αλφάλεξο αντιθέτων
[συμπλήρωμα του λεξικού αντωνύμων]
Αντίθετα ευκόλωςσχηματιζόμενα(3.750 λέξεις)
αβαθμίδωτος/βαθμιδωτόςαβαθμολόγητος/βαθμολογημένοςαβαθούλωτος/βαθουλωτόςαβαθύρριζος/βαθύρριζοςαβαλσάμωτος/βαλσαμωμένοςάβαλτος/βαλτόςαβάναυσος/βάναυσοςαβάπτιστος/βαπτισμένοςαβαράθρωτος/βαραθρωμένοςαβαρέλιαστος/βαρελιασμένοςαβαρεμάρα/βαργεστιμάρα ήβαρεμάρααβάρετος/βαρετόςαβαρής/βαρύςαβασάνιστος/βασανισμένοςαβασίλευτος/βασιλευόμενοςαβασιμότητα/βασιμότητααβάσιστος/βασισμένοςαβάσκαντος/βασκανισμένοςαβάστακτος/βασταγμένοςαβάτευτος/βατεμένοςαβαυκάλιστος/βαυκαλισμένοςάβαφος/βαμμένοςάβγαλτος/βγαλμένοςαβγάτιστος/αβγατιστόςαβδέλυκτος/βδελυκτόςαβεβαίωτος/βεβαιωμένοςαβέβηλος/βέβηλοςαβεβήλωτος/βεβηλωμένοςαβελόνιστος/βελονισμένοςαβελτίωτος/βελτιωμένοςαβερνίκωτος/βερνικωμένοςαβίαστος/βεβιασμένοςαβίδωτος/βιδωμένοςαβιογενετικός/βιογενετικόςαβιομηχανοποίητος/βιομηχανοποιημένοςαβίωτος/βιωτόςαβλάβεια/βλάβηαβλάστητος/βλαστημένοςαβλασφήμητος/βλασφημημένοςάβλαφτος/βλαμμένοςάβλητος/βλητόςαβλόγητος/βλογημένοςαβοηθησία/βοήθειααβοήθητος/βοηθημένοςαβόλετος/βολετόςαβόλευτος/βολεμένοςαβολιδοσκόπητος/βολιδοσκοπημένοςαβολίδωτος/βολιδωτόςαβόλιστος/βολιδοσκοπημένοςάβολος/βολικόςαβομβάρδιστος/βομβαρδισμένοςαβόσκητος/βοσκημένοςαβοστρύχωτος/βοστρυχωτόςαβοτάνιστος/βοτανισμένοςαβούλιαχτος/βουλιαγμένοςαβούλωτος/βουλωμένοςαβούρκωτος/βουρκωμένοςαβούρτσιστος/βουρτσισμένοςαβούτηκτος/βουτηγμένοςαβουτύρωτος/βουτυρωμένοςαβράβευτος/βραβευμένοςαβράκωτος/βρακωτόςάβραστος/βρασμένοςαβράχνιαστος/βραχνιασμένοςάβρεχτος/βρεγμένοςαβρόμιστος/βρομισμένοςαβρόντητα/βροντητάάβροτος/βροτόςαβροχιά/βροχάδααβύζαχτος/βυζαγμένοςαβύθιστος/βυθισμένοςαβυθομέτρητος/βυθομετρημένοςαγάζωτος/γαζωμένοςαγαλβάνιστος/γαλβανισμένοςαγαλήνευτος/γαληνεμένοςάγαλος/πολυγάλακτοςαγαλούχητος/γαλουχημένοςαγανάκτητος/αγανακτισμένοςαγάντζωτος/γαντζωμένοςαγάνωτος/γανωμένοςαγαρνίριστος/γαρνιρισμένοςάγγιχτος/αγγιγμένοςαγγλόφοβος/αγγλόφιλοςάγδαρτος/γδαρμένοςάγδυτος/γδυτόςαγέλαστος/γελαστόςαγελοιοποίητος/γελοιοποιημένοςαγέλοιος/γελοίοςαγέμιστος/γεμισμένοςαγένεια/ευγένειααγένειος/γενάτοςαγέννητος/γεννημένοςαγερασιά/γέρασμααγέραστος/γερασμένοςάγερτος/γερτόςάγευστος/γευστικόςαγεφύρωτος/γεφυρωμένοςαγήτευτος/γητεμένοςαγιάτρευτος/γιατρεμένοςαγίνωτος/γινωμένοςαγκάθιαστος/αγκαθιαστόςαγκαθωτός/αγκάθιαστοςαγκαίνιαστος/εγκαινιασμένοςαγκάλιαστος/αγκαλιαστόςαγκάστρωτος/γκαστρωμένοςαγκιστρωμένος/ξαγκιστρωμένος ήαπαγκιστρωμένοςαγκρέμιστος/γκρεμισμένοςαγκρίνιαστος/γκρινιάρηςάγλειφτος/γλειμμένοςάγλισχρος/γλίσχροςαγλίτσιαστος/γλιτσιασμένοςαγλύκαντος/γλυκασμένοςάγλυκος/γλυκόςάγλυπτος/γλυπτόςάγναμπτος/γναμπτόςάγναφος/επίγναφοςάγνεθος/γνεστόςάγνεστος/γνεσμένοςάγνοια/γνώσηάγνοιαστος/γνοιασμένοςαγνώμων/ευγνώμωναγνώριστος/αναγνωρίσιμοςάγνωρος/γνωστόςαγνωστοποίητος/γνωστοποιημένοςάγνωστος/γνωστόςαγογγυσιά/γογγυσμόςαγόγγυστος/γογγυστήςαγοήτευτος/γοητευμένοςαγόμωτος/γομωμένοςαγόμφωτος/γομφωτόςαγονάτιστος/γονατισμένοςαγονιμοποίητος/γονιμοποιημένοςάγονος/γόνιμοςαγορασμένος/πουλημένοςαγόραστος/αγορασμένοςαγουροξύπνημα/αργοξύπνημαάγουρος/γουρμασμένοςάγουστος/γουστόζικοςαγραβάτωτος/γραβατωμένοςαγράμματος/γραμματισμένοςάγραπτος/γραπτόςαγρασάριστος/γρασαρισμένοςαγρατσούνιστος/γρατσουνισμένοςάγραφος/γραμμένοςαγριομίλημα/γλυκομίλημααγριοπρόσωπος/ηδυπρόσωποςαγροδίαιτος/οικοδίαιτοςαγροδότης/αγρολήπτηςαγρονθοκόπητος/γρονθοκοπημένοςαγυάλιστος/γυαλισμένοςαγύμναστος/γυμνασμένοςαγύρευτος/γυρευτόςαγύριστος/γυρισμένοςάγυρτος/γυρτόςαγύψωτος/γυψωμένοςαγχολυτικός/αγχογόνοςαγωνίαστος/γωνιασμένος ή γωνιωτόςαδάγκωτος/δαγκωμένοςαδάκρυτος/δακρυσμένοςαδάμαστος/δαμασμένοςαδάνειστος/δανεισμένοςαδαπάνητος/δαπανημένοςάδαρτος/δαρμένοςαδασκάλευτος/δασκαλεμένοςαδασμολόγητος/δασμολογημένοςάδειασμα/γέμισμααδείλιαστος/δειλόςάδειμος/δειδήμωναδεισιδαιμονία/δεισιδαιμονίααδεισίθεος/δεισίθεοςαδεκάτιστος/δεκατισμένοςάδεκτος/δεκτόςαδελέαστος/δελεασμένοςαδεμάτιαστος/δεματιασμένοςαδενδροτόμητος/δενδροτομημένοςάδεντρος/δενδρώδηςαδέξιος/επιδέξιοςαδεξιοσύνη/δεξιοσύνηαδεξιότητα/δεξιότητααδέσμευτος/δεσμευμένοςαδέσμιος/δέσμιοςάδετος/δετόςαδευκής/δευκήςάδηκτος/δαγκωμένοςαδηλητηρίαστος/δηλητηριασμένοςάδηλος/δήλοςαδήλωτος/δηλωμένοςαδήμευτος/δημευμένοςαδημιούργητος/δημιουργημένοςαδημοκράτητος/δημοκρατούμενοςαδημοσίευτος/δημοσιευμένοςαδιαβάθμιστος/διαβαθμισμένοςαδιάβαστος/διαβασμένοςαδιαβεβαίωτος/διαβεβαιωμένοςαδιαβίβαστος/διαβιβασμένοςαδιάβλητος/διαβλητόςαδιάβροχος/διάβροχοςαδιάβρωτος/διαβρωμένοςαδιάγνωστος/διεγνωσμένοςαδιαγούμιστος/διαγουμισμένοςαδιάδοτος/διαδεδομένοςαδιάζευκτος/διαζευγμένοςαδιαθεσία/ευδιαθεσίααδιαίρετος/διαιρεμένοςαδιαιρετότητα/διαιρετότητααδιακανόνιστος/διακανονισμένοςαδιακήρυκτος/διακηρυγμένοςαδιακλάδωτος/διακλαδωμένοςαδιακόρευτος/διακορευμένοςαδιακόσμητος/διακοσμημένοςαδιακρισία/διακριτικότητααδιακώλυτος/διακεκωλυμένοςαδιακωμώδητος/διακωμωδημένοςαδιαλάλητος/διαλαλημένοςαδιάλειπτος/ευδιάλειπτοςαδιάλεχτος/διαλεγμένοςαδιάλλακτος/διαλλακτικόςαδιαλλαξία/διαλλακτικότητααδιάλυτος/διαλυτόςαδιαμέλιστος/διαμελισμένοςαδιαμοίραστος/διαμοιρασμένοςαδιαμόρφωτος/διαμορφωμένοςαδιανέμητος/διανεμημένοςαδιανοησία/διανόησηαδιάνοικτος/διανοιγμένοςαδιαπαιδαγώγητος/διαπαιδαγωγημένοςαδιαπέραστος/διαπεραστικόςαδιαπίστωτος/διαπιστωμένοςαδιάπλαστος/διαπλασμένοςαδιαπότιστος/διαποτισμένοςαδιαπραγμάτευτος/διαπραγματεύσιμοςαδιάρθρωτος/διαρθρωμένοςαδιάρπαστοςή αδιάρπακτος/διαρπαγμένοςαδιάρρηκτος/διαρρηκτόςαδιαρρύθμιστος/διαρρυθμισμένοςαδιασάλευτος/διασαλευμένοςαδιασαφήνιστοςή αδιασάφητος/διασαφηνισμένοςαδιασκόρπιστος/διασκορπισμένοςαδιάσπαστος/διασπασμένοςαδιασταύρωτος/διασταυρωμένοςαδιάστικτος/κατάστικτοςαδιαστρέβλωτος/διαστρεβλωμένοςαδιάστροφος/διάστροφοςαδιάσωστος/διασωσμένοςαδιάτακτος/διαταγμένοςαδιατάρακτος/διαταραγμένοςαδιατήρητος/διατηρημένοςαδιατίμητος/διατιμημένοςαδιάτρητος/διάτρητοςαδιατυμπάνιστος/διατυμπανισμένοςαδιατύπωτος/διατυπωμένοςαδιαφάνεια/διαφάνειααδιαφανής/διαφανήςαδιαφήμιστος/διαφημισμένοςαδιάφθορος/διεφθαρμένοςαδιαφοροποίητος/διαφοροποιημένοςαδιαφώτιστος/διαφωτισμένοςαδιαχείριστος/διαχειρίσιμοςαδιαχώριστος/διαχωρισμένοςαδιάψευστος/διαψευσμένοςαδίδακτος/διδαγμένοςαδιέγερτος/διεγερμένοςαδιεκδίκητος/διεκδικούμενοςαδιεκπεραίωτος/διεκπεραιωμένοςαδιέξοδος/διέξοδοςαδιερεύνητος/διερευνημένοςαδιευθέτητος/διευθετημένοςαδιευκρίνιστος/διευκρινισμένοςαδιεχής/διεχήςαδιήγητος/διηγημένοςαδιήθητος/διηθημένοςαδικαιολόγητος/δικαιολογημένοςαδικαίωτος/δικαιωμένοςαδίκαστος/δικασμένοςαδικημένος/δικαιωμένοςαδικοκρισία/δικαιοκρισίαάδικος/δίκαιοςαδιοργάνωτος/διοργανωμένοςαδιόρθωτος/διορθωμένοςή επιδιορθώσιμοςαδιόριστος/διορισμένοςαδιοχέτευτος/διοχετευμένοςαδιπλασίαστος/διπλασιασμένοςάδιπλος/διπλωτόςαδίπλωτος/διπλωμένοςαδιύλιστος/διυλισμένοςαδίχαστος/διχασμένοςαδιχοτόμητος/διχοτομημένοςαδίψαστος/διψασμένοςαδίωκτος/διωγμένοςαδογμάτιστος/δογματικόςαδόκητος/προσδόκιμοςαδοκίμαστος/δοκιμασμένοςαδόκιμος/δόκιμοςαδόλωτος/δολωμένοςαδόμητος/δομημένοςαδόνητος/δονημένοςαδόξαστος/δοξασμένοςαδοξία/δόξαάδοξος/ένδοξοςάδοτος/δοτόςαδούλευτος/δουλεμένοςάδουλος/δούλοςαδούλωτος/δουλωμένοςαδρέπανος/δρεπανηφόροςαδρομολόγητος/δρομολογημένοςαδροσιά/δροσιάαδρόσιστος/δροσισμένοςαδυνάμωτος/δυναμωμένοςαδυσανάσχετος/δυσανασχετισμένοςαδυσαρέστητος/δυσαρεστημένοςαδυσκόλευτος/δύσκολοςαδυσφήμιστος/δυσφημισμένοςαδωροδόκητος/δωροδοκημένοςάδωρος/ευδώρητοςαδωσίλογος/δωσίλογοςαερόψυκτο/αερόθερμοαζαλίκωτος/ζαλικωμένοςαζάλιστος/ζαλισμένοςαζάπωτος/ζαπωμένοςαζάρωτος/ζαρωμένοςαζαχάρωτος/ζαχαρωμένοςαζεμάτιστος/ζεματισμένοςάζεστος/ζεστόςαζευγάρωτος/ζευγαρωμένοςάζευτος/ζευγμένοςαζήλευτος/ζηλευτόςαζήλωτος/ζηλωτόςαζημίωτος/ζημιωμένοςαζήτητος/ζητημένοςαζόριστος/ζορισμένοςαζούλητος/ζουλημένοςαζούπητος/ζουπημένοςαζύγιαστος/ζυγιασμένοςάζυμος/ζυμωτόςαζύμωτος/ζυμωμένοςαζωήρευτος/ζωηρόςαζωγράφιστος/ζωγραφισμένοςαζωογόνητος/ζωογονημένοςάζωστος/ζωσμένοςαήττητος/ηττημένοςάηχος/ηχηρόςαθάμπωτος/θαμπωμένοςαθανάτωτος/θανατωμένοςάθαπτος/θαμμένοςαθάρρετος/θαρρετόςαθαύμαστος/θαυμαστόςαθέατος/θεατόςαθεϊστής/θεϊστήςαθέλητος/ηθελημένοςαθεμελίωτος/θεμελιωμένοςαθέμιτος/θεμιτόςαθεολόγητος/θεολογημένοςαθεοφοβία/θεοφοβίααθεράπευτος/θεραπευμένοςαθέριστος/θερισμένοςαθέρμαντος/θερμασμένοςάθερμος/θερμόςαθέσπιστος/θεσπισμένοςαθεώρητος/θεωρημένοςαθήλαστος/θηλασμένοςαθηλύκωτος/θηλυκωμένοςαθήρευτος/θηρεύσιμοςαθησαύριστος/θησαυρισμένοςάθικτος/θιγμένοςάθλαστος/τεθλασμένοςαθλιψία/θλίψηάθολος/θολόςαθολοσκέπαστος/θολοσκέπαστοςή θολωτόςάθραυστος/θραυσμένοςάθρεπτος/θρεμμένοςαθρηνί/θρηνωδώςάθρησκος/θρήσκοςαθόλωτος/θολωμένοςαθορύβητος/θορυβημένοςαθράσυντος/θρασύςαθρεψία/θρέψηαθρήνητος/θρηνημένοςάθρησκος/θρήσκοςαθρόνιαστος/θρονιασμένοςαθρυμμάτιστος/θρυμματισμένοςαθυμιάτιστος/θυμιατισμένοςαθύμωτος/θυμωμένοςαθυσίαστος/θυσιασμένοςαθώπευτος/θωπευμένοςαθώρηκτος/θωρηκτόςαθωράκιστος/θωρακισμένοςαθώρητος/ευθεώρητοςαιματηρός/αναίμακτοςαιμάτωση/αφαίμαξηαιμοδότης/αιμολήπτηςαιμορραγία/αιμοστασίααισιόδοξος/απαισιόδοξοςακαβάλητος/καβαλημένοςακαβαλίκευτος/καβαλικευμένοςακαβούρδιστος/καβουρδισμένοςάκαγος/καμένοςακαθαγίαστος/καθαγιασμένοςακαθαίρετος/καθηρημένοςακάθαρτος/καθαρόςακαθέλκυστος/καθελκυσμένοςακαθήλωτος/καθηλωμένοςακαθησύχαστος/καθησυχασμένοςακαθιέρωτος/καθιερωμένοςακαθισιά/καθισιάακάθιστος/καθιστόςακαθοδήγητος/καθοδηγημένοςακαθόριστος/καθορισμένοςακαθοσίωτος/καθοσιωμένοςακακία/κακίαακάκιωτος/κακιωμένοςακακολόγητος/κακολογημένοςακακοπάθητος/κακοπαθήςακακοπέραστος/κακοπερασμένοςακακοποίητος/κακοποιημένοςάκακος/κακόςακαλαίσθητος/καλαίσθητοςακαλαφάτιστος/καλαφατισμένοςακάλεστοςή ανεπίκλητος/καλεσμένοςακαλίγωτος/καλιγωμένοςακαλλής/περικαλλήςακαλλιέργητος/καλλιεργημένοςακαλλώπιστος/καλλωπισμένοςακαλμάριστος/καλμαρισμένοςακαλωδίωτος/καλωδιωμένοςακαλόπιαστος/καλοπιασμένοςακαλούπωτος/καλουπωμένοςακαλπονόθευτος/καλπονοθευμένοςακάλτσωτος/καλτσάτοςακάλυπτος/καλυμμένοςακαμάκωτος/καμακωμένοςακαμάρωτος/καμαρωμένοςακαμουφλάριστος/καμουφλαρισμένοςακαμπούριαστος/καμπουριασμένοςάκαμπτος/καμπτόςακάμωτος/καμωμένοςακανάκευτος/κανακευμένοςακανόνιστος/κανονισμένοςακαπάκωτος/καπακωμένοςακαπάρωτος/καπαρωμένοςακαπέλωτος/καπελωμένοςακαπίστρωτος/καπιστρωμένοςακάπνιστος/καπνισμένοςάκαπνος/καπνιστήςακαρατόμητος/καρατομημένοςακαρίκωτος/καρικωμένοςακάρπιστος/καρπισμένοςακαρποφόρητος/καρποφόροςακαρτέρητος/καρτερικόςακαρύκευτος/καρυκευμένοςακαρφίτσωτος/καρφιτσωμένοςακάρφωτος/καρφωμένοςακασίδιαστος/κασιδιασμένοςακασσιτέρωτος/κασσιτερωμένοςακατάβλητος/καταβεβλημένοςακατάβρεχτος/καταβρεγμένοςακαταβρόχθιστος/καταβροχθισμένοςακατάγγελτος/καταγγελμένοςακαταγέλαστος/καταγέλαστοςακατάγραπτος/καταγεγραμμένοςακατάδεκτος/καταδεκτικόςακαταδίωκτος/καταδιωγμένοςακατάθετος/κατατεθειμένοςακαταίσχυντος/κατησχυμμένοςακατακρισία/κατάκρισηακατάκριτος/κατακριμένοςακατάκτητος/κατακτημένοςακαταλάγιαστος/καταλαγιασμένοςακατάληκτος/καταληκτικόςακαταληξία/κατάληξηακατάληπτος/καταληπτόςακατάλλακτος/διαλλακτικόςακατάλληλος/κατάλληλοςακαταλληλότητα/καταλληλότηταακαταλόγιστος/καταλογιστόςακατανάγκαστος/καταναγκασμένοςακατανάλωτος/καταναλωτόςή αναλώσιμοςακατανοησία/κατανόησηακατανόητος/κατανοητόςακατάνυκτος/κατανυκτικόςακαταπάτητος/καταπατημένοςακατάπειστος/πεπεισμένοςακαταπίεστος/καταπιεσμένοςακατάπληκτος/κατάπληκτοςακαταπονησία/καταπόνησηακαταπόνητος/καταπονημένοςακαταπόντιστος/καταποντισμένοςακαταπράυντος/καταπραυμένοςακατάπτωτος/ευκατάπτωτοςακατάργητος/καταργημένοςακατάρτιστος/καταρτισμένοςακατάσβεστος/ευκατάσβεστοςακατασίγαστος/κατασιγασμένοςακατασκεύαστος/κατασκευασμένοςακατασκήνωτος/κατασκηνωμένοςακατασπάρακτος/κατασπαραγμένοςακαταστάλακτος/κατασταλαγμένοςακατάστρωτος/καταστρωμένοςακατάσχετος/κατασχεμένοςακατάτμητος/κατατετμημένοςακατατόπιστος/κατατοπισμένοςακατατρόπωτος/κατατροπωμένοςακατάφλεκτος/εύφλεκτοςακαταφρόνητος/καταφρονημένοςακαταχώριστος/καταχωρισμένοςακατεδάφιστος/κατεδαφισμένοςακατέργαστος/κατειργασμένοςακατεύναστος/κατευνασμένοςακατηγόρητος/κατηγορημένοςακατήχητος/κατηχημένοςακατοίκητος/κατοικημένοςακατόρθωτος/κατορθωτόςακατούριγος/κατουρημένοςακατοχύρωτος/κατοχυρωμένοςακατσάρωτος/κατσαρωμένοςάκαυστος/κεκαυμένοςακαυτηρίαστος/καυτηριασμένοςάκαυτος/καμένοςακαυχησιά/καυχησιάακαψάλιστος/καψαλισμένοςακέλυφος/κελυφωτόςακενοδοξία/κενοδοξίαακέντητος/κεντημένοςακέντριστος/κεντρισμένοςακένωτος/κενωμένοςακεράμωτος/κεραμωτόςακέραστος/κερασμένοςακεράτωτος/κερατωμένοςακεραυνοβόλητος/κεραυνοβολημένοςακεραύνωτος/κεραυνωμένοςακερδής/επικερδήςακέρδιστος/κερδισμένοςάκερκος/κερκοφόροςακερμάτιστος/κερματισμένοςακέρωτος/κερωμένοςακεφιά/κέφιάκεφος/κεφάτοςακηδεμόνευτος/κηδεμονευόμενοςακήδευτος/κηδευμένοςακηλίδωτος/κηλιδωμένοςακήρυκτος/κηρυγμένοςακίβδηλος/κίβδηλοςακίνδυνος/επικίνδυνοςακινδυνότητα/επικινδυνότηταακινητοποίηση/κινητοποίησηακίνητος/κινητόςακιτρίνιστος/κιτρινισμένοςακλάδευτος/κλαδεμένοςακλάδωτος/κλαδωτόςακλάρωτος/κλαρωτόςάκλαυτος/κλαμένοςακλείδωτος/κλειδωμένοςάκλειστος/κλειστόςακληρονόμητος/κληρονομημένοςακλήρωτος/κληρωμένοςάκλητος/κλητόςακλιμάκωτος/κλιμακωτόςακλινής/επικλινήςάκλιτος/κλιτόςακλόνιστος/κλονισμένοςακλότσητος/κλοτσημένοςακλυδώνιστοςή άκλυστος/κλυδωνισμένοςάκλωστος/κλωσμένοςάκνησμος/κνησμώδηςάκοιλος/κοίλοςακοίμιστος/κοιμισμένοςακοινοποίητος/κοινοποιημένοςακοινωνησία/κοινωνικότηταακοινώνητος/κοινωνικόςακοίταχτος/κοιταγμένοςακοκκίνιστο/κοκκινιστόακόκκιστος/εκκοκκισμένοςακολάκευτος/κολακευμένοςακολάριστος/κολαρισμένοςή κολαριστόςακόλαστος/κολασμένοςακολάτσιστος/κολατσισμένοςακόλλητος/κολλημένοςακολόβωτος/κολοβωμένοςακολοκούριστος/κολοκουρισμένοςακόμιστος/κομισμένοςακομμάτιαστος/κομματιαστόςακομμάτιστος/κομματικόςακόμπαστος/κομπαστήςακομπλάριστος/κομπλαρισμένοςακομπλεξάριστος/κομπλεξικόςακόνιστος/κονισμένοςακοπάνιστος/κοπανιστόςακοπίαστος/κοπιαστικόςακόπριστος/κοπρισμένοςακόρδωτος/κορδωμένοςακόρεστος/κορεσμένοςακορνίζωτος/κορνιζωμένοςακορύφωτος/κορυφωμένοςακορφολόγητος/κορφολογημένοςακόσιστος/κοσισμένοςακόσμητος/κοσμημένοςάκοσμος/κόσμιοςακοστολόγητος/κοστολογημένοςακουβάλητος/κουβαλητόςακουβέντιαστος/κουβεντιασμένοςακουκούλωτος/κουκουλωμένοςακουμαντάριστος/κουμανταρισμένοςακούμπωτος/κουμπωτόςακούραστος/κουρασμένοςακούρδιστος/κουρδιστόςακούρευτος/κουρεμένοςακούρνιαστος/κουρνιασμένοςακουτσούλιστος/κουτσουλισμένοςακουτσούρευτος/κουτσουρεμένοςάκοφτο/κοφτόάκοφτος/κομμένοςακράτητος/κρατημένοςακρέμαστος/κρεμαστόςακρεοφάγος/κρεοφάγοςακριβής/ανακριβήςακριμάτιστος/κριματιστήςακρισία/ευκρισίαακρότητος/κροτητόςάκρουστος/κρουστόςακτένιστος/κτενισμένοςάκτητος/κτητόςάκτιστος/κτισμένοςή