ΚΑΝΕΙΣ ΜΑΡΤΥΡΑΣ ΣΤΗΝ ΑΙΡΕΣΗ ΔΕΝ ΑΓΙΑΣΕ ΑΝ ΔΕΝ ΕΙΧΕ ΠΡΙΝ ΜΕΤΑΝΟΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΙΡΕΣΗ. ΑΥΤΑ ΜΑΣ ΔΙΔΑΣΚΟΥΝ ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΜΑΣ . ΔΙΑΒΑΣΕ ΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ. ΑΙΡΕΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΤΟΥΣ ΑΠΟΚΑΛΟΥΣΑΝ ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΜΑΣ ΨΕΥΔΟ-ΜΑΡΤΥΡΕΣ !
Πρεσβυγενή Πατριαρχεία
1. Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως
2. Πατριαρχείο Αλεξάνδρειας
3. Πατριαρχείο Αντιοχείας
4. Πατριαρχείο Ιεροσολύμων
ΤΑ ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ
Οἱ δέ γε τοῖς αἱρετικοῖς ἀκολουθοῦντες, κἂν μυρίους διαδόχους ἔχωσιν, ἀλλὰ πάντως τὸ ὄνομα τοῦ τὴν αἵρεσιν ἐφευρόντος φέρουσιν. Ἀμέλει τελευτήσαντος Ἀρείου, πολλῶν δὲ τῶν ἰδίων αὐτὸν δια δεξαμένων, ὅμως οἱ τὰἐκείνου φρονοῦντες ἐξ Ἀρείου γνωριζόμενοι Ἀρειανοὶ καλοῦνται.
Κανὼν ΜΕ´
Ἐπίσκοπος, ἢ πρεσβύτερος, ἢ διάκονος, αἱρετικοῖς συνευξάμενος μόνον, ἀφοριζέσθω· εἰ δὲ ἐπέτρεψεν αὐτοῖς ὡς κληρικοῖς ἐνΑλλργῆσαί τι, καθαιρείσθω.
Κανὼν Γ´της Λαοδικειας Ὅτι οὐ δεῖ αἱρετικοῖς, ἢ σχισματικοῖς συνεύχεσθαι.
Ο Οικουμενισμός των Γ.Ο.Χ
Ἡ ἐκκλησιολογική αὐτή θεωρία τῶν Γ.Ο.Χ. ἀποτελεῖ μάλιστα τό ἐκ διαμέτρου ἀντίθετο ἄκρο τῆς αἱρετικῆς, προτεσταντικῆς “θεωρίας τῶν κλάδων”. Σύμφωνα μέ τήν “θεωρία τῶν κλάδων” μποροῦμε νά ἔχουμε διαφορετική πίστι, ἀλλά νά εἴμαστε ἑνωμένοι. Σύμφωνα μέ τήν “θεωρία τῶν Γ.Ο.Χ.” μποροῦμε νά ἔχουμε τήν ἴδια πίστι, ἀλλά νά εἴμαστε χωρισμένοι!
Οι Γ.Ο.Χ. εἶναι ξένοι πρός τό πνεῦμα τῶν Αγίων Πατέρων.
Ακολουθεί απόπασμα και βίντεο του Φώτη για τους Σύριους ελπίζω να διάβασε πριν τους Μάρτυρες της Ορθοδοξίας και τα Μαρτύρια των αρχαίων Χριστιανών , για να δει την διαφορά στα όσα μας λέι στα βίντεο του ανεβάζει.
ΟΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΤΗΣ ΣΥΡΙΑΣ ΧΥΝΟΥΝ ΤΟ ΑΙΜΑ ΤΟΥΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ.
...θα αναφερθώ κάτω στη Συρία στους ορθοδόξους χριστιανούς αδελφούς μάρτυρες όπου χύνουν το αίμα τους, πολλοί ορθόδοξοι χριστιανοί χύνουν το αίμα τους για την πίστη, τους σφάζουν επειδή είναι χριστιανοί.οδηγούνται σε μαρτύρια, ο λόγος, η αιτία ότι είναι χριστιανοί, αυτό είναι το τίμημα, αυτό είναι το τίμημα και έχει ξεκινήσει ένας παγκόσμιος πόλεμος κατά των χριστιανών, και δεν πρέπει αυτό να το πάρουμε με λύπη και ότι διώκονται οι χριστιανοί, ναι διώκονται. δεν πρέπει να το λαμβάνουμε αυτό το μήνυμα του μαρτυρίου ότι τι κακό μας βρήκε διότι μεγάλη ευλογία έχει έρθει στη γη και πρέπει να το αντιληφθούμε αυτό ότι έχει έρθει μεγάλη ευλογία οι χριστιανοί στη Συρία το βιώνουν ....
ΟΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΤΗΣ ΣΥΡΙΑΣ
Αμφιβάλω αν χύνουν το αίμα τους για την Ορθοδοξία . Για ποια πίστη του ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ ;;Οι αδελφοί του Οικουμενισμού.
Έγιναν ξαφνικά αδελφοί και Ορθόδοξοι Ομόδοξοι - ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΕΣ , Ομολογητές και Μάρτυρες πως ;
Καταρχήν Φώτη να κάνουμε μια έρευνα δούμε που ανήκει το Πατριαρχείο Αντιοχείας ; ΟΡΘΟΤΟΜΗ ΤΟΝ ΛΟΓΟ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ .;;
Αφού υποτίθεται ότι έκανες την έρευνα και τους βρίσκεις αδελφούς και άξιους τους Ορθοδόξους και Ορθοτομώντας την αλήθεια - τους ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΕΣ ότι χύνουν το αίμα τους για την Ορθοδοξία. Ενώ η Ελλάδα βρίσκετε μέσα στον ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟ και στα συστήματα .
Πρώτον :από τα λεγόμενά σου βγαίνει το συμπέρασμα και εσύ είσαι ΕΝΑΣ ΑΓΡΑΜΑΤΟΣ ΑΚΑΤΗΧΗΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΗΣ .
Αυτά μας φανέρωσες ξεκάθαρα στο βίντεο σου .
Δηλαδή ότι όσοι έχουν την ταμπέλα Χριστιανοί σώζονται με το ΜΑΡΤΥΡΙΟ....
ΤΑΜΠΕΛΑ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΕΧΟΥΝ ΟΙ ΠΑΠΙΚΟΙ , ΟΙ ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΕΣ , ΙΑΚΩΒΙΤΕΣ , ΜΟΝΟΦΥΣΙΤΕΣ κλπ
ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΚΑΙ Η ΦΩΤΟ ΤΩΝ ΔΙΠΤΥΧΩΝ ΠΑΝΩ ΣΕΛ 6 ΛΕΙ ΠΟΛΛΑ ΜΥΣΤΙΚΑ .
Απευθυνόμενος στον Μακαριώτατο, ο Γενικός Γραμματέας του Παγκόσμιου Συμβουλίου των Εκκλησιών Δρ. Jerry Pelay ανέφερε στην επιστολή του σύμφωνα με το Πατριαρχείο Αντιοχείας ότι το Παγκόσμιο Συμβούλιο των Εκκλησιών στέκεται με αλληλεγγύη και αγάπη προς το Πατριαρχείο Αντιοχείας και την Εκκλησία στη Συρία.
Στο μήνυμά του εξέφρασε τη συμπαράστασή του στους χριστιανούς της Συρίας και την προσευχή του στον Κύριο της ειρήνης να εμφυσήσει την ειρήνη στις καρδιές τους.
Πατριαρχείο Αντιοχείας Archives - Ορθοδοξία News Agency
H Α.Θ. Παναγιότης ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος και οι Αρχιερείς-μέλη της Αγίας και Ιεράς Συνόδου, με αφορμή τα τελευταία τραγικά γεγονότα βίας στη Συρία και την κοινή έκκληση που απηύθυναν ο Μακαριώτατος Πατριάρχης Αντιοχείας κ. Ιωάννης και δύο Προκαθήμενοι εκ των εν Συρία λοιπών Χριστιανικών Εκκλησιών, εκφράζουν, με επιστολή τους, προς τον Μακαριώτατο κ. Ιωάννη την ομόθυμη συμπαράσταση και αδελφική στήριξη του Οικουμενικού Θρόνου προς εκείνον, την περί αυτόν Ιεραρχία και το πλήρωμα της παλαιφάτου Εκκλησίας του, καθώς και προς όλους τους χριστιανούς της Συρίας.
Στην επιστολή εκφράζεται η ευχή να σταματήσει αμέσως κάθε πράξη βίας και αιματοχυσίας, και να διαφυλαχθεί η κοινωνική ειρήνη στην πολύπαθη χώρα, να προστατευθούν οι άμαχοι πολίτες, καθώς και τα μέλη όλων των θρησκευτικών και εθνοτικών κοινοτήτων.
