετῆς το νὰ φύγη μόνον ὁ ἄνθρωπος τὸ κακόν, ἀλλὰ εἶναι χρεία νὰ κάμῃ καί το καλόν, κατὰ τὸ «Ἔκκλινον ἀπὸ κακοῦ, καὶ ποίησον ἀγαθὸν» (Ψάλ. λγ' 15) καί το: «Παύσασθε ἀπὸ τῶν πονηριῶν ὑμῶν, μάθετε καλὸν ποιεῖν» (Ἡσ. α' 16): διὰ τοῦτο καὶ ὁ Δαβὶδ ἀκολούθως λέγει:

2. Ἀλλ᾿ ἤ ἐν τῷ νόμῳ Κυρίου τὸ θέλημα αὐτοῦ, καὶ ἐν τῷ νόμῳ αὐτοῦ μελετήσει ἡμέρας

καὶ νυκτός6.

Μετάφραση (Τιμ. Κιλίφη): Αλλά το θέλημα του (η θέληση και η σκέψη) δόθηκε στον

νόμο του Κυρίου και τον νόμο του θα μελετά μέρα και νύχτα. Μακάριος, λέγει, εἶναι ἐκεῖνος ὁ Χριστιανὸς ὅστις ὄχι μόνον δὲν ἔσυγκοινωνησε μὲ τοὺς προρρηθέντας ἀσεβεῖς καὶ ἁμαρτωλοὺς καὶ λοιμούς, ἀλλὰ καὶ πρὸς τούτοις ἐσυνάρμοσε τὸ θέλημά του εἷς τὸν νόμον τοῦ Κυρίου καὶ ἐκεῖνα μόνον θέλει καὶ ἀγαπᾷ, ὅσα προστάζει ὁ τοῦ Θεοῦ νόμος καὶ αὐτὰ μελετᾷ πάντοτε καὶ μὲ αὐτὰ εὔτακτει καὶ διορθώνει τὴν ζωήν του. Ἔτζι γὰρ καὶ ὁ Θεὸς ἐπρόσταξε διὰ τοῦ Μωυσέως λέγων: «Καὶ ἔσται τὰ ρήματα ταῦτα, ἃ ἐγὼ ἐντέλλομαι σοὶ σήμερον, ἐν τῇ καρδίᾳ σου καὶ ἐν τῇ ψυχῇ σου, καὶ προβιβάσεις αὐτὰ τοὺς υἱούς σου καὶ λαλήσεις ἐν αὐτοῖς καθήμενος ἐν οἶκο καὶ πορευόμενος ἐν ὀδῷ καὶ κοιταζόμενος καὶ διανιστάμενος καὶ ἀφάψεις αὐτὰ εἰς σημεῖον ἐπὶ τῆς χειρός σου καὶ ἔσται ἀσάλευτον πρὸ ὀφθαλμῶν σου» (Δευτερ. Σ' 6)7. Ἀκολούθως δὲ δείχνει ὁ Δαβὶδ καὶ ποῖος καρπὸς γεννᾶται ἀπὸ τὴν μελέτης τοῦ θείου νόμου.

5 Ὁ δὲ Χρυσόστομος λέγει ὅτι, καθὼς ὁ Διάβολος εἶναι βουλὴ τῶν ἀσεβῶν, ἔτζι ἐκ τοῦ ἐναντίου βουλὴ τῶν εὐσεβῶν εἶναι ὁ Χριστός: «Ἡ δὲ βουλὴ τῶν εὐσεβῶν ἐστιν ὁ Χριστός, ὅστις εὑρίσκεται καὶ ὁδὸς καὶ καθέδρα" ὁδὸς μὲν ὡς πρὸς αὐτὸν ἀνάγουσα τὸν Πατέρα καθέδρα δὲ ὡς ἀναπαύουσα τοὺς ἐκλυομένους ἐν τῷ βίῳ Δεῦτε γάρ, φησί, πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι, καγῶ ἀναπαύσω ὑμᾶς'» (Ἓν τὴ ἐκδεδομ. Σείρ.). Λέγει δὲ καὶ