κτιστόςακύβιστος/κυβισμένοςακυκλοφόρητος/κυκλοφορημένοςακύκλωτος/κυκλωμένοςακύλιστος/κυλισμένοςακυνήγητος/κυνηγημένοςακυρίευτος/κυριευμένοςακυρότητα/εγκυρότηταακύρωση/κύρωσηακύρωτος/κυρωμένοςακύρτωτος/κυρτωμένοςακωδικοποίητος/κωδικοποιημένοςακώλυτος/κωλυόμενοςαλάβωτος/λαβωμένοςαλαγάριστος/λαγαρισμένοςαλάδωτος/λαδωμένοςαλάκκωτος/λακκώδηςαλάκτιστος/λακτισμένοςαλαμπής/λαμπρόςαλαμπία/λάμψηαλαμπικάριστος/λαμπικαρισμένοςαλανάριστος/λαναρισμένοςαλάνθαστος/λανθασμένοςαλάξευτος/λαξευτόςαλασκάριστος/λασκαρισμένοςαλάσπωτος/λασπωμένοςαλατόμητος/λατομημένοςαλαχτάριστος/λαχταριστόςαλεηλάτητος/λεηλατημένοςαλείαντος/λειασμένοςαλέκιαστος/λεκιασμένοςάλεκτος/λεκτόςαλέπιστος/λεπιστόςαλέρωτος/λερωμένοςάλεστος/αλεσμένος ήαλεστόςαλευθέρωτος/λευθερωμένοςαλεύκαντος/λευκασμένοςάληκτος/ληγμένοςαλησμόνητος/λησμονημένοςαλήστευτος/ληστευμένοςάληστος/λησμονημένοςαλιάνιστος/λιανισμένοςάλιαστος/λιαστόςαλιβάνιστος/λιβανισμένοςαλίγδιαστος/λιγδιασμένοςαλίγωτος/λιγωμένοςαλιθοβόλητος/λιθοβολημένοςαλιμάριστος/λιμαρισμένοςαλιντσάριστος/λιντσαρισμένοςαλίχνιστος/λιχνισμένος άλιωτος/λιωμένοςαλογάριαστος/λογαριασμένοςαλόγιαστος/λελογισμένοςαλογίκευτος/λογικευμένοςαλογόκριτος/λογοκριμένοςαλοιδόρητος/λοιδορημένοςαλόξευτος/λοξόςάλουστος/λουσμένοςαλουστράριστος/λουστραρισμένοςαλύγιστος/λυγισμένοςαλύπητος/λυπημένοςαλυσιτελής/λυσιτελήςάλυτος/λυμένοςαλύτρωτος/λυτρωμένοςαλφαβητισμός/αναλφαβητισμόςαμαγάριστος/μαγαρισμένοςαμαγείρευτος/μαγειρευτόςαμαγνήτιστος/μαγνητισμένοςαμάδητος/μαδημένοςαμάζευτος/μαζεμένοςαμάθεια/μάθησηαμακάριστος/μακαριστόςαμακιγιάριστος/μακιγιαρισμένοςαμάλακτος/μαλαγμένοςαμάλλωτος/μαλλωτόςαμάνικος/μανικωτόςαμαντάλωτος/μανταλωμένοςαμάντρωτος/μαντρωμένοςαμαράγκιαστος/μαραγκιασμένοςαμαράζωτος/μαραζωμένοςαμάραντος/μαραμένοςαμαρκάλιστος/μαρκαλισμένοςαμαρκάριστος/μαρκαρισμένοςαμάρτυρος/μαρτυρημένοςαμάσητος/μασημένοςαμασκάρευτος/μασκαρεμένοςαμαστίγωτος/μαστγωμένοςαμάτιαστος/ματιασμένοςαμάτωτος/ματωμένοςαμαύριστος/μαυρισμένοςαμαχαίρωτος/μαχαιρωμένοςαμάχητος/μαχητόςάμαχος/μάχιμοςαμεγέθης/μεγέθηςαμεθόδευτος/μεθοδευμένοςαμέθυστος/μεθυσμένοςάμεικτος/μεικτόςαμείωτος/μειωμένοςαμελετησιά/μελέτηαμελέτητος/μελετημένοςαμελής/επιμελήςαμελοποίητος/μελοποιημένοςάμεμπτος/μεμπτόςαμεμψίμοιρος/μεμψίμοιροςαμερόληπτος/μεροληπτικόςαμεροληψία/μεροληψίααμέρωτος/ημερωμένοςάμεστος/μεστόςαμέστωτος/μεστωμένοςαμετάβατος/μεταβατικόςαμεταβίβαστος/μεταβιβασμένοςαμετάβλητος/μεταβλητόςαμεταγλώττιστος/μεταγλωττισμένοςαμετακίνητος/μετακινημένοςαμετάκλητος/μετακλητόςαμετάλλακτος/μεταλλαγμένοςαμεταμέλητος/μεταμελημένοςαμεταμόρφωτος/μεταμορφωμένοςαμεταμφίεστος/μεταμφιεσμένοςαμετανόητος/μετανοημένοςαμεταποίητος/μεταποιημένοςαμεταρρύθμιστος/μεταρρυθμισμένοςαμετατόπιστος/μετατοπισμένοςαμετάτρεπτος/μετατρέψιμοςαμετάφερτος/μεταφερμένοςαμετάφραστος/μεταφρασμένοςαμεταχείριστος/μεταχειρισμένοςαμέτοχος/μέτοχοςαμετρίαστος/μετριασμένοςαμέτρητος/μετρημένοςή μετρητόςάμετρος/μετρημένοςαμίλητος/μιλημένοςαμίσητος/μισητόςαμισθοδότητος/μισθοδοτημένοςαμίσθωτος/μισθωμένοςάμισχος/έμμισχοςαμνημόνευτος/μνημονευμένοςαμνημοσύνη/μνημοσύνηαμνήμων/μνήμωναμνησίκακος/μνησίκακοςαμοίραστος/μοιρασμένοςαμοιρία/ευμοιρίααμοιρολόγητος/μοιρολογημένοςαμόλευτος/μολεμένοςαμόλυβδος/μολυβδούχοςαμόνοιαστος/μονοιασμένοςαμόνωτος/μονωμένοςαμορφοποίητος/μορφοποιημένοςάμορφος/μορφοποιημένοςαμορφωσιά/μόρφωσηαμόρφωτος/μορφωμένοςαμούδιαστος/μουδιασμένοςαμουνούχιστος/μουνουχισμένοςαμουντζούρωτος/μουντζουρωμένοςαμούσκευτος/μουσκεμένοςαμούστακος/μουστακαλήςαμούχλιαστος/μουχλιασμένοςαμπάζωτος/μπαζωμένοςαμπάλωτος/μπαλωμένοςαμπαρκάριστος/μπαρκαρισμένοςαμπάρωμα/ξαμπάρωμααμπαστάρδευτος/μπασταρδεμένοςαμπέρδευτος/μπερδεμένοςάμπηχτος/μπηγμένοςάμπλεχτος/μπλεγμένοςαμπογιάτιστος/μπογιατισμένοςαμπόλιαστος/μπολιασμένοςαμπουγέλωτος/μπουγελωμένοςαμπούκωτος/μπουκωμένοςαμπουρμπούλωτος/μπουρμπουλωμένοςάμυαλος/μυαλωμένοςαμύητος/μυημένοςαμύρωτος/μυρωμένοςαμφιδέξιος/αμφαρίστεροςαναβάθμιση/υποβάθμισηαναβατός/ανάβατοςαναβίβαση/καταβίβασηανάγγελτος/αγγελμένοςάναγνος/αγνόςανάερο/ευάεροαναισθησία/ευαισθησίααναιτιολόγητος/αιτιολογημένοςαναίτιος/αίτιοςανακάτωτος/ανακατωμένοςανακολουθία/ακολουθίαανάκουστος/ακουστόςανακρίβεια/ακρίβειαανακριβής/ακριβήςανάλατος/αλατισμένοςαναλγητικός/αλγεινόςή επαλγήςαναλγικός/αλγικόςανάλεστος/αλεσμένοςαναλλοίωτος/αλλοιωμένοςανάλμυρος/αλμυρόςαναμαρτησία/αμαρτίαανάμιγα/αμιγώςάναμμα/σβήσιμοανανούριστος/νανουρισμένοςαναντάλλακτος/ανταλλαγμένοςαναντικατάστατος/αντικαταστάσιμοςαναντίληπτος/αντιληπτόςαντιεοκικός/εοκικόςαντιορθολογιστικός/ορθολογιστικόςαναντίστοιχος/αντίστοιχοςαναξιοκρατικός/αξιοκρατικόςαναξιόλογος/αξιόλογοςανάξιος/άξιοςαναπαλλοτρίωτος/απαλλοτριωμένοςαναπάντητος/απαντημένοςαναπασχόλητος/απασχολημένοςή άσχολοςαναπαίτητος/απαιτητόςαναπληρώσιμος/δυσαναπλήρωτοςαναπλοποίητος/απλοποιημένοςανάπνευστος/αναπνεύσιμοςαναπόβλητος/αποβεβλημένοςαναπόδεικτος/αποδεδειγμένοςαναπόδεκτος/αποδεκτόςαναπόδοτος/ανταποδοτικόςαναποκατάστατος/αποκαταστάσιμοςαναπόκτητος/αποκτημένοςαναποτελεσματικός/αποτελεσματικόςαναποφάσιστος/αποφασισμένοςαναπόφευκτος/αποφευκτόςαναποφλοίωτος/αποφλοιωμένοςαναπτυξιακός/αντιαναπτυξιακόςαναρμάτωτος/αρματωμένοςαναρμόδιος/αρμόδιοςαναρμοδιότητα/αρμοδιότητααναρμονικός/αρμονικόςανάστερος/αστερόειςάναστρος/έναστροςανασφάλεια/ασφάλειαανασφάλιστος/ασφαλισμένοςαναύξητος/αυξημένοςαναφαίρετος/αφαιρετόςαναφομοίωτος/αφομοιωμένοςάναφτος/αναμμένοςανδρείος/άνανδροςανέβασμα/κατέβασμαανέγγιχτος/αγγιγμένοςανεγγύητος/εγγυημένοςανέγγυος/επέγγυοςανέγκαιρος/έγκαιροςανεγκλιμάτιστος/εγκλιματισμένοςανεγκωμίαστος/εγκωμιασμένοςανέγνοιαστος/γνοιασμένοςανέγνωρος/γνώριμοςανειδίκευτος/ειδικευμένοςανειδοποίητος/ειδοποιημένοςανείκαστος/εικαστόςανεικονικός/εικονικόςανείπωτος/ειπωμένοςανειρήνευτος/ειρηνεμένοςανείσακτος/εισηγμένοςανείσπρακτος/εισπραγμένοςανεκβίαστος/εκβιασμένοςανεκδίκητος/γδικιωμένοςανέκδοτος/εκδεδομένοςανεκκλησίαστος/εκκλησιαζόμενοςανεκμετάλλευτος/εκμεταλλεύσιμοςανεκπαίδευτος/εκπαιδευμένοςανεκπλήρωτος/εκπληρωμένοςανεκποίητος/ευεκποίητοςανέκτατος/εκτατόςανεκτέλεστος/εκτελεστόςανέκφραστος/εκφραστικόςανεκχώρητος/εκχωρημένοςανελαστικός/ελαστικόςανέλεγκτος/ελεγμένοςανελεήμων/ελεήμωνανέλλην/Έλληνανέμπνευστος/εμπνευσμένοςανεμπέδωτος/εμπεδωμένοςανεμπόδιστος/εμποδισμένοςανενδεής/ενδεήςανενεργησία/ενεργητικότηταανενέργητος/ενεργημένοςανενεργός/ενεργόςανενημέρωτος/ενημερωμένοςανενθουσίαστος/ενθουσιασμένοςανενόχλητος/ενοχλημένοςανέντακτος/ενταγμένοςανέντιμος/έντιμοςανεντόπιστος/εντοπισμένοςανεξακρίβωτος/εξακριβωμένοςή διακριβωμένοςανεξάλειπτος/παντεξάλειπτοςανεξάντλητος/εξαντλημένοςανεξάρτητος/εξαρτημένοςανεξασφάλιστος/εξασφαλισμένοςανεξάτμιστος/εξατμιστόςανεξέλεγκτος/ελεγμένοςανεξερεύνητος/εξερευνημένοςανεξέταστος/εξετασμένοςανεξήγητος/ευκολοξήγητοςανεξημέρωτος/εξημερωμένοςανεξιστόρητος/εξιστορημένοςανεξίτηλος/εξίτηλοςανεξιχνίαστος/εξιχνιασμένοςανεξοικείωτος/εξοικειωμένοςανεξολόθρευτος/εξολοθρευμένοςανεξόπλιστος/εξοπλισμένοςανεξόρυκτος/εξορυγμένοςανεξουσίαστος/εξουσιαζόμενοςανεξουσιοδότητος/εξουσιοδοτημένοςανεξόφλητος/εξοφλημένοςανεπαίσχυντος/επαίσχυντοςανεπανάληπτος/επαναλαμβανόμενοςανεπανόρθωτος/επανορθωμένοςανεπάρκεια/επάρκειαανεπαρκής/επαρκήςανεπαχθής/επαχθήςανεπεξέργαστος/επεξεργασμένοςανεπηρέαστος/επηρεασμένοςανεπίβουλος/επίβουλοςανεπίγραφος/επίγραφοςανεπίδεικτος/επιδεικτικόςανεπίδεκτος/επιδεκτικόςανεπίδοτος/επιδομένοςανεπιείκεια/επιείκειαανεπιθύμητος/επιθυμητόςανεπίκαιρος/επίκαιροςανεπικερδής/επικερδήςανεπίμονος/επίμονοςανεπίπλαστος/επίπλαστοςανεπίπλεκτος/επιπλεγμένοςανεπίπλωτος/επιπλωμένοςανεπίσημος/επίσημοςανεπισημότητα/επισημότηταανεπιστημονικός/επιστημονικόςανεπιστήμων/επιστήμωνανεπίστρεπτος/επιστραμμένοςανεπισφαλής/επισφαλήςανεπισκεύαστος/επισκευασμένοςανεπίσχετος/επισχετικόςανεπιτήδειος/επιτήδειοςανεπιτήρητος/επιτηρούμενοςανεπιτυχής/επιτυχήςανεπιφανής/επιφανήςανεπίφοβος/επίφοβοςανεπιφύλακτος/επιφυλακτικόςανεπούλωτος/επουλωμένοςανεπρόκοπος/προκομμένοςανερέθιστος/ερεθισμένοςανερεύνητος/ερευνημένοςανερμήνευτος/ερμηνευμένοςανέρωτος/νερωμένοςανετυμολόγητος/ετυμολογημένοςανεύθετος/εύθετοςανεύθυνος/υπεύθυνοςανευλάβεια/ευλάβειαανευλαβής/ευλαβήςανευλόγητοςή αβλόγητος/ευλογημένοςανευρίαστος/νευριασμένοςάνευρος/νευρώδηςανευχαρίστητος/ευχαριστημένοςανεφάρμοστος/εφαρμοσμένοςανέφικτος/εφικτόςανεφοδίαστος/εφοδιασμένοςανεφρόντιστος/φροντισμένοςανήθικος/ηθικόςανήκεστος/ακεστόςανήλικος/ενήλικοςανήμερος/ήμεροςανημέρωτος/ημερωμένοςανησυχία/ησυχίαανιάτρευτος/ιατόςανίδρωτος/ιδρωμένοςανιεραρχία/ιεραρχίαανιούσα/κατιούσαανισομεγέθης/ισομεγέθηςανισοτιμία/ισοτιμίαανιστόρητος/εξιστορημένοςανθενωτικός/φιλενωτικόςανθρωπιά/απανθρωπιάανθυγιεινός/υγιεινόςανθυπνωτικός/υπνωτικόςανίατος/ιατόςανιδιοτελής/ιδιοτελήςανίερος/ιερόςανικανοποίητος/ικανοποιημένοςανίκανος/ικανόςανίκητος/νικημένοςανισογώνιος/ισογώνιοςανισοδυναμία/ισοδυναμίαανισοδύναμος/ισοδύναμοςανισομεγέθης/ισομεγέθηςανισομερής/ισομερήςανισόμετρος/ισόμετροςανισομήκης/ισομήκηςανισόπαχος/ισόπαχοςανισόπεδος/ισόπεδοςανισοπέδωτος/ισοπεδωμένοςανισοπλατής/ισοπλατήςανισόπλευρος/ισόπλευροςανισοπληθής/ισοπληθήςανισοποίηση/ίσιασμαανισόρροπος/ισόρροποςανισοσκελής/ισοσκελήςανισοσύλλαβος/ισοσύλλαβοςανισοταχής/ισοταχήςανισότης/ισότηςανισότιμος/ισότιμοςανισοϋψής/ισοϋψήςανισόχρονος/ισόχρονοςανισοψηφία/ισοψηφίαάνιφτος/νιμμένοςανοδικός/καθοδικόςάνοδος/κάθοδοςανοήμων/νοήμωνανόθευτος/νοθευμένοςανοίκειος/οικείοςανοικειότητα/οικειότηταανοίκιαστος/νοικιασμένοςανοικοκύρευτος/νοικοκυρεμένοςανοικτίρμων/οικτίρμωνανοιχτόστομος/κλειστόστομοςανολίγωρος/ολίγωροςανολοκλήρωτος/ολοκληρωμένοςανομβρία/ομβριά ή επομβρίαανομήλικος/συνομήλικοςανομιμοποίητος/νομιμοποιημένοςανόμιμος/νόμιμοςανομοθέτητος/νομοθετημένοςανομοιογενής/ομοιογενήςανομοιοκατάληκτος/ομοιοκατάληκτοςανομοιομορφία/ομοιομορφίαανόμοιος/όμοιοςανομοιότητα/ομοιότηταανομοίωτος/εξομοιωμένοςανομολόγητος/ομολογημένοςανονόμαστος/κατονόμαστοςανοξείδωτοςή ανοξίδωτος/οξειδωμένος(οξιδωμένος)ανοξία/οξυγόνωσηανόργανος/οργανικόςανοργάνωτος/οργανωμένοςανόργωτος/οργωμένοςανορεκτικός/ορεκτικόςανορεξία/όρεξηανορθογράφος/ορθογράφοςανορθόδοξος/ορθόδοξοςανορθολογικός/ορθολογικόςανορθολογισμός/ορθολογισμόςανόργανος/οργανικόςανόσιος/όσιοςανοσοποιητικός/νοσοποιόςάνοστος/νόστιμοςανότιστος/νοτισμένοςανουθέτητος/νουθετημένοςαντιαγροτικός/φιλοαγροτικόςαντιαισθητικός/αισθητικόςαντιαμερικανισμός/φιλοαμερικανισμόςαντιδεοντολογικός/δεοντολογικόςαντιδημοτικότητα/δηοτικότητααντιδυναστικός/δυναστικόςαντιεκκλησιαστικός/εκκλησιαστικόςαντιευρωπαϊσμός/ευρωπαϊσμόςαντιθεσμικός/θεσμικόςαντιιδρωτικός/εφιδρωτικόςαντικαθεστωτικός/φιλοκαθεστωτικόςαντικανονικός/κανονικόςαντικανονικότητα/κανονικότητααντικατοχικός/κατοχικόςαντικίνητρο/κίνητροαντικοινωνικός/κοινωνικόςαντικομματικός/φιλοκομματικόςαντικομφορμιστής/κομφορμιστήςαντιλαϊκιστικός/λαϊκιστικόςαντιλαϊκός/φιλολαϊκόςαντιμεταναστευτικός/μεταναστευτικόςαντιμεταρρυθμιστικό/μεταρρυθμιστικόαντιμιλιταρισμός/μιλιταρισμόςαντιμνημονιακός/μνημονιακόςαντιμοναχικός/φιλομόναχοςαντίνομος/νόμιμοςαντιοικουμενιστικός/οικουμενιστικόςαντιολισθητικός/ολισθητικόςαντιπάθεια/συμπάθειααντιπαπικός/φιλοπαπικόςαντιπαραγωγική/παραγωγικήαντιπατερικοί/πατερικοίαντιπηκτικό/πηκτικόαντίπραξη/σύμπραξηαντιπυρετικός/πυρετογόνοςαντιρατσιστής/ρατσιστήςαντισάλπισμα/σάλπισμααντισεξισμός/σεξισμόςαντισηπτικός/σηπτικόςαντισυγκέντρωση/συγκέντρωσηαντισυνταγματικός/συνταγματικόςαντιτορπιλικό/τορπιλικόαντιφασίστας/φασίσταςαντιφασιστικός/φασιστικόςαντιχριστιανικός/χριστιανικόςαντοπάριστος/ντοπαρισμένοςαντορθόδοξο/ορθόδοξοαντρόπιαστος/ντροπιασμένοςαντώνυμο/συνώνυμοανύβριστος/υβρισμένοςανυλοποίητος/υλοποιημένοςανυπαίτιος/υπαίτιοςανυπακοή/υπακοήανύπαντρος/παντρεμένοςανύπαρκτος/υπαρκτόςανυπεράσπιστος/υπερασπισμένοςανυπέρβατος/υπερβατόςανυπερήφανος/υπερήφανοςανυπεύθυνος/υπεύθυνοςανυπόβλητος/υποβλημένοςανυπόγραφο/ενυπόγραφοανυπόδικος/υπόδικοςανυπόθετος/υποθετικόςανυποκρισία/υποκρισίαανυπολόγιστος/υπολογισμένοςανυπόλογος/υπόλογοςανυπόμονος/υπομονετικόςανύποπτος/ύποπτοςανυπόστατος/υποστατόςανυποστήρικτος/υποστηριγμένοςανυπόφορος/υποφερτόςανυπόχρεος/υπόχρεοςανυποψία/υποψίαανυποψίαστος/υποψιασμένοςανύστακτος/νυσταγμένοςάνυχος/νυχωτόςάνωθι/κάτωθιανώμαλος/ομαλόςανώνυμος/επώνυμοςαξάκριστος/ξακρισμένοςαξαλάφρωτος/ξαλαφρωμένοςαξαλμύριστος/ξαλμυρισμένοςαξάνοιχτος/ξανοιγμένοςάξαντος/ξασμένοςαξαστέρωτος/ξαστερωμένοςαξάφριστος/ξαφρισμένοςαξέβγαλτος/ξεβγαλμένοςαξεγέλαστος/ξεγελασμένοςαξέγραφος/ξεγραμμένοςαξεγύμνωτος/ξεγυμνωμένος ήαπογυμνωμένοςαξεδιάλεχτος/ξεδιαλεγμένοςαξεδιάλυτος/ξεδιαλυμένοςαξεδίπλωτος/ξεδιπλωμένοςαξεδίψαστος/ξεδιψασμένοςαξεθύμαστος/ξεθυμασμένοςαξεκαθάριστος/ξεκαθαρισμένοςαξεκόλλητος/ξεκολλημένοςαξελόγιαστος/ξελογιασμένοςαξεμάτιαστος/ξεματιασμένοςαξεμπέρδευτος/ξεμπερδεμένοςαξεμυάλιστος/ξεμυαλισμένοςαξενάγητος/ξεναγούμενοςαξενία/φιλοξενίααξενίτευτος/ξενιτεμένοςαξένοιαστοςή αξέγνοιαστος/γνοιασμένοςαξεπάστρευτος/ξεπαστρεμένοςαξεπάτωτος/ξεπατωμένοςαξεπλήρωτος/ξεπληρωμένοςαξεπούλητος/ξεπουλημένοςαξερίζωτος/ξεριζωμένοςαξεσήκωτος/ξεσηκωμένοςαξεσκέπαστος/ξεσκέπαστοςαξεσκόνιστος/ξεσκονισμένοςαξετύλιχτος/ξετυλιγμένοςαξεφλούδιστος/ξεφλουδισμένοςαξεφόρτωτος/ξεφορτωμένοςαξέφτιστος/ξεφτισμένοςαξεφύλλιστος/ξεφυλλισμένοςαξέχαστος/ξεχασμένοςαξεχείλωτος/ξεχειλωμένοςαξεχώριστος/ξεχωριστόςαξήλωτος/ξηλωμένοςαξίδιαστος/ξιδιασμένοςαξίνιστος/ξινισμένοςαξιοπρεπής/αναξιοπρεπήςαξιότητα/αναξιότητααξόδευτος/ξοδεμένοςαξόρκιστος/ξορκισμένοςαξόφλητος/ξοφλημένοςαξύλιστος/ξυλοκοπημένοςαξυλοκόπητος/ξυλοκοπημένοςαξύπνητος/ξυπνημένοςαξυρισιά/ξύρισμααξύριστος/ξυρισμένοςάξυστο/ξυστόάξινος/ξινόςάοικος/οικητικόςαοινία/οινοποσίαάοκνος/οκνόςαορασία/όρασηαόριστος/ορισμένοςάοσμος/οσμηρόςαπαγίδευτος/παγιδευμένοςαπαγίωτος/παγιωμένοςαπαγκίστρωση/αγκίστρωσηαπάγωτος/παγωμένοςαπαζάρευτος/παζαρευτήςαπάθητος/παθητόςαπαίνευτος/παινεμένοςάπαις/πολύπαιςαπαίσιος/αίσιοςάπαιχτος/παιγμένοςαπακετάριστος/πακεταρισμένοςαπάκτωτος/πακτωμένοςαπαλάμιστος/παλαμισμένοςαπάλιωτος/παλαιωμένοςαπάντρευτος/παντρεμένοςαπανωθιό/αποκατωθιόαπαράβατος/παραβατόςαπαραβίαστος/παραβιασμένοςαπαράβλητος/παραβλητόςαπαράγραπτος/παραγεγραμμένοςαπαραγκώνιστος/παραγκωνισμένοςαπαράδοτος/παραδεδομένοςαπαρακάλετος/παρακαλετόςαπαρακώλυτος/παρακωλυμένοςαπαράληπτος/παρειλημμένοςή