“Αι λυπηρόταται απώλειαι ανθρωπίνων υπάρξεων, αι ωμότητες, αι βίαιαι διώξεις εις βάρος του χριστιανικού πληθυσμού, ως και ετέρων θρησκευτικών και εθνοτικών μειονοτήτων, μαρτυρούν το αδιέξοδον εις ο περιέρχονται πρόσωπα και λαοί, όταν δεν επικρατή η ειρήνη και η δικαιοσύνη. Έμελλε τη Υμετέρα προσφιλεστάτη ημίν Μακαριότητι και τη κατ’ Αυτήν Αγιωτάτη Εκκλησία να βιώση εσχάτως και τούτο το αλγεσίδωρον μαρτύριον, υφιστάμενοι συμφοράς και ταλαιπωρίας.
Πάντοτε ασφαλώς, ιδιαιτέρως όμως εις ώρας τρικυμιών και θλίψεων, η Κωνσταντινουπολίτις Εκκλησία και ημείς προσωπικώς ευρισκόμεθα όλη ψυχή και διανοία παρά τη Υμετέρα Μακαριότητι, τοις περί Αυτήν αδελφοίς Ιεράρχαις, τω κλήρω και τω ευλογημένω και πεφιλημένω ημίν Ορθοδόξω Λαώ, εν αγάπη βαθυτάτη και ανυποκρίτω και εκτενεί προσευχή προς τον Κύριον του ελέους, της παρακλήσεως και των οικτιρμών, στηρίζοντες τον τίμιον βραχίονα της Υμετέρας Αγάπης.”, σημειώνει, μεταξύ άλλων, ο Παναγιώτατος και συνεχίζει:
“Όθεν, παρακολουθούντες μετά συνοχής καρδίας τα τεκταινόμενα εν Συρία, και εν φιλαδέλφοις και συμπαραστατικοίς αισθήμασι διατελούντες προς την Υμετέραν περισπούδαστον ημίν Μακαριότητα, εκφράζομεν συνοδική αποφάσει την βαθυτάτην συμπάθειαν του Οικουμενικού Πατριαρχείου και της ημετέρας Μετριότητος, μεταφέροντες Υμίν το διαρκές βίωμα της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας, όπερ είναι και Υμέτερον βίωμα: «μη δειλιάτω Υμών η καρδία, μηδέ ταρασσέσθω» (πρβλ. Ιωάν. ιδ´, 27-28), διότι ο καλέσας Υμάς επί την κλήσιν ταύτην «νενίκηκε τον κόσμον» (πρβλ. ο.π. ις´, 33).
Εν τούτω τω πνεύματι, προετρέψαμεν κλήρον και λαόν εις όλας τας ανά την υφήλιον Επαρχίας του Πανσέπτου Οικουμενικού Θρόνου, όπως εντείνωσι τας προσευχάς αυτών προς τον Άρχοντα της Ειρήνης και Θεόν της Αγάπης ίνα προστατεύση τους Χριστιανούς αδελφούς ημών και εν γένει τον άμαχον πληθυσμόν της Συρίας. Εν ταυτώ, εξεφράσαμεν την ευχήν όπως η ηγεσία της χώρας παρέμβη διά την αποτροπήν περαιτέρω αιματοχυσίας και διά την προστασίαν των μελών όλων των εκείσε κοινοτήτων.”
Υπενθυμίζεται ότι ο Παναγιώτατος, ο οποίος πάντοτε και με κάθε ευκαιρία εκφράζει το ανύστακτο ενδιαφέρον του Οικουμενικού Πατριαρχείου για τους Χριστιανούς της Μέσης Ανατολής, είχε θέσει το θέμα της καταστάσεως των Χριστιανών της Συρίας κατά την συνάντηση που είχε, τον περασμένο Δεκέμβριο, με τον Εξοχ. Πρόεδρο της Τουρκικής Δημοκρατίας κ. Recep Tayyip Erdoğan. Στη συνάντηση εκείνη, ο Παναγιώτατος είχε ζητήσει από τον κ. Πρόεδρο να ασκήσει όλη την επιρροή του για να προστατευθεί η ζωή και η ασφάλεια των Χριστιανών και όλων των μειονοτήτων της Συρίας, αναφερθείς και στους στενούς ιστορικούς δεσμούς μεταξύ Οικουμενικού Πατριαρχείου και Πατριαρχείου Αντιοχείας.
Η Α.Θ. Παναγιότης ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος επικοινώνησε τηλεφωνικώς με τον Μακαριώτατο Πατριάρχη Αντιοχείας κ. Ιωάννη Ι’, και του εξέφρασε και προφορικώς τη συμπαράσταση του Οικουμενικού Πατριαρχείου για την ανείπωτη τραγωδία που προκάλεσε ο ισχυρός σεισμός στη νοτιοανατολική Τουρκία και στη βόρεια Συρία, σε περιοχές που υπάγονται εκκλησιαστικώς στη δικαιοδοσία του Πατριαρχείου Αντιοχείας.
Ο Παναγιώτατος δήλωσε την προθυμία και την ετοιμότητα του Οικουμενικού Θρόνου να συνδράμει με κάθε δυνατό τρόπο στη στήριξη των Ορθοδόξων αδελφών μας, που διαβιούν στις πληγείσες περιοχές, καθώς και κάθε δοκιμαζόμενου από το σεισμό συνανθρώπου μας.
Ἡ Α.Θ.Παναγιότης ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαῖος, ἐπισκεπτόμενος κατόπιν προσκλήσεως τάς Ἱεράς Μητροπόλεις Σμύρνης καί Πισιδίας, ἐπληροφορήθη τά ἐν Συρίᾳ γεγονότα καί ἀμέσως ἐπεχείρησε νά ἐπικοινωνήσῃ πρός τόν Μακαριώτατον Πατριάρχην Ἀντιοχείας κ. Ἰωάννην διά νά διερωτήσῃ τά κατ᾽ αὐτόν καί τό παλαίφατον Πατριαρχεῖον του καί νά ἐκφράσῃ τήν ἀδελφικήν συμπάθειάν Του καί τήν συμπαράστασιν τοῦ Πανσέπτου Οἰκουμενικοῦ Θρόνου. Τό αὐτό ἐπεχείρησε καί μετά τήν ἐπιστροφήν Του εἰς τήν Πόλιν τό ἑσπέρας τῆς Δευτέρας, 9ης Δεκεμβρίου (2024).
Κατόπιν ἀλλεπαλλήλων ἀνεπιτυχῶν προσπαθειῶν, λόγῳ προβλήματος εἰς τό δίκτυον τῶν τηλεπικοινωνιῶν ἐν Συρίᾳ, ἡ τηλεφωνική ἐπικοινωνία τῶν δύο Προκαθημένων κατέστη τελικῶς δυνατή τήν πρωΐαν τῆς σήμερον, Τρίτης, 10ης Δεκεμβρίου. Εἰς τήν ἀδελφικήν των συνομιλίαν, ὁ Παναγιώτατος ἐξεδήλωσεν ἐκ μέρους τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας καί τοῦ ἰδίου προσωπικῶς τήν ἔντονον ἀνησυχίαν Του διά τήν κατάστασιν τῆς Ἱεραρχίας, τοῦ κλήρου καί τοῦ πληρώματος τῆς ἱστορικῆς Ἐκκλησίας τῶν Ἀντιοχέων καί τήν ἀπόλυτον συμπαράστασίν Του πρός αὐτήν, δεόμενος ὑπέρ τῆς ἀσφαλείας καί εὐσταθείας της. Εἰς ἀπάντησιν, ὁ Μακαριώτατος ἐξέφρασε τήν εὐγνωμοσύνην του πρός τήν Ἐκκλησίαν Κωνσταντινουπόλεως διά τήν ἀδελφικήν συμπόρευσιν τῶν δύο παλαιφάτων Πατριαρχείων καί κατά τήν κρίσιμον αὐτήν στιγμήν εἰς τήν ἱστορίαν τοῦ Θρόνου τῆς Μεγάλης Θεουπόλεως τῆς Ἀντιοχείας καί περιέγραψε διεξοδικῶς τήν ἐπικρατοῦσαν κατάστασιν ἐν Συρίᾳ, διαβεβαιώσας τόν Παναγιώτατον περί τῆς ἐπί τοῦ παρόντος ἀσφαλείας τῆς Ἱεραρχίας, τοῦ κλήρου καί τοῦ πληρώματος τῆς κατ᾽ αὐτόν Ἐκκλησίας, καθώς καί περί τῆς μή ὑπάρξεως καταστροφῶν εἰς ναούς. Κατόπιν σχετικῆς ἐρωτήσεως τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου, ὡμίλησε καί περί τῆς ἀποκλιμακώσεως καί σταθεροποιήσεως τῆς καταστάσεως ἐν Λιβάνῳ. Ὁ Παναγιώτατος ὑπεσχέθη νά ἐπικοινωνήσῃ ἐκ νέου μετά τοῦ Μακαριωτάτου κατά τάς προσεχεῖς ἡμέρας.
Τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον ἀπευθύνει ἔκκλησιν πρός ὅλους τούς ἁρμοδίους πολιτικούς ἡγέτας νά σεβασθοῦν τήν ζωήν καί ἀκεραιότητα τῶν προσώπων, καθώς καί τά ἱστορικά μνημεῖα τοῦ Χριστιανισμοῦ τῆς Συρίας καί τήν ἐν γένει πολιτιστικήν κληρονομίαν αὐτῆς.
Ἐν ὄψει δέ τῆς ἐγγιζούσης ἑορτῆς τῆς τοῦ Χριστοῦ Γεννήσεως, τοῦ Ἄρχοντος τῆς εἰρήνης, ἡ Ἁγία τοῦ Χριστοῦ Μεγάλη Ἐκκλησία εὔχεται ἡ εἰρήνη τοῦ Κυρίου, ἡ πάντα νοῦν ὑπερέχουσα, νά βασιλεύσῃ εἰς τήν χώραν, εἰς τήν εὐρυτέραν περιοχήν καί εἰς ὅλον τόν κόσμον καί νά διάγουν οἱ ἄνθρωποι καί οἱ λαοί ἐν ἀσφαλείᾳ καί εὐημερίᾳ.
Φανάριον, 10.12.2024
Σήμερα όλοι οι αιρετικοί αναγνωρίστηκαν ως Χριστιανοί και Εκκλησίες.
Να δούμε συμφωνούν με τους Αγίους Πατέρες μας ?
Το όνομα Χριστιανός –Εκκλησίες
Σκεφθήκαμε την πονηρή τεχνική του διαβολικού πολέμου, πως δηλαδή, επειδή ο διάβολος είδε ότι με τους διωγμούς εκ μέρους των ειδωλολατρών η Εκκλησία πληθύνεται και ακμάζει περισσότερο, άλλαξε τη γνώμη του και δεν πολεμάει πλέον φανερά, αλλά τοποθετεί για μας κρυφά καρτέρια, σκεπάζοντας τη δολιότητα των αιρετικών με το όνομα του Χριστιανού που περιφέρουν, έτσι ώστε και τα ίδια με τους πατέρες μας να πάθουμε και να μη φανούμε ότι πάσχουμε για το Χριστό, εφόσον και οι διώκτες μας έχουν το όνομα των Χριστιανών...
Επιστ. 139, Αλεξανδρεύσιν, 1, ΕΠΕ 3, 64 Μέγας Βασίλειος
ΚΑΤΑ ΑΡΕΙΑΝΩΝ ΛΟΓΟΣ ΠΡΩΤΟΣ.
Αἱ μὲν αἱρέσεις ὅσαι τῆς ἀληθείας ἀπέστησαν, ἐπινοήσασαι μανίαν ἑαυταῖς φανεραὶ τυγχάνουσι, καὶ τούτων ἡ ἀσέβεια πάλαι πᾶσιν ἔκδηλος γέγονε. Τὸ γὰρ ἐξελθεῖν ἀφ' ἡμῶν τοὺς ταῦτα ἐφευρόντας δῆλον ἂν εἴη, ὡς ἔγραψεν ὁ μακάριος Ἰωάννης, ὅτι τῶν τοιούτων οὔτε ἦν, οὔτε νῦν ἐστι μεθ' ἡμῶν τὸ φρόνημα. Διὸ καὶ, ὡς εἶπεν ὁ Σωτὴρ, Μὴ συνάγοντες μεθ' ἡμῶν, σκορπίζουσι μετὰ τοῦ διαβόλου, παρατηρούμενοι τοὺς κοιμωμένους, ἵνα, τὸν ἴδιον ἰὸν τῆς ἀπωλείας ἐπισπείραντες, ἔχωσι τοὺς συναποθνήσκοντας ἑαυτοῖς. Ἐπειδὴ δὲ ἡ μία τῶν αἱρέ σεων ἡ ἐσχάτη, καὶ νῦν ἐξελθοῦσα πρόδρομος τοῦ Ἀν τιχρίστου, ἡ Ἀρειανὴ καλουμένη, δόλιος οὖσα καὶ πανοῦργος, βλέπουσα τὰς πρεσβυτέρας ἑαυτῆς ἀδελφὰς ἄλλας αἱρέσεις ἐκ φανεροῦ στηλιτευθείσας, ὑποκρίνεται περιβαλλομένη τὰς τῶν Γραφῶν λέξεις, ὡς ὁ πατὴρ αὐτῆς ὁ διάβολος, καὶ βιάζεται πάλιν εἰσελθεῖν εἰς τὸν παράδεισον τῆς Ἐκκλησίας, ἵνα, πλάσασα ἑαυτὴν ὡς Χριστιανὴν, ἀπατήσῃ τινὰς κατὰ Χριστοῦ φρονεῖν τῇ πιθανότητι τῶν παραλογισμῶν· εὔλογον γὰρ οὐδὲν παρ' αὐτῇ· καὶ ἐπλάνησέ γε τῶν ἀφρόνων ἤδη τινὰς, ὥστε τούτους μὴ μόνον φθαρῆναι τῇ ἀκοῇ, ἀλλὰ καὶ λαβόντας κατὰ τὴν Εὔαν γεύσασθαι, καὶ λοιπὸν ἀγνοοῦντας νομίζειν τὸ πικρὸν γλυκὺ, καὶ τὴν βδελυκτὴν αἵρεσιν λέγειν καλήν· ἀναγκαῖον ἡγησάμην προτραπεὶς παρ' ὑμῶν διελεῖν τὴν πτύξιν τοῦ θώρακος τῆς μιαρᾶς αἱρέσεως ταύτης, καὶ δεῖξαι τὴν δυσωδίαν τῆς ἀφροσύνης αὐτῆς· ἵνα οἱ μὲν πόῤῥωθεν ὄντες αὐτῆς ἔτι φύγωσιν αὐτὴν, οἱ δ' ἀπατηθέντες ἀπ' αὐτῆς μεταγνῶσι, καὶ ἠνεῳγμένοις τοῖς ὀφθαλμοῖς τῆς καρδίας νοήσωσιν, ὅτι, ὥσπερ τὸ σκότος οὐκ ἔστι φῶς, οὐδὲ τὸ ψεῦδος ἀλήθεια, οὕτως οὐδὲ ἡ Ἀρειανὴ αἵρεσίς ἐστι καλή. Ἀλλὰ καὶ οἱ τούτους καλοῦντες Χριστιανοὺς πολὺ καὶ λίαν πλανῶνται, ὡς μήτε τὰς Γραφὰς ἀνεγνωκό τες, μήτε ὅλως εἰδότες τὸν Χριστιανισμὸν καὶ τὴν ἐν αὐτῷ πίστιν. Τί γὰρ ὅμοιον ἑωρακότες τῆς αἱρέσεως πρὸς τὴν εὐσεβῆ πίστιν φλυαροῦσιν ὡς μηδὲν κακὸν λεγόντων ἐκείνων; Τοῦτό ἐστιν ἀληθῶς καὶ τὸν Καϊάφαν αὐτοὺς εἰπεῖν Χριστιανὸν, καὶ τὸν προδότην Ἰούδαν ἔτι συναριθμεῖν τοῖς ἀποστόλοις, τούς τε τὸν Βαραβᾶν αἰτησαμένους ἀντὶ τοῦ Σωτῆρος, λέγειν μη δὲν κακὸν πεποιηκέναι· καὶ Ὑμέναιον δὲ καὶ Ἀλέ ξανδρον συνιστάνειν ὡς καλῶς φρονοῦντας, καὶ ψεύδεσθαι κατ' αὐτῶν τὸν Ἀπόστολον. Ἀλλ' οὔτε ταῦτ' ἂν ἀκοῦσαι Χριστιανὸς ἀνάσχοιτο, οὔτε τὸν τολ μῶντα λέγειν τοῦτο ὑγιαίνειν ἄν τις τοῦτον ταῖς φρεσὶν ὑπολάβοι. Ἀντὶ γὰρ Χριστοῦ παρ' αὐτοῖς Ἄρειος, ὡς παρὰ Μανιχαίοις Μανιχαῖος, ἀντὶ δὲ Μωϋσέως καὶ τῶνἄλλων ἁγίων Σωτάδης τις ἐξεύρηται παρ' αὐτοῖς ὁ καὶ παρ' Ἕλλησι γελώμενος, καὶ ἡ θυγάτηρ Ἡρωδιάδος. Τοῦ μὲν γὰρ τὸ κεκλασμένον καὶ θηλυκὸν ἦθος μεμίμηται γράφων Ἄρειος καὶ αὐτὸς Θαλίας· τῆς δὲ τὴν ὄρχησιν ἐζήλωσεν ἐξορ χούμενος καὶ παίζωνἐν ταῖς κατὰ τοῦ Σωτῆρος δυσφημίαις, ὥστε τοὺς ἐμπίπτοντας εἰς τὴν αἵρε σιν διαστρέφεσθαι μὲν τὸν νοῦν καὶ ἀφρονεῖν, ἀλλάσσειν δὲ τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου τῆς δόξης ἐν ὁμοιώματι εἰκόνος φθαρτοῦ ἀνθρώπου, καὶ ἀντὶ Χριστιανῶν λοι πὸν Ἀρειανοὺςὀνομάζεσθαι, τοῦτό τε τῆς ἀσεβείας ἔχειν τὸ γνώρισμα.