6 Ὁ Νύσσης Γρηγόριος ἑρμηνεύει ὅτι διὰ τοῦτο εἶπε δύο φοραῖς τὸν νόμον ἐδῶ, διὰ νὰ φανερώση τὸν παλαιὸν καὶ τὸν νέον της χάριτος, ὅστις ἔμελλε νὰ δοθῆ, εἰς τὸν ὁποῖον ἔβαλε καὶ τὸ «μελετήσει», ἐπειδὴ οἱ Χριστιανοὶ περισσότερον πρέπει νὰ μελετοῦν τὴν νέαν Γραφῶν ἀπὸ τὴν παλαιάν, ὡς λέγει ὁ Μέγας Βασίλειος ἐν τῇ πρὸς Χίλωνα ἐπιστολή. Ἡμέραν δὲ ἐννοεῖ ὁ Νύσσης τὴν εὐτυχίας καὶ νύκτα τὴν δυστυχαν ὁ γὰρ ἐν αὐταῖς μελετῶν τὸν νόμον οὔτε ἐν τῇ εὐτυχίᾳ ὑβρίζει καὶ ὑπερηφανεύεται οὔτε ἓν τὴ δυστυχία καταπίπτει καὶ λυπεῖται" μελετᾷ δέ, λέγει καὶ αὐτός, ἐκεῖνος ὁπού θεληματικῶς φυλάττει τὸν νόμον καὶ ὄχι ἐκεῖνος ὅπου κατὰ ἀνάγκης καὶ ἀκουσίως φυλάττει αὐτόν.

7 Εἶπε δὲ καὶ ὁ Θεὸς πρὸς τὸν Ἰησοῦν τοῦ Ναυῆ «Οὐκ ἀποστήσεται ἡ βίβλος τοῦ νόμου τούτου ἐκ τοῦ στόματός σου, καὶ μελετήσεις ἐν αὐτῇ ἡμέρας καὶ νυκτός, ἶνα εἴδης πάντα τα γεγραμμένα» (Ἰησ. α' 8).


4. Οὐχ οὕτως οἱ ἀσεβεῖς, οὐχ οὕτως,

Μετάφραση (Τιμ. Κιλίφη): Δεν πετυχαίνουν έτσι οι ασεβείς· όχι, έτσι δεν πετυχαίνουν, Ἤτοι οἱ ἀσεβεῖς ἄνθρωποι δὲν χλοηφορούσι, λέγει, οὐδὲ καρπoφoρoύσιν οὐδὲ τὰ ἄλλα ἀγαθὰ θέλουν ἀπολαύσουν, καθὼς χλοηφορεῖ καὶ καρποφορεῖ καὶ ἀπολαμβάνει αὐτὸ ἐκεῖνος ὁ Χριστιανὸς ὅπου μελετᾷ εἰς τὸν νόμον τοῦ Θεοῦ. Ἔδιπλασιασε δὲ τὸ οὒχ οὗτως ὁ Προφήτης, διὰ νὰ βεβαιώση τὸν λόγον τοῦ περισσότερον καὶ νὰ φανερώση σαφέστερον τὴν ἔναντιοτητα ὅπου ἔχουν οἱ ἀσεβεῖς μὲ τοὺς εὐσεβεῖς, κατὰ τὸν Θεοδώρητον. Ἀλλ᾿ ἢ ὡσεὶ χνοῦς, ὃν ἐκρίπτει ὁ ἄνεμος ἀπὸ προσώπου τῆς γῆς.