παραληπτόςαπαραλλήλιστος/παραλληλισμένοςαπαραμόρφωτος/παραμορφωμένοςαπαραπλάνητος/παραπλανημένοςαπαραχάρακτος/παραχαραγμένοςήπαραχαράξιμοςαπαραχώρητος/παραχωρημένοςαπαράχωτος/παραχωμένοςαπαρηγόρητος/παρηγορημένοςαπαρασημοφόρητος/παρασημοφορημένοςαπαρένθετος/παρένθετοςαπαρεξήγητος/παρεξηγημένοςαπαρέσκεια/αρέσκειααπαρουσίαστος/παρουσιάσιμοςάπαρτος/παρμένοςαπασάλειφτος/πασαλειμμένοςαπασσάλωτος/πασσαλωμένοςαπασπάλιστος/πασπαλισμένοςαπασπάτευτος/πασπατεμένοςάπαστρος/παστρικόςαπάστωτος/παστωμένοςαπατεντάριστος/πατενταρισμένοςαπάτητος/πατημένοςαπατίκωτος/πατικωμένοςάπατρις/φιλόπατριςαπάτωτος/πατωμένοςαπαχής/παχύςάπαχος/παχουλόςαπεγκατάσταση/εγκατάστασηαπεθνικοποίηση/εθνικοποίησηαπειθαρχία/πειθαρχίααπείθαρχος/πειθαρχικόςαπείρακτος/πειραγμένοςάπειρος/έμπειροςαπεισμάτωτος/πεισμωμένοςαπελέκητος/πελεκημένοςαπεμπλουτισμός/εμπλουτισμόςαπένταξη/ένταξηάπεπλος/πεπλοφόροςάπεπτος/πεπτόςαπεραίωτος/περατωμένοςαπέραστος/περασμένοςαπεράτωτος/περατωμένοςαπερδίκλωτος/περδικλωμένοςαπερίβλητος/περιβεβλημένοςαπερίγραπτος/περιγράψιμοςαπεριέργαστος/περιεργασμένοςαπερίκλειστος/περίκλειστοςαπερίκοπος/περικομμένοςαπεριόριστος/περιορισμένοςαπεριπλάνητος/περιπλανώμενοςαπεριποίητος/περιποιημένοςαπερίσταλτος/περιεσταλμένοςαπερίστρεπτος/περίστρεπτοςαπεριτείχιστος/περιτειχισμένοςαπερίτμητος/περιτετμημένοςαπερίφρακτος/περιφραγμένοςαπερπάτητος/περπατημένοςαπετάλωτος/πεταλωμένοςαπευαισθητοποίηση/ευαισθητοποίησηαπεψία/πέψηάπηκτος/πηκτόςάπηλος/πηλώδηςάπιαστος/πιασμένοςαπίεστος/πιεσμένοςή πιεστόςαπίθανος/πιθανόςαπίκραντος/πικραμένοςάπικρος/πικρόςάπιοτο/πιωμένοαπίστευτος/πιστευτόςαπιστία/πίστηαπίσσωτος/πισσωμένοςαπιστοποίητος/πιστοποιημένοςάπιστος/πιστόςαπίστωτος/πιστωμένοςαπλάκωτος/πλακωμένοςαπλάνευτος/πλανεμένοςαπλάνιστος/πλανισμένοςάπλανος/πλάνοςαπλαστογράφητος/πλαστογραφημένοςάπλαστος/πλασμένοςάπλεκτος/πλεγμένος ήπλεχτόςάπλευστος/πλευστόςαπλήγωτος/πληγωμένοςάπληκτος/πληγωμένοςή πληκτόςαπλήρωτος/πληρωμένοςαπλούμιστος/πλουμιστόςάπλυτος/πλυμένοςάπλωτος/πλωτόςαποβίβαση/επιβίβασηαποβιομηχανοποίηση/βιομηχανοποίησηαποβουτύρωση/βουτύρωμααπογαλακτισμός/γαλακτισμόςαπογείωση/προσγείωσηαπογκετοποίηση/γκετοποίησηαπόγονος/πρόγονοςαποδαιμονοποίηση/δαιμονοποίησηαποδάσωση/δάσωσηαποδέσμευση/δέσμευσηαπόδετος/ποδεμένοςαποδία/πολυποδίααποδιάρθρωση/διάρθρωσηαποδιοργάνωση/διοργάνωσηαποδοκιμασία/επιδοκιμασίααποδολαριοποίηση/δολαριοποίησηαποδόμηση/δόμησηαποδυνάμωση/δυνάμωσηαπόζευξη/ζεύξηαπόζωση/ζώσηαποθαλάσσωση/προσθαλάσσωσηαποθαρρημένος/ενθαρρυμένοςαποθείωση/θείωσηαποθηλασμός/θηλασμόςαπόθητος/ποθητόςαποίητος/ποιητόςαποίκιλτος/ποικιλμένοςαποίμαντος/ποιμενόμενοςαποκαθήλωση/καθήλωσηαποκαλυπτήριος/καλυπτήριοςαποκάλυψη/κάλυψηαποκαρδιωμένος/εγκαρδιωμένοςαποκαρδίωση/εγκαρδίωσηαποκάτω/αποπάνωαπόκεντρος/κεντρικόςαποκεντρωτικός/συγκεντρωτικόςαποκλιμάκωση/κλιμάκωσηαποκόλληση/κόλλησηαποκρατικοποίηση/κρατικοποίησηαποκρυπτογράφηση/κρυπτογράφησηαποκωδικοποίηση/κωδικοποίησηαπολεσθέντες/διασωθέντεςαπολιόρκητος/πολιορκημένοςαπολίπανση/λίπανσηαπολίτιστος/πολιτισμένοςαπολτοποίητος/πολτοποιημένοςαπομαγνήτιση/μαγνήτισηαπόμπευτος/διαπομπευμένοςαπομυθοποίηση/μυθοποίησηαποναζιστικοποίηση/ναζιστικοποίησηαπονήρευτος/πονηρόςαπονηρεψιά/πονηριάαπονιτροποίηση/νιτροποίησηαπονομιμοποίηση/νομιμοποίησηάπονος/πονετικόςαπόντιστος/ποντισμένοςαπόξενος/φιλόξενοςαποξυγόνωση/οξυγόνωσηαποπληθωρισμός/πληθωρισμόςαποποινικοποίηση/ποινικοποίησηαποπροσανατολισμός/προσανατολισμόςαποπυρηνικοποίηση/πυρηνικοποίησηάπορος/εύποροςαπόρρητος/ρητόςαπορρύπανση/ρύπανσηαποσταθεροποιητικός/σταθεροποιητικόςαποσταλινοποίηση/σταλινοποίησηαποσταθεροποίηση/σταθεροποίησηαποστέγαση/στέγασηαπόστοργος/στοργικόςαποστράτευση/στράτευσηαποσύζευξη/σύζευξηαποσυμπίεση/συμπίεσηαποσύμπλεξη/σύμπλεξηαποσυμφόρηση/συμφόρησηαποσυσσώρευση/συσώρευσηαποστρατιωτικοποίηση/στρατιωτικοποίησηαποσυναρμολόγηση/συναρμολόγησηαποσύνδεση/σύνδεσηαποσύνθεση/σύνθεσηαποσυνθετικός/συνθετικόςαποσυσπείρωση/συσπείρωσηαποσυσχέτιση/συσχέτισηαποσφράγιση/σφράγισηαπότολμος/άτολμοςαποτοξίνωση/τοξίνωσηάποτος/πόσιμοςαποτροπή/προτροπήαποτυχημένος/επιτυχημένοςαποτυχία/επιτυχίααπούλητος/πουλημένοςαπουσία/παρουσίααποφορολόγηση/φορολόγησηαποφόρτιση/φόρτισηαποφυλάκιση/φυλάκισηαποχαρακτηρισμός/χαρακτηρισμόςαποχή/μετοχήαποχουντοποίηση/χουντοποίησηαποχρωματισμός/χρωματισμόςαποχωμάτωση/επιχωμάτωσηαπραγματοποίητος/πραγματοποιημένοςαπράγμων/πολυπράγμωνάπρεπος/πρεπούμενοςαπρεσάριστος/πρεσαρισμένοςή πρεσαριστόςαπριόνιστος/πριονισμένοςαπριτσίνωτος/πριτσινωτός ήπριτσινωμένοςαπροβίβαστος/προβιβασμένοςαπρόβλεπτος/προβλέψιμοςαπροβλημάτιστος/προβληματισμένοςαπρόβλητος/προβεβλημένοςαπρογραμμάτιστος/προγραμματισμένοςαπρογύμναστος/προγυμνασμένοςαπροσδιοριστία/προσδιορισμόςαπρόδοτος/προδομένοςαπροειδοποίητος/προειδοποιημένοςαπροεξόφλητος/προεξοφλημένοςαπροετοίμαστος/προετοιμασμένοςαπροθυμία/προθυμίααπρόθυμος/πρόθυμοςαπροίκιστος/προικισμένοςαπροκατάληπτος/προκατειλημμένοςαπρόκοπτος/προκομμένοςαπρολόγιστο/προλογισμένοαπρομελέτητος/προμελετημένοςαπρομήθευτος/προμηθευμένοςαπρονοησία/προνοητικότητααπρονόητος/προνοητικόςαπροξένευτος/προξενεμένοςαπροπαρασκεύαστος/προπαρασκευασμένοςαπροπόνητος/προπονημένοςαπροσανατόλιστος/προσανατολισμένοςαπροσάρμοστος/προσαρμοσμένοςαπροσάρτητος/προσαρτημένοςαπρόσβλητος/προσβλημένοςαπροσγείωτος/προσγειωμένοςαπροσδιόριστος/προσδιορισμένοςαπροσέγγιστος/προσεγγίσιμοςαπρόσεκτος/προσεκτικόςαπροσεξία/προσοχήαπροσηλύτιστος/προσηλυτισμένοςαπρόσιτος/προσιτόςαπροσκάλεστος/προσκαλεσμένοςαπροσκόλλητος/προσκολλημένοςαπροσκόμιστος/προσκομισμένοςαπροσκύνητος/προσκυνημένοςαπρόσληπτος/προσειλημμένοςαπρόσοδος/προσοδοφόροςαπροσπέραστος/προσπεράσιμοςαπροσποίητος/προσποιητόςαπροστάτευτος/προστατευμένοςαπρόσφορος/πρόσφοροςαπροσφυής/προσφυήςαπροσφώνητος/προσφωνούμενοςαπροσχεδίαστος/προσχεδιασμένοςαπρόσωπος/προσωπικόςαπροϋπόθετος/εμπροϋπόθετοςαπρόφερτος/προφερμένοςαπροφυλάκιστος/προφυλακισμένοςαπροφύλαχτος/προφυλαγμένοςαπρωτοκόλλητος/πρωτοκολλημένοςαπτέρωτος/πτερωτόςαπτόητος/πτοημένοςάπτυχος/πτυχωτόςάπτωτος/πτωτικόςαπτώχευτος/πτωχευμένοςάπυκνος/πυκνόςαπύκνωτος/πυκνωτόςαπύρετος/εμπύρετοςαπυροβόλητος/πυροβολημένοςάπυρος/έμπυροςαπυρπόλητος/πυρπολημένοςαπύρωτος/πυρωμένοςαπόντες/παρόντεςαπυρεξία/πυρεξία(απούσα/παρούσα)αράιστοςή αράγιστος/ραγισμένοςαράντιστος/ραντισμένοςάραφτος/ραμμένοςαραχνιασμένος/ξαραχνιασμένοςαργοσώνω/γοργοσώνωαρεζίλευτος/ρεζίληςαρρεπής/επιρρεπήςαρετσίνωτος/ρετσινάτοςαρευστοποίητος/ρευστοποιημένοςαρίγωτος/ριγωτόςαρίζωτος/ριζωμένοςαριστερόχειρας/δεξιόχειραςαριστούργημα/τερατούργημαάριχτος/ριγμένος ήριξιμιόςαρκτικός/ανταρκτικόςαροκάνιστος/ροκανισμένοςαρούφηχτος/ρουφηγμένοςαρράβδωτος/ραβδωτόςάρραφος/ραμμένοςαρρευστοποίητος/ρευστοποιημένοςάρρευστος/ρευστόςάρρητος/ρητόςαρρύθμιστος/ρυθμισμένοςάρρυθμος/ρυθμικός ήένρυθμοςαρτίβλαστος/οψίβλαστοςαρυμοτόμητος/ρυμοτομημένοςαρυμούλκητος/ρυμουλκημένοςασαβάνωτος/σαβανωμένοςασαβούρωτος/σαβουρωμένοςασαγήνευτος/σαγηνευμένοςασακάτευτος/σακατεμένοςασάλευτος/σαλεμένοςασάλιωτος/σαλιωμένοςασαμάρωτος/σαμαρωμένοςασαπούνιστος/σαπουνισμένοςασάριστος/σαρισμένοςάσαρκος/σαρκώδηςασάρωτος/σαρωμένοςασάφεια/σαφήνειαασαφής/σαφήςασβάρνιστος/σβαρνισμένοςάσβηστος/σβησμένοςασέβεια/ευσέβειαασεβής/ευσεβήςάσειστος/σειστόςασέλωτος/σελωμένοςάσεμνος/σεμνόςασήκωτος/σηκωτόςασημάδευτος/σημαδεμένοςασημαντότητα/σημαντικότηταασημείωτος/σημειωμένοςασημότητα/διασημότηταάσηπτος/σηπτόςάσιαχτος/σιαγμένοςασιγούρευτος/σιγουρεμένοςασιδέρωτος/σιδερωμένοςασιρόπιαστος/σιροπιαστόςασίτευτος/σιτεμένοςασιτία/σίτισηασίτιστος/σιτισμένοςασκάλιστος/σκαλιστόςασκανάριστος/σκαναρισμένοςάσκαστος/σκασμένοςάσκαφτος/σκαμμένοςασκέβρωτος/σκεβρωμένοςασκέπαστοςή ακεπής/σκεπασμένοςασκεψία/περίσκεψηασκηνοθέτητος/σκηνοθετημένοςασκιαγράφητος/σκιαγραφημένοςάσκιος/σκιερόςασκλάβωτος/σκλαβωμένοςασκληραγώγητος/σκληραγωγημένοςασκόνιστος/σκονισμένοςασκόνταφτος/σκουντούφληςάσκοπος/σκόπιμοςασκόρπιστος/σκορπισμένοςασκότιστος/σκοτισμένοςασκότωτος/σκοτωμένοςασκουλήκιαστος/σκουληκιασμένοςασκούντητος/σκουντημένοςασκούπιστος/σκουπισμένοςασκούριαστος/σκουριασμένοςασκούφωτος/σκουφάτοςάσκυφτος/σκυφτόςασμίκρυντος/σμικρόςασμίλευτος/σμιλευτόςασουβάτιστος/σουβατισμένοςασούβλιστος/σουβλιστόςασουλούπωτος/σουλουπωμένοςασούρωτος/σουρωτόςασούφρωτος/σουφρωμένοςάσοφος/σοφόςασπαργάνωτος/σπαργανωμένοςάσπαρτος/σπαρμένοςάσπαστος/σπασμένοςασπερμία/πολυσπερμίαάσπιλοςή ασπίλωτος/σπιλωμένοςάσπλαχνος/σπλαχνικόςασπόγγιστος/σφουγγισμένοςασπόνδυλος/σπονδυλωτόςασπούδαστος/σπουδασμένοςάσπουδος/σπουδαίοςασπρομάλλης/μαυρομάλληςασπρόμαυρο/έγχρωμοασπροφορεμένος/μαυροφορεμένοςασπροφορούσα/μαυροφορούσαάσπρωχτος/σπρωγμένοςαστάθμητος/σταθμητόςαστάθμιστος/σταθμισμένοςαστάλαχτος/σταλαγμένοςή σταλακτόςασταμάτητος/σταματημένοςαστασίαστος/στασιαστικόςασταύρωτος/σταυρωμένοςασταφίδιαστος/σταφιδιασμένοςασταχυολόγητος/σταχυολογημένοςαστέγαστος/στεγασμένοςαστέγνωτος/στεγνωμένοςαστενοχώρητος/στενοχωρημένοςάστεπτος/στεφανωμένοςαστερέωτος/στερεωμένοςάστερκτος/στερκτόςαστεφάνωτος/στεφανωμένοςή εστεμμένοςαστεφήςή αστέφανος/στεφανωμένοςαστήρικτος/στηριγμένοςάστητος/στημένοςαστιγμάτιστος/στιγματισμένοςαστικό/υπεραστικόάστικτος/στικτόςαστίλβωτος/στιλβωμένοςάστιφτος/στιμμένοςαστοίβαχτος/στοιβαγμένοςαστοκάριστος/στοκαρισμένοςαστόλιστος/στολισμένοςαστόμωτος/στομωμένοςάστοργος/στοργικόςάστοχος/εύστοχοςαστούμπιστος/στουμπισμένοςαστούπωτος/στουπωμένοςαστράβωτος/στραβόςαστράγγιστος/στραγγισμένοςαστραπατσάριστος/στραπατσαρισμένοςαστρατεία/στράτευσηαστράτευτος/στρατευμένοςαστρατολόγητος/στρατολογημένοςαστρίμωχτος/στριμωγμένοςάστριφτος/στριφτόςαστρίφωτος/στριφωμένοςάστρωτος/στρωμένοςαστύλωτος/στυλωμένοςαστυσία/στύσηάστυφτος/στυμμένοςή στυφτόςασυγκάλυπτος/συγκαλυμμένοςασυγκατάβατος/συγκαταβατικόςασυγκέντρωτος/συγκεντρωμένοςασυγκίνητος/συγκινημένοςασυγκλόνιστος/συγκλονισμένοςασυγκόμιστος/συγκομισμένοςασυγκράτητος/συγκρατημένοςασύγκριτος/συγκριτικός ήσυγκρίσιμοςασυγκρότητος/συγκροτημένοςασυγύριστος/συγυρισμένοςασυγχρόνιστος/συγχρονισμένοςασύγχρονος/σύγχρονοςασύγχυστος/συγχυσμένοςασυγχώρητος/συγχωρημένοςασυκοφάντητος/συκοφαντημένοςασύλητος/συλημένοςασυλλάβιστος/συλλαβιστόςασύλληπτος/συλλημμένοςασυλλόγιστος/συλλογισμένοςασύμβατος/συμβατόςασυμβίβαστος/συμβιβασμένοςασυμβούλευτος/συμβουλευμένοςασυμμάζευτος/συμμαζεμένοςασύμμικτος/σύμμικτοςασυμμόρφωτος/συμμορφωμένοςασυμπαγής/συμπαγήςασυμπαθής/συμπαθήςασυμπίεστος/συμπιεσμένοςασυμπλήρωτος/συμπληρωμένοςασύμπτυκτος/συμπτυγμένοςασυμπύκνωτος/συμπυκνωμένοςασυμφιλίωτος/συμφιλιωμένοςασυμφώνητος/συμφωνημένοςασύμφωνος/σύμφωνοςασυμψήφιστος/συμψηφισμένοςασυναγώνιστος/συναγωνίσιμοςασυναίρετος/συναιρεμένοςασύνακτος/συναγμένοςασύναπτος/συναπτόςασυναρμολόγητος/συναρμολογημένοςασυναρτησία/συνάρτησηασυνάρτητος/συναρτημένοςασυναφής/συναφήςασύναχτος/συναγμένοςασύνδετος/συνδεδεμένοςασυνδύαστος/συνδυασμένοςασυνείδητος/συνειδητόςασυνεννοησία/συνεννόησηασυνεννόητος/συνεννοημένοςασυνέπεια/συνέπειαασυνεπής/συνεπήςασυνερισιά/συνερισιάασύνετος/συνετόςασυνεχής/συνεχήςασυνήθης/συνήθηςασυνήθιστος/συνηθισμένοςασυνθηκολόγητος/συνθηκολογημένοςασυννέφιαστοςή ασύννεφος/συννεφιασμένοςασυνόδευτος/συνοδευμένοςασυνουσίαστος/σνουσιαζόμενοςασυνόψιστος/συνοψισμένοςασυνταίριαστος/συνταιριασμένοςασύντακτος/συντεταγμένοςασυνταξία/ευσυνταξίαασυντάρακτος/συνταραγμένοςασυνταύτιστος/συνταυτισμένοςασυντήρητος/συντηρημένοςασυντόμευτος/συντομευμένοςασυντόνιστος/συντονισμένοςασύντριπτος/συντετριμμένοςασυντρόφευτος/συντροφευμένοςασύρματο/ενσύρματοάσυρτος/συρμένοςασυσσώρευτος/συσσωρευμένοςασυστολικός/συστολικόςασύστολος/συνεσταλμένοςάσφαιρος/ένσφαιροςασφάλιστος/σφαλιστόςασφαλτόδρομος/χωματόδρομοςάσφαχτος/σφαχτόςασφετέριστος/σφετερισμένοςασφήνωτος/σφηνωμένοςάσφιχτος/σφιχτόςασφόγγιστος/σφογγισμένοςασφουγγάριστος/σφουγγαρισμένοςασφράγιστος/σφραγισμένοςασφυρηλάτητος/σφυρηλατημένοςασφύριχτος/σφυριγμένοςασχεδίαστος/σχεδιασμένοςάσχετος/σχετικόςασχημάτιστος/σχηματισμένοςάσχιστος/σχισμένοςή σχιστόςασχολίαστος/σχολιασμένοςασώρευτος/συσωρευμένοςασώριαστος/σωριασμένοςάσωστος/σωσμένοςασωφρόνιστος/σωφρονισμένοςαταβάνωτος/ταβανωμένοςατάγιστος/ταγισμένοςαταίριαστος/ταιριαστόςατάιστος/ταϊσμένοςατακτοποίητος/τακτοποιημένοςάτακτος/εύτακτοςαταλαιπώρητος/ταλαιπωρημένοςαταλάντευτος/ταλαντευόμενοςατάνυστος/τανυσμένοςαταξίδευτος/ταξιδεμένοςαταξικός/ταξικόςαταξινόμητος/ταξινομημένοςαταπείνωτος/ταπεινωμένοςατάρακτος/ταραγμένοςαταρίχευτος/ταριχευμένοςαταύτιστος/ταυτισμένοςαταυτοποίητος/ταυτοποιημένοςάταφος/θαμμένοςατεζάριστος/τεζαρισμένοςατείχιστος/τειχισμένοςατέκμαρτος/τεκμαρτόςατεκνία/τεκνοσπορίαατελειοποίητος/τελειοποιημένοςατέλειωτος/τελειωμένοςατελέσφορος/τελεσφόροςατελώνιστος/τελωνισμένοςατεμάχιστος/τεμαχισμένοςατέντωτος/τεντωμένοςατερμάτιστος/τερματισμένοςατετραγώνιστος/τετραγωνισμένοςατηγάνητος/τηγανητόςάτηκτος/εύτηκτοςατήρητος/τηρημένοςατιθάσευτος/τιθασευμένοςατίμητος/τιμημένοςατιμολόγητος/τιμολογημένοςάτιμος/τίμιοςατιμώρητος/τιμωρημένοςατίναχτος/τιναγμένοςατιτλοφόρητος/τιτλοφορημένοςατοίμαστος/ετοιμασμένοςατοιχοκόλλητος/τοιχοκολλημένοςατόκιστος/τοκισμένοςάτοκος/έντοκοςάτολμος/τολμηρόςάτομος/τετμημένοςατόνιστος/τονισμένοςάτονος/έντονοςατόξευτος/τοξευμένοςατοξικός/τοξικόςατοποθέτητοςή άθετος/τοποθετημένοςατόρνευτος/τορνευτόςατουφέκιστος/τουφεκισμένοςατράβηχτος/τραβηγμένοςατραγούδιστος/τραγουδισμένοςατρακάριστος/τρακαρισμένοςατράνταχτος/τρανταγμένοςατρατάριστοςτραταρισμένοςατραυμάτιστος/τραυματισμένοςατράχηλος/μακροτράχηλοςατρεμία/τρέμουλοάτρεμος/τρεμάμενοςάτρεπτος/μετατρέψιμοςατρικύμιστος/τρικυμισμένοςάτριφτος/τριμμένοςή τριφτόςάτριχος/τριχωτόςατρόμητος/τρομαγμένοςατρομοκράτητος/τρομοκρατημένοςατρομπάριστος/τρομπαρισμένοςατροποποίητος/τροποποιημένοςατροφία/θρέψηατροφοδοσία/τροφοδοσίαατρόχιστος/τροχισμένοςατρύγητος/τρυγημένοςατρύπητος/τρυπημένοςατρωσία/τρωτότηταάτρωτος/τρωτόςατσάκιστος/τσακιστόςατσάκωτος/τσακωτόςατσαλάκωτος/τσαλακωμένοςατσάτιστος/τσατισμένοςατσεκάριστος/τσεκαρισμένοςατσιγάριστος/τσιγαρισμένοςατσίγκλιστος/τσιγκλισμένοςατσίμπητος/τσιμπημένοςατσίμπλιαστος/τσιμπλιασμένοςατσουγκράνιστος/τσουγκρανισμένοςατσούγκριστος/τσουγκρισμένοςατύλιχτος/τυλιχτόςατυποποίητος/τυποποιημένοςατύπωτος/τυπωμένοςατυράγνιστος/τυραγνισμένοςατύφλωτος/τυφλωμένοςάτυχος/τυχερόςαυθεντικός/αναυθεντικόςαυτολεξεί/ετερολέκτωςαφάγωτος/φαγωμένοςαφακέλωτος/φακελωμένοςαφανάτιστος/φανατισμένοςαφανέρωτος/φανερωμένοςαφαρμάκωτος/φαρμακωμένοςαφάσκιωτος/φασκιωμένοςαφατρίαστος/φατριαστήςαφελληνισμός/εξελληνισμός ήεξελλήνισηαφερέγγυος/φερέγγυοςάφθαρτος/φθαρτόςή