Μὴ γὰρ προφασιζέσθωσαν, μηδὲ ὀνειδιζόμενοι καταψευδέσθωσαν κατὰ τῶν μὴ ὄντων ὡς εἰσὶν, οὕτω καλοῦντες καὶ αὐτοὶ τοὺς Χριστιανοὺς ἀπὸ τῶν διδασκάλων, ἵνα δόξωσι καὶ αὐτοὶ οὕτως καλεῖσθαι Χριστιανοί· μηδὲ αἰσχυνόμενοι τὸ ἐπονείδιστον ἑαυτῶν ὄνομα, παιζέτωσαν· εἰ δὲ αἰσχύνονται, ἐγκαλυπτέσθωσαν, ἢ ἀποπηδάτωσαν ἀπὸ τῆς ἑαυτῶν ἀσεβείας. Οὐδὲ πώποτε γὰρ λαὸς ἀπὸ τῶν οἰκείων ἐπισκόπων ἔσχε τὴν ἐπωνυμίαν, ἀλλ' ἀπὸ τοῦ Κυρίου, εἰς ὃν καὶ τὴν πίστιν ἔχομεν· τῶν γοῦν μακαρίων ἀποστόλων διδασκάλων ἡμῶν γε νομένων, καὶ διακονησάντων τὸ τοῦ Σωτῆρος Εὐαγγέλιον, οὐκ ἐξ ἐκείνων ἐκλήθημεν, ἀλλ' ἀπὸ τοῦ Χριστοῦ Χριστιανοὶ καὶ ἐσμὲν, καὶ ὀνομαζόμεθα. Οἱ δὲ παρ' ἑτέρων ἔχοντες τὴν ἀρχὴν ἧς νομίζουσι πίστεως, ἐκείνων εἰκότως ἔχουσι καὶ τὴν ἐπωνυμίαν, ὡς αὐτῶν γενόμενοι κτῆμα. Ἀμέλει πάντων ἡμῶν ἀπὸ τοῦ Χριστοῦ Χρι στιανῶν ὄντων καὶ καλουμένων, ἐξεβλήθη πάλαι Μαρκίων αἵρεσιν ἐφευρών· καὶ οἱ μὲν παραμείναντες μετὰ τοῦ ἐκβαλόντος ἐκεῖνον ἔμειναν Χριστιανοί· οἱ δ' ἀκολουθήσαντες Μαρκίωνι οὐκέτι μὲν Χρι στιανοὶ, Μαρκιωνισταὶ δὲ λοιπὸν ἐκλήθησαν. Οὕτω καὶ Οὐαλεντῖνος, καὶ Βασιλίδης, καὶ Μανιχαῖος, καὶ Σίμων ὁ μάγος τοῖς ἀκολουθήσασι μεταδεδώκασι τοῦ ἰδίου ὀνόματος· καὶ οἱ μὲν Οὐαλεντινιανοὶ, οἱ δὲ Βασιλιδιανοὶ, οἱ δὲ Μανιχαῖοι, κἀκεῖνοι Σιμωνιανοὶ, καὶ ἄλλοι κατὰ Φρύγας ἀπὸ Φρυγίας, καὶ ἀπὸ Νοουάτου Νοουατιανοὶ προσαγορεύονται. Οὕτω καὶ Μελέτιος, ἐκβληθεὶς παρὰ Πέτρου τοῦ ἐπισκόπου καὶ μάρτυρος, οὐκέτι Χριστιανοὺς ἀλλὰ Μελιτιανοὺς ἐκάλεσε τοὺς ἰδίους· οὕτως ἄρα καὶ τοῦ μακαρίτου Ἀλεξάνδρου τὸν Ἄρειον ἐκβαλόντος, οἱ μὲν μετὰ Ἀλεξάνδρου μείναντες ἔμειναν Χριστιανοί· οἱ δὲ συνεξελθόντες Ἀρείῳ τὸ μὲν ὄνομα τοῦ Σωτῆρος ἡμῖν τοῖς μετὰἈλεξάνδρου καταλελοίπασιν, Ἀρειανοὶ δὲ λοιπὸν ἐκλήθησαν ἐκεῖνοι. Ἰδοὺ γοῦν καὶ μετὰ θάνατον τοῦ Ἀλεξάνδρου, οἱ κοινωνοῦντες τῷ διαδεξαμένῳ τοῦτον Ἀθανασίῳ, καὶ οἷς ὁ αὐτὸς Ἀθανάσιος κοινωνεῖ, τὸν αὐτὸν ἔχουσι τύπον· καὶ οὔτε ἐκείνων τὸ τούτου τινὲς ἔχουσιν ὄνομα, οὔτε αὐτὸς ἐξ ἐκείνων ὀνομάζεται, ἀλλὰ πάντες πάλιν καὶ συνήθως Χριστιανοὶ καλοῦνται. Κἂν γὰρ διδα σκάλων διαδόχους ἔχωμεν, καὶ μαθηταὶ τούτων γινώ μεθα· ἀλλά γε τὰ τοῦ Χριστοῦ παρ' αὐτῶν διδασκόμενοι, Χριστιανοὶ οὐδὲν ἧττον ἐσμὲν καὶ καλούμεθα. Οἱ δέ γε τοῖς αἱρετικοῖς ἀκολουθοῦντες, κἂν μυρίους διαδόχους ἔχωσιν, ἀλλὰ πάντως τὸ ὄνομα τοῦ τὴν αἵρεσιν ἐφευρόντος φέρουσιν. Ἀμέλει τελευτήσαντος Ἀρείου, πολλῶν δὲ τῶν ἰδίων αὐτὸν δια δεξαμένων, ὅμως οἱ τὰἐκείνου φρονοῦντες ἐξ Ἀρείου γνωριζόμενοι Ἀρειανοὶ καλοῦνται.
Καὶ θαυμαστόν γε τούτου τεκμήριον, οἱ μὲν ἐξ Ἑλλήνων καὶ νῦν εἰς τὴν Ἐκκλησίαν ἐρχόμενοι, ἀφιέντες τὴν τῶν εἰ δώλων δεισιδαιμονίαν, οὐ τῶν κατηχούντων λαμ βάνουσι τὴν ἐπωνυμίαν, ἀλλὰ τὴν τοῦ Σωτῆρος, καὶ ἀντὶ Ἑλλήνων ἄρχονται Χριστιανοὶ καλεῖσθαι· οἱ δὲ πρὸς ἐκείνους ἀπιόντες, ἢ ὅσοι δ' ἂν ἀπὸ τῆς Ἐκκλησίας πρὸς τὴν αἵρεσιν μεταβάλλονται, τὸ μὲν Χριστοῦ καταλιμπάνουσιν ὄνομα, καὶ λοιπὸν δὲ Ἀρειανοὶ καλοῦνται, ὡς οὐκέτι τὴν Χριστοῦ πίστιν ἔχοντες, ἀλλὰ τῆς Ἀρείου γενόμενοι μανίας διάδοχοι. 26.20 Πῶς τοίνυν Χριστιανοὶ οἱ μὴ Χριστιανοὶ, ἀλλὰ Ἀρειομανῖται; Ἢ πῶς τῆς καθολικῆς Ἐκκλησίαςεἰσὶν οἱ τὴν ἀποστολικὴν ἀποτιναξάμενοι πίστιν, καὶ καινῶν κακῶν ἐφευρεταὶ γενόμενοι, οἱ τὰ μὲν τῶν θείων Γραφῶν λόγια καταλείψαντες, τὰς δὲ Θαλείας Ἀρείου σοφίαν καινὴν ὀνομάζοντες; Εἰκότως τοῦτο λέγοντες καινὴν γὰρ αἵρεσιν ἀπαγγέλ λουσι. Διὸ καὶ θαυμάσειεν ἄν τις, ὅτι πολλὰ πολλῶν συντάγματα καὶ πλείστας ὁμιλίας εἴς γε τὴν Παλαιὰν καὶ τὴν Καινὴν γραψάντων, καὶ παρὰ μη δενὶ Θαλείας εὑρισκομένης, ἀλλὰ μηδὲ παρὰ τοῖς σπουδαίοις τῶν Ἑλλήνων, ἢ παρὰ μόνοις τοῖς ᾄδουσι τὰ τοιαῦτα παρὰ πότον μετὰ κρότου καὶ σκωμμάτων ἐν παιδιαῖς, ἕνεκεν τοῦ γελᾶσθαι παρ' ἑτέρων, ὁ θαυ μαστὸς Ἄρειος οὐδὲν σεμνὸν μιμησάμενος, ἀλλὰ καὶ τὰ τῶν σπουδαίων ἀγνοήσας, πλεῖστά τε τῶν ἄλλων αἱρέσεων ὑποκλέψας, τὴν τοῦ Σωτάδου μόνου γελοιολογίαν ἐζήλωσε. Τί γὰρ ἔπρεπε ποιεῖν αὐτὸν, ἢθέλοντα κατὰ τοῦ Σωτῆρος ὀρχήσασθαι, τὰ δύστηνα ἑαυτοῦ ῥημάτια τῆς ἀσεβείας ἐν ἐκλύτοις καὶ παρει μένοις μέλεσι σημαίνειν; ἵν' ὥσπερ ἡ σοφία φησὶν, Ἀπὸ ἐξόδου λόγου ἐπιγνωσθήσεται ἀνὴρ, οὕτως ἀπ' ἐκείνων τὸ τῆς ψυχῆς μὴ ἀνδρῶδες, καὶ τῆς διανοίας ἡ φθορὰ τοῦ γράψαντος γινώσκηται. Καὶ γὰρ οὐδὲ ἔλαθεν ὁ δόλιος, ἀλλὰ καίτοι πολ λάκις, ὡς ὁ ὄφις, ἄνω καὶ κάτω στρέφων ἑαυτὸν, ὅμως πέπτωκεν εἰς τὴν πλάνην τῶν Φαρισαίων. Ὡς γὰρ ἐκεῖνοι, θέλοντες παρανομεῖν, ἐσχηματίζοντο τὰ τοῦ νόμου μελετᾷν ῥήματα, καὶ θέλοντες ἀρνεῖ σθαι τὸν προσδοκηθέντα καὶ παρόντα Κύριον, ὑπ εκρίνοντο μὲν ὀνομάζειν τὸν Θεὸν, ἠλέγχοντο δὲ βλα σφημοῦντες ἐν τῷ λέγειν, διὰ τί σὺ, ἄνθρωπος ὢν Θεὸν σεαυτὸν ποιεῖς, καὶ λέγεις, Ἐγὼ καὶ ὁ Πατὴρ ἕν ἐσμεν, οὕτω καὶ ὁ κίβδηλος καὶ Σωτάδειος Ἄρειος ὑποκρίνεται μὲν ὡς περὶ Θεοῦ λέγων, παρ εντιθεὶς τὰς τῶν Γραφῶν λέξεις, ἐλέγχεται δὲπανταχόθεν Ἄρειος ἄθεος, ἀρνούμενος τὸν Υἱὸν, καὶ τοῖς ποιήμασιν αὐτὸν συναριθμῶν.....ΔΙΑΒΑΣΕ ΕΔΩ
ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΚΑΙ ΜΑΡΤΥΡΙΟΝ
ΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΕΠΑΛΞΙΝ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
Ό ιερός Χρυσόστομος πληρούται ολος χαράς, διότι «μαρτύρων σώματα, υπό το έδαφος κείμενα εγγύς λειψάνων αιρετικών, άνηνέχθησαν και άνω κατ’ ιδιαν έτάφησαν» (523), προτρέπει δέ τον πιστόν λαόν νά σπεύδη πολλώ μάλλον τώρα προς τούς τάφους των μετακομισθέντων μαρτυρικών Λειψάνων, «οτε καθ’ εαυτούς οί μαργαρΐται, οτε απηλλάγη των λύκων τά πρόβατα, οτε απέστησαν των νεκρών οί ζώντες» (524). Ούδεμία κοινωνία εν τη ζωή καί μετά Θάνατον μεταξύ Ορθοδόξων καί αιρετικών! Καί αυτοί οί τάφοι τών ορθοδόξων πρέπει νά άπέχουν έκ τοΰ «πονηρού γειτονήματος» τών αίρετικών! (525). Υπό τού Χρυσοστομικοΰ καλάμου οί γνήσιοι Μάρτυρες χαρακτηρίζονται «μαργαρΐται», «πρόβατα», «ζώντες», οι δε ψευδομάρτυρες τών αιρετικών Συναγωγών «λύκοι» καί «νεκροί».
Ίω. Χρυσοστόμου, Ένθ’ άνωτ., ΡΟ 50, 441.
Ίω. Χρυσοστόμου, “Ενθ’ άνωτ., ΡΟ 50, 443.
Ίω. Χρυσοστόμου, “Ένθ άνωτ., ΡΟ 50, 443. — "Ας προσέξουν, ιδιαιτέρως, τούς λόγους τοΰ
Χρυσοστόμου οί οικουμενισταί τής “Ανατολής, οί τελοϋντες, άδεώς, ίεράς “Ακολουθίας, ακόμη δέ καί θείαν Λειτουργίαν εντός των αιρετικών ναών των Παπικών !
Προτάσσει, στεντόρεια τή φωνή, το ΟΧΙ τής Ορθοδοξίας εις τούς παπικούς και εις τούς παποφίλους τής Ανατολής. Ελέγχει, μετά παρρησίας, βασιλείς καί πατριάρχας, διώκεται καί υβρίζεται υπό πάντων, αποκαλείται «δαιμονάριος» καί «μαινόμενος» (800α) υπό τού μισθάρνου
εξωμότου Βησσαρίωνος Νίκαιας, εξορίζεται εις την Λήμνον υπό τού βασιλέως, άλλα παραμένει πιστός ομολογητής μέχρι θανάτου καί ανατρέπει την πλασματικήν ένωσιν τής Φλωρεντίας, διά τής οποίας ήνοίγοντο αι πύλαι τού παραδείσου τής Ορθοδοξίας εις τον έρποντα οφιν τής
παναιρέσεως τού Παπισμού! Ή φωνή τού άγιου Μάρκου έκ τής Λήμνου αντηχεί ώς οικουμενική σάλπιγξ τής Ορθδοξίας καί συναγείρει το πανορθόδοξον πλήρωμα. Ό Μάρκος Ευγενικός μνημονεύει τής εξορίας του: «Περιωρίσθην παρά τού βασιλέως. Αλλ’ ό λόγος τού Θεού καί ή τής αλήθειας δύναμις ού δέδεται, τρέχει δέ καί μάλλον ευοδούται καί οι πλείονες των αδελφών τή εμή εξορία θαρρουντες βάλλουσι τοίς ελέγχοις τούς
αλιτήριους καί παραβάτας τής ορθής πίστεως καί τών πατρικών θεσμών καί ελαύνουσι πανταχόθεν αυτούς ώς καθάρματα, μήτε συλλειτουργείν αυτοίς ανεχόμενοι, μήτε μνημονεύοντες ολως αυτών ώς Χριστιανών» (801).
Τον μαρτυρικόν ομολογητήν τής Ορθοδοξίας εξυμνεί ο πατριάρχης Κων/πόλεως Σεραφείμ, τώ 1734, διά Συνοδικής επιστολής: «Ο ιερός Μάρκος ο Ευγενικός, ό τής έν Έφέσω Εκκλησίας πρόεδρος καί ποιμήν καί αρχιερεύς χρηματίσας... επηρεαζομένης τής έν τοίς ιεροίς ημών δόγμασιν ευσεβείας τε καί αλήθειας... πάντων περιτραπήναι καί ένδούναι τή απάτη καί καινοτομία διακεκινδυνευκότων, μόνος αυτός, ζήλου θείου πλησθείς καί φρόνημα θειον αναλαβών, αντέστη γενναίως καί αντιπαρετάξατο καί τή παντευτυχία τού Πνεύματος τεθωρακισμένος, ώς άλλος Δαβίδ, τον νοητόν Γολιάθ υπέρ τού Πνεύματος αντεπέξεισι... μόνος διαμείνας έν τώ πολέμω απερίτρεπτος καί άνάύωτος. οίά τις αήττητος καί ακαταγώνιστος τού Χριστού στρατιώτης καί τής εύσεβείας προστάτης άπερικλόνητος...»(802).
Οί θεοφόροι Πατέρες, ένδοξοι ομολογηταί τής Ορθοδοξίας! Οι Πατέρες ανεδείχθησαν αδιάλλακτοι πολέμιοι τής «ελληνικής ειδωλομανίας» καί
πάσης αντίχριστου αιρέσεως, επιζητούσης είσοδον εις τον παράδεισον τής "Ορθοδοξίας. Οι αιρετικοί, προσφέροντες αντί άρτων οφεις, επατάχθησαν τή μαχαίρα τού Πνεύματος. Οί θεοφόροι Πατέρες έσωσαν επι τής γης την καλήν ομολογίαν καί ανήλθον την κλίμακα του ουρανού ώς «στεφανίται αθρόοι μετά των υπέρ τής αληθείας στιγμάτων» (803). Χάρις εις τούς αγώνας των Πατέρων ομολογητών, ή θεία μάνδρα τής Ορθοδοξίας «ανεπίβατος εκ των θηρίων ετηρήθη των αιρέσεων» 804
800α. Ιστορία (Συροπούλου), IX, κεφ ΣΤ' σελ. 257.
801. Μάρκου Εφέσου, Επιστολή προς Θεφάνην, ΡG 160, 1097ΑΒ.