Μετάφραση (Τιμ. Κιλίφη): αλλά μοιάζουν με χνούδι, που ο αέρας το ρίχνει μακριά από την επιφάνεια της γης. Καθώς, λέγει, ὁ ἄνεμος μεταφέρει τὸ ψιλὸν χῶμα τῆς γῆς, ἤτοι τὸν κονιορκτόν, καὶ διασκορπίζει αὐτὸν ἀπὸ ἕνα τόπον εἰς ἄλλον, τοιουτοτρόπως διασκορπίζουσι τοὺς ἀσεβεῖς καὶ οἱ ἀντιπνέοντες Δαίμονες. Πρόσωπον δὲ τῆς γῆς τὴν φαινομένην ἔπιφανειάς της γῆς ὀνομάζει ὁ Δαβίδ, τὸ ὁποῖον αὐτὸ πρόσωπον καὶ τώτα τῆς γῆς ὀνομάζονται, διὰ τί ἐπάνω εἰς αὐτὰ βαστάζει ἡ γῆ φυτά, ζῷα καὶ ἄλλα σώματα καθὼς καὶ βάθος τῆς γῆς ὀνομάζεται ὁ κόλπος τῆς γῆς. Ἀσεβεῖς δὲ ἐδῶ ὀνομάζει ὁ Δαβὶδ μὲ κοινὸν ὄνομα ὅλους τους ἄνω εἴρημενους ἀσεβεῖς καὶ ἁμαρτωλοὺς καὶ λοιμούς. Ἤμπορουν δὲ νὰ νοηθοῦν ἀσεβεῖς καὶ οἱ Ἰουδαῖοι, κατὰ τὸν 'Ἀθανάσιον καὶ Ἠσύχιον, οἱ ὁποῖοι, μὲ τὸ νὰ μὴν σέβονται τὸν Yiον τοῦ Θεοῦ, διεσκορπίσθησαν εἰς ὅλον τὸν κόσμον ὡσὰν κονιορκτός, ἀφοῦ ἔπνευσε τὸ κήρυγμα τῶν Ἱερῶν Ἀποστόλων καὶ ἐφύσησαν κατὰ τῶν Ἰουδαίων ὡσὰν ἄνεμος δυνατός τα

στρατεύματα τῶν Ρωμαίων, τὰ ὁποῖα ἠφάνισαν τὰ Ἱεροσόλυμα, τὴν πατρίδα των.

5. Διὰ τοῦτο οὐκ ἀναστήσονται ἀσεβεῖς ἐν κρίσει

Μετάφραση (Τιμ. Κιλίφη): Γι’ αυτό οι ασεβείς δεν θα μπορούν να σταθούν όρθιοι κατά

την ώρα της κρίσεως (του Θεού)

Βλέπε ἐδῶ, ἀγαπητέ, τοῦ ἐν τῷ Δαβὶδ λαλοῦντος Ἁγίου Πνεύματος τὴν ἀκρίβειαν. Ἐπειδὴ δὲν εἶπεν ἁπλῶς ὅτι δὲν θέλουν ἀναστηθοῦν10 οἱ ἀσεβεῖς, ἀλλὰ ἐπρόσθεσε καὶ τὸ ἐν κρίσει, ἐπειδὴ καὶ οἱ ἀσεβεῖς ἔχουν μὲν νὰ ἀναστηθοῦν, ὄχι ὅμως διὰ νὰ κριθοῦν, διὰ τί αὐτοὶ εἶναι αὐτοκατάκριτοι ἀπὸ ἐδῶ: «Ὁ γὰρ μὴ πιστεύων, φησίν, ἤδη κέκριται» (Ἰω. γ΄ 8). 'Ἀλλ' ἔχουν νὰ ἀναστηθοῦν διὰ νὰ κατακριθοῦν καὶ νὰ τιμωρηθοῦν, κατὰ τὸν Χρυσόστομον καὶ τὸν Θεοδώρητον. Πρέπει δὲ νὰ παρατηρήσωμεν ὅτι ὁ μὲν Μωυσῆς δὲν εἶπε (καθαρῶς) περὶ ἀναστάσεως11, ὁ δὲ Δαβὶδ πρῶτος ἐδίδαξε περὶ αὐτῆς καθαρῶς.

10 Σημείωσαι ὅτι ἡ ἑβραϊκὴ λέξις δὲν σημαίνει μόνον τὸ ἀνίστασθαι, ἀλλὰ καὶ τὸ ἁπλῶς ἵστασθαι: όθεν ἠμπορεῖ νὰ μεταφρασθῆ οὕτω τὸ ρητὸν «Ὁ στήσονται ἀσεβεῖς ἐν κρίσει», δηλαδὴ ἐν τῷ κριτηρίων καὶ τὴ βουλὴ τῶν Δικαίων, καθὼς λέγει παρακάτω ὁ ἴδιος Δαβίδ, ταυτὸν εἰπεῖν «Οὐ στήσονται οἱ ἀσεβεῖς μετὰ τῶν εὐσεβῶν καὶ Δικαίων».