εύφθαρτοςάφθαστος/φθασμένοςάφθεγκτος/φθεγκτόςάφθορος/φθαρτόςαφιλάγαθος/φιλάγαθοςαφιλάδελφος/φιλάδελφοςαφίλευτος/φιλεμένοςαφίλητος/φιλημένοςαφιλία/φιλίααφιλοδοξία/φιλοδοξίααφιλόδοξος/φιλόδοξοςαφιλοκαλία/φιλοκαλίααφιλόκαλος/φιλόκαλοςαφιλοκερδής/φιλοκερδήςαφιλόμουσος/φιλόμουσοςαφιλόνικος/φιλόνικοςαφιλοξένητος/φιλοξενημένοςαφιλόξενος/φιλόξενοςαφιλόπατρις/φιλόπατριςαφιλοπλουτία/φιλοπλουτίααφιλόπονος/φιλόπονοςαφιλοπρόοδοςή αντιπροοδευτικός/φιλοπρόοδοςαφιλοπρωτία/φιλοπρωτίαάφιλος/φιλικόςαφιλοσόφητος/φιλοσοφημένοςαφιλόστοργος/φιλόστοργοςαφιλότεχνος/φιλότεχνοςαφιλότιμος/φιλότιμοςαφιλοχρήματος/φιλοχρήματοςαφιλτράριστος/φιλτραρισμένοςαφίμωτος/φιμωμένοςαφινίριστος/φινιρισμένοςαφκιασίδωτος/φκιασιδωμένοςάφλεβος/φλεβώδηςάφλεκτος/εύφλεκτοςαφλόγιστος/φλογισμένοςαφλόμωτος/φλομωμένοςαφοβέριστος/φοβερισμένοςαφόβητος/φοβητσιάρικοςάφοβος/φοβητσιάρηςαφοδράριστος/φοδραρισμένοςαφολίδωτος/φολιδωτόςαφοπλισμένος/οπλισμένοςαφόρετος/φορεμένοςαφόρητος/υποφερτόςαφορμάριστος/φορμαρισμένοςαφορολόγητος/φορολογημένοςαφόρτιστος/φορτισμένοςαφόρτωτος/φορτωμένοςαφούντωτος/φουντωτόςαφούρκιστος/φουρκισμένοςαφούρνιστος/φουρνισμένοςαφουρτούνιαστος/φουρτουνιασμένοςαφούσκωτος/φουσκωμένοςάφραγκος/φραγκάτοςάφρακτος/φραγμένοςαφρεσκάριστος/φρεσκαρισμένοςαφρόντιστος/φροντισμένοςαφρούρητος/φρουρημένοςάφρυκτος/φρυγμένοςάφτιαχτος/φτιαγμένοςάφτυστος/φτυσμένοςαφυδάτωση/ενυδάτωσηαφυδρογόνωση/υδρογόνωσηαφυλάκιστος/φυλακισμένοςαφύλακτος/φυλαγμένοςαφυλαξία/φύλαξηαφύσικος/φυσικόςαφύτευτος/φυτευμένοςαφύτρωτος/φυτρωμένοςαφωταγώγητος/φωταγωγημένοςαφώτιστος/φωτισμένοςαχάιδευτος/χαϊδεμένοςαχαλάρωτος/χαλαρωμένοςαχάλαστος/χαλασμένοςαχαλίνωτος/χαλινωμένοςαχάλκευτος/χαλκευμένοςαχαμήλωτος/χαμηλωμένοςαχαμογέλαστος/χαμογελαστόςαχαπάκωτος/χαπακωμένοςαχάρακτος/χαραγμένοςαχαράκωτος/χαρακωμένοςαχαράτσωτος/χαρατσωμένοςάχαρος/χαριτωμένοςαχαρτογράφητος/χαρτογραφημένοςαχαστούκιστος/χαστουκισμένοςαχειραγώγητος/χειραγωγημένοςαχειραφέτητος/χειραφετημένοςαχειρίδωτος/χειριδωτόςαχειροποίητος/χειροποίητοςαχειρόπλαστος/χειρόπλαστοςαχειροτόνητος/χειροτονημένοςαχειρούργητος/χειρουργημένοςαχλεύαστος/χλευασμένοςάχνουδος/χνουδάτοςαχνούδωτος/χνουδωτόςαχόρταγος/χορτασμένοςαχορτασιά/χόρτασηάχρεος/χρεώστηςαχρησιμοποίητος/χρησιμοποιημένοςάχρηστος/χρήσιμοςάχριστος/χρισμένοςαχρόνιστος/χρονισμένοςαχρονολόγητος/χρονολογημένοςαχρωμάτιστοςή άχρους/χρωματισμένοςάχτιστος/χτισμένοςαχτύπητος/χτυπημένοςαχύλωτος/χυλωμένοςαχωνευσία/χώνευσηαχώνευτος/χωνεμένοςαχώριστος/χωρισμένοςάχωστος/χωσμένοςαψαλίδιστος/ψαλιδισμένοςάψαλτος/ψαλμένοςαψάρευτος/ψαρεμένοςάψαχτος/ψαγμένοςαψεγάδιαστος/ψεγαδιασμένοςαψείριαστος/ψειριάρηςαψέκαστος/ψεκασμένοςαψευδής/ψευδήςαψεύτιστος/ψευτισμένοςαψηλάφητος/ψηλαφητόςάψητος/ψητόςαψιμυθίωτος/ψιμυθιωμένοςάψυκτος/ψυγμένοςάψυχος/ψυχωμένοςαψώμωτος/ψωμωμένοςάωρος/ώριμος
Γ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ
(Αλφάλεξοαντιθέτων2014)
Δες επίσης
Λεξικό αντωνύμων
[συμπλήρωμα του λεξικού αντωνύμων](3250 λέξεις)
Βρείτε τα αντίθετα(Συνδυάστε τις''ανοιχτόχρωμες''λέξεις με τις''σκουρόχρωμες'')
▼1θεάρεστοςαγνότηταεπιπλατήςαπώγωνεγγυοδότηςθεομίσητοςανηθικότηταεπικλινήςγενειοφόροςεγγυολήπτης▼2αγιοσύνηεχθρικόςπαντρειάκρατικοδίαιτοςτεκνοκτόνοςαμαρτωλότητααδελφικόςαγαμίαιδιοσυντήρητοςτεκνοσόος▼3αγρύπνιααλλεπαλλήλωςυπέροχαεξαγώγιμοςανεκτικότηταπλάγιασμαασυνεχώςαλίμονοεισαγώγιμοςσκληρότητα▼4αλόγιαστοςέκτρωσηαμίμητοςευμετάστατοςσεσοβημένωςλογικόςκύησηαναξιόλογοςσταθερόςαργά▼5διαγραφήπαλάτιανάπλασηπροτεραίααναρρίχησηαναγραφήχαμόσπιτομαρασμόςυστεραίακαταρρίχηση▼6ανάποδααναρρίχησησκεπτικισμόςέμμοχθοςσκλάβωμακανονικάκατρακύλισμαβεβαιότητααταλαίπωροςξεσκλάβωμα▼7ανατροπήκλείσιμοανταπόκρισηαποτροπιασμόςπρονόμιοανόρθωσηάνοιγμαμουγκαμάραθελκτικότηταμειονέκτημα▼8ανταρσίασυνέργειαοπίσωμορμωτόςαποχειροβίωτοςευπείθειααντίδρασηαντίκρυγοητευτικόςκρατικοδίαιτος▼9ταύτισηκαταδίκηαπόδοσηχρεώστημααραχνιασμένοςαντιπαραβολήαπαλλαγήαφορίαξόφλημαφρεσκαρισμένος▼10συνένωσηαποκατάστασηαπολαβέςετοιμασίαανειλημμένεςαποκοπήκαταστροφήέξοδααπαρασκευασίαεγκαταλελειμμένες▼11απονομήπαρακίνησηαστοιχείωτοςλεκτικάευκαταγώνιστοςπαραλαβήαποτροπήμορφωμένοςενεργώςδυσκαταγώνιστος▼12ρηχόαπρόοπτοαμήχανοςπρόφρωναπύθμενοαναμενόμενοαποφασιστικόςαπρόθυμος▼13αυταπάρνησηβασιλιάςβιομήχανοςεμπιστοσύνηλεπτόδερμοςεγωισμόςυπήκοοςεργάτηςυποτοπασμόςπαχύδερμος▼14βοριάςγιατρόςκάρφωμαξεφύτεμανοτιάςασθενήςξεκάρφωμαφύτεμα▼15γλεντοκόπινέαανεξονύχιστοςξεφούσκωμαβαριεμάραγραίαλεπτομερειακοςφούσκωμα▼16μαθητήςγονέαςδικτατορίασυνημοσύνηδάσκαλοςπαιδίδημοκρατίααποξένωση▼17δροσερόςνεόκτιστογιαγιάφεσατζήςαψάδακαυτόςερείπιοεγγονήξοφλητήςαμβλύτητα▼18ευμετάβλητοςαπτόητοςυποκειμενικότηταματαιόσχολοςπαγίδευσηέμμονοςέντρομοςαντικειμενικότηταμεγαλοπράγμωνξεγλίστρημα▼19εφιαλτικόςηγεμόναςσπουδαιολόγοςδοξοκοπίαήρεμοςυπήκοοςκαλαμπουρτζήςαφιλοδοξία▼20τρίβοςκαπετάνιοςμακαρίτηςκαταφρονητικόςλεωφόροςναύτηςολοζώντανοςφιλοπροσήγορος▼21ξανθόςμελετηρόςμελωδικόςκακοψημένοςμελαχρινόςαφιλομαθήςπαράφωνοςκαλοψημένος▼22φωτεινόςμπαμπέσικασαϊνάςκαλοχτισμένοςμουχρόςαδόλωςσερσέμηςκακοχτισμένος▼23μωρουδάκινοημοσύνηξανάφιλοπονηρίααρνητήςγεροντάκιάνοιαάπαξμισοπονηρίααποδόχος▼24ντόπιαξέραουρανόςπορισμόςεισαγόμεναλασπούραγηκαταξόδεμα▼25έμφρωνπαράδοσηπαρατήρησηδεινοπαθήςπαλαβόςπαραλαβήέπαινοςευζώητος▼26αρχήφατσικώςπρύμνηπλεοναστικόςπέραςονομαστικώςπλώρηελλειμματικός▼27ποιότηταάβαθροςπροέλασηάξυστοςποσότηταθεμελιωμένοςοπισθοχώρησηξυσμένος▼28ραδιούργοςσυνεταιρικώςαπαράμιλλοςκακοτεχνίατίμιοςατομικώςσυναγωνίσιμοςκαλοτεχνία▼29σύντροφοςτιτάνιοςυπάλληλοςυπαινικτικόςαντίπαλοςμικρούτσικοςαφεντικόαπροκάλυπτος▼30σκόπελοςτρομερόςψυχήαδιάσκεπτοςύφαλοςήπιοςσώμασκεπτόμενος▼31τριχοφόροςσοφίαλάβετεπερίτρανησπανόςαμυαλοσύνηδότεαμυδρή▼32ανίδρυσηγκέλατοσοδούλικολάτρηςφερέφωνοδιάλυσηεπιτυχίαμεγαλούτσικομισητήςιδιογνώμων▼33καλπουζανιάζουμπουρλόςγκρέμισμακαταπολέμησητιμιότηταλιπόσαρκοςξαναχτίσιμοστήριξη▼34έμφρουροςγνώθιπρησμένοςκάθαρσηαπροφύλαχτοςαγνόησεξεπρησμένοςμίανση▼35διάστροφοςχριστοκρατίαμεθεόρτιακατακλυσμιαίοςκαβουροτσέπηδεςφυσιολογικόςσατανοκρατίαπροεόρτιατωρινόςχουβαρντάδες▼36καταχθόνιοςευσέβημαανέπαφοξανάσασμαευτεκνίαάδολοςανοσιούργημαπειραγμένοκαταπόνησηκακοτεκνία▼37ανεπίβουλοςάφροντιςαποκαμωμάρακαταχώρισηύπουλοςφροντιστικόςξεκούρασηδιαγραφή▼38αγλάισμαμεγάτιμοςκαταχρηστικόςκατευθυνόμενοςαδόξημαπεριφρονημένοςνομότυποςαυτενεργός▼39μεγαλοτίμωςδοκιμαστικάπρωτοτυπίαεκφαυλισμόςμικρόσχημοςπεριφρονητικώςμόνιμαπεζότηταηθικότηταμεγαλόσχημος▼40ενισχυτήςμόνοικοςδικοτυλήδονααυτονόμησηλεπτόπετσοςμειωτήςδίοικοςμονοκοτυλήδοναυπόταξηχοντρόπετσος▼41μονοετέςολιγομήκηςκρείσσωνελληνόφρωνπολυετέςπολυμήκηςήσσωνμισέλλην▼42σωτήριοςπρωτοκλασάτοςμονοκύτταροςπικρολογίακαταλυτικόςαποκατινόςπολυκύτταροςηδυλογία▼43θαλλόφυταμπασκλάςκακομίλημαβόλεμακορμόφυτααρχοντοθρεμμένοςγλυκομίλημαξεβόλεμα▼44ξεπεσμένοςπρωτινάπλέριοςπολυσχιδήςπροκομμένοςτωρινάελλιπήςενιαίος▼45κομπλέθεονήστικοςμπουχτισμένοςπατρίδαασυμπλήρωτοςυπερχορτασμένοςαχόρταστοςαλλοδαπή▼46πλήρωσηαγευμάτιστοςελλειπτικόςτρεχούμενοκένωσηφαγωμένοςανελλιπήςστεκούμενο▼47θεοτίμητοςάλαστοςσιγάνκατεψυγμένοςθεοκατάρατοςξεχασμένοςλαλείννωπός▼48δεινολόγοςηλέκτρισηεκκένωσησαρωτικόςαμεμψίμοιροςεκφόρτισηέμπλησησωτήριος▼49νομάδεςπικάντικοξεχειμώνιασμααποσόβησηιδεολόγοςοικόσιτοιανοστίμευτοξεκαλοκαίριασμαεξώθησηκοσμόφρων▼50μπούζιομοίωσηνερόβραστοαπόκρισηαρλεκινισμόςζεστόδιαφοροποίησηνόστιμοερώτησησεμνοπρέπεια▼51ψυχοπονιάρηςπαράβλεψηόρασβηστόςσκληρόψυχοςπρόσβλεψηπαράβλεπεαναμμένος▼52ενδογενήςέκτροπασύγκλισησυγχαρητήριαεξωγενήςκαλοπραγίεςαπόκλισησυλλυπητήρια▼53ρέστοςευδιαθεσίατζιμάνικοινωνίαπαραδούχοςσπαρίλααργόστροφοςάτομο▼54ανεπίβλητοςαρτίφρωνολιγοποσίακομματάρχηςψαρωτικόςμουρλαμένοςντίρλαμέλος▼55απερίσειστοςεπάρατοςβασανισμένοςάκρηχειροκίνητοςκλονισμένοςεπιθυμητόςαπήμαντοςμέσηποδοκίνητος▼56μπουκάρισμαόρμισηέβγατερατώδηςαγλώσσευτοςξεμπουκάρισμαεξόρμισηέμπαφυσιολογικόςκακολογημένος▼57εισροήτρύπωμαέλευσημισαλλοδοξίαφιλελεύθεροςεκροήξετρύπωμααπέλευσησυγκαταβατικότηταφιλόδουλος▼58μπασιάμανούρααχείμαστοςπολύβουοςχουβαρντάςβγαλσιάσυμβιβαστικότηταταραγμένοςαθόρυβοςκαβουροτσέπης▼59πρίμαμπελαλοδουλειάκακόπραγοςδημοσίευσηδυσοίωναξεμπέρδεμακαλότυχοςαποσιώπηση▼60ευκολομνημόνευτοςασχημονίανεόπλουτοςεπιβεβαιωμένοςδυσμνημόνευτοςευπρέπειανεόπτωχοςυποτιθέμενος▼61γραικύλοςμακαρονιστέςπολύξεροςξεσπάθωμααξιοτίμητοςμαλλιαροίολιγομαθήςκάλμα▼62υποστηρικτήςανίδεοςλιγουρευτόςαπαθήςαντιμαχητήςγνωριστήςαλαχτάριστοςξετρελαμένος▼63πονοψυχίαονειρώδηςστρωτόπιθανολογούμενοςαπονιάαπαίσιοςανώμαλοεπιβεβαιωμένος▼64σκουντούφληςεπείγοντερατόμορφοςαναμενόμενοςγελαστόςαργόσυρτοαγγελόμορφοςκεραυνοβόλος▼65ασκόνταφτοςκουτσουμπόςημιτελήςπαραβάτηςπερδικλωμένοςακουτσούρευτοςολοκληρωμένοςφιλόνομος▼66ανολοκλήρωτοςκομπορρήμωνμουγκαμάραβραχυλογικώςαποτελειωμένοςταπεινόφρωνλογοδιάρροιαπολυλόγως▼67μισοτελειωμένοςλαπιστήςαπόσωσμααμασκάρευτοςαποπερατωμένοςταπεινόφρωναρχίνημαπροσωπιδοφόρος▼68παραμυθάςξεκαπάκωμαιδροκόπημαμικροσυμφέροντααποπολιτικοποιημένοςαληθοεπήςκαπάκωμαραχατλίκιμεγαλοσυμφέρονταπολιτικοποιημένος▼69ολοσχερώςπρεπώδηςμυθοπλασίακουπωμένοερημίτηςμερικώςανοίκειοςαληθολογίαξεκαπακωμένοκοσμόβιος▼70υποδηματολείκτηςσαπουνόφουσκεςτουλούμιασμαεκχυδαϊσμόςαπροσκύνητοςσπουδαιολογήματαχάιδεμαεξευγενισμός▼71απολύμανσηντούροςσυναγελασμόςκαταληκτήριοςησυχαστήςμαγαρισμόςασθενικόςμονασμόςεναρκτήριοςκοσμόβιος▼72νισάφικοκέτααφοπλισμόςαμπελοσοφίαανοικτιρμοσύνηκακοστολισμένηεξοπλισμόςσπουδαιολογία▼73αλληλένδετοςκότσοςνορμάλαμετάγνωστοςπαροπλισμόςαποσυνδεμένοςακορόιδευτοςέκφυλοςμετανοημένοςεξοπλισμός▼74παρέλκυσητσίτσιδοςπινέζαστήριξηεγκάθετοςεπίσπευσηάγδυτοςαντρούκλαςυπονόμευσηαυτενεργός▼75αντιδραστικόςλακέςαποκοίμισμαενδοστρεφήςπαππούςευπροσάρμοστοςελευθεροπρεπήςαφύπνισηεξωστρεφήςεγγονός▼76μοναρχισμόςδυσπέτημασκιτζήδεςσυντριπτικόκοινοβουλευτισμόςευτύχημαμαστόριαανεπαίσθητο▼77αποτελεσματικότηταταχυκίνητοςξεπαρεούμεσότηταετερονομίατζίφοςαργοσάλευτοςπροσχώρησεακρότητααυτονομία▼78χάπατοευφάνταστοςευπετήςξεκάρφωτοπανέξυπνοςρεαλιστήςδυσκολοκατόρθωτοςκαρφωμένο▼79οδυρμόςλιακάδακατσιπόδιασμαδυσαρμονικόςκαγχασμόςσυννεφιάκαλοτυχιάαρμονικός▼80πολυμέλειαπαράσημοςκληροδότηςεξοχότηταολιγομέλειαγνήσιοςκληροδόχοςμετριότητα▼81καρκαλέτσιεκτρωματικόςκοντότριχοςαποκλεισμόςκοντόπαχοκουκλίστικοςμακρυμάλληςσυμπερίληψη▼82αμπτάληςμηδένκαντοχέρηςυψηλόμισθοςμεροληπτικότηταλεπτοκαμωμένοςπολυαριθμότηταμακρόχειραςχαμηλόμισθοςαμεροληψία▼83μπρίοαμετρίαευρυμάθειαμνημειώδηςκακοθυμίασυμμετρίααμάθειαανεπισήμαντος▼84κατανοητώςμουστερήςπροορισμόςδυσεξάλειπτοςκορακιστίμαγαζάτοραςξεκίνημαευκολόσβηστος▼85τελεσίδικοςφουφουλιαστόςυπερκομματικόςαφιλοκερδήςπροσωρινόςάξαστοςκομματικόςεκμεταλλευτής▼86ντούκουτυραννικόςρεμπεύομαιαντίλογοςεξωσχολικόςβερεσέπεριποιητικόςταπεινοφρονώσυναίνεσηενδοσχολικός▼87μόρτικακακεργάτηςστιγμήγκουμούτσακακέμφατοςσεμνοπρεπώςαγαθοεργόςαιωνιότηταμινιόνσεμνοπρεπής▼88τεντιμποϊσμόςφιλοδάπανοςπρόσλογακακοφεγγιάσεμνοπρέπειακαρφοδεκάραςπαινέματακαλοφεγγιά▼89κρεμανταλάςολοπόλιοςεχέτηςσαλταρισμένοςατιμωρησίακοντόσωμοςκατάμαυροςπτωχόςφρόνιμοςκολασμός▼90εκατομμυριούχοςευείδειακακομούτρηςπαράχωμααγωνιστήςπάμπτωχοςδυσμορφίακαλοπρόσωποςξεπαράχωμαφυγόμαχος▼91δυσείδειαασχημομούρηςέρπονταματσωμένοςπολυθρησκειακόωραιότηταωραιοπρόσωποςαναρριχόμεναξεπαραδιασμένοςμονοθρησκειακό▼92ισόκορμοςκοκομπλόκοκακόηθοςζαλίκωμακαμπούρικοςαπεμπλοκήκαλόηθοςξεζαλίκωμα▼93μουρντάρηςεξαλλαγήσοκαρισμένοςφόρτωμακαλοήθηςαμεταβλησίαατάραχοςξεφόρτωμα▼94ξεσάλωμακατσουλάτοςζαγγανιάρηςαντίχριστοςφρονίμευμαξεσκούφωτοςκοτσονάτοςφιλόχριστος▼95ξεθέωμααλλοκοτιάελικτόςφιλόχριστοςχαλάρωμαεχεφροσύνηάστριφτοςμισόχριστος▼96τρελαμάρααχείρωτοςαρχοντάνθρωποςευσύνοπτοςφρονιμάδαυποδουλωμένοςαρκουδάνθρωποςσχοινοτενής▼97αδυνάστευτοςνεομνημονιακόςχουβαρνταλίκιπατροπαράδοταυπόδουλοςπαλαιομνημονιακόςτσιγκουνιάνεοτερισμοί▼98καρμιριάομοψυχίαλεπτόρρευστοςυπερεθνικόςαφιλοχρηματίαδιχόνοιαπαχύρρευστοςεγχώριος▼99ομοθυμίαλευγαλέοςεπίτασηαλλοίωσηδιένεξηευτυχήςελάττωσηαμεταβλησία▼100ξενέρωτοςπεριορισμόςσυγκερασμόςσφαιρικάγλυκύθυμοςεπέκτασηδιαχωρισμόςμονομερώς▼101απίστομαπαρέκταμαχριστιανοφάγοςμεγαλομέτοχοςανάσκελασυστολήχριστιανολάτρηςμικρομέτοχος▼102μπρούμυταπακτόςρημαδιόσηκωμένοςανάσκελαρευστόςαναδομήπεσμένος▼103ορθοέπειαετεροδίδακτοςλιγογράμματοςξεχείλωμακακοέπειααυτομαθήςπολυμαθήςτεζάρισμα▼104νταμάχιξερόλαςνουνέχειαακυβέρνητοςολιγάρκειααδαήςαπερισκεψίακυβερνώμενος▼105αγροικησιάαλεστοσύνηκακοτοπιάατιμόνευτοςσύνεσηδυσκινησίαπέρασμακυβερνώμενος▼106αλογισιάέγχρωμοςχειροτέρευσηέγκλειστοςπερίσκεψηάχρωμοςδιόρθωσηαποφυλακισμένος▼107σκληρόστρακοθησαυρισμόςγυρισμόςπανικόβλητοςμαλακόστρακοφτώχεμαπηγεμόςάδειμος▼108ανυπόνοιαστοςακαραδόκητοςτανυσμόςεκτάδηνυποψιασμένοςαναμενόμενοςχαλάρωμαμαζωχτά▼109παράβολοςγιαλαντζίέκπτωτοςράγδηναδιακύβευτοςαληθινόακαθαίρετοςηπίως▼110μπούληςαλιπήςτσίροςεσπερινόςσκληραγωγημένοςλιπαρόςεύσαρκοςπρομεσημβρινός▼111βουτυρόπαιδοάσμηκτοςακέρατοςεσπέριοςσυγκεφαλαιωτικόςλεβεντόπαιδοσαπουνισμένοςκερασφόροςεωθινόςαναλυτικός▼112άφροντιςδιαβολεμένοςνεούργημαεσπερινόςσυζυγήςέμφροντιςκαλοκάγαθοςπαλαιότηταπρωινόςαναντίστοιχος▼113θεοκίνητοςυπερτονισμόςψήφισηκαλόβραστοςσατανοκίνητοςυποτονισμόςκαταψήφισηκακόβραστος▼114ενούντατρανταχτόςσυμπίλησηκουτσουμπόςεξατομικευμένοςχωρίζονταατράνταχτοςαμιξίαακολόβωτοςγενικευμένος▼115κατάφωροςεξάρμοσηελευθεροπρέπειακαθοριστικόςάδηλοςμοντάρισμαδουλικότηταασήμαντος▼116απρόσδεκτοςραγιαδοσύνηενοποίησηνοστιμιάποθητόςελευθεροπρέπειαδιαχώρισηανοστιά▼117ανακατεμένοςσυσχέτισηξέκρεμοςανεπιγνώστωςκαθαρόςαποσύνδεσηκρεμαστόςενσυνειδήτως▼118συγχώνευσηπεριπόθητοςξεχαρβάλωμααλαλιασμένοςδιαχώρισηανεπιθύμητοςσυνάρθωσηεφησυχασμένος▼119τρικαδόροςεσωκυτταρικάκαταδολίευσημεγαλοαστισμόςφερέγγυοςεξωκυτταρικάνομιμοφροσύνημικροαστισμός▼120εθνοποίησηεσωκομματικόςκοντράρισμανομιμοφροσύνηδιεθνοποίησηεξωκομματικόςκαταλλαγήκαταστρατήγηση▼121κοινοβουλευτικόςεύδμητοςπιθανότηταλογοτριβήκένωμαεξωκοινοβουλευτικόςετοιμόρροποςβεβαιότητασυμβιβασμόςπλήρωμα▼122καλοκομμένοςβεβαρημένοπεριττοδάκτυλαβιοτικάκατηγορηματικότητακακοκομμένοςελαφρύαρτιοδάκτυλαπνευματικάαβεβαιότητα▼123χάφταςμονομοριακέςμπαγαποντιάαχρεώστητααπωμάτιστοςνοήμοναςπολυμοριακέςντομπροσύνηοφειλόμεναταπωμένος▼124ταρτουφισμόςμονοσύλλαβοςαλεπουδιέςυποδειγματικόςανυποκρισίαπολυσύλλαβοςχρηστουργίεςατελής▼125διπροσωπίαπρωτεϊκότητακαλοπιστίαπλάγιοςειλικρίνειαμονοείδειακακοπιστίαορθός▼126πρωτεϊκόςτσοντάρισματελέστιχοεπιστητόμονοειδήςπετσόκομμαακροστίχιοαμάθητο▼127αμάτιστοςεξανθράκωσηομφαλοσκόποςανεπίβλεπτοςμπολιασμένοςεπανθράκωσηπολυσπούδαστοςεπιτηρούμενος▼128περισπούδαστοςφούτσιεξωμήτριοςεκάστοτεαναξιόλογοςέλαενδομήτριοςενίοτε▼129αποπομπήρήξηενδοκρινήςμπήξιμοαπρόσμικτοςπροσκάλεσμαφίλιωμαεξωκρινήςβγάλσιμοκοινωνικός▼130διαβολοστάλσιμοεξανέμισμαυπναλέοςπροϊδεασμένοςσωσίβιοςπροσκάλεσμασφιχτοχεριάανύσταχτοςσαστισμένοςολετήριος▼131κραυγαλέοκάκοσμοςψωριάρηςπήξημεθεκτόςασαφέςμυρωδάτοςευκατάστατοςτήξηαμέτοχος▼132κραυγαλέωςπεριούσιοςξεκουμπίσουασημότητασιγαλέωςασυμπάθιστοςμείνεεκλαμπρότητα▼133διασυρμόςαγιόψυχοςάμοροςεκατέρωθενξεντρόπιασμακακόψυχοςκαλότυχοςουδετέρωθεν▼134κακογραμμένοςκακομοιριασμένοςξυραφισμένοςέγκυοςκαλογραμμένοςεύμοιροςαξύριστοςαγγάστρωτη▼135καλορίζικοςτζαντζαλιάρηςπρόταγμαεφοδιαστήςκακορίζικοςευείμωνοπισθοφυλακήαποστερητής▼136κακοείμωνενδοκοσμικόςαδιαλώβητοςευλογοφανήςκαλοντυμένοςυπερβατικόςδιαφθαρμένοςαπίθανος▼137δεσμείναπόβρασμαενδοκόσμιοςεργολήπτηςομαδοποίησηλύεινκαλοκάγαθοςυπερκόσμιοςεργοδότηςαπομαδοποίηση▼138εξωκόσμιοςαρχόμενοιαναψυχήεργοδοσίαενδοκόσμιοςάρχοντεςαπαρηγορησίαεργολαβία▼139αποκολοκύνθωσηπρόνοιααξιόμαχοςεπισώρευσηαλφαδιασμένοςοξυδέρκειααπρονοησίααπειροπόλεμοςκαταμερισμόςαστάφνιστος▼140άμεκεφαλωτόςκατάφυλλοςεπισκευήελευθέριοςελθέακέφαλοςάφυλλοςχάλασμαχρηστοήθης▼141πολύφυλλοςθυσανωτόςευδινόςεπευκτόςολιγόφυλλοςαφούντωτοςανεμόπληκτοςεπικατάρατος▼142αιδέσιμοςπολύστιχοςμουσίτσαεπαμφοτερισμόςάσεμνοςολιγόστιχοςαπονήρευτοςαποφασιστικότητα▼143μυξιάρηςταυροκτόνοςτιμάξιοςασυνέχειααξιόλογοςταυρόκτονοςευκαταφρόνητοςεπαλληλία▼144κοσμογόνοςρεκλαματζήςμπάνικοεπαίτηςκοσμοκτόνοςανεπίδεικτοςαπωθητικόκεφαλαιοκράτης▼145ντουβάριπανεπιστήμωνπομπωδώςεξωτικάφαυλισμόςταχυμαθήςημιμαθήςανεπίδεικταεγχώριασεβασμός▼146παρατράγουδοκακόσιτοςιχθυογόνοςεξυγίανσηπρεπιάκαλοθρεμμένοςιχθυοκτόνοςμόλυνση▼147εξαγριωμένοςδυσοργησίακακομεταχείρισηεξαΰλωσηήρεμοςπραϋθυμίακαλομεταχείρισηυλοποίηση▼148οργισμένοςτραβολόγημαμαφιόζοςάδρεπτοςαόργητοςεξυπηρέτησηχρηστοήθηςσυλλεγμένος▼149ταλαιπωρίαλάτραμουσαφιρλίκιπροϊστάμενοςπεριποίησηρυπαρότητααφιλοξενίαυφιστάμενος▼150κακοπληρωτήςεξευμενισμένοςαπαραμύθητοςκαλοπληρωτήςανεξευμένιστοςπαρηγορημένος▼151κουρελαρίαμεράκιακωμωδιογράφοςσυναρθρωμένοςαρχοντοπαρέακακοκεφιέςτραγωδιογράφοςδιαλυμένος▼152ντουζένικουρελήςεξωσυζυγικήομοίωσημαράζωμακαλοντυμένοςενδοσυζυγικήαντιδιαστολή▼153αμφιγονικόςοστεοσκλήρυνσηωφελημένοςεκθρόνισημονογονικόςοστεομαλάκυνσηζημιωμένοςενθρόνιση▼154τσόκαροτσουλαρίαετεροερωτικήυπερστελέχωσηαρχοντογυναίκααρχοντοπαρέαομοερωτικήυποστελέχωση▼155λιμνόβιοςτιμωρητικόςπρηνήςκάθυγροςχερσόβιοςσυγχωρητικόςανασκελωμένοςαμούσκευτος▼156γλάρωμαένυγροςπαρήγοροςδυσκινησίασυναισθηματικόςξενύσταγμαστεγνόςαποθαρρυντικόςευκινησίαλογικός▼157κάψαλεοντόκαρδοςεφτάψυχοςαποδιοργανωμένοςψοφόκρυολαγόκαρδοςετοιμοθάνατοςδιοργανωμένος▼158θεριόψυχοςδραματικόςτενεκέςεφικτόςδειλόψυχοςευάρεστοςαξιοτίμητοςαπρόσικτος▼159ψηφιακόψιθυριστήςψιλοδουλεμένοςπαρεξήγησηαυτοεκτίμησηαναλογικόεγκωμιαστήςχοντροδουλεμένοςσυνεννόησηαυτοπεριφρόνηση▼160ψιλόβροχοψυχάραψιψίρισμαμάταιοςχοντρόβροχολιπόψυχοςπροχειρολόγημασκόπιμος▼161ψωμολύσσαχαμηλόβαθμοςψηλοτάβανοςκαθέκασταχορτασίλαυψηλόβαθμοςχαμηλοτάβανοςαξιοσημείωτα▼162χαμοκέλαχαμούρηςχάμωσκαρφάλωμααρχοντόσπιτοχρηστοήθηςψηλάκατρακύλισμα▼163χάρβαλογκολτζήςχειμωνιάεκθαμβωτικόςδιφορούμενοςκαλοστεκούμενοχασογκόληςκαλοκαιρίαανεπισήμαντοςαποσαφηνισμένος▼164χιλιοφορεμένοχλαπάκιασμαχοϊκόςευπροσάρμοστοςλιγοφόρετοολιγοφαγίαάυλοςδυσπροσάρμοστος▼165χόλιασμαχοντρομύτηςχουντικόςεναγόμενοςπράυνσηλεπτόρρινοςδημοκρατικόςενάγων▼166φαγανόφαρμακόγλωσσοςφευγιόπαχύτηταολιγοφάγοκαλόγλωσσοςερχομόςλιποσαρκία▼167φιλίστωρφιλοκυβερνητικόςφιξπαχυσαρκίααφιλομαθήςαντικυβερνητικόςακαθόριστοςλιποσαρκία▼168χαοτικόςκοτσανολόγοςεξαλειμμένοςαπαρόρμητοςαρμονικόςσπουδαιολόγοςανεξάλειπτοςπαρακινούμενος▼169φυγόστρατοςυποαπασχόλησηυπογλυκαιμίααπεγνωσμένοςστρατευμένοςυπεραπασχόλησηυπεργλυκαιμίαεγκαρδιωμένος▼170λιπόστρατοςυποθερμίαυπερτίμησηξέφρενοςστρατευμένοςυπερθερμίαυποτίμησηεχέφρων▼171υπερηχητικόςυποτονικόςπρομινωικόςβαρυσήμαντουποηχητικόςδυναμικόςυστερομινωικόςπαρωνυχίδα▼172ταράκουλοτζίνικαλαμοκαβαλητήςεχθροπραξίεςαταραξίακρετίνοςταπεινόφρωνεκεχειρία▼173τονούμενητουπέφιλαιδήμωνάτονηταπεινοφροσύνηαναιδής▼174τουρλούακόμψευτοςαφούσκωτοςευμετάθετοςπροφυλακτικόςκεχωρισμένωςεπιτηδευμένοςτουρλωτόςδυσμετάθετοςαπροφύλακτος▼175τραγελαφικόςτριζάτοςτρελέγκωευμετακίνητοςφυσιολογικόςκακοντυμένοςγνωστικήδυσμετακίνητος▼176τρικούβερτοτριτοκοσμικόςτρίχαςαστασίααποχαυνωτικόεξελιγμένοςαξιότιμοςσταθερότητα▼177τσανακογλείφτηςαχάριστοςεκσυγχρονισμένοςαξιοπρεπήςευγνώμωναναχρονιστικός▼178τσεκουράτοςτσίτατσίρκουλαετερόπλευροςφιλοφρονητικόςχαλάρωμασεμνοπρεπείςαμφοτερόπλευρος▼179τσούρμοτσουτσέκικακόφημοςκαλοζυγισμένοςμεμονωμένωςμεγαλόσωμοαδυσφήμητοςκακοζυγισμένος▼180τυχώνσαχλαμαράκιαςσάχλαμονομέρειασημαντικόςσπουδαιολόγοςσπουδαιολόγημααμεροληψία▼181σερνικόςσημαίνωνσικαδιαφιλονίκητοςθηλυκόςασήμαντοςακαλαίσθητοςαμφισβητούμενος▼182σημαδιακόςσίχαμασιχτίρισμαπρακτικότητααναξιόλογοςεπιθυμητόκαλόπιασμααλυσιτέλεια▼183σκιόφωςρευματοδέκτηςσούμπιτοςσύλληψηλάμψηρευματοδότηςαναμενόμενοςαπόδραση▼184στενόμακροςστητόςστόκοςπαραπληροφόρησηκοντόφαρδοςπλαγιαστόςευφυήςενημέρωση▼185ορθόςστούμπωμαστραβάδιεγγραμματισμόςπυκνόρρευστοςκατάκλιτοςξεβούλωμαπαλιοσειράαναλφαβητισμόςλεπτόρρευστος▼186στρίγκλικοςστρογγυλοπρόσωποςαγαθοπροαίρετοςμπουρδούκλωμακαλότροποςμακροπρόσωποςκακοπροαίρετοςξεμπουρδούκλωμα▼187αγαθότροποςστρώσιμομακρομούρικοςφράξιμοκακότροποςξέστρωμαστρογγυλοπρόσωποςξέφραγμα▼188ομόκεντροςεπιταχυντήςσυμβασιούχοςομολογουμένωςετερόκεντροςεπιβραδυντήςδιορισμένοςαντιλογικώς▼189συγκεντρικόςσυμβιβαστικόςσυμπιεστόςπαιδιάστικηετεροκεντρικόςασυμβίβαστοςασυμπίεστοςσυνετή▼190συμπλεγματικόςσυμφερτικόςασύμφοροςβραχυβιότηταακομπλεξάριστοςανωφελήςσύμφοροςμακροβιότητα▼191συνάδεισύννομοςσυνάμακαθαρόαιμοςαπάδειπαράνομοςασυγχρόνωςνοθογέννητος▼192αρμόζεισύντμησησυντετριμμένοςεμπαίκτηςδιάτονοςαπάδειμήκυνσηπεριχαρήςειλικρινήςήπιος▼193συσκότισησυσταδόντουρλουμπούκιανάρκωτοςκαταυγασμόςακροβολιστίευρυθμίαναρκωμένος▼194ρίζωμαμουντάρισμαανέλκωτοςδιασωστικόςξερίζωμαανάσχεσηελκώδηςεξολοθρευτικός▼195βολεψάκιαςμπινελίκιααλογόπουλοδιεστραμμένοςφιλοκίνδυνοςπαινέματαπαλιάλογοαδιάστρεπτος▼196βατύλημικροδύναμοςβουκέφαλοςευόδιοςαλόγαμεγαλοδύναμοςμικροκέφαλοςπαραστρατημένος▼197ερισθενήςμικρόμματοςμεγαλοπρόσωποςεκάστοτεμικροδύναμοςμεγαλομάτηςμικροπρόσωποςμηδέποτε▼198μεγαλοκέφαλοςευρυμέτωποςμεγαλόμητιςεπίδικοςμικροκέφαλοςστενομέτωποςμικροφιλόδοξοςδικασμένος▼199μικρόχαροςμεγαλοφυΐαολιγοπιστίαχαρισμένοςμεγαλόμητιςολιγόνοιαμεγαλοπιστίααδώρητος▼200παλιοτόμαροπολυδύναμοςολιγόκαρποςαδώρητοςκαλοκάγαθοςολιγοδύναμοςπολύκαρποςδωρισμένος▼201ολιγοπράγμωνπολυγραφίαολιγόχυμοςαναδυόμενοςπολυπράγμωνολιγογραφίαπολύχυμοςκαταδυόμενος▼202σμιλευτόςπουλητάριαμεγαλοφοροφυγάδεςεπαινετέονσαλπάρισμαασκάλιστοςαδιάφθοροιμικροφοροφυγάδεςκατακριτέονράξιμο▼203αδιάστρεπτοςάπειστοςαδωρόληπτοςομόλογοςδιαστρεβλωμένοςπεπεισμένοςδωροδοκημένοςαντιφατικός▼204πάμφωτοςανάχτιδοςαδιατράνωτοςευκολοκυβέρνητοςκατασκότεινοςφωτεινόςδιατρανωμένοςδυσκολοκυβέρνητος▼205παραμέσαπαράγωνοευχείριστοςομότροφοςπαραέξωορθογώνιοδυσχείριστοςετερότροφος▼206παραδοτέοςπαραπλανητικόςπάρλακατεστραμμένοςπαραληπτέοςκαθοδηγητικόςολιγολογίαάφθαρτος▼207πατατράκεγγεγραμμένοςαπόγειοκακοτάξιδοςευτύχημαπεριγεγραμμένοςπερίγειοκαλοτάξιδος▼208πεφιλημένοςπολύπολοπίκαδυσπλοΐααναγάπητοςμονόπολοαοργησίαεύπλοια▼209μονοφασικόςπροπολεμικόςπουρόαπόπλευσηπολυφασικόςμεταπολεμικόςνιοςελλιμένιση▼210προπτυχιακόςπροσεγμένοςπροσεισμικόςενεργητικότητααφανιστικόςμεταπτυχιακόςανεπιμέλητοςμετασεισμικόςπαθητικότητασωτήριος▼211απονήωσηπροσσελήνωσηπρύμνηχειραφέτησηπροσνήωσηαποσελήνωσηπλώρηχειραγώγηση▼212πολυσέλιδοςομοιόπτωτοςολιγοσπερμίαυπναλέοςαβίγλιστοςολιγοσέλιδοςετερόπτωτοςπολυσπερμίαάγρυπνοςφυλαγμένος▼213φωταυγήςομόσημοικομπλάρισμανυσταλέοςαλαμπήςετερόσημοιαποφασιστικότηταάγρυπνος▼214ονόρεπλατύγναθοςαμβλυγώνιοςμονοφωνίααδοξίαοξύγναθοςοξυγώνιοςπολυφωνία▼215άτρητοςεμπροσθογεμήςπρόναοςομιλητήςδιάτρητοςοπισθογεμήςοπισθόδομοςακροατής▼216οροθετικόςουρμπανισμόςαράχνιασμαανάσκητοςοροαρνητικόςαστυφυγήξαράχνιασμαγυμνασμένος▼217αρμύρισμαξεδίπλωτοςκαλούπωμαυπουράνιοςξαλμύρισμαδιπλωμένοςξεκαλούπωμαυπερουράνιος▼218ξεκούρδιστοςμπαρκάρισμαμπλοκάρισμαανεξελεγκτοςκουρδισμένοςξεμπαρκάρισμαξεμπλοκάρισμαελεγξιμος▼219νενομισμένοςνεογενήςνικητήςανευθυνότητααθεσμοθέτητοςπαλαιγενήςηττημένοςυπευθυνότητα▼220μονομπλόκνταβαντούριμονοκύλινδροςβροντερόςκομματιαστόβουβαμάραπολυκύλινδροςσιγανός▼221νταβραντισμένοςντερμπεντέρηςνταλκάςελάχιστοςεξασθενημένοςακατάδεκτοςαηδιασμόςμέγιστος▼222μαγκιόροςβρομισιάβραχυκατάληκτοςαμετροέπειαχλίτσαβοςαλερωσιάμακροκατάληκτοςολιγολογία▼223μάκαμικροπερίοδοςβραδύπνοιαπροπηλακισμόςεκσυγχρονιστικόςπάστραμακροπερίοδοςταχύπνοιαφιλοφρόνησηπαλιομοδίτικος▼224κοντόμεροςψηλούτσικοςμαλακτικόψείριασμαπολύχρονοςκοντούληςδιεγερτικόξεψείριασμα▼225κοντόπνοοςμαντάρακοπροσκύλιασμαξεδίψασμαμακρόβιοςευταξίαακουρασιάδίψασμα▼226κοράκιασμαπροδότηςκόπασμααμαρτύρητοςξεδίψασμαπατριδοφύλακαςταραχήαποδεδειγμένος▼227μαθουσάλαςκορνίζωμακοσμοκαλόγεροςπαράκαιροςβραχύβιοςξεκορνίζωμαμοναστήςέγκαιρος▼228κουασιμόδοςκουζουλάδακουλάντρισμαερώτησηομοσθενήςευειδήςπερίσκεψηακήδειααπάντησηανισοσθενής▼229κουλοβάχατακουμάσικουνενέςστρεβλόςξεμπερδεμένααξιοτίμητοςνοήμωνίσιος▼230κουράακουσούρευτοςκουτεντέςπλούτοςακουρεψιάκουσουρεμένοςσαϊνάςένδεια▼231κουτσογράμματακούτσουροκοψομεσιασμένοςπερισσότεροπολυμάθειαφιλομαθήςξεκούραστοςλιγότερο▼232κοψοχρονιάκροκοδείλιοςκαταρρακτωδώςπάρωροςακριβοπούλημαανυπόκριτοςσταγονηδόνέγκαιρος▼233κοψόχρονοςκυβείακτηνάνθρωποςβουνόπολύχρονοςαπονηρευσίακαλοκάγαθοςπεδιάδα▼234πανωσέντονολακωνίζεινκακαρδισμένοςσυνένωσηκατωσέντονομακρολογείνχαρούμενοςκατάτμηση▼235διάτασηδιατήρησηπροχειρότητασιγηλόςχαλάρωσημετατροπήεμβρίθειαασίγητος▼236βρομόκαιροςβρομόλογαβρομολόγοςδύσνοιακαλόκαιροςσεμνολογίεςσεμνολόγοςευμένεια▼237βύθοςγιγαντισμόςγεροντίστικοσκληρότηταέγερσηνανισμόςνεανικόμαλακότητα▼238λήθαργοςκοριτσίστικογεροδεμένοςκρείττονααφύπνισηαγορίστικολεπτεπίλεπτοςελάσσονα▼239γιγαντοσωμίανανόσωμοςγλόμποςψυχικόνανισμόςγιγαντόκορμοςπερισσόκομοςκακοπροαιρεσία▼240γιγαντόσωμοςδαιμονοφοβίαγκαρίδαλαβροστομίαφεμινισμόςνανόσωμοςδαιμονολατρίαηδυφωνίααβροέπειααντιφεμινισμός▼241δαιμονοποίησηδακτυλοδεικτούμενοςπελματοβάμωναπτύχωτοςαποδαιμονοποίησηευυπόληπτοςδακτυλοβάμωνστολιδωτός▼242δανδήςδιαμετρητόςδιαπόμπευσηεκδηλωτικόςακόμψευτοςακαταμέτρητοςξεντρόπιασμαμυστικοπαθής▼243παπιγιονάκιαςκαταμετρητόςμονόπλευροςξυπολυσιάακόμψευτοςακαταμέτρητοςαμερόληπτοςυπόδηση▼244μονομερήςδιαξιφισμοίευθύβολοςοψιμαθήςαμερόληπτοςφιλοφρονήσειςάστοχοςπαιδομαθής▼245κεραυνοβόλωςδιαστολικόςμονοζυγώτηςεμπέδορκοςβαθμιαίωςσυστολικόςδιζυγώτηςορκοπαραβάτης▼246μονοκομματισμόςμονώροφοςμονοπύρηνοςορκοκαταλύτηςπολυκομματισμόςπολυώροφοςπολυπύρηνοςεμπέδορκος▼247μονόπατοςμονόστηλοςμονόστοιχοςμονοεστιακόςπολυώροφοςπολύστηλοςπολύστοιχοςπολυεστιακός▼248δραχμοφονιάςζερβοχέρηςζηλεμένοςάμβλυνσησπάταλοςδεξιόχειραςαζήλευτοςόξυνση▼249ζουμπάςζούλαζουρλοπαντιέραφθορόςύψηλόσωμοςφανεράμυαλωμένηαζήμιος▼250νυκταλωπίααρρενοποίησηθρεφτάριφαβοριτισμόςημεραλωπίαθηλεοποίησηκακοθρεμμένοαξιοκρατία▼251μονοσθενήςφθίνουσατρελοπαντιέραευνοιοκρατίαπολυσθενήςαύξουσαμυαλωμένηαξιοκρατία▼252παλαβιάραφραγκοπνίχτηςπενταροδεκάρεςξεπούλημαμυαλωμένηαφιλοχρήματοςπολυχρηματίαακριβοπούλημα▼253σοκακιάρηςεγγράφωςεγγράψιμοςασυνόρευτοςσπιτόγατοςπροφορικώςπεριγράψιμοςόμορος▼254πολυχρηματίααερόβιοςεδραιοπανίδαομόπιστοςψευδεπίγραφοαχρηματίααναερόβιοςελευθεροπανίδαετερόπιστοςαυθεντικό▼255εκειδάδάσωσηομοιοχρωμίααναγνωρισιμότηταεδωδάεκδάσωσηετερόχροιαασημότητα▼256εικονομαχίαφαίνεσθαιεισπνευστικόςετερόχρουςεικονολατρίαείναιεκπνευστικόςομοιόχρους▼257πόλωσηδοκιμασίαομοιόχρωμοςπαραγγελιοδοσίαεκπόλωσηανακούφισηετερόχρωμοςπαραγγελιοληψία▼258ξεγκουσεμόςάκυθοςαλαφράδαομοιογένειαταλαιπωρίακαρποφόροςσοβαρότηταανομοιογένεια▼259ακύλιγοςγαληνιαίοςανεπικύρωτοςομαδικόςκυλισμένοςπολυτάραχοςεπικεκυρωμένοςατομικός▼260ανακρωτηρίαστοςεκώνανέλατοςαπαράκλητοςακρωτηριασμένοςάκωνελάσιμοςπαρηγορημένος▼261δυστονίαανελαστικότηταεπιβαρυντικόςολιγομελήςσυντήρησηευτονίαελαστικότηταελαφρυντικόςπολυμελήςπρόοδος▼262αμετρωπίαολιγοήμεροςλάσπωμαυποδομήεμμετρωπίαπολυήμεροςξελάσπωμαεπιδομή▼263εμπρόθετηέμφοβοςεμψυχωτικόςπολυάριθμοςαπρόθετηατρόμητοςαποθαρρυντικόςολιγάριθμος▼264εγκαρδιωτικόςαντίπρυμνοςεναίσιμοςχώρισμααποκαρδιωτικόςαντίπρωροςακατάλληλοςένωση▼265αναθαρρυντικόςέναρθροενδογαμικόςχωματόδρομοςαποθαρρυντικόςάναρθροεξωγαμικόςασφαλτόδρομος▼266αναπτερωτικόςασύναρθροςανάριθμοςχυτόςαποκαρδιωτικόςέναρθροςαριθμημένοςσφυρήλατος▼267μονογυνίαενδοπαράσιταεξώπλασμαασίγητοςπολυγυνίαεξωπαράσιταενδόπλασμασιωπηλός▼268εξώτατοςυποθηκευμένοςεξαντρίκκρήμνισμαενδότατοςανυποθήκευτοςάκομψοςχτίσιμο▼269ενυπόθηκοςδιάδοχοςενδοσχολικέςκουλουβάχαταανυποθήκευτοςπροκάτοχοςεξωσχολικέςκεχωρισμένως▼270επίγονοιεξώπορταεσώφυλλοβάθοςπρόγονοιεσώθυραεξώφυλλοαβάθεια▼271βάθοςεπιθετικόςεπικείμενοςεπικρατέστεροςέχθιστοςρηχότητααμυντικόςαπόμακροςυποδεέστεροςπολυαγάπητος▼272προτεραίαεπιταυτούεπιτροχάδηνχιλιάκριβοςεπιούσααθέληταπροσεκτικάπαμμίσητος▼273επισκοπούαληθειογράφοςμούφααδειασερόςαπρομελέτηταψευδογράφοςπραγματικόαπασχολημένος▼274ερρύθμωςμελανόμορφοετερόφυλοςχαριστικήαρρύθμωςερυθρόμορφοομόφυλοςαντιχαριστική▼275ετσιδάευρωαριστεράερέθισμακακομοιριασμένηαγειτόνευτοςαλλοτρόπωςευρωδεξιάκαταπράυνσηχαρισάμενηκοινωνικός▼276φιλοδυτικόςεφάπλωσητσίγκλισμαχαρακωτόςυπερπολλαπλάσιοςφιλοανατολικόςμάζεμακαταπράυνσηαχαράκωτοςυποπολλαπλάσιος▼277καταλλάγιδιχαστικόςευκοίλιοςσύσφιξηακαθοριστίαπαρόξυνσηενωτικόςδυσκοίλιοςχαλάρωσηκαθορισμός▼278παρόργισηαβαντάζγαλακτοφορίαψηλοτάκουνοςκαλμάρισμαμειονέκτημααγαλακτίαχαμηλοτάκουνος▼279αγαλόρροιααγαθόπιστοςαγαπησιάρηςμπιτσικόμηςγαλακτοφορίαδυσκολόπιστοςαφιλόστοργοςκαλόψυχος▼280αγγειοδιαστολήαγγελόψυχοςαγουροξύπνημαφυτευτόςταυτοσήμαντοςαγγειοσυστολήδιαβολόψυχοςαργοξύπνημααυτοφυήςετεροσήμαντος▼281αγγειοδιασταλτικόςαγριεμόςγλυκομούτσουνοςφυρόςαγγειοσυσταλτικόςκαθησυχασμόςαγριομούρηςδιασταλμένος▼282αγχωτικόςαδέλφωμαλεπτόνιαφθήνιααγχολυτικόςδιχοφροσύνηαδρόνιαακρίβεια▼283νιτροποίησηαθήρατοςακατάτακτοςδύσπνοιααζωτοποίησηθηρεύσιμοςκαταταγμένοςεύπνοια▼284απονιτροποίησηαθήρευτοςακάτεχοςπαχύφλοιοςνιτροποίησηευθήρατοςενήμεροςλεπτόφλοιος▼285αγρεύσιμοςακατράμωτοςακόμπιαστοςφουριόζοςαθήρευτοςκατραμωμένοςκομπιασμένοςάβιαστος▼286ακριβομίλητοςαλίμενοςαλλόχθωνδύσπνοιαπολυλογάςεύορμοςγηγενήςεύπνοια▼287αλμπάνηςαμαντάριστοςκουφωμόςαργαλέοςεπιδέξιοςμανταρισμένοςοξυκοΐαακόπιαστος▼288μονογονίαανέβατοςανάρμεγοςκοσμοσωτήριοαμφιγονίααναβάσιμοςαρμεγμένοςκοσμοκτόνο▼289συγγένεσηανήμελκτοςαναύλωτοςεθνοκαταστροφικόςμονογένεσηαρμεγμένοςναυλωμένοςεθνοσωτήριος▼290αναυπήγητοςναυτολογημένοςανεκδίκαστοςπαράδοξοςναυπηγημένοςαναυτολόγητοςεκδικασμένοςσυνηθισμένος▼291ανεβασιάανεκμυστήρευτοςεκποιημένοςαπαξιωμένοςαποχειροβίωτοςκατηφοριάεκμυστηρευμένοςανεκποίητοςκαταξιωμένοςκρατικοδίαιτος▼292ανέλπιδοςανεξαίρετοςανεξαργύρωτοςτσιτωτόςαναμενόμενοςεξαιρεμένοςεξαργυρωμένοςατεζάριστος▼293ανθιδρωτικόςανηολόγητοςανθρωπολόιχόλιασμαιδρωτοποιόςνηολογημένοςολιγανθρωπίαξεθύμασμα▼294ανθρωπομάνιανίδωτοςένδειξηξέσπασμαολιγανθρωπίαιδωμένοςαντένδειξηκάλμα▼295αντεργατικόςασφυξιογόνοςαφροδισιακόφιλοτομαριστήςφιλεργατικόςαντιασφυξιογόνοςαντιαφροδισιακόαλτρουιστής▼296φιλαγροτικόαλλεργικόδεοντολογικόςπαρτάκιαςαντιαγροτικόαντιαλλεργικόαντιδεοντολογικόςαλτρουιστής▼297αντιδημοκρατικόςεθνικιστικόςδιαβρωτικόςκιμπάρηςδημοκρατικόςαντιεθνικιστικόςαντιδιαβρωτικόςαναξιοπρεπής▼298εμετικόιμπεριαλιστικόςξομπλιαστόςδυστοπίααντιεμετικόαντιιμπεριαλιστικόςαξόμπλιαστοςευτοπία▼299απειρόκαλοςεμπειροπόλεμοςαπλοελληνικάκοντοπόδαροςκαλαίσθητοςαπειροπόλεμοςκαθαρευουσιάνικαμακροπόδαρος▼300αποικιοποίησηαρυμοτόμητοςαστέριωτοςτζιτζίαποαποικιοποίησηρυμοτομημένοςστεριωμένοςπανάσχημο▼301ασυγκόλλητοςωρίμασμαανώριμοςμικρογράμματοςσυγκολλημένοςανωριμότηταώριμοςκεφαλαιογράμματος▼302άσφαλτοςασυσκεύαστοςασυστηματοποίητοςανυπόνοιαστοςσφαλερόςσυσκευασμένοςσυστηματοποιημένοςυποψιασμένος▼303ασυσχέτιστοςασχημάνθρωποςατούψυλλιασμένοςσυσχετισμένοςομορφάνθρωποςμειονέκτημαανυποψίαστος▼304ατσάπιστοςαυτόνομοςατσίκνιστοςχονδραλεσμένοςτσαπισμένοςεξηρτημένοςτσικνισμένοςψιλαλεσμένος▼305ετερότροφοςαχρονιαστοςαχρημάτιστοςχαμηλοτάκουνοαυτότροφοςχρονιάρικοςεξωνημένοςψηλοτάκουνο▼306βαθύσκιωτοςφίλυπνοςβαρύλογοςψεύτισμαηλιόλουστοςαγρυπνικόςπολυλογάςβελτίωση▼307κατάσκιοςαγριόθυμοςυπναράςξεκομπλάρισμαηλιόλουστοςαγαθόψυχοςαγρυπνικόςκομπλάρισμα▼308σχολαίωςευσυνέτωςασέληνοςψάρωμαανομοιόσημοςσβέλτααπερισκέπτωςφωτεινόςξεψάρωματαυτόσημος▼309δύσαρκτοςδυσφόρητοςευκατάπαυστοςφούρνισμαευκολοκυβέρνητοςυποφερτόςδυσκατάπαυστοςξεφούρνισμα▼310οξύχολοςαμείλιχοςδυσφιλήςστρίφωμαπραΰθυμοςευσπλαχνικόςαγαπητόςξεστρίφωμα▼311άτλητοςμυριοπληθήςαμύμωνξέστρωτοςυποφερτόςολιγάριθμοςμεμπτόςστρωμένος▼312χειροήθηςθεόφρωνημεροφύλαξξέστρωμαατίθασοςασεβήςνυκτοφύλαξστρώσιμο▼313ξεπάστρεμακαρτερόθυμοςθυμοσοφικόςστρώσηδιάσωσμαλιπόψυχοςβραδύνουςξέστρωμα▼314θύραζεεξαρκήςπεπνυμένωςξεστράβωμαεντόςανεπαρκήςανοήτωςστράβωμα▼315φρενοθελγήςαπτερύγωτοςρακόδυτοςστόλισμααπωθητικόςπτερυγωτόςκαλοντυμένοςξεστόλισμα▼316άξενοςκακοδαίμωνκαλότυχοςσούβλισμαφιλόξενοςευδαίμωνκακοτυχήςξεσούβλισμα▼317κακοφραδήςολιγοφραδήςεύτυκτοςξεσκούριασμακαλόβουλοςπολύλογοςκακοφτιαγμένοςσκούριασμα▼318κακόφρωνξέπλεκακατηρεφήςξεγάνωτοςαντάμωσηκαλοδιάθετοςπλεγμέναακάλυπτοςγανωμένοςαποχαιρετισμός▼319μογερώςενδεδυμένοςκομψοπρεπήςνυκτοφύλαξαμόχθωςγυμνωμένοςακόμψευτοςημεροφύλαξ▼320προσόμοιοςεκτόπιοςπρώηνμεγεθυντικόςανόμοιοςεντόπιοςτωρινόςσμικρυντικός▼321απαζάρευτοφρύαγμαένορχοςμυγιάγγιχτοςδιαπραγματεύσιμοαιδημοσύνηθήλυςαπαθής▼322ικανώςεξηρτισμένοςπαράκτιοςμέθυσοςανεπαρκώςανεξόπλιστοςμεσόγειοςνηφάλιος▼323ανεπιεικήςπεριφραδήςπεριφανήςξεβούλωτοςεπιεικήςαπερίσκεπτοςάσημοςβουλωμένος▼324επιστημόνωςέρεβοςάδυτοςμπακούριαδαηστίκαταύγειαπροσπελάσιμοςνυμφευμένος▼325ερεβεννόςπρόγκημαμούσιαμαλαγάναςφωτεινόςεπευφημίααλήθειεςαδέξιος▼326ευεστώανόλβιοςφυγοπόλεμοςμονοσταυρίαδυστυχίαεύποτμοςπρόμαχοςπολυσταυρία▼327άψευστοςπραΰςμόμολοαπαρτιωμένοςαναληθήςβίαιοςάξιοανολοκλήρωτος▼328εύμετροςκακοΰφαντοςφρόκαλομονιμότηταασύμμετροςεύπηνοςομορφογυναίκαπροσωρινότητα▼329μπάζοασχημογυναίκαμισόθεοςανυπέρβλητοςχρειαζούμενοομορφογυναίκαφιλόθεοςευυπέρβλητος▼330καλοϋφασμένοςιλασμόςεθναμύντορεςμονοήμερηακαλοΰφαντοςκακοχολιάεθνοπροδότεςπολυήμερη▼331εθνισμόςευγνώστωςεύπλεκτοςκαταχειροκροτημένοςαφιλοπατρίαανοήτωςχονδρόπλεκτοςαποδοκιμασμένος▼332καλοχτένιστοςανυμέναιοςκρατερόςξέμπαρκοςαναμαλλιάρηςέγγαμοςανίσχυροςναυτολογημένος▼333εφάλιοςαδινόςτρεμουλιαστόςεκπατρισμόςμεσόγειοςαραιόςατρεμούλιαστοςεπαναπατρισμός▼334τρεμάμενοςπολυκύμαντοςπανίδααλίκνιστοςατρεμούλιαστοςγαληνιαίοςχλωρίδαλικνιστός▼335σκληρυντικόφαβέλεςτετραγωνισμένοτρανόςμαλακτικόπλουσιόσπιταπαράγωνομικρός▼336φτωχογειτονιάενδοοικογενειακέςασυγχρώτιστοςκαλοζωίαευθυνόφοβοςαρχοντογειτονιάεξωοικογενειακέςκοινωνικόςκακομοιριάαποφασιστικός▼337χοντροβούβαλοφιλόκοινοςχριστοφιλήςμιζέριαλεπτόσωμοερημοφίληςχριστομάχοςκαλοτυχία▼338συναγελαστικόςενιαχούδυσοργίαμελένδυτοςερημοφίληςπανταχούπραϋθυμίαασπροφορεμένος▼339εξώδερμαάκλυστοςακοσμαντάμωτοςαυξητόςενδόδερμακλυδωνισμένοςευκοινώνητοςμειωτός▼340ανεπίμικτοςανθρωποφοβίαοπισθοβαρήςπροσθετέοςαναμεμιγμένοςκοινωνικότηταεμπροσθοβαρήςαφαιρετέος▼341ανεπικοινώνητοςιδροσύνηαμαύρωμαμεταβατικόςδιαπρύσιοςευκοινώνητοςακαματοσύνηεκθειασμόςμόνιμοςψυχρός▼342αδακρύτωςπροσωρινότηταπισώβαροςμπουχέσαςπολυδακρύτωςαϊδιότηταεμπροσθοβαρήςλυγερόκορμος▼343παροδικότητακαλωσόριστοςυπερβαρήςασπράδααιωνιότητααπρόσδεκτοςολιγοβαρήςμαυράδα▼344νέτοφοροαπαλλακτικόαπυρόβλητοςθετόςμικτοβαρέςφορομπηχτικόεπισφαλήςφυσικός▼345συναινετικόςυπερβαρήςκάτισχνοςθεομακάριστοςαντιρρητικόςανάλαφροςπολύσαρκοςθεοκατάρατος▼346αντιλογικόςτεμπελίκιανάλαφροςρέντασυναινετικόςενεργητικότηταασήκωτοςγκίνια▼347παρακμιακόςεπίτακτοςανελθόντεςβρομύλοςαναγεννητικόςανεπίτακτοςκατελθόντεςκαθαρός▼348αναζωογονητικόςεπιταγμένοςβραδύνοιαμοχθηρότηταπαρακμιακόςανεπίτακτοςταχύνοιακαλοκαγαθία▼349ολαδειανόςζηνανώτατοςβορράςκατάμεστοςθνήσκεινκατώτατοςνότος▼350διαλεύκανσηπαλικαρίσιαεπινοημένοςανεπίξεστοςσυσκότισηάτολμαασχεδίαστοςδιακοσμημένος▼351αμαχητίτεκμηριωμένοςενημέρωσημεγαλειώδηςαγωνιστικώςαναπόδεικτοςπαραπλάνησηπτωχοπρεπής▼252ενεργοποίησημαχητικώςρηχότητααυθορμησίααπενεργοποίησηάτολμαεμβρίθειαπροσποίηση▼353αναυλάκιστοςάκαρτοςδεξιοτέχνηςκακεντρέχειααυλακιασμένοςκουρεμένοςατζαμήςκαλοκαρδία▼354λειότητατραχύφλοιοςαμισθίετερόνομοςτραχύτηταλειόφλοιοςεμμίσθωςαυτόνομος▼355άμισθοςενδοσκελετόςβαρεμόςκαλοπαντρεμένοςέμμισθοςεξωσκελετόςευδιαθεσίακακοπαντρεμένος▼356μισθωτόςβαριεστημάρααμεράκλωτοςξεμαντάλωμαέκμισθοςευδιαθεσίαμερακλωμένοςμαντάλωμα▼357δυσπάθειαεξωγαλαξιακόςανωμοτίεπιβοηθητικόςευπάθειαενδογαλαξιακόςενόρκωςουσιώδης▼358άναιμαακιγκλίδωτοςδίχωςσακαφιόραέναιμακιγκλιδωτόςμεπερίσεμνη▼359αδύφρακτοςχωρίςασυμπόνετοςτύλιγμακαγκελωτόςμετάσυμπονετικόςξετύλιγμα▼360προδικαιοπράγημαχονδροκοκκώδηςιλαρότηταμετάαδικοπραγίαλεπτοκοκκώδηςαθυμία▼361κρίμαάνευαδικοπραγήςαποσταγμένοςευνόμημαμετάδικαιοπραγήςαλαμπικάριστος▼362παρανόμημασακάτικοςτσαγκαλάκιδουλοπρέπειαευνόμημαασακάτευτοςαγγελουδάκιελευθεροπρέπεια▼363λοκάρισμααπεγκλωβισμόςανάργαστοςκρεματζουλημένοςξεκλείδωμαεγκλωβισμόςαργασμένοςακρέμαστος▼364πεζικόπεζήακουλούριαστοςυλιστικώςιππικόεφίππωςκουλουριασμένοςιδεαλιστικώς▼365ακουβάριαστοςαδιασκέλιστοςέμμορφοςαλόρθοςκουβαριασμένοςυπερβατόςάμορφοςκαθιστός▼366αμφιελικτόςαδρασκέλιστοςφτηνιάρικοςσχηματισμόςακουλούριαστοςυπερβατόςεντυπωσιακόςαμορφία▼367συσπειρωμένοςαμάζωχτοςκαρακιτσαριόστρέχωακουβάριαστοςσυναθροισμένοςσικάτοιδιαφωνώ▼368φτηνιάρηςμαστοφόροςκουρέκλωμανιασμένοςμεγαλοπρεπήςάμαστοςκαλότροπηαθύμωτος▼369ψιλοαλεσμένοςκτηματίτηςξυλοφορτωμένοςέρεψεχοντροαλεσμένοςμικροκτηματίαςαξυλοκόπητοςψώμωσε▼370έμφορτοςθεοπιστίακατάμακραπονηρολογίεςαφόρτωτοςαθεΐαέγγισταευφημολογίες▼371ήξειςμασκάρωμαξεκλικάρωχέρσωσηαφήξειςξεμασκάρωμακλικάρωεκχέρσωση▼372ξεφωνητόπαράκουοςαιδημόνωςκαλτσωμένοςεπιδοκιμασίαυπάκουοςξεδιάντροπαξεκαλτσούνωτος▼373θεόδεκτοςονειρεμένοςαίσθησηευρύπρωκτοςθεόπεμπτοςαπαίσιοςαναισθησίαστενόπρωκτος▼374όνειροκαμπυλωτόςαπομονωμένοςβαθύτηταοντότηταακύρτωτοςσυγχρωτισμένοςαβάθεια▼375μπακαλοκουβέντεςξεκομμένοςσκιντάωπολυπολιτισμικότητασπουδαιολογήματασυγχρωτισμένοςκαλοπιάνωμονοπολιτισμικότητα▼376απήμωνκουλάντρισμακαπριτσιόζοςιδιοπροσώπωςκακόπαθοςακουμανταρισιάαπεισμάτωτοςεπιτροπικώς▼377πεισματάρηςτουρτουριάρηςμπάζωμαΘεολατρείααπεισμάτωτοςατρεμούλιαστοςξεμπάζωμασατανολατρεία▼378
ρεαλιστικόςσυνδυασμόςυπέρτεροςαμετάστατοςαγορητήςουτοπικόςαποσύνδεσηυπολειπόμενοςμετακινημένοςακροατής▼379 υπέρτασηυπερτιμημένοςκατάρτισηανοψίαυπότασηυποτιμημένοςξεχαρβάλωμαοξυωπία▼380συνταίριασμαχάρβαλοαφέντηςαχωνεψιάδιαχωρισμόςκαλοστεκούμενοδούλοςχώνεψη▼381εξάρμοσηδυνάστηςπεριοδικόςαυτοδίδακτοςσυνταίριασμαυπηρέτηςσυνεχήςετεροδίδακτος▼382επαναληπτικόςερείπιοπαρρησιαστικόςσυνηθίζωένσπονδοςστιγμιαίοςκαλοστεκούμενοτουμπεκιασμένοςξεσυνηθίζωέκσπονδος▼383νεόφερτοςομαλότητακρίσιμοςμαθαίνωκάθεδροςανωμαλίαασήμαντοςξεμαθαίνω▼384παραβατικότητααθωωτικόςάπροικοςαπομάθησηφιλονομίακαταδικαστικόςπροικισμένοςεκμάθηση▼385αρνησίθεοςολιγοπράγμωνπεριφρούρησηξεσυνήθισμαφαγητόθεοδέγμωνφιλόδοξοςαφυλαξίασυνήθεια (έξη)ποτό▼386κρίσηαπαλλακτικόςξεβράκωτοςκεκοιμημένοιπάγκοινοςαχρηστευμένοςαγνωμιάκαταδικαστικόςβρακωτόςζώντεςατομικόςχρησιμοποιούμενος▼387ενδείκνυταιενδεδειγμένοςδιαπαιδαγώγησηαπέξωμεγιστοποίησησφήνωμααντενδείκνυταιακατάλληλοςαπαιδευσίαέσωθενελαχιστοποίησηξεσφήνωμα▼388αυτοδύναμοςαζητησιάάσκησηχοντράλευροπροκατάληψηεξαρτημένοςζήτησηαγυμνασίαψιλάλευροαπροκαταληψία▼389ιδανικάοριοθετημένοςπροτείνεταιαρραβωνιασμένοςαπαξίεςαναπεπταμένοςαντενδείκνυταιαμνήστευτος▼390συνιστάταικατάμακρααντιρρόπησηεκπρεπέστατοςαντενδείκνυταιεγγύταταανισορρόπησηποταπός▼391μεταρσίωσηκρέμασμαάχρωστοςανώγικατάπτωσηξεκρέμασμαχρωματισμένοςκατώγι▼392απαραλόγιστοςαραχτόςθεόπνευστοςεξαπατημένοςρέκτηςαθείαστος▼393απερίτμητοςχαμόθενυπόδησημεγαλομανήςυπερθεματιστήςαπεσκολυμμένοςουρανόθενανυποδησίαματαιόσπουδοςμειοδότης▼394κιαφίρηςμποσικάρισμαανεύρετοςσύντρεξηιδιωτικοποίησηπιστόςσφίξιμοευεύρετοςκατατρεγμόςκρατικοποίηση▼395συντρέχτηςξεφοβισμένοςουραδάτοςψιψίρισμααγαρμποσύνηαντιμαχόμενοςφοβισμένοςάνουροςγενικολογίακομψότητα▼396αδιάστικτοςευθυμίααπελπισμένοςγλυκόςδιάστικτοςσκυθρωπότηταεγκαρδιωμένοςπικρός▼397πιτσιλωτόςχαρωπότηταβδελυγμίαπειθαναγκαστικόςμονοτονικόαθώωσηαδιάστικτοςκατήφειαευμνοστίαευπροσήγοροςπολυτονικόκαταδίκη▼398σπίλωσηγλυκοκοίταγμαάπνιχτοςαπεριτύλιχτοςπρωτιάέπαινοςαγριοκοίταγμαπνιγμένοςπεριτυλιγμένοςκαταποντισμός▼399ξηράξεγύμνωμαεκπεφρασμένοςετοιμότηταπαράδοσηψευδοκατήγοροςθάλασσαντύσιμοανέκφραστοςανετοιμότητανεοτερισμόςεπαινέτης▼400κυκλικόςμακρόστενοςντύσιμουποτιμητικόςαμετάπτωτοςεπιμήκηςκοντόφαρδοςγδύσιμοεξυψωτικόςμεταβλητός▼401απογύμνωσηεκθηλυσμένοςαντιστοιχίαακαλαισθησίαεξωτικόςπλέξιμοένδυσησκληραγωγημένοςαναντιστοιχίακαλαισθησίαεγχώριοςξέπλεγμα▼402έκδυσηγήινοςλεπτοδουλεμένοςπίστωσηορθογραφίασυμφέρειπεριφερήςένδυσηουράνιοςχοντροδουλεμένοςχρέωσηανορθογραφίαβλάπτειεπιμήκης▼403καλαισθησίααξιοδάκρυτοςσυντετμημένοςυπεράσπισηπαρέκκλισηευσώματοςκακογουστιάαξιοσέβαστοςεκτεταμένοςδίωξησυμμόρφωσηκαχεκτικός▼404διαφύλαξηκαταμετρημένοςβαρυσήμαντοςσάπισμαπεριπαθήςομοίωμαεκποίησηακαταμέτρητοςαμελητέοςασηψίαχλιαρόςπρότυπο▼405εξάπλωσηδιαπερασμένοςασηψίαεναρμονισμένοςαπαγορευμένοςπροσωποληψίαπεριορισμόςαδιαπέραστοςσήψηασυντόνιστοςεπιτρεπτόςαπροσωποληψία▼406εύγαμοςευεπίλυτοςδυσεξέλεγκτοςδυσκολοκατέργαστοςάσπροςράψιμοκακοπαντρεμένοςδυσεπίλυτοςευεξέλεγκτοςευκολοδούλευτοςμαύροςξήλωμα▼407δυσκατέργαστοςατιμασμένοςσυνδεμένος ευνίκητοςλευκόςπρήξιμοευκατέργαστοςαρεζίλευτοςξεσυνδεμένοςδυσνίκητοςμαύροςξεπρήξιμο
Γ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ(27-8-2015)
Εάν δεν βρίσκετε τη λέξη στην αλφαβητική της σειρά, χρησιμοποιήστε το ευρετήριο 🔍 της ιστοσελίδος επάνω δεξιά (βάζοντας τόνους στη λέξη) ή καλύτερα το ευρετήριο λέξεων του περιηγητή (browser) πατώντας Ctrl + F
Αντώνυμα ρήματα
[συμπλήρωμα του λεξικού αντωνύμων]
Α
αβανίζω / επαινώ
αβαντσάρω / μειονεκτώ
αγανακτώ / ηρεμώ
αγαπώ / μισώ
αγγέλλω / αποσιωπώ
αγναντεύω / καταμύω
αγνοώ / γνωρίζω
αγοράζω / πωλώ
αγρυπνώ / κοιμάμαι
αγωνίζομαι / αδρανώ
αδικοκραίνω / επαινώ
αδικώ / ωφελώ
αθροίζω / σκορπίζω
αθυμώ / χαίρομαι
αιθριάζω / συννεφιάζω
αίρω / κατεβάζω
αισθάνομαι / αναισθητοποιούμαι
αισχρολογώ / γλυκομιλώ
αισχύνομαι / αυθαδιάζω
αιτιώμαι / επαινώ
αιτώ / δίνω
αιφνιδιάζω / προειδοποιώ
ακμάζω / φθίνω
ακολουθώ / προπορεύομαι
ακροβολίζομαι / συμπλέκομαι
αλαζονεύομαι / ταπεινοφρονώ
αλαργαίνω / σιμώνω
αλγώ / χαίρομαι
αλλάζω / σταθεροποιώ
αλλοιώνω / σταθεροποιώ
αλλοτριώνω / κρατώ
αλογισταίνω / σωφρονώ
αμαξοδρομώ / πεζολατώ
αμβλύνω / οξύνω
αμαρτάνω / ευστοχώ
αμαυρώνω / λαμπρύνω
αμελώ / φροντίζω
αμνημονώ / ενθυμούμαι
αμύνομαι / επιτίθεμαι
αμφισβητώ / βεβαιώνω
ανάβω / σβήνω
αναγκάζομαι / αυτενεργώ
αναγκάζω / πείθω
αναδεύω / ακινητοποιώ
αναιρώ / επικυρώνω
αναστέλλω / αρχίζω
ανατριχιάζω / ησυχάζω
ανδραποδίζω / ελευθερώνω
ανέχομαι / δυσφορώ
ανθώ / παρακμάζω
ανοίγω / κλείνω
αντικαθιστώ / διατηρώ
αντιμετωπίζω / ενδίδω
αντιτίθεμαι / συμπορεύομαι
αξιοποιούμαι / χαραμίζομαι
απαρνιέμαι/αποδέχομαι
απατώ / καθοδηγώ
απειλώ / καθησυχάζω
απεχθάνομαι / συμπαθώ
αποδέχομαι / απορρίπτω
αποδημώ / ενδημώ
αποκαρδιώνω / ενθαρρύνω
αποκτηνώνω / εξανθρωπίζω
απολαμβάνω / στερούμαι
απομονώνομαι / συναναστρέφομαι
αποστομώνομαι / αντιλέγω
απουσιάζω / παρευρίσκομαι
αργεύω / ταχυπορώ
αρμόζω / αποσυνδέω
αρνούμαι / δέχομαι
αρπάζω / προσφέρω
ασθενώ / υγιαίνω
ασκούμαι / αδρανώ
ασπάζομαι / αποδοκιμάζω
αστειεύομαι / σοβαρολογώ
αυξάνω / μειώνω
αφαιρώ / προσθέτω
αφικνούμαι / απομακρύνομαι
Β
βαβουρίζω / ησυχάζω
βαδίζω / τρέχω
βαίνω / στέκομαι
βαλαντώνω / ανακουφίζομαι
βαριακούω / καλακούω
βαριέμαι / ευαρεστούμαι
βαρυγκωμώ / χαίρομαι
βαρυγνωμώ / χαίρομαι
βαρυθυμώ / χαίρομαι
βαρύνω / ελαφρύνω
βάφω / αποχρωματίζω
βασανίζω / καλομεταχειρίζομαι
βδελύσσομαι / λαχταρώ
βεβαιώνω / αμφισβητώ
βεβηλώνω / σέβομαι
βελτιώνω / χειροτερεύω
βιαιοπραγώ / καλομεταχειρίζομαι
βλάπτω / ωφελώ
βλασφημώ / ευλογώ
βλέπω / τυφλώνομαι
βοηθώ / κατατρέχω
βορβορώ / ξεβρομίζω
βουβαίνoμαι / φωνάζω
βούλομαι / αποποιούμαι
βουρλίζω / ηρεμίζω
βουτώ / αναδύομαι
βοώ / σιγώ
βραβεύω / ατιμάζω
βραδύνω / σπεύδω
βραχυλογώ / περιττολογώ
βρίθω / κενούμαι
βρομίζω / ξεμαγαρίζω
βρομώ / ευωδιάζω
βροντογελώ / αχνογελώ
βρυάζω / κενούμαι
βυθίζομαι / αναδύομαι
βωμολοχώ / γλυκομιλώ
Γ
γαληνεύω / ταράσσομαι
γαλιφίζω / επιπλήττω
γαυριώ / μετριοφρονώ
γειτνιάζω / αφίσταμαι
γελώ / κλαίω
γελοιοποιώ / εξυψώνω
γεμίζω / αδειάζω
γενικεύω / ειδικεύω
γεννιέμαι / τελευτώ
γεννώ / στειρώνομαι
γερεύω / νοσώ
γιγαντεύω / σμικρύνω
γιουχαϊζω / επιδοκιμάζω
γηράσκω / νεάζω
γλακώ / βαδίζω
γλαρώνω / ξενυστάζω
γλεντώ / ψυχοπλακώνομαι
γλιτώνω / κινδυνεύω
γλωσσεύω / επαινώ