802. Mansi , 37, 999. , Γενναδίου Σχολαρίου, Απαντα τά ευρισκόμενα, τόμ. Α'., σ. 117.
803 Μηναιον Ιουλίου, 29, Κανών του αγίου μάρτυρος Καλλινίκου, Ώδη στ'. 525
ΠΗΓΗ : απόσπασμα από Οἱ μάρτυρες τῆς ὀρθοδοξίας / Σπυρίδωνος Σπ. Μπιλάλη
Διαβάστε για την Θεολογία του Μαρτυρίου εδώ
https://online.fliphtml5.com/kzymi/mhcl/
https://online.fliphtml5.com/kzymi/jqbk/
Ἱερουσαλὴμ Ἱερουσαλήμ, ἡ ἀποκτείνουσα τοὺς προφήτας καὶ λιθοβολοῦσα τοὺς ἀπεσταλμένους πρὸς αὐτήν!
ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ -Η ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΜΑΡΤΥΡΙΟΥ
Μία Εκκλησία, μία πίστις ορθή καί μία, επομένως, Ορθοδοξία υπάρχει.
Ή Ορθοδοξία, κατά την διδασκαλίαν των Θεοφόρων Πατέρων, ταυτίζεται προς την Μίαν και μοναδικήν Καθολικήν καί Άποστολικήν Εκκλησίαν τοϋ Χριστού . Η θεωρία, περί πολλών Εκκλησιών του Χριστού θεωρία άγνωστος, εις τούς Θεοφόρους Πατέρας καί αιρετική, είναι μεταγενέστερα θεωρία.Η αιρετική διδασκαλία, περί πολλών Εκκλησιών, προβάλλεται, χάριν τής ψευδούς ενώσεως, υπό τών οικουμενιστικών κύκλων τοϋ προτεσταντικού Παγκοσμίου Συμβουλίου τών Εκκλησιών, το οποίον, λίαν ευστοχώς, χαρακτηρίζεται « Παγκόσμιον Συνονθύλευμα τών Αιρέσεων» υπό τοϋ διαπρεπούς καθηγητού , τοϋ Κανονικοϋ Δικαίου τοϋ Πανεπιστημίου Αθηνών, Κωνσταντίνου Μουρατίδου(21α). Το ιερόν Σύμβολον τής πίστεως Μίαν Εκκλησίαν του Χριστού κηρύττει. Μόνον οι αρνούμενοι το Οικουμενικόν Σύμβολον της πίστεως τολμούν νά αμνηστεύσουν τήν αιρετικήν θεωρίαν τών κλάδων, κατά τήν οποίαν, δύνανται νά συνυπάρξουν, καί μάλιστα αρμονικώς, πλείονες, τής Μιας, Έκκλησίαι, κατέχουσαι επί μέρους ή τμήματα.τής χριστιανικής αλήθειας, ώς εάν ήτο δυνατόν ή μία αδιαίρετος πίστις καί ή μία αδιαίρετος αλήθεια να τέμνεται είς μικρότερα ή μεγαλύτερα μέρη! Κατά τον Μ. Αθανάσιον, οι αιρετικοί ιδρύουν ίδίας αυλάς καί συναγωγάς, ενώ Μία είναι ή Εκκλησία: «Μη μοι ιδίας αύλάς καί συναγωγάς επινοείτε- μία έστίν ή αυλή ή αγία Θεού » (22). )Ό άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων, τάς λεγομένας Έκκλησίας τών αιρετικών, στιλιτεύει ώς «μιαρά συστήματα» (23).
Από τών Αποστολικών, λοιπόν, χρόνων η Καθολική Εκκλησία τοϋ Χριστού. διαφυλάττουσα αλώβητον καί απαράτρωτον τήν ορθόδοξον πίστιν, παρήγαγεν ώς «τίμιον καρπόν» το «χρυσοΰν γένος τών μαρτύρων». Οι Μάρτυρες τής Εκκλησίας τών Κατακομβών, ώς εν τώ οίκείω τόπω θά ίδωμεν, ουδεμίαν σχέσιν έχουν πρός τούς ψευδομάρτυρας τών ποικίλων συγχρόνων των αιρετικών συστημάτων, οί όποιοι συνελαμβάνοντο μέν υπό τών διωκτών ώς Χριστιανοί, πολλάκις δε καί εφονευοντο, δεν ανεγνωρίζοντο όμως ώς Μάρτυρες υπό τής Εκκλησίας, διότι δεν ωμολόγουν τήν ορθήν πίστιν περί τοϋ Κυρίου ημών Ιησού Χριστού .
Ο Κύριος, είς τήν Άποκάλυψιν, ομιλεί περί του αγίου Άντίπα ώς «μάρτυρος πιστοϋ»('24). Είς πάσαν εποχήν, μόνον ή ’Ορθοδοξία αναδεικνύει Μάρτυρας πιστούς καί αληθινούς.
Μόνοι οί Μάρτυρες τής "Ορθοδοξίας δίδουν την «καλήν ομολογίαν» περί του Σωτήρος Χριστού, διακηρύττοντες απαραχάρακτον την αλήθειαν του Ευαγγελίου προ του βήματος των Ρωμαίων αυτοκρατόρων καί ενώπιον των διωκτών Ιουδαίων.
Μόνοι οί Μάρτυρες τής Ορθοδοξίας ομολογούν άχραντον την πίστιν του Ευαγγελίου, όταν διώκωνται υπό των αντίχριστων Αρειανών καί άθεων Εικονομάχων, όταν υποβάλλωνται είς φριχτά πάθη υπό των αιρετικών Λατίνων Σταυροφόρων, όταν βασανίζωνται υπό τών Χριστομάχων Μωαμεθανών κατά την περίοδον τής Τουρκοκρατίας καί όταν, κατά τον Εικοστόν αιώνα, αντιμετωπίζουν τά ανεκδιήγητα μαρτύρια τών άθεων κομμουνιστών καί εμφανίζονται «εσφαγμένοι διά τον λόγον τοΰ Θεοΰ καί διά την μαρτυρίαν του αρν ίου »(25).
Ιδιαιτέρως, σήμερον, προβάλλει άμεσος η άνάγκη να γίνεται λόγος περί Μαρτύρων τής Ορθοδοξίας, διότι οι Θεομακάριστοι Μάρτυρες, όλων τών εποχών, πιστοί φύλακες τής ίεράς παρακαταθήκης τής πίστεως, τής παραδοθείσης υπό τών αγίων Αποστόλων καί διακηρυχθείσης υπό τών Θεοφόρων Πατέρων, άπευθύνουν, είς τούς άπανταχοΰ τής γής "Ορθοδόξους, εγερτήριον πνευματικόν σάλπισμα ενώπιον τής φοβέρας απειλής τοΰ παναιρετικου Οίκουμενισμου.
Οι Μάρτυρες τής Ορθοδοξίας δεν έχυσαν το τίμιον καί επέραστον αίμά των καί δεν έσφαγιάσθησαν, διά νά συγχρωτίζωνται, αδεως, οί Οικουμενισταί τής "Ανατολής είς λατρευτικάς Συνάξεις μετά τών αιρετικών τής Δύσεως!
Οι Νεοφανείς Μάρτυρες τής Ορθοδοξίας δεν περιβάλλονται, είς τον Εικοστόν αιώνα, ώς «πορφύραν καί βύσσον», τό άγιον μαρτυρικόν των αίμα, διά νά παραδίδωνται τά άγια Μυστήρια τής Ορθοδόξου Εκκλησίας είς τούς έμμένοντας, εν τή πλάνη των, αιρετικούς τής Δύσεως!
Οι Μάρτυρες τής Ορθοδοξίας, από τής εποχής. του Νέρωνος μέχρι σήμερον, δεν έμειναν πιστοί, «άχρι θανάτου», διά να εξυμνήται ο παναιρετικος Οικουμενισμός, ο διδάσκων την καταλυτικήν θεωρίαν τής συνυπάρξεως Εκκλησιών καί αγωνιζόμενος νά καταρρίψη τά αμετακίνητα όρια, χαραχθέντα ύπό τών Οικουμενικών Συνόδων, μεταξύ τής "Ορθοδοξίας, τής «Μίας» Εκκλησίας του Χριστού καί τών ποικιλωνύμων συγχρόνων αιρετικών Συναγωγών, αι οποιοι , αντικανονικώς, προσαγορεύονται «Έκκλησίαι»!
21. Κων/τίνου Α. Μουρατίδου, Οικουμενική Κίνησις, Ό σύγχρονος μέγας πειρασμός τής Ορθοδοξίας, “Αθήνα-.. 1972, ο. 12.
22. Μ. “Αθανασίου. Είς Ψαλμ. 28, ΒΕΠΕΣ 32, 81.
23. Κυρίλλου “Ιεροσ., Κατήχησις 18, 26, ΒΕΠΕΣ 39, 212
24. Άκοκαλ., β' 13.
25. Άποκαλ., οτ' 9.