11 Προσέθηκα ἐγὼ ὅτι καθαρῶς δὲν εἶπεν ὁ Μωυσῆς περὶ ἀναστάσεως, διὰ τί σκιωδῶς εἶπε περὶ αὐτῆς λέγων" «Καὶ γὰρ τὸ ὑμέτερον αἷμα τῶν ψυχῶν ὑμῶν ἐκ χειρὸς πάντων των θηρίων ἐκζητήσω αὐτὸ» (Γέν. 0' 5), ὅπερ ἑρμηνεύων ὁ θεῖος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνὸς λέγει: «Πῶς ἐκζητήσει τὸ αἷμα τοῦ ἀνθρώπου ἐκ χειρὸς πάντων των θηρίων; ἢ ὅτι ἀναστήσει τὰ σώματα τῶν ἀνθρώπων τῶν ἀαθνῃσκόντων" οὐ γὰρ ἀντὶ τοῦ ἀνθρώπου ἀποθανεῖται τὰ θηρία» (περὶ ἀναστάσεως κέφ. ρδ'). Καὶ πάλιν εἶπε τὰ λόγια ὁπού ἐφώνησεν ὁ Θεὸς πρὸς αὐτὸν ἐκ τῆς βάτου: «Ἐγὼ εἴμι καὶ Θεὸς


Οὐδὲ ἁμαρτωλοὶ ἐν βουλῇ δικαίων.

Μετάφραση (Τιμ. Κιλίφη): ούτε οι αμαρτωλοί θα βρεθούν στη σύναξη των δικαίων. Αμαρτωλούς ἐδῶ ὀνομάζει ὄχι τοὺς ἀσεβεῖς, ἀλλὰ τοὺς εὐσεβεῖς μέν, διεφθαρμένους δὲ καὶ κακοὺς ὄντας, οἱ ὁποῖοι θέλουν κριθοῦν καὶ θέλουν διωχθοῦν μακρὰν ἀπὸ τοὺς Δικαίους: διὰ τί ὁ 'Ἀκύλας καὶ ὁ Θεοδοτίων τὴν βουλὴν τῶν Δικαίων μετέφρασαν συναγωγῆς τῶν Δικαίων. Δικαίους δὲ συνηθίζει νὰ ὀνομάζῃ ἢ “Ἁγία Γραφὴ ὄχι μόνον ἐκείνους ὅπου γυμνάζονται τὴν ξεχωριστὴν ἄρετην τῆς δικαιοσύνης, ἀλλὰ καθολικῶς καὶὅλους τους Ἁγίους τους ὑπὸ Θεοῦ δεδικαιωμένους διὰ τὰς ἀρετᾶς τῶν12.

6. Ὅτι γινώσκει Κύριος ὁδὸν δικαίων,

Μετάφραση (Τιμ. Κιλίφη): Γιατί ο Κύριος γνωρίζει την πορεία των δικαίων,

Μὲ τὰ λόγια ταῦτα φανερώνει ὁ Δαβὶδ ὅτι κανένας ἄνθρωπος δὲν ἠμπορεῖ νὰ λανθάση καὶ νὰ κρυφθῆ ἀπὸ τὸν Θεόν, ἐπειδὴ καὶ ὁ Θεὸς ἠξεύρει τὰς καλᾶς στράτας καὶ τὰ κινήματα τῶν Δικαίων, ὡς ἀλλαχοῦ λέγει ὁ αὐτός: «Γινώσκει Κύριος τὰς ὁδοὺς τῶν ἀμώμων» (Ψάλ. λς' 18): καὶ ὁ Μωυσῆς: «"Ἔγνω ὁ Θεὸς τοὺς ὄντας αὐτοῦ καὶ τοὺς ἁγίους» ('Ἀριθ. ἲς' 5). Διὰ τί καὶ αὐτὸς ὁ Κύριος εἶπεν ὅτι «Ἐγὼ εἴμι ἡ ὁδὸς» (Ἴω. Ἰδ' 6). Ὅθεν ἀκολούθως αὐτὸς ἤξευρει καὶ ἐκείνους ὅπου περιπατοῦν διὰ μέσου αὐτοῦ, ἤγουν διὰ μέσου των ἐντολῶν του. Τὰς δὲ κακᾶς στράτας ὑποκρίνεται καὶ Θεὸς πὼς δὲν τὰς ἠξεύρει, διὰ τί αὗται εἶναι ἀναξιαι τῆς θεοπρεποὺς τοῦ γνώσεως. Διὰ τοῦτο καὶ ὅταν ὁ Ἀδὰμ παρέβη τὴν ἐντολὴν τοῦ Θεοῦ, ἐρώτησεν αὐτὸν ὁ Θεὸς ὡσὰν νὰ μὴν ἤξευρη: «Ἀδάμ, ποῦ εἰ;» (Γέν. γ' 9). Παρομοίως ἐρώτησε καὶ τὸν Κάιν, ἀφοῦ ἔθανατωσε τὸν ἀδελφόν του: «Ποῦ ἔστιν Ἀβελ ὁ ἀδελφός

σου;» (Γέν. δ' 9). Ὠσαύτως ἐρώτησεν ὁ Θεὸς καὶ ἄλλους πολλοὺς13.

Καὶ ὁδὸς ἀσεβῶν ἀπολεῖται.

Μετάφραση (Τιμ. Κιλίφη): ενώ τα σχέδια των ασεβών θα χαθούν (θα καταστραφούν).

Τῶν Δικαίων καὶ Ἁγίων ἀνθρώπων αἳ ἀρεται καὶ πράξεις ἔχουν νὰ διαμένουν παντοτινά, ὡς πλοῦτος αὐτῶν καὶ στέφανος. Τῶν δὲ ἀσεβῶν καὶ κακῶν αἳ ἁμαρτίαι καὶ πράξεις, τὶς ὁποίας ὁδὸν ἔδω ὀνομάζει ὁ Δαβίδ, αὗται, λέγω, ἀφανίζονται καὶ ἀνενέργητοι γίνονται.τοῦ Πατρός σου, Θεὸς 'Ἀβραὰμ καὶ Θεὸς Ἰσαὰκ καὶ Θεὸς Ἰακὼβ» ("Ἕξ. γ' 6), ὅπερ καὶ ὁ Κύριος ἀναφέρων ἔλεγεν ἐν τῷ

Εὐαγγελίῳ" «Περὶ δὲ τῆς ἀναστάσεως τῶν νεκρῶν οὐκ ἀνέγνωσε τὸ ρηθὲν ὑμὶν ὑπὸ Θεοῦ λέγοντος 'Ἐγὼ εἴμι ὁ Θεὸς 'Ἀβραὰμ καὶ ὁ Θεὸς Ἰσαὰκ καὶ ὁ Θεὸς Ἰακὼβ οὐκ ἔστιν ὁ Θεὸς Θεὸς νεκρῶν, ἀλλὰ ζώντων» (Ματθ. κβ' 32). Διὸ καὶ ὁ Δαμασκηνὸς αὐτὸ τοῦτο ἀναφέρων λέγει: «Οὐκ ἔστιν ὁ Θεὸς νεκρῶν Θεὸς τῶν ἀποθανόντων καὶ οὐκ ἔτι ἔσομενων ἀλλὰ ζώντων, ὧν αἳ ψυχαὶ μὲν ἐν χειρὶ αὐτοῦ ζῶσι, τὰ δὲ σώματα πάλιν δὶ' ἀναστάσεως ζήσεται» (αὐτόθι).

12 Ὅθεν εἶπε καὶ ὁ θεῖος Κύριλλος: «Ἀναστήσονται δὲ καὶ οἱ ἁμαρτωλοί, ἀλλ' οὐκ ἔσονται ἐν τῇ βουλῇ καὶ τὸ τάγματα τῶν Δικαίων εἰ γὰρ καὶ εἰὲν τινὲς τῶν ἠμαρτηκότων ἐλέους ἄξιοι, ἀλλ' οὐκ ἂν τοϊς τῶν ἁγίων ἐναριθμηθεῖεν χορούς».

13 Τινὲς δὲ λέγουν ὅτι τὸ γινώσκει ἐδῶ ἐκλαμβάνεται καὶ ἀντὶ τοῦ ἀγαπᾷ καὶ τιμᾷ, καθὼς εἶπε καὶ πρὸς τὸν Μωυσὴν «Οἰδὰ σὲ (ἤτοι ἔγνωκα καὶ ἠγάπησα) παρὰ πάντας, καὶ χάριν ἔχεις παρ' ἐμοὶ» (Ἕξ. λγ' 12). Εἰς δὲ τοὺς ἁμαρτωλοὺς λέγει: «Οὐκ οἶδα ὑμᾶς» (Ματθ. κὲ' 12), ἤτοι δὲν σᾶς ἠγάπησα.