γλωσσοτρώγω / επαινώ
γνωρίζω / αγνοώ
γογγύζω / συναινώ
γοητεύω / αηδιάζω
γονιμοποιώ / στειροποιώ
γοργοκλώθω / μπροστολακώ
γοώ / χαίρομαι
γυαλίζω / θαμπώνω
γυμνώνω / ενδύω
γυρίζω / φεύγω
γυρνοβολώ / ξεροσταλιάζω
Δ
δαμάζω / εξαγριώνω
δαπανώ / αποταμιεύω
δαψιλεύω / τσιγκουνεύομαι
δεικνύω / αποκρύπτω
δειλιάζω / θαρρεύω
δεινοπαθώ / καλοπερνώ
δελεάζω / ενημερώνω
δεσμεύω / ελευθερώνω
δετώνω / ανηφορίζω
δέχομαι / αποποιούμαι
δηλώνω / αποκρύπτω
δημαγωγώ / ποδηγετώ
δημοκρατούμαι / ολιγαρχούμαι
δηώνω / καλομεταχειρίζομαι
διαβάλλω / επαινώ
διαγουμίζω / ωφελώ
διαιρώ / ενώνω
διαιωνίζω / συντομεύω
διακονεύω / επαρκώ
διακρίνω / εξομοιώνω
διαλευκαίνω / περιπλέκω
διαλλάσσομαι / ερίζω
διαλύω / ενώνω
διαμελίζω / ενώνω
διαπληκτίζομαι / διαλλάσσομαι
διαπρέπω / λανθάνω
διασκορπίζω / συνάγω
διασπώ / ενώνω
διασύρω / επαινώ
διαφωτίζω / προπαγανδίζω
διαψεύδω / επαληθεύω
διεγείρω / ηρεμίζω
διευθετώ / θαλασσώνω
δικαιολογώ / στηλιτεύω
δίνω / λαμβάνω
διστάζω / τολμώ
διχάζω / μονοιάζω
διχογνωμώ / συμφωνώ
διχοτομώ / ενώνω
διώχνω / προσκαλώ
δοκιμάζομαι / ανακουφίζομαι
δονώ / καλμάρω
δοξάζω / ατιμάζω
δουλεύω / αργώ
δουλώνω / ελευθερώνω
δραστηριοποιούμαι / ναρκώνομαι
δροσίζομαι / ζεσταίνομαι
δρω / απρακτώ
δύναμαι / αδυνατώ
δυναμώνω / εξασθενίζω
δυσανασχετώ / υπομένω
δυσαρεστούμαι / ευφραίνομαι
δυσθυμώ / ευθυμώ
δυσπραγώ / ευτυχώ
δυστυχώ / ευτυχώ
δυσφημώ / επαινώ
δυσφορώ / ανέχομαι
δυσχεραίνω / ευκολύνω
δύω / ανατέλλω
Ε
εγκαρδιώνω / αποθαρρύνω
εγκωμιάζω / κατακρίνω
είργω / αποδεσμεύω
εισπράττω / ξοδεύω
ελαττώνω / αυξάνω
ελεώ / περιφρονώ
ελευθεροστομώ / φιμώνομαι
ελευθερώνω / σκλαβώνω
έλκω / ωθώ
ελπίζω / απογοητεύομαι
εμπιστεύομαι / υποψιάζομαι
εμποδίζω / αποδεσμεύω
κατατρέχω / βοηθώ
εναγκαλίζομαι / αποχωρίζομαι
ενδημώ / αποδημώ
ενδύω / γυμνώνω
ενημερώνω / παραπλανώ
ενώνω / διαλύω
εξαγριώνω / δαμάζω
εξαιρώ / υποχρεώνω
εξάπτω / ηρεμίζω
εξασθενίζω / δυναμώνω
εξευτελίζομαι / θριαμβεύω
εξυπηρετώ / υπονομεύω
εορτάζω / βιοπαλαίω
επαινώ / κατακρίνω
επιδημώ / αποδημώ
επιθυμώ / αποστρέφομαι
επικουρώ / κατατρέχω
επιμελούμαι / αδιαφορώ
επιτίθεμαι / αμύνομαι
επιτρέπω / απαγορεύω
έπομαι / προπορεύομαι
εργάζομαι / αργώ
ερεθίζω / ηρεμίζω
ερίζω / διαλλάσσομαι
έρχομαι / φεύγω
ευδαιμονώ / δυστυχώ
ευθυγραμμίζω / κλίνω
ευλογώ / βλασφημώ
ευστοχώ / αμαρτάνω
ευφραίνομαι / λυπούμαι
Ζ
ζαβλακώνω / τονώνω
ζαβώνω / ισιώνω
ζαρώνω / ισιώνω
ζηλεύω / συγχαίρω
ζαλίζω / ηρεμίζω
ζεματώ / ψύχω
ζεσταίνω / ψύχω
ζευγνύω / χωρίζω
ζεύω / ξεζεύω
ζέχνω / ευωδιάζω
ζημιώνομαι / κερδίζω
ζημιώνω / ωφελώ
ζητιανεύω / επαρκώ
ζητώ / δίνω
ζιζανεύω / μονοιάζω
ζορίζω / ανακουφίζω
ζουριάζω / δυναμώνω
ζουρλαίνω / φρονιμεύω
ζοχαδιάζω / ηρεμίζω
ζυγώνω / απομακρύνομαι
ζωγρώ / απολυτρώνω
ζωηρεύω / εξασθενίζω
ζωογονώ / εξασθενίζω
ζωπυρώ / σβήνω
ζω / αποθνήσκω
Η
ηγεμονεύω / υπηρετώ
ηγούμαι / ακολουθώ
ηγουμενεύω / διακονώ
ήδομαι / λυπούμαι
ηδύνω / πικραίνω
ημερεύω / αγριεύω
ηρεμώ / ταράσσομαι
ησυχάζω / ταράσσομαι
ηττώμαι / νικώ
ηχώ / σιγώ
Θ
θαλασσώνω / τακτοποιώ
θάλλω / παρακμάζω
θάλπω / ψυχραίνω
θαμπώνω / στίλβω
θαρρεύω / δειλιάζω
θαυμάζω / καταφρονώ
θέλγω / αηδιάζω
θέλω / αποστρέφομαι
θεριακώνω / σμικρύνω
θεριεύω / ημερεύω
θερμαίνω / ψύχω
θέτω / αίρω
θηλάζω / απογαλακτίζω
θηλυκώνω / ξεκουμπώνω
θησαυρίζω / σπαταλώ
θίγω / αποστασιοποιούμαι
θλίβω / χαροποιώ
θνήσκω / ζω
θολώνω / ξεθολώνω
θορυβώ / σιγώ
θραύω / ενώνω
θρηνώ / χαίρομαι
θριαμβεύω / εξευτελίζομαι
θυμάμαι / λησμονώ
θυμίζω / παραλείπω
θυμώνω / ηρεμώ
θωπεύω / κακομεταχειρίζομαι
θωρακίζω / εκθέτω
Ι
ιδεάζομαι / εμπιστεύομαι
ιδιάζω / ομοιάζω
ιδιωτεύω / κοινωνικοποιούμαι
ιδροκοπώ / τεμπελιάζω
ιδρύω / ξεθεμελιώνω
ιεροσυλώ / σέβομαι
ιππεύω / αφιππεύω
ισιάζω / στραβώνω
ισιώνω / ζαβώνω
ισορροπώ / παλατζάρω
ισχναίνω / παχαίνω
ισχυρίζομαι / νομίζω
ισχυροποιώ / αποδυναμώνω
Κ
καβαλικεύω / ξεπεζεύω
καβγαδίζω / διαλλάσσομαι
καθαιρώ / ανυψώνω
καθαρίζω / βρομίζω
καθεύδω / ξενυχτώ
κάθημαι / σηκώνομαι
καθησυχάζω / απειλώ
καθιερώνω / καταργώ
καθολικεύω / ειδικεύω
καθυστερώ / επιταχύνω
καινοτομώ / διατηρώ
κακαρώνω / ζω
κακίζω / επαινώ
κακιώνω / καλμάρω
κακοδαιμονώ / ευτυχώ
κακοζώ / καλοπερνώ
κακοκαρδίζω / ευφραίνω
κακολογώ / εγκωμιάζω
κακοποιώ / καλομεταχειρίζομαι
κακοτυχίζω / μακαρίζω
κακουργώ / ευεργετώ
καλαμπουρίζω / σοβαρολογώ
καλλιεργώ / χερσώνω
καλλύνω / ασχημίζω
καλλωπίζω / ασχημίζω
καλπάζω / βραδυπορώ
καμαρώνω / ντρέπομαι
καματεύω / τεμπελιάζω
καμμύω / γουρλώνω
καμπουριάζω / ευθυγραμμίζομαι
κάμπτω / ορθώνω
κανακεύω / κακομεταχειρίζομαι
κανονίζω / απορρυθμίζω
καπακώνω / ξεσκεπάζω
καργάρω / λασκάρω
καρδαμώνω / ατονώ
καρδιοχτυπώ / ηρεμώ
καρπαζώνω / χαϊδεύω
καρπώνομαι / ζημιώνω
καρτερώ / ανυπομονώ
καρώνω / διεγείρω
καταδικάζω / αθωώνω
καταισχύνω / τιμώ
κατακερματίζω / συνάπτω
καταλαλώ / επαινώ
καταλογίζω / απαλλάσσω
καταναλώνω / ταμιεύω
κατανεύω / διαφωνώ
καταπιέζω / ανακουφίζω
καταπτοώ / ενθαρρύνω
καταργώ / διατηρώ
καταρρακώνω / επαινώ
καταρώμαι / ευλογώ
καταστέλλω / ξεσηκώνω
κατατοπίζω / παραπλανώ
κατατρέχω / βοηθώ
κατατροπώνω / ηττώμαι
κατατρύχω / κανακεύω
καταυγάζω / σκοτεινιάζω
καταφάσκω / αρνούμαι
καταφέρνω / αποτυγχάνω
καταφέρομαι / επαινώ
καταφρονώ / τιμώ
κατεβάζω / αίρω
κατεδαφίζω / κτίζω
κατευνάζω / διεγείρω
κατηγορώ / επαινώ
κατηφορίζω / ανηφορίζω
κατισχύω / ηττώμαι
κατορθώνω / αποτυγχάνω
κατσαδιάζω / καλοπιάνω
κατσιάζω / αναθαρρώ
κατσιποδιάζω / συναινώ
κατσουφιάζω / αγάλλομαι
καυχιέμαι / ταπεινοφρονώ
καχεκτώ / υγιαίνω
καψώνω / κρυώνω
κείτομαι / εγείρομαι
κελεύω / παρακαλώ
κενώνω / γεμίζω
κερδίζω / ζημιώνομαι
κήδομαι / αμελώ
κηλιδώνω / τιμώ
κηρύσσω / αποσιωπώ
κινδυνεύω / διασφαλίζομαι
κιοτεύω / θαρρεύω
κλαίω / χαίρομαι
κλασαυχενίζομαι / ταπεινοφρονώ
κληροδοτώ / κληρονομώ
κλίνω / ευθυγραμμίζω
κλονίζω / σταθεροποιώ
κόβω / ενώνω
κοιμάμαι / αγρυπνώ
κοιμίζω / αφυπνίζω
κοντεύω / μακραίνω
κολάζω / αθωώνω
κολακεύω / επιπλήττω
κολαφίζω / εξυψώνω
κολλώ / αποσυνδέω
κολοβώνω / επιμηκύνω
κομπάζω / ταπεινοφρονώ
κομπλάρω / αναθαρρώ
κομψεύω / ασχημίζω
κοντράρω / συμπαραστέκομαι
κοπάζω / διογκώνομαι
κοπιάζω / τεμπελιάζω
κοπρίζω / ξεβρομίζω
κορδώνομαι / ταπεινοφρονώ
κορυβαντιώ / ηρεμώ
κορυφώνω / καταποντίζω
κορώνω / ηρεμώ
κοσμώ / ασχημίζω
κοτώ / διστάζω
κουκουλώνω / αποκαλύπτω
κουλάρω / εξάπτομαι
κουμαντάρω / απορρυθμίζω
κουνώ / σταθεροποιώ
κουράζομαι / οκνώ
κουτοφέρνω / σωφρονώ
κουτσομπολεύω / επαινώ
κουφαίνομαι / ακούω
κουφίζω / ακούω
κοψοχολιάζω / καθησυχάζω
κραταιώνω / εξασθενίζω
κρατικοποιώ / ιδιωτικοποιώ
κρατύνω / εξασθενίζω
κρατώ / αποδεσμεύω
κρημνίζω / ορθώνω
κρύβομαι / φανερώνομαι
κρυώνω / ζεσταίνομαι
κτίζω / ξεθεμελιώνω
κυριολεκτώ / ανακριβολογώ
κυρτώνω / ορθώνω
κωλύω / αποδεσμεύω
κωλώνω / θαρρεύω
κωμωδώ / επαινώ
Λ
λαγιάζω / απλώνομαι
λαθεύω / ευστοχώ
λαθρακιάζω / δυναμώνω
λακίζω / βαδίζω
λακωνίζω / φλυαρώ
λαμβάνω / δίνω
λαμποκοπώ / λερώνομαι
λαμπρύνω / θαμπώνω
λάμπω / σκοτεινιάζω
λανθάνω / μνημονεύομαι
λασκάρω / τεντώνω
λασπολογώ / επαινώ
λατρεύω / μισώ
λαφιάζω / καθησυχάζω
λαχταρίζω / καθησυχάζω
λαχταρώ / αποστρέφομαι
λέγω / σιωπώ
λεηλατώ / καλομεταχειρίζομαι
λειαίνω / τραχύνω
λείπω / παρευρίσκομαι
λεκιάζω / ξεβρομίζω
λεπταίνω / παχαίνω
λεπτοτομώ / χοντροκόβω
λευκάζω / μελαίνω
λευκαίνω / μαυρίζω
λήγω / αρχίζω
λησμονώ / ενθυμούμαι
λιανεύω / χοντραίνω
λιανίζω / χοντροκόβω
λιβακώνομαι / κρυώνω
λιγδιάζω / ξεβρομίζω
λιγδώνω / ξεβρομίζω
λιγουρεύομαι / αποστρέφομαι
λιγοψυχώ / θαρρεύω
λιμάζω / χορταίνω
λιμοκτονώ / περιδρομιάζω
λιμώττω / χορταίνω
λιποτακτώ / μάχομαι
λιώνω / στερεοποιώ
λογικεύομαι / παραλογίζομαι
λοιδορώ / επαινώ
λοξοδρομώ / ευθυπορώ
λουρώνω / σκληραίνω
λουστράρω / θαμπώνω
λουφάζω / αντιλέγω
λυγίζω / ανθίσταμαι
λυμαίνομαι / καλομεταχειρίζομαι
λυπούμαι / ευφραίνομαι
λυπώ / τέρπω
λυσιτελώ / ζημιώνω
λυτρώνω / περιορίζω
λωλαίνομαι / λογικεύομαι
Μ
μαγαρίζω / ξεβρομίζω
μαγκώνω / ξεσφίγγω
μαζεύω / σκορπίζω
μαϊμουδίζω / πρωτοτυπώ
μαίνομαι / ηρεμώ
μαθαίνω / αγνοώ
μακαρίζω / κακοτυχίζω
μακροθυμώ / δυσφορώ
μακρυγορώ / λακωνίζω
μανίζω / ηρεμώ
μανιώνω / ηρεμώ
μανουριάζω / διαλλάσσομαι
μανταλώνω / ξεκλειδώνω
μαραγκιάζω / θάλλω
μαραζώνω / ζωηρεύω
μαργώνω / ζεσταίνομαι
μαρτυρώ / αποσιωπώ
μαστιγώνω / καλομεταχειρίζομαι
μαστίζω / καλομεταχειρίζομαι
μαστουρώνω / δραστηριοποιούμαι
μάχομαι / διαλλάσσομαι
μεγαλαυχώ / ταπεινοφρονώ
μεγαλορρημονώ / ταπεινοφρονώ
μεγαλώνω / ελαττώνω
μειγνύω / ξεχωρίζω
μειοδοτώ / πλειοδοτώ
μειοψηφώ / πλειοψηφώ
μειώνω / αυξάνω
μελαγχολώ / ευθυμώ
μέμφομαι / επαινώ
μένω / φεύγω
μερικεύω / γενικεύω
μεριμνώ / αμελώ
μεταβάλλω / σταθεροποιώ
μετανοώ / εμμένω
μετατρέπω / σταθεροποιώ
μετριάζω / αυξάνω
μετριοφρονώ / κομπάζω
μετωρίζομαι / σοβαρολογώ
μηνίω / ηρεμώ
μηνύω / αποσιωπώ
μιαίνω / απολυμαίνω
μιμούμαι / πρωτοτυπώ
μισεύω / επαναπατρίζομαι
μισθώνω / εκμισθώνω
μισώ / αγαπώ
μνημονεύω / λησμονώ
μνησικακώ / συγχωρώ
μοιάζω / διαφέρω
μολεύω / γιατρεύω
μονοιάζω / διχάζω
μουγκαίνομαι / ομιλώ
μουλαρώνω / αποδέχομαι
μουλώνω / θαρρεύω
μουρλαίνομαι / λογικεύομαι
μουτρώνω / αγάλλομαι
μοχθώ / οκνώ
μπαγλαρώνω / αποδεσμεύω
μπερδεύω / ξεχωρίζω
μπιτίζω / αρχίζω
μπογιατίζω / αποχρωματίζω
μπολικαίνω / σπανίζω
μποσικάρω / τεντώνω
μυκτηρίζω / επαινώ
μύρομαι / χαίρομαι
Ν
ναρκώνομαι / δραστηριοποιούμαι
νεοτεριζω / αρχαϊζω
νευριάζω / ηρεμώ
νευρώνω / εξασθενίζω
νηνεμώ / ταράσσομαι
νικώ / ηττώμαι
νοιάζομαι / αδιαφορώ
νομίζω / ισχυρίζομαι
νοστώ / ξενιτεύομαι
νοσώ / υγιαίνω
νοτίζω / αφυδατώνω
νταγιαντίζω / δυσφορώ
ντοπάρω / αποχαυνώνω
ντρέπομαι / αυθαδιάζω
ντροπιάζω / εξυψώνω
Ξ
ξαγγρίζω / ηρεμίζω
ξαποσταίνω / κουράζομαι
ξαρμυρίζω / αλατίζω
ξαστοχώ / ενθυμούμαι
ξεβρομίζω / ρυπαίνω
ξεδιαλύνω / μπερδεύω
ξεδίνω / ψυχοπλακώνομαι
ξεθαρρεύω / διστάζω
ξεθεμελιώνω / κτίζω
ξεθεώνω / ξεκουράζω
ξεθηλυκώνω / κουμπώνω
ξεθυμαίνω / δυναμώνω
ξεθωριάζω / τονίζω
ξεκαθαρίζω / περιπλέκω
ξεκακιώνω / θυμώνω
ξεκαπιστρώνω / χαλινώνω
ξεκουμπώνω / θηλυκώνω
ξεκουράζομαι / κοπιάζω
ξελαρυγγίζομαι / σιγοψιθυρίζω
ξελασκάρω / σφίγγω
ξελογιάζω / σωφρονίζω
ξεμαγαρίζω / βρομίζω
ξεμακραίνω / συναναστρέφομαι
ξεμοναχιάζω / συντροφεύω
ξεμυαλίζω / σωφρονίζω
ξεμωραίνω / σωφρονίζω
ξενηλατώ / φιλοξενώ
ξενίζω / ευαρεστώ
ξενιτεύομαι / επαναπατρίζομαι
ξενυχτίζω / κοιμίζω
ξεπαγιάζω / ζεσταίνομαι
ξεπέφτω / ακμάζω
ξεπορτίζω / σπιτώνομαι
ξεπροβοδίζω / εξαποστέλλω
ξεραίνω / υγραίνω
ξεριζώνω / φυτεύω
ξεροσταλιάζω / στριφογυρίζω
ξεσαλώνω / φρονιμεύω
ξεσηκώνω / καταστέλλω
ξεσκεπάζω / καλύπτω
ξεσπώ / ηρεμώ
ξεστοκάρω /στοκάρω
ξετσιπώνομαι / αισχύνομαι
ξεφαντώνω / ψυχοπλακώνομαι
ξεχαρβαλώνω / οργανώνω
ξεχωρίζω / μειγνύω
ξηλώνω / ράβω
ξιπάζω / ταπεινοφρονώ
ξοδεύω / σοδεύω
ξυλοκοπώ / κανακεύω
ξυπνώ / κοιμάμαι
Ο
οδυνώμαι / χαίρομαι
οδύρομαι / χαίρομαι
όζω / ευωδιάζω
οικοδομώ / ξεθεμελιώνω
οικονομώ / σπαταλώ
οκνώ / μοχθώ
ολιγωρώ / φροντίζω
ολοφύρομαι / χαίρομαι
ομιλώ / σιωπώ
ομοιώνω / διαστέλλω
ομοφρονώ / διαφωνώ
ονειδίζω / επαινώ
οξύνω / αμβλύνω
οπισθοχωρώ / προχωρώ
οπλίζω / αφοπλίζω
οργανώνω / ξεχαρβαλώνω
οργίζομαι / ησυχάζω
οργίζω / ηρεμίζω
ορέγομαι / αποστρέφομαι
ορθοβατώ / περιπλανώμαι
ορθοδρομώ / λοξοδρομώ
ορθοποδώ / ξεπέφτω
ορθώνω / ρίχνω
ορμίζομαι / αποπλέω
ορμώ / ακινητοποιούμαι
ορρωδώ / θαρρεύω
ουραγώ / πρωτοπορώ
οχυρώνω / εκθέτω
οψιμίζω / πρωιμίζω
Π
παγιώνω / μεταβάλλω
παιδεύω / ανακουφίζω
παινεύομαι / ταπεινοφρονώ
παλιννοστώ / ξενιτεύομαι
παλαιώνω / καινουργώ
παλατζάρω / ακινητοποιούμαι
πάλλω / ακινητοποιώ
πανικοβάλλομαι / ηρεμώ
παρακμάζω / θάλλω
παραμυθώ / απελπίζω
παραπλανώ / ενημερώνω
παραπονιέμαι / συναινώ
παραφέρομαι / σωφρονώ
παραφρονώ / σωφρονώ
παρευρίσκομαι / λείπω
πασχίζω / αδρανώ
πάσχω / υγιαίνω
πατάσσω / καλομεταχειρίζομαι
παύω / αρχίζω
παχαίνω / λεπταίνω
πεζοπορώ / εποχούμαι
πείθω / αναγκάζω
πεινώ / χορταίνω
πειράζω / καλοπιάνω
πελάζω / απομακρύνομαι
πενθώ / χαίρομαι
περαίνω / αρχίζω
πολλαπλασιάζω / ολιγοστεύω
πορθώ / ωφελώ
περιαυτολογώ / ταπεινοφρονώ
περιορίζω / λυτρώνω
περιπλανιέμαι / ορθοβατώ
περισσεύω / λείπω
περιφρονώ / τιμώ
πηγάζω / στερεύω
πηλαλώ / βαδίζω
πιέζω / ανακουφίζω
πιλατεύω / κανακεύω
πιστεύω / αμφιβάλλω
πιστοποιώ / αμφισβητώ
πλαγιάζω / σηκώνομαι
πλανεύω / ενημερώνω
πλαντάζω / χαίρομαι
πλανώ / καθοδηγώ
πλατειάζω / λακωνίζω
πλαταίνω / στενεύω
πλεονάζω / λείπω
πλεονεκτώ / μειονεκτώ
πληθύνω / λιγοστεύω
πληρώ / αδειάζω
πλησιάζω / απομακρύνομαι
πλήττω / περιποιούμαι
πλουτίζω / φτωχαίνω
πλύνω / βρομίζω
ποδηγετώ / δημαγωγώ
ποθώ / απεχθάνομαι
ποιώ / αδρανώ
πολεμώ / διαλλάσσομαι
πονώ / χαίρομαι
πορεύομαι / σταματώ
πραγματεύομαι / προχειρολογώ
πράττω / αδρανώ
πραϋνω / σκληραίνω
προάγω / υποβιβάζω
προβιβάζω / υποβιβάζω
προκόβω / οπισθοδρομώ
προοδεύω / οπισθοδρομώ
προπαγανδίζω / διαφωτίζω
προπηλακίζω / επαινώ
προπορεύομαι / ακολουθώ
προσαρτώ / αποσυνδέω
προσδοκώ / απελπίζομαι
προσεγγίζω / απομακρύνομαι
προσθέτω / αφαιρώ
προσλαμβάνω / απολύω
προσφέρω / αρπάζω
πρωιμίζω / οψιμίζω
πυκνώνω / αραιώνω
πωλώ / αγοράζω
πωρώνω / ευαισθητοποιώ
Ρ
ράβω / ξηλώνω
ραθυμώ / δραστηριοποιούμαι
ρεζιλεύω / εγκωμιάζω
ρισκάρω / διστάζω
ρίχνω / ορθώνω
ριψοκινδυνεύω / διστάζω
ρυάζομαι / ησυχάζω
ρυθμίζω / αναστατώνω
ρυπαίνω / ξεβρομίζω
Σ
σαγηνεύω / αηδιάζω
σακάζω / θηλάζω
σαρκάζω / επαινώ
σαστίζω / ηρεμώ
σαχλαμαρίζω / σοβαρολογώ
σαψαλιάζω / δυναμώνω
σβήνω / ανάβω
σέβομαι / ατιμάζω
σείω / καλμάρω
σιγοντάρω / υποσκάπτω
σιγώ / βοώ
σιμώνω / απομακρύνομαι
σιτεύω / σκληραίνω
σιχαίνομαι / λαχταρώ
σιχτιρίζω / εξυμνώ
σιωπώ / λέγω
σκιάζω / καθησυχάζω
σκληραίνω / πραϋνω
σκορπίζω / αθροίζω
σκοτίζω / φωτίζω
σκυθρωπάζω / αγάλλομαι
σκώπτω / επαινώ
σμίγω / χωρίζω
σπανίζω / αφθονώ
σπαταλώ / αποταμιεύω
σπεύδω / αργοπορώ
σπιλώνω / τιμώ
σταθεροποιώ / αλλάζω
σταματώ / πορεύομαι
στανιάρω / ατονώ
στασιάζω / πειθαρχώ
στεγνώνω / υγραίνω
στενάζω / γαληνεύω
στενοχωρώ / χαροποιώ
στέργω / μισώ
στερεοποιώ / υγροποιώ
στερεύω / αναβλύζω
στερούμαι / απολαμβάνω
στερώ / προσφέρω
στηλιτεύω / επαινώ
στίλβω / θαμπώνω
συγκροτώ / διαλύω
συγυρίζω / αναστατώνω
συγχαίρω / ζηλεύω
συγχέω / ξεμπερδεύω
συγχρωτίζομαι / απομονώνομαι
συκοφαντώ / επαινώ
συλλαμβάνομαι / ελευθερώνομαι
συλλέγω / σκορπίζω
συμβιβάζω / ζιζανεύω
συμμαζεύω / απλώνω
συμπαθω / απεχθάνομαι
συμπλέκομαι / ακροβολίζομαι
συμπτύσσω / απλώνω
συμφωνώ/διαφωνώ
συνάγω / διασκορπίζω
συναινώ / γογγύζω
συναναστρέφομαι / απομονώνομαι
συνάπτω / διαλύω
συνασπίζω / διαμελίζω
συνδράμω / κατατρέχω
συννεφιάζω / ξαστερώνω
συνορεύω / απέχω
συντρέχω / κατατρέχω
συσκοτίζω / διασαφηνίζω