Οί ψευδοπροφήται δεν έδιώκοντο, διότι δεν έλάλουν επ’ όνόματι τοΰ Θεοΰ Ισραήλ, αλλα κατά την καρδίαν τών παρανομούντων βασιλέων, έλάλουν διά νά κνήθουν την ακοήν τών άπιστων αρχόντων, τών υιών τοΰ αίώνος τούτου. Οί προφήται τής αισχύνης δεν έδιώκοντο, διότι ήνείχοντο την άθέτησιν τών προσταγμάτων τοΰ Κυρίου καί έθεώντο την ανατροπήν τών Θυσιαστηρίων τοΰ Θεου. Οί ψευδοπροφήται, έπιζητοΰντες την φιλίαν τοΰ κόσμου, ενοθευον τον λόγον τοΰ Θεοΰ, άπεδεικνύοντο υιοί τοΰ αίώνος τούτου καί ένεφανίζοντο «πλανώντες καί πλανώμενοι»
Τό φονικόν μένος τών ανόμων αρχόντων τοΰ Ισραήλ έστρέφετο, κυρίως, έναντίον τών αληθινών Προφητών, οί όποιοι ήλεγχον μετά πολλής παρρησίας τούς πάντας. έξαγγέλλοντες τά δικαιώματα Κυρίου. Διά τοΰ κηρύγματος τών Προφητών εδίδετο η μεγάλη μαρτυρία περί του αληθινου Θεοΰ καί έν μέσω τής ομαδικής αποστασίας τοΰ «άπειθοΰντος καί αντιλέγοντος» (74) λαού τοΰ Ισραήλ. 'Ο Θεός τοΰ Αβραάμ, ουδέποτε αφήκεν εαυτόν «άμάρτυρον». Έδιώκετο έ προφήτης Ηλιού καί ένόμιζεν, ότι έγκατελείφθη «μονώτατος», ήκουσεν όμως παρά τοΰ Κυρίου, ότι επτά χιλιάδες πιστών Ισραηλιτών δεν έκλιναν γόνυ καί δεν προσεκύνησαν τό άφωνον ομοίωμα τοΰ Βάαλ(75). Πάντοτε υπήρχε τό «λειμμα», το κατάλοιπον έκ τοΰ περιουσίου λαού, το μικρόν ποίμνιον τοΰ Κυρίου, έκ τοΰ οποίου άνεδεικνύοντο οί ένδοξοι Μάρτυρες.
Ησαιου, ξε' 2.(74)
Γ' Βασιλ., ιθ' 18.(75)
ΠΗΓΗ : απόσπασμα από Οἱ μάρτυρες τῆς ὀρθοδοξίας / Σπυρίδωνος Σπ. Μπιλάλη
Διαβάστε για την Θεολογία του Μαρτυρίου εδώ
https://online.fliphtml5.com/kzymi/rbzv/
https://online.fliphtml5.com/kzymi/uesu/
Πληροφορίες για τους Χριστιανούς της Συρίας
Χριστιανισμός στη Συρία - Βικιπαίδεια
Συριακός Χριστιανισμός - Βικιπαίδεια
Ελληνορθόδοξο Πατριαρχείο Αντιοχείας - Βικιπαίδεια
Ελληνορθόδοξος Πατριάρχης Αντιοχείας - Βικιπαίδεια
Ιακωβιτική Συριακή Χριστιανική Εκκλησία
Ορθόδοξη Συριακή Μαλανκάρα Εκκλησία
Ανεξάρτητη Συριακή Μαλάμπαρ Εκκλησία
Ανατολικές Καθολικές Εκκλησίες
Συριακή Καθολική Εκκλησία
Καθολική Εκκλησία Συρίας-Μαλάνκαρα
Ανατολικός Προτεσταντικός Χριστιανισμός
Συριακή Μαρ Θωμά Εκκλησία
Άγιος Θωμάς Ευαγγελική Εκκλησία της Ινδίας
Σύγχρονες διαιρέσεις των Χριστιανών του Αγίου Θωμά (γνωστοί και ως Σύριοι Χριστιανοί)
Αυτοτελή παραρτήματα της Εκκλησίας της Ανατολής
Ασσυριακή Εκκλησία της Ανατολής
Χαλδαϊκή Συριακή Εκκλησία
Αρχαία Εκκλησία της Ανατολής
Ανατολικές Συριακές Εκκλησίες εντός της Καθολικής Κοινωνίας
Χαλδαϊκή Καθολική Εκκλησία
Συρομαλαμπάρ Εκκλησία
Οι Χριστιανοί της Ανατολικής Συρίας συμμετείχαν στην αποστολή στην Ινδία, και πολλές από τις παρούσες Εκκλησίες στην Ινδία βρίσκονται σε κοινωνία είτε με Ανατολικές είτε με Δυτικές Συριακές Εκκλησίες. Αυτοί οι Ινδοί Χριστιανοί είναι γνωστοί ως Χριστιανοί του Αγίου Θωμά. Στη σύγχρονη εποχή, ακόμη και εκτός από τα μεταρρυθμισμένα ανατολικά δόγματα όπως η συριακή εκκλησία Μαρ Θωμά του Μαλάμπαρ και η Ευαγγελική Εκκλησία του Αγίου Θωμά Ινδίας, η οποία προέρχεται από τις Εκκλησίες της Δυτικής Συριανής Τελετουργίας, διάφορες Ευαγγελικές ομολογίες συνεχίζουν να στέλνουν εκπροσώπους μεταξύ των Συριακών Χριστιανών. Ως αποτέλεσμα, έχουν δημιουργηθεί αρκετές Ευαγγελικές ομάδες, ιδιαίτερα η Ασσυριακή Πεντηκοστιανή Εκκλησία (κυρίως στην Αμερική, το Ιράν και το Ιράκ) από Χριστιανούς της Ανατολικής Συρίας και η Ελεύθερη Εκκλησία των Αραμαίων (κυρίως στη Γερμανία, τη Σουηδία, την Αμερική και τη Συρία) από τη Δυτική Συρία. Λόγω της νέας (προτεσταντικής) θεολογίας τους, μερικές φορές δεν ταξινομούνται ως παραδοσιακές Εκκλησίες του Συριακού Χριστιανισμού.[40][41]
Ιερή Κερμπάνα (Ευχαριστιακή Λειτουργία) της Συριακής Ορθόδοξης Εκκλησίας, εορτασμός της Θείας Λειτουργίας του Αγίου Ιακώβου
Οι αυτόχθονες αραμαϊκόφωνες κοινότητες της Εγγύς Ανατολής (συριακά: ܣܘܪܝܝܐ, αραβικά: سُريان)[37] υιοθέτησαν τον Χριστιανισμό πολύ νωρίς, ίσως ήδη από τον πρώτο αιώνα, και άρχισαν να εγκαταλείπουν την παραδοσιακή αρχαία μεσοποταμιακή θρησκεία τριών χιλιετιών, αν και αυτή η θρησκεία δεν "έσβησε" εντελώς μέχρι τον δέκατο αιώνα. Το βασίλειο της Οσροηνής, με πρωτεύουσα την Έδεσσα, απορροφήθηκε από τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία το 114 ως ημιαυτόνομο υποτελές κράτος και στη συνέχεια, μετά από μια περίοδο υπό την κυριαρχία της Παρθικής Αυτοκρατορίας, ενσωματώθηκε ως ρωμαϊκή επαρχία, πρώτα το 214 και τελικά το 242.[38]
Το 431 η Σύνοδος της Εφέσου κήρυξε τον Νεστοριανισμό αίρεση. Οι Νεστοριανοί, διωκόμενοι στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, αναζήτησαν καταφύγιο στα μέρη της Μεσοποταμίας που ήταν μέρος της Σασανικής Αυτοκρατορίας. Αυτό ενθάρρυνε την αποδοχή του Νεστοριανού δόγματος από την Περσική Εκκλησία της Ανατολής, η οποία διέδωσε τον Χριστιανισμό εκτός Περσίας, στην Ινδία, την Κίνα, το Θιβέτ και τη Μογγολία, επεκτείνοντας το εύρος αυτού του ανατολικού κλάδου του Συριακού Χριστιανισμού. Ο δυτικός κλάδος, η Ιακωβιτική Εκκλησία, εμφανίστηκε μετά την καταδίκη του Μονοφυσιτισμού από τη Σύνοδο της Χαλκηδόνας το 451.[39]
ΔΙΑΤΙ ΕΠΕΣΕΝ Η ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ. (Αυγ. Καντιώτης)
(Από το βιβλίο του αειμνήστου επισκόπου Φλωρίνης Αυγουστίνου Καντιώτου. “ΕΘΝΙΚΑΙ ΕΠΕΤΕΙΟΙ”)
«Μνήσθητι, Κύριε, ὅ,τι ἐγενήθη ἡμῖν ἐπίβλεψον καὶ ἴδε τὸν ὀνειδισμὸν ἡμῶν. Κληρονομία ἡμῶν μετεστράφη ἀλλοτρίοις, οἱ οἶκοι ἡμῶν ξένοις. Ὀρφανοί ἐγενήθημεν… Ἐδιώχθημεν, ἐκοπιάσαμεν, οὐκ ἀνεπαύθημεν… Οἱ πατέρες ἡμῶν ἥμαρτον, οὐχ ὑπάρχουσιν ἡμεῖς τὰ ἀνομήματα αὐτῶν ὑπέσχομεν… Ἔπεσεν ὁ στέφανος ἡμῶν τῆς κεφαλῆς οὐαὶ δὴ ἡμῖν, ὅτι ἡμάρτομεν» (Θρῆνοι Ἰερεμίου 5, 1 – 3, 5, 7, 16).