Τοῦτο δὲ τὸ ρητὸν εἶναι ὅμοιον, κατὰ τὸν Θεοδώρητον, μὲ ἐκεῖνο ὅπου λέγει ὁ Παῦλος: «Εἰ τινὸς τὸ ἔργον κατακαήσεται, ζημιωθήσεται» (Α' Κορ. γ΄ 15)14.

14 Ο δὲ Μέγας Βασίλειος λέγει ὅτι, ἐπειδὴ μερικοὶ αἱρετικοὶ ἐνόμισαν ὅτι ἡ οὐσία τῶν ἀσεβῶν καὶ ἁμαρτωλῶν ἔχει τελείως νὰ ἀφανισθῆ εἰς τὸ μὴ ὅν, μὲ τὸ νὰ εἶπεν ὁ Δαβὶδ ἀνωτέρω πῶς θέλουν διασκορπισθοῦν αὐτοὶ ὡσὰν ὁ κονιορκτὸς τῆς γῆς, διὰ τοῦτο τώρα ὁ Δαβὶδ καθαρίζει τοῦτο ἐδῶ καὶ λέγει ὅτι ἡ ὁδὸς τῶν ἀσεβῶν ἄφανιζεται, ἤτοι ἡ κακία καὶ ἡ ἀσέβεια αὐτῶν καὶ ὄχι ἡ οὐσία αὐτῶν. Ἐπειδὴ ἡ μὲν πονηρία ἀφανίζεται καὶ εἷς το μὴ ὃν διαλύεται, οἱ δὲ ἀσεβεῖς, εἰς τοὺς ὁποίους ἡ κακία συνέβη, ἀφήνονται διὰ νὰ κολάζωνται αἰωνίως, καθὼς τοῦτο καὶ ἄλλαχου καὶ αὐτὸς Δαβὶδ φανερώνει λέγων· «Ζητηθήσεται ἡ ἁμαρτία αὐτοῦ καὶ οὐ μὴ εὑρεθῆ» (Ψάλ. θ' 39).


Η Ερμηνεία των πρώτων 70 ψαλμών (Α – Ο) του Ζιγαβηνού και του Αγίου Νικοδήμου.

Εκδόσεις Νέας Σκήτης Αγίου Όρους. Μεταφρασμένο στη Νεοελληνική.


Η λέξη ασεβείς βρίσκεται και στον 50ον Ψαλμό του Δαυίδ. 

άνομος αρχαία ελληνική ἄνομος

Ερμηνεία
επίθετο┘ άνομος -η, -ο

✦ ο κατά παράβαση του νόμου τελούμενος, αθέμιτος
✦ αντίθετος προς την καθιερωμένη ηθική
✦ (για πρόσωπα) ο παραβάτης των νόμων ή της ηθικής, ο φαύλος

Συνώνυμα
έκνομος, παράνομος
Αντίθετα
έννομος, νόμιμος, θεμιτός
Επιρρήματα
άνομα (Κ ανόμως)

 Έρευνα για άνομος στίχοι 9.

 Ἰώβ 27:7 Ο εχθρος μου να ηναι ως ο ασεβης και ο ανισταμενος κατ' εμου ως ο παρανομος.

Ἰεζεκιήλ 3:18 Οταν λεγω προς τον ανομον, Εξαπαντος θελεις θανατωθη, και συ δεν νουθετησης αυτον και δεν λαλησης δια να αποτρεψης τον ανομον απο της οδου αυτου της ανομου, ωστε να σωσης την ζωην αυτου, εκεινος μεν ο ανομος θελει αποθανει εν τη ανομια αυτου· πλην εκ της χειρος σου θελω ζητησει το αιμα αυτου.

Ἰεζεκιήλ 18:21 Αλλ' εαν ο ανομος επιστραφη απο πασων των αμαρτιων αυτου, τας οποιας επραξε, και φυλαξη παντα τα διαταγματα μου και πραξη κρισιν και δικαιοσυνην, εξαπαντος θελει ζησει, δεν θελει αποθανει·

Ἰεζεκιήλ 18:24 Οταν ομως ο δικαιος επιστραφη απο της δικαιοσυνης αυτου και πραξη αδικιαν και πραξη κατα παντα τα βδελυγματα τα οποια ο ανομος πραττει, τοτε θελει ζησει; Πασα η δικαιοσυνη αυτου, την οποιαν εκαμε, δεν θελει μνημονευθη· εν τη ανομια αυτου την οποιαν ηνομησε και εν τη αμαρτια αυτου, την οποιαν ημαρτησεν, εν αυταις θελει αποθανει.