συστέλλω / διαστέλλω
συχνάζω / ξεκόβω
σφετερίζομαι / αποδίδω
σφάλλω / ευστοχώ
σχίζω / ενώνω
σχολάζω / εργάζομαι
σώζω / χάνω
σωρεύω / αποστοιβάζω
Τ
ταιριάζω / διαλύω
τακτοποιώ / απορρυθμίζω
ταλαιπωρώ / καλομεταχειρίζομαι
ταλανίζω / κανακεύω
ταμιεύω / σπαταλώ
τανύζω / χαλαρώνω
ταξινομώ / αποδιοργανώνω
ταπεινοφρονώ / καυχιέμαι
ταπεινώνω / εξυψώνω
ταράσσω / γαληνεύω
ταυτίζω / διαφοροποιώ
ταχύνω / επιβραδύνω
ταχυπορώ / βραδυπορώ
τέγγω / σκληραίνω
τεζάρω / λασκάρω
τείνω / χαλαρώνω
τεκμηριώνω / διαψεύδω
τελειώνω / αρχίζω
τελεσφορώ / αποτυγχάνω
τελευτώ / γεννιέμαι
τελεύω / αρχίζω
τέμνω / ενώνω
τεμπελιάζω / δραστηριοποιούμαι
τερματίζω / αρχίζω
τέρπω / λυπώ
τήκω / πήζω
τηρώ / αθετώ
τιθασεύω / εξαγριώνω
τιμώ / περιφρονώ
τιμωρώ / αθωώνω
τολμώ / διστάζω
τονίζω / ξεθωριάζω
τονώνω / χαλαρώνω
τουμπανιάζω / ξεπρήζομαι
τουρλώνω / ξεφουσκώνω
τρανεύω / μικραίνω
τραντάζω / καλμάρω
τραχύνω / λειαίνω
τρέμω / ηρεμώ
τρέχω / αργοπορώ
τριγυρίζω / ξεροσταλιάζω
τρομάζω / καθησυχάζω
τρομοκρατώ / καθησυχάζω
τρυφεραίνω / σκληραίνω
τρυφώ / πένομαι
τρύχω / αναπαύω
τσακίζω / ενώνω
τσακώνω / αφήνω
τσακώνομαι / συμφιλιώνομαι
τσαλακώνω / ισιώνω
τσαμπουνώ / σοβαρολογώ
τσατίζω / ηρεμίζω
τσιγκουνεύομαι / δαπανώ
τσινώ / ηρεμώ
τσιτώνω / χαλαρώνω
τυραννώ / καλομεταχειρίζομαι
τυφλώνομαι / βλέπω
Υ
υβρίζω / υμνώ
υγιαίνω / ασθενώ
υγραίνω / στεγνώνω
υδατώνω / αφυδατώνω
υμνώ / υβρίζω
υπαινίσσομαι / ακριβολογώ
υπακούω / απειθαρχώ
υπάρχω / εκλείπω
υπεραίρομαι / ταπεινοφρονώ
υπεραπλουστεύω / περιπλέκω
υπερβάλλω / μετριάζω
υπερέχω / μειονεκτώ
υπερηφανεύομαι / ταπεινοφρονώ
υπερθεματίζω / μειοδοτώ
υπερισχύω / ηττώμαι
υπερτερώ / μειονεκτώ
υποκρίνομαι / αυθομολογούμαι
υπομένω / δυσφορώ
υπονομεύω / υποστηρίζω
υποπτεύομαι / εμπιστεύομαι
υποστέλλω / υψώνω
υποστηρίζω / υποσκάπτω
υποτάσσομαι / απειθαρχώ
υποτάσσω / απελευθερώνω
υποχρεώνω / απαλλάσσω
υποφώσκω / φεγγοβολώ
υποψιάζομαι / εμπιστεύομαι
υστερώ / πλεονεκτώ
υψώνω / χαμηλώνω
Φ
φαίνομαι / κρύβομαι
φαιδρολογώ / σοβαρολογώ
φαιδρύνω / θλίβω
φανατίζω / φρονιμεύω
φανερώνω / αποκρύπτω
φαντάζω / λανθάνω
φαρδαίνω / στενεύω
φείδομαι / δαπανώ
φενακίζω / ενημερώνω
φέρω / αποσύρω
φεύγω / έρχομαι
φημίζομαι / λανθάνω
φημίζω / κακολογώ
φθάνω / αναχωρώ
φθέγγομαι / σιωπώ
φθείρω / ωφελώ
φθηναίνω / ακριβαίνω
φθίνω / ακμάζω
φθονώ / επαινώ
φιλιώνω / διχάζω
φιλονικώ / διαλλάσσομαι
φιλοφρονώ / υβρίζω
φιλώ / μισώ
φιμώνομαι / ξεστομίζω
φληναφώ / λακωνίζω
φλυαρώ / λακωνίζω
φοβούμαι / θαρρεύω
φραγγελώνω / καλομεταχειρίζομαι
φράσσω / ξεφράζω
φρενιάζω / ηρεμώ
φροντίζω / αμελώ
φρονώ / διαβεβαιώνω
φρυάζω / ηρεμώ
φυλακίζω / αποφυλακίζω
φυραίνω / ογκούμαι
φωνάζω / σιωπώ
φωτίζω / σκοτεινιάζω
Χ
χαϊδεύω / κακομεταχειρίζομαι
χαίρομαι / λυπούμαι
χαζολογώ / σοβαρολογώ
χαζοφέρνω / φρονιμεύω
χαλαρώνω / τεντώνω
χαμογελώ / ξεκαρδίζομαι
χάνω / βρίσκω
χαρίζω / λαμβάνω
χασομερώ / φειδωλεύομαι
χειμάζομαι / ανακουφίζομαι
χειραγωγώ / χειραφετώ
χηρεύω / αναπληρώνομαι
χλευάζω / επαινώ
χολιάζω / ηρεμώ
χολοσκάω / ευαρεστούμαι
χολώνω / ηρεμίζω
χορηγώ / λαμβάνω
χορταίνω / πεινώ
χουζουρεύω / δραστηριοποιούμαι
χρειάζομαι / επαρκώ
χρεώνω / πιστώνω
χρήζω / επαρκώ
χρησιμεύω / επιβαρύνω
χρησιμοποιώ / αχρηστεύω
χρονίζω / συντομεύω
χρωματίζω / ξεβάφω
χρωστώ / ξοφλώ
χτυπώ / καλομεταχειρίζομαι
χυδαϊζω / γλυκομιλώ
χύνω / μαζεύω
χυταρίζω / ανηφορίζω
χωρατεύω / σοβαρολογώ
χωρίζω / ενώνω
Ψ
ψαρώνω / θαρρεύω
ψάχνω / βρίσκω
ψέγω / επαινώ
ψεύδομαι / ακριβολογώ
ψευτοζώ / ευημερώ
ψηλώνω / κονταίνω
ψηφώ / αψηφώ
ψιλοκόβω / χοντροκόβω
ψιλώνω / καλύπτω
ψυλλιάζομαι / εμπιστεύομαι
ψυχανεμίζομαι / εμπιστεύομαι
ψυχοπλακώνομαι / ξεδίνω
ψύχω / θερμαίνω
ψυχώνω / απελπίζω
ψωνίζω / πωλώ
Ω
ωδίνω / ανακουφίζομαι
ωθώ / έλκω
ωνούμαι / πωλώ
ωραϊζω / ασχημίζω
ωριμάζω / παιδιακίζω
ωρύομαι / ησυχάζω
ωφελώ / βλάπτω
Γ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ
(2011)
Εάν δεν βρίσκετε τη λέξη στην αλφαβητική της σειρά, χρησιμοποιήστε το ευρετήριο 🔍 της ιστοσελίδος επάνω δεξιά (βάζοντας τόνους στη λέξη) ή καλύτερα το ευρετήριο λέξεων του περιηγητή (browser) πατώντας Ctrl + F
Καταχωρίζονται αντώνυμα ως συμπλήρωμα του
αβδηρολόγος(ληρολόγος,μωρολόγος)/χαριτολόγος
αγιάζι/ανεμόκαμα
αγουροφάγης/γουρμοφάγης
αγροίκηση(νοημοσύνη)/αμυαλοσύνη
αγροικιά(χοντροκοπιά)/ευπρέπεια (γαλανταροσύνη)
αγροφιλία/αστυφιλία
αδιάκριτος(δυσδιάκριτος,αξεχώριστος)/ευδιάκριτος
αδιαπαρθένευτη(αδιακόρευτη)/διακορευμένη
αδιάρρευστος/ρευστός
αδιάστροφος/διεστραμμένος (διάστροφος)
αδιάφορος(ασήμαντος)/σημαντικός
αδιάφορος(όμοιος)/ανόμοιος (διάφορος)
αειζωία(αθανασία)/θνητότητα
αζαπιά(απείθεια)/ευπείθεια
αισθητικότητα(ευαισθησία)/ασυγκινησία (απάθεια)
ακάρδιος(ασυγκίνητος)/ευσυγκίνητος
ακατάστροφος(παντοτινός)/εφήμερος
ακατάψευστος(αδιάψευστος)/μυθώδης (κατάψευστος)
[αντώνυμα-συμπλήρωμα]
ακήδεστος(αφρόντιστος,παραμελημένος)/πολυφροντισμένος
αλαμπία/λάμψη (λαμπερότητα)
αληθάργητος(άγρυπνος)/ευληθάργητος (ληθαργικός)
άλφα(αρχή)/ωμέγα (τέλος)
αμάντευτος(απρόφατος)/μαντευμένος
αμάχη(εχθρότητα, μίσος, αντιπαλότητα)/αγάπη
αμοίχευτος/μοιχός
άμυος/μυώδης (νευρώδης, μυωτός)
αναβρασίλα(κουφόβραση)/δράσισμα (ανάψυξη)
αναγής(άναγνος,μιαρός,εναγής)/ευαγής (αγνός)
ανάγλυφος/ενλάκκιος
ανάνετος/άνετος
αναπετής(ολάνοιχτος)/κατάκλειστος
αναφής(ανέγγιχτος)/ψηλαφητός (απτός)
ανεθέλητος(ανεπιθύμητος)/επιθυμητός
ανέμητος(αδιανέμητος)/μοιρασμένος
ανεπιζητησία/επιζήτηση (αναζήτηση,αναδίφηση,έρευνα)
[αντώνυμα-συμπλήρωμα]
ανεπιθεώρητος/επιθεωρημένος (ελεγμένος)
ανεπικήρυκτος/επικηρυγμένος
ανεχέγγυος/εχέγγυος
ανθηρότητα(ακμαιότητα,ευτονία)/καχεκτικότητα (μαρασμός)
άνοιωθος(αναντίληπτος)/αντιληπτός (αισθητός,ληπτός)
ανοριοθέτητος/οριοθετημένος (οριστός)
αντιβατικός(αντιτιθέμενος)/συγκατατιθέμενος
αντιληπτικότητα/ακαταληψία(=ανικανότητα κατανόησης)
αοσμία(ανοσμία)/οσμή (μυρωδιά)
απαιδαγώγητος/παιδαγωγημένος
απαρνητικός(άπαρνος)/συγκαταθετικός (συναινετικός)
απαρόμοιαστος(ασύγκριτος,απαράβαλτος)/παραβλητός
απαρχή(έναρξη)/τέλος
απετροβόλητος/πετροβολημένος (λιθοβόλητος,πετροβόλητος)
απλαισίωτος/πλαισιωμένος (περιστοιχισμένος)
απόστρατος(διαστρατευσάμενος)/μάχιμος
αποτυχής/επιτυχής (εύστοχος)
απροβλεψία(απρονοησία)/πρόνοια
απροκριματίστως(αδιακρίτως)/επιλεκτικώς
[αντώνυμα-συμπλήρωμα]
απροσόρατος(αποτρόπαιος)/σαγηνευτικός
απωθητικότητα/δεκτικότητα
άραχθος(δύστυχος)/καλότυχος
αριστοκρατικά(πολυτελώς,μεγαλοπρεπώς)/ταπεινά (φτωχικά)
αρρεπής/αμφίρροπος
ασόλοικος(πολιτισμένος)/βάρβαρος
αστικοποίηση/αποαστικοποίηση
άστυ/εξοχή (ύπαιθρος)
ασύγχιστος(ασύγχυστος)/ταραγμένος
ασύμβλητος/συμβεβλημένος
ασυμφωνώ/συμφωνώ
ασύνθετος/σύνθετος
ατήρητος/τηρημένος (διατηρημένος,διαφυλαγμένος)
άτοιχος/τοιχωτός
ατριβής(απάτητος)/βατός (πατημένος)
αυδή(λαλιά)/αφωνία
αυτοάνθρωπος(ουρανόπλαστος,υπερτέλειος)/αναπάρτιστος
αφόνευτος(αξολόθρευτος)/εξολοθρευμένος (φονευμένος)
αφενάκιστος(ανεξαπάτητος)/εξαπατημένος (απατημένος)
[αντώνυμα-συμπλήρωμα]
άφημος (άπυστος, άσημος)/φημισμένος
αχαρτζιλίκωτος/χαρτζιλικωμένος
βαρβάτος(σπουδαίος, σημαντικός)/ασήμαντος
βαρυχειμωνιά/αλαφροχειμωνιά (καλοχειμωνιά)
βραχυπερίοδος(μικροπερίοδος)/μακροπερίοδος
βρίμη(αλκή)/ανάλκεια
γκέλα(αναποδιά,κακοτυχία)/καλοτυχία
γουρλομάτης/κοιλόφθαλμος
δεινώς(οικτρώς,ελεεινώς,τραγικώς)/εξόχως (θαυμασίως)
δευτερότερο/εγγυημένο
διάνοιξη(φάρδεμα)/στένεμα
διανοητικώς/βιωματικώς
διασταδόν(χωριστά)/μαζί (αντάμα)
διψυχία(αναποφασιστικότητα)/αποφασιστικότητα
δραπέτευση/καταζήτηση
δυσάρμοστος/ευάρμοστος (ταιριασμένος)
δυσαύξητος(δυσαυξής)/ευαυξής
δυσσέβεια(ασέβεια)/ευσέβεια
δυσκατάβλητος/ευκατάβλητος
[αντώνυμα-συμπλήρωμα]
δυσκολοαπόκτητος(δυσκολοαγόραστος)/εύκτητος
δυσκύμαντος(φουρτουνιασμένος)/ακύμαντος
δυσνομία(κακονομία)/ευνομία
δυσόφθαλμος/ελκυστικός (γοητευτικός)
δυσπαραίτητος(άτεγκτος)/σπλαχνικός
δυσπρεπής(πρόστυχος,αναξιοπρεπής)/αξιοπρεπής
δύστηκτος/εύτηκτος
δυσφημία/ευφημία (εγκωμιασμός)
δυσχώριστος(δυσκολοχώριστος)/ευκολοχώριστος
εγγραφή/διαγραφή (ξεγράψιμο)
εγκατάσκευος/ακαλλώπιστος (απεριέργαστος)
ειδημόνως(επιστημόνως)/ανεπιστημόνως
έκαστος/σύσσωμοι
έκτακτα(θαυμάσια,υπέροχα)/χάλια
εκτάκτως(ακανονίστως)/κανονικά (κεκανονισμένως)
εμμέθοδος/αμέθοδος
[αντώνυμα-συμπλήρωμα]
ενεόφρων(βλάκας)/νοήμων
ενθρονισμός/εκθρονισμός
ενθυμητικός/αλησμονησιάρης
έξαρχος(επικεφαλής)/ουραγός
εξασθενωτικός/ενδυναμωτικός
εξογκωμένος(φουσκωμένος,ένογκος)/άογκος
επαγγελματικά/ερασιτεχνικά
επαλλήλως(διαδοχικώς,αδιακόπως)/διακεκομμένως
επανδρωμένος/ανεπάνδρωτος
επίδηλος(θεωρητός,φανερός)/ανεπίδηλος (ακάτοπτος)
επίπλευση(επιπόλαση)/βύθιση (καταποντισμός)
επιτελεστικός/ματαιοπόνος (ματαιοκόπος)
επουράνιος/επίγειος
[αντώνυμα-συμπλήρωμα]
εργαστικός(δραστικός,ρέκτης)/αδρανής
ερμητικότητα/διαπεραστικότητα (διαπερατότητα,διεισδυτικότητα)
ετερόθρησκος/ομόθρησκος
ετεροκλινής(ετερόζυγος,ετεροβαρής)/αμφοτεροβαρής
ετερόμορφος/ομοιόμορφος
ετεροφυής/κοινοφυής
ευανδρία(γενναιότητα)/ανανδρία
ευαρεστία(ικανοποίηση)/δυσαρεστία (δυσφορία)
εύαρκτος(φιλήνιος,ευπειθής)/απείθαρχος
ευδοξία(υπόληψη)/ανυποληψία
ευεκτικός(υγιής,εύρωστος,αλκαίος)/ασθενής
ευελπιστία/δυσελπιστία (απελπισία,ανελπιστία)
ευέλπιστος/δυσέλπιστος
ευήνεμος(απάνεμος)/ανεμόδαρτος
[αντώνυμα-συμπλήρωμα]
ευκολογύριστος(ευμετάπειστος)/δυσμετάπειστος
ευκολοδιοίκητος(ευεπίτακτος,ευχείρωτος)/δυσκολοδιοίκητος
ευκολοζύμωτος(εύπλαστος)/δυσμάλακτος
ευκολοπροσάρμοστος/δυσκολοπροσάρμοστος
ευόμματος/ομματοστερής (αόμματος)
ευπαρηγόρητος(ευπαραμύθητος)/απαρηγόρητος
ευσυνεσία/ασυνεσία (λαθιφροσύνη)
εύτροφος(καλοταϊσμένος)/κακοταϊσμένος
ζαβλακωμάρα/ανάνηψη (νηφαλιότητα)
ζαλούρα(σκοτούρα)/ξεγνοιασιά (αμεριμνησία)
ζητήσιμα/αγύρευτα (αζήτητα)
ζωήρρυτος/ζωοδόχος
ημιμάθεια/επιστημοσύνη
θεατρινισμός(προσποίηση)/ανυποκρισία
θεμιστός(δίκαιος)/άδικος
θεόμουντος(θεοσκότεινος)/φωτερός(υπερφαής)
ισηγορία(ισονομία)/ανισονομία
ισχυρογνωμία(πεισματοσύνη)/συγκαταβατικότητα
[αντώνυμα-συμπλήρωμα]
ισχυρόφρων(γενναίος,ισχυρόψυχος)/δειλός
καλοπαιδευμένος(καλοαναθρεμμένος)/ανάγωγος
καταστηματικός(ατάραχος)/ταραγμένος
κεκοιμημένοι(νεκροί,τεθνεώτες)/ζώντες
κακαγωγία/ευαγωγία
κακόπεσε(δυστύχησε)/καλοπέρασε
κακοπραγμοσύνη/καλοπραγμοσύνη
καλοζυγισμένος/κακοζυγισμένος
καματηρώς(επιπόνως)/αμόχθως
κασέ(αίγλη, λαμπρότητα)/ασημότητα (αφάνεια)
καταδυναστευτικός(δυσανάφορος)/ευάρεστος
καταμαρτυρία(μομφή,δυσφημία)/επευφημία
κατανίκηση(κατατρόπωση)/πανωλεθρία
κατάφρακτος(περίκλειστος)/απερίφρακτος
καύσος(κάψα)/παγωνιά
κενεοφροσύνη(μωρία)/σωφροσύνη
κομπωτός/ακόμπιαστος
κοτσάρω/ξεκοτσάρω (ξεγαντζώνω)
κουράδας(τεμπέλης)/δραστήριος
κρυστάλλινο(διαφανές)/αδιαφανές
[αντώνυμα-συμπλήρωμα]
λειοτριβής(ψιλοαλεσμένος)/χονδροαλεσμένος
λεπταίσθητος(καλόγουστος)/κακόγουστος
λιγνωτός(λεπτοκαμωμένος)/χοντροκαμωμένος
λογιοσύνη(ευπαιδευσία, μόρφωση)/απαιδευσία
λογιότητα(λογικότητα)/αλογία (αλογισιά)
λυγεράδα(ευλυγισία)/αλυγισιά
μαλακτικός/σκληρυντικός
μανούβρα(ελιγμός,περιστροφή)/ευθύτητα
μαχμουρλής/ζωηρός (δραστήριος)
μερικότητες(λεπτομέρειες,επουσιώδη)/ουσιώδη
μεταμελητικός/αμεταμέλητος
μετέωρος(αμφιταλαντευόμενος,αναποφάσιστος)/αποφασισμένος
μισκίνος(άθλιος)/αξιοπρεπής
μοναχού/παντού
μονογονία/αμφιγονία
[αντώνυμα-συμπλήρωμα]
μονοήμερος(μονομερίτικος)/πολυήμερος
μονώνυχα/πολυώνυχα
μπαμπέσης(αναξιόπιστος)/αξιόπιστος
ναυάγιο(καταστροφή)/σωτηρία
νεκρότητα(νέκρα)/ζωντάνια
νέκρωμα(ακινησία)/κινητικότητα (ζωντάνεμα)
νήπιος(ανώριμος)/ώριμος
νικηφορία(επικράτηση)/ήττα
νικηφόρως(θριαμβευτικά)/ανικεί
νοθογενής/αμπαστάρδευτος
ξαλατίζω/αλατίζω
ξαναχρησιμοποιημένο(μεταχειρισμένο)/ολοκαίνουργιο
ξανοιχτός(ευόρατος,εύοπτος,αμφιφανής)/δυσόρατος
ξεκαπίστρωτος/καπιστρωμένος
ξεμουδιάζω/μουδιάζω
ξέμπλεκος(ξεμπλεγμένος)/μπλεγμένος (ένδετος)
ξεπαράδιασμα(αφραγκία)/πολυχρηματία
ξεσαμάρωτος/σαμαρωμένος
ξέχειλος(γιομάτος,επιχειλής)/ολάδειος
ογκηρός(ενογκώδης)/άογκος
οιδαλέος(πρησμένος)/ξεπρησμένος
[αντώνυμα-συμπλήρωμα]
οικτοσύνη(συμπάθεια,ευσπλαχνία)/ανοικτιρμοσύνη
όκνος(δισταγμός)/αποφασιστικότητα
ολιγαχού/πολλαχού (μυριαχού)
ολιγοβαρής/υπερβαρής
ολιγοκίνητος/πολυκίνητος
ολιγοτόκος/πολυτόκος
ολοκόμματος(μονοκόμματος)/κομματιασμένος
ολόμεστος(ολόγεμος)/ολάδειος
ομοιοβαρής/ανομοιοβαρής
οξυβλέπτης(εύσκοπος)/αμβλύωπας (αμβλωπός)
οξυβλεψία/αμβλυωπία
οπισθόδομος/πρόδομος
παιδεμάρα/ανακούφιση
παμμάχος(παντοδύναμος,παγκρατής)/ολιγοσθενής
πανίσχυρος(μεγασθενής,παντοδύναμος)/ολιγοσθενής
παρακινδυνευτικώς(ριψοκινδύνως)/άτολμα
[αντώνυμα-συμπλήρωμα]
παραπαιόντως(αφρόνως,δυσφρόνως,μαψιδίως)/λελογισμένως
παράπαιστος(ανόητος)/εχέφρων
παραριξιμιός/απαραγκώνιστος
πάρεση(χαλάρωση,παράλυση)/ενδυνάμωση (τόνωση)
πατατράκ(αποτύχημα)/τελεσφόρηση
παχυντικός/αντιπαχυντικός (απισχναντικός)
πέζεμα(αφίππευση)/ίππευση
περισκελής(δραστικός,δριμύς)/ήπιος
περίτριμμα(καθίκι, κάθαρμα)/καλοκάγαθος
πλισεδωτό(πλισέ)/απτύχωτο
ποικιλανδρία/ποικιλογυνία
πολυδαίδαλος/απλούς
πολυκτήμων/ολιγοκτήμων
πολυκύμαντος/ολιγοκύμαντος
πολύφερνη/άπροικη (απροίκιστη)
προσεδάφιση/απογείωση
πλαδαρότητα(χαυνότητα,χαλαρότητα)/ανθηρότητα (ζωηρότητα)
πλεονάκις(συχνάκις)/ενίοτε
πνευματικοποίηση/αποπνευματικοποίηση
[αντώνυμα-συμπλήρωμα]
προβάδισμα/υστέρηση
προσαρμοστικός(προσοικειωτικός)/απροσάρμοστος
πρόσθιος/οπίσθιος
προχουντικός/μεταχουντικός
πρόχρονος(πρωτυτερινός)/σύγχρονος (τωρινός, εφετινός)
σένιος(περιποιημένος,σενιαρισμένος)/ατημέλητος
σιπαλός(δύσμορφος)/εύσχημος (εύμορφος)
σκιώδης(ανύπαρκτος,εικονικός,πλασματικός)/υπαρκτός
σκλήρεμα(τράχυνση)/απάλυνση
στραγγιστό/αστράγγιστο
στρατοκόπος(οδοιπόρος,πεζός,πεζολάτης)/εποχούμενος
στρεβλότητα/ευθύτητα
σύγκριτος(συμπαγής,συμπεπυκνωμένος)/ασυμπαγής
συμμιγής(ανάμεικτος)/ασυμμιγής (ασύμμικτος)
σύμμορφος(παρόμοιος)/διαφορετικός
συνενωτικός/χωριστικός
συχαλασμός/σιγαλιά
[αντώνυμα-συμπλήρωμα]
σφαιρική(πολύπλευρη,ολόπλευρη,ολιστική)/μονομερής (μονόπλευρη)
σχέση(συνάρτηση,συνάφεια,εξάρτηση)/ασυνάφεια
ταμπού(προκατάληψη)/απροκαταληψία
ταπεινολόγος/καυχησιολόγος
ταυτοειδής(ομοειδής)/ετεροειδής (ανομοιοειδής,αλλοειδής)
τιτανικός(γιγάντιος,τεράστιος)/μικροσκοπικός
τσελεπής(ευπρεπής,αρχοντάνθρωπος)/μικροπρεπής
τσουπωτός(σφριγηλός, σφιχτοδεμένος)/καχεκτικός
τυραννίδα/δημοκρατία (ισοκρατία)
υποεκτιμώ/υπερεκτιμώ
υποστάθμης/περιωπής
χαριέντως(κομψώς)/άκομψα
χόλαπτος(εξοργισμένος)/καλμαρισμένος
ψελλός/ευδιάλεκτος (καθαρόγλωσσος)
ψυχολέτειρα/ψυχοσωτήριος
ωφελήσιμος(χρήσιμος)/αλυσιτελής
Γ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ
Παλιά και σπάνια βιβλία PDF
↓