Ἰεζεκιήλ 18:27 Και οταν ο ανομος επιστραφη απο της ανομιας αυτου, την οποιαν επραξε, και πραξη κρισιν και δικαιοσυνην, ουτος θελει φυλαξει ζωσαν την ψυχην αυτου.

Ἰεζεκιήλ 33:8 Οταν λεγω εις τον ανομον, Ανομε, θελεις εξαπαντος θανατωθη· και συ δεν λαλησης δια να αποτρεψης τον ανομον απο της οδου αυτου, εκεινος μεν ο ανομος θελει αποθανει εν τη ανομια αυτου, πλην εκ της χειρος σου θελω εκζητησει το αιμα αυτου.

Ἰεζεκιήλ 33:19 Και οταν ο ανομος επιστρεψη απο της ανομιας αυτου και πραξη κρισιν και δικαιοσυνην, αυτος θελει ζησει δια τουτο.

Προς κορινθιους Α΄ 9:21 εις τους ανομους ως ανομος, μη ων ανομος εις τον Θεον, αλλ' εννομος εις τον Χριστον, δια να κερδησω ανομους·

Προς Θεσσαλονικεις Β΄ 2:8 και τοτε θελει αποκαλυφθη ο ανομος, τον οποιον ο Κυριος θελει απολεσει με το πνευμα του στοματος αυτου και θελει εξαφανισει με την επιφανειαν της παρουσιας αυτου·

 

Διδάξω ἀνόμους τὰς ὁδούς σου, καὶ ἀσεβεῖς ἐπὶ σὲ ἐπιστρέψουσι.

Και αυτό το ρητό είναι προφητεία του πράγματος, που επρόκειτο να γίνει. Διότι αφού το κήρυγμα του Ευαγγελίου εξαπλώθηκε στα άνομα έθνη, από τότε και το βιβλίο αυτό των Ψαλμών του Δαβίδ έγινε για όλους τους άνομους και ασεβείς διδάσκαλος των αρετών και της θεογνωσίας, επειδή και αυτό αναγιγνώσκεται καθημερινά στην Εκκλησία. [18]

[18] Ο Αθανάσιος λέει: «Αφού με γλύτωσες από την αμαρτία και αμέσως μου δώρισες το Άγιο Πνεύμα σου, τότε βέβαια θα διδάξω πάλι τον δρόμο σου στους παραβάτες και γι’ αυτούς, που αμαρτάνουν θα γίνω παράδειγμα μετανοίας. Και θα τους στρέψω όλους προς την αγαθότητα σου. Διότι με τον ίδιο τρόπο και αυτός που διορθώνεται και αυτός που επιστρέφει μέσω της μετάνοιας γίνονται παράδειγμα για τους πολλούς».

Λέει και ο Ησύχιος: «Και όπως ακριβώς εκείνος που μιλά για την θεραπεία, αφού έχει ο ίδιος ασθενήσει και έχει δοκιμάσει το φάρμακο, γίνεται ιδιαίτερα πιστευτός. Έτσι και αυτοί που σώθηκαν με την μετάνοια γίνονται θύρα επιστροφής και σωτηρίας για τους άλλους αμαρτωλούς.  Έτσι ώστε ο Παύλος να αναφωνεί με παρρησία: »Χριστός ήλθεν εις τον κόσμον αμαρτωλούς σώσαι, ών πρώτός είμι εγώ», που σημαίνει ότι, εάν δεν έχετε εμπιστοσύνη σ’ αυτόν πού, μέσα από το κήρυγμα, κηρύττει την σωτηρία των αμαρτωλών, μάθετε από εμένα που κηρύττω, ότι, αν και ήμουν διώκτης, μου εμπιστεύθηκε να γίνω υπηρέτης του Ευαγγελίου».

Γι’ αυτό και ο Χρυσορρήμων είπε: «Το ναυάγιο του δικαίου, είναι λιμάνι για τους αμαρτωλούς».

1. Όλη η Παλαιά Διαθήκη, αδελφοί χριστιανοί, μιλάει για την μετάνοια. Γιατί η Παλαιά Διαθήκη μιλάει γενικά για την πτώση του ανθρώπου, για τα οδυνηρά αποτελέσματα της πτώσης και καλεί τους ανθρώπους να μετανοήσουν γι᾽ αυτήν.

 Ο Θεός από την αρχή καλεί σε μετάνοια τον πεπτωκότα Αδάμ λέγοντάς του, «Αδάμ που είσαι;» (Γεν. 3,9). Και τον φονιά πάλι τον Κάιν σε μετάνοια τον καλεί ο Θεός ρωτώντας τον, «Που είναι ο Άβελ, ο αδελφός σου;» (Γεν. 4,9).

Η βάση από την οποία ξεκινά η Παλαιά Διαθήκη το κήρυγμά της για μετάνοια είναι ο λόγος του Θεού που λέγεται από τον προφήτη Ιερεμία: «Γνώθι και ιδέ ότι πικρόν σοι το εγκαταλιπείν σε εμέ» (Ιερ. 2,19). Πραγματικά, αδελφοί, είναι πικρό, είναι πολύ πικρό το να εγκαταλείπουμε τον Θεό! Μας παιδεύει και μας ελέγχει η αποστασία μας από τον Θεό. «Παιδεύσει σε η αποστασία σου και η κακία σου ελέγξει σε», μας λέγει πάλι ο προφήτης Ιερεμίας (2,19). Το δε πικρό και το βαρύ της αμαρτίας παριστάνεται δυνατά στην Παλαιά Διαθήκη, αφού μας λέγει ότι φθάνει μέχρι την τέταρτη γενεά (Εξ. 20,5).

 

2. Η ίδια όμως η Παλαιά Διαθήκη μας λέγει να μην υπερβάλλουμε την αμαρτία, ώστε να την παριστάνουμε ότι νικάει την μετάνοια. Όχι! Η μετάνοια νικάει την αμαρτία. Ας το προσέξουμε αυτό, αδελφοί, γιατί αυτό τελικά ήταν το αμάρτημα του Κάιν. Ο Κάιν ταράχθηκε για την αμαρτία που έκανε, απογοητεύθηκε και είπε: «Μείζων η αμαρτία μου του αφεθήναι με» (Γεν. 4,13). Δηλαδή, «η αμαρτία μου είναι πολύ μεγάλη, ώστε να μη μπορεί να συγχωρεθεί». Αντίθετα όμως ο Θεός λέει στον θλιμμένο Κάιν να ησυχάσει. Ακούστε γλυκό λόγο του Θεού, αγαπητοί αδελφοί: «Ήμαρτες; Ησύχασον»(Γεν. 4,7), λέει ο Θεός στον Κάιν. Όταν, λοιπόν, αμαρτάνουμε και ταρασσόμαστε έπειτα για την αμαρτία μας, ας θυμούμαστε αυτόν τον παρήγορο λόγο του Θεού: «Ήμαρτες; Ησύχασον»!


Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ  ΖΑΧΑΡΙΑΣ

   Έκκληση για μετάνοια

 Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΣΟΦΟΝΙΑΣ

   Έκκληση για μετάνοια

Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ  ΙΩΝΑΣ

 Το κήρυγμα του Ιωνά και η μετάνοια των Νινευιτών 

και όλοι οι Προφήτες καλούσαν τον λαό για μετάνοια.

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Βαπτιστής, ἐπικαλούμενος καὶ Πρόδρομος

Ἡ διακονία του συνεχίστηκε καὶ μετὰ τὸ Βάπτισμα ἐλέγχοντας καθέναν ποὺ καταπατοῦσε τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ.

Τὰ τίμια λόγια τοῦ Προδρόμου ἐνοχλοῦσαν τὶς διεφθαρμένες συνειδήσεις τῶν Φαρισαίων καὶ τὸν τετράρχη τῆς Γαλιλαίας καὶ Περαίας, Ἡρώδη Ἀντύπα, ὅταν τὸν ἔλεγξε γιὰ τὴν παράνομη συμβίωσή του μὲ τὴν σύζυγο τοῦ -ζῶντος ἀδελφοῦ του- Φιλίππου, τὴν Ἡρωδιάδα.