Οὐδέν, ἀγαπητοί, οὐδὲν τυχαῖον ἐν τῷ κόσμῳ. Οὔτε μία σταγὼν ὕδατος, οὔτε ἕνα φύλλον ἐκ τῶν δένδρων πίπτει ἄνευ αἰτίας. Πᾶν πρᾶγμα ἢ συμβεβηκὸς ἔχει τὴν αἰτίαν αὐτοῦ. Ὁ νόμος τῆς αἰτιότητος εἶνε παγκόσμιος. Ἡ αἰτία ἐπάγει ἀποτέλεσμα καὶ τὸ ἀποτέλεσμα προϋποθέτει αἰτίαν καὶ τὸ ἀποτέλεσμα γίνεται αἰτία ἑνὸς νέου ἀποτελέσματος καὶ οὕτῳ δημιουργεῖται μία μακρὰ ἅλυσις αἰτιῶν καὶ ἀποτελεσμάτων, τῆς ὁποίας ἐλάχιστοι μόνον κρίκοι εἶνε ὁρατοί, οἱ δὲ ὑπόλοιποι κρύπτονται, ὡς οἱ κρίκοι ἁλύσεως ριπτομένης εἰς τὰ βαθέα τῆς θαλάσσης. Καὶ οἱ ἄνθρωποι ἐρευνοῦν διὰ τὴν ἀνεύρεσιν τῶν βαθυτέρων αἰτιῶν. Ἐπαινετὴ ἡ ἔρευνα τῆς ἐπιστήμης. Ἀλλ’ οὐχὶ σπανίως ἡ ἔρευνα πρὸς ἐξεύρεσιν τῆς αἰτίας ἀποτυγχάνει ὁ νοῦς τῶν ἐπιστημόνων πλανᾶται, λοξοδρομεῖ, πίπτει εἰς λαβύρινθον ἀμφιβολιῶν καὶ ἐξάγει σφαλερὰ συμπεράσματα, τὰ ὁποῖα δὲν δίδουν τὴν εἰκόνα τῆς πραγματικῆς αἰτίας τῶν γεγονότων. Πόσοι π.χ. ἀσθενεῖς δὲν ἀποθνήσκουν κατ’ ἔτος ἐκ κακῆς διαγνώσεως! Διότι ἡ βαθυτέρα αἰτία τῆς ἀσθενείας αὐτῶν παρ’ ὅλην την ἔρευναν τῆς ἰατρικῆς ἐπιστήμης δὲν ἀνεκαλύφθη, ἀλλ’ ὡς αἰτία ἐθεωρήθη ἄλλη τις, ἄσχετος πρὸς τὴν ἀσθένειάν των. Κακὴ ἑρμηνεία γεγονότων πηγὴ συμφορῶν.
Γεγονὸς ἀναμφιβόλως ἐκ τῶν σπουδαιοτέρων τῆς παγκοσμίου ἱστορίας εἶνε ἡ πρὸ 500 ἐτῶν ὑπὸ τῶν Τούρκων ἅλωσις τῆς Βασιλίδος τῶν πόλεων. Αὕτη ἐπῆλθεν ὡς ἀποτέλεσμα αἰτίας. Ἀλλὰ ποία ἡ αἰτία τῆς ἁλώσεως, ἡ ὁποία ἐπέφερε τὴν πτῶσιν τῆς Βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας; Ἡ οἰκονομικὴ κρίσις, ἥτις τὰς παραμονὲς τῆς ἁλώσεως ἐμάστιζε τὸ Βυζαντινὸν κράτος, ὅπερ δὲν διέθετε πλέον πόρους πρὸς ἐξοπλισμὸν ἱκανοῦ στρατοῦ καὶ στόλου; Ἡ ἔλλειψις ἐπαρκοῦς βοηθείας ἐκ μέρους τοῦ Πάπα καὶ τῶν βασιλέων τῆς Δύσεως, οἱ ὁποῖοι ἐν ἀρχῇ, ὡς συνήθως, τὰ πάντα ὑπέσχοντο, καὶ κατόπιν ἠρκέσθησαν εἰς ἀποστολὴν ἑνὸς στολίσκου πλοιαρίων καὶ ὀλίγων ἑκατοντάδων στρατιωτῶν, διατελούντων ὑπὸ τὰς διαταγὰς τοῦ γενναίου Ἰουστινιανοῦ; H προηγηθεῖσα ἐξασθένησις τῆς Βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας ἐκ τῶν ἀλλεπαλλήλων βαρβαρικῶν ἐπιδρομῶν καὶ ἰδίως ἐκ τῆς ἐπιδρομῆς τῶν περιβoήτων Σταυροφόρων; Ἡ ἀκμή, ἡ σφριγηλότης τοῦ νεαροῦ κράτους τῶν Μωαμεθανῶν; Ἡ δυσαναλογία τῶν ἡμετέρων στρατιωτικῶν δυνάμεων πρὸς τὰς δυνάμεις τοῦ ἐχθροῦ, δεδομένου ὅτι 7.000 στρατιῶται τοῦ Κωνσταντίνου Παλαιολόγου ἀντιπαρατάχθησαν πρὸς τριακονταπλασίας δυνάμεις τοῦ Μωάμεθ Β’; Ἡ διάπραξις ὑπὸ τῶν ἡμετέρων στρατηγικῶν λαθῶν κατὰ τὴν διάρκειαν των μαχῶν, καθ’ ἂς ὁ ὀλιγώτερα λάθη διαπράττων κερδίζει τελικῶς τὸν πόλεμον; Ὁ ἐφοδιασμὸς τοῦ τουρκικοῦ στρατοῦ μὲ νέον ὅπλον, τὸ τεράστιον τηλεβόλον, ὅπερ ἔβαλλε κατὰ τῶν τειχῶν καὶ μὲ τὸν δαιμονιώδη κρότον ἐπέδρα ψυχολογικῶς εἰς τοὺς πολιορκουμένους; Ἤ, τέλος, ἡ ἀπρονοησία τῶν ἡμετέρων ν’ ἀφήσουν ἀνοικτὴν μίαν ἐκ τῶν πυλῶν τοῦ ἀπεράντου τείχους, διὰ τῆς ὁποίας καὶ ἐγένετο ἡ πρώτη εἴσοδος τῶν βαρβάρων εἰς τὴν πόλιν;
Εἰς ἀναζήτησιν τοιούτων αἰτιῶν καταγίνονται οἱ ἱστορικοί, οἱ ἀσχοληθέντες μὲ τὴν ἅλωσιν τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ τὴν πτῶσιν τῆς Βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας. Ἀλλ’ αἱ αἰτίαι αὐταὶ δὲν συνιστοῦν τὴν βασικήν, τὴν πρώτην αἰτίαν, τὴν ἀρχικὴν αἰτίαν, ἐκ τῆς ὁποίας προῆλθεν ἡ ἀπερίγραπτος ἐκείνη συμφορά. Εἶνε δευτερεύουσαι αἰτίαι. Ἡ ἀρχικὴ αἰτία της;
Σκοτεινή, σκοτεινοτάτη ἡ ἐποχή, τὴν ὁποίαν ἐρευνῶμεν. Ἀλλὰ κατὰ τὴν συμβουλὴν τοῦ ἀποστόλου Πέτρου, «ἐν αὐχμηρῷ τόπο» εὑρισκόμενοι, ἂς λάβωμεν ὡς λύχνον φαίνοντα τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ ὑπὸ τὸ φῶς τούτου, ὅπερ εἶνε βεβαιότερον παντὸς ἄλλου φωτός, ἂς ἐξερευνήσωμεν τὴν περίοδον ταύτην διὰ νὰ ἴδωμεν τίς ἡ αἰτία ἡ πρωταρχική, ἡ κυρία αἰτία τῆς μεγάλης, τῆς ἀπεριγράπτου ἐκείνης συμφοράς.
Ἐάν τις κατὰ τὸ πρῶτον ἥμισυ τοῦ 15ου αἰῶνος ἐπεσκέπτετο τὴν Κωνσταντινούπολιν, ἐκ τῆς πρώτης ὄψεως θὰ ἐθαύμαζε τὴν πόλιν. «Αὕτη – θ’ ἀνεφώνει – εἶνε ἡ πόλις, ἡ γέφυρα Ἀνατολῆς καὶ Δύσεως, ἡ κλεὶς δύο θαλασσῶν, τὸ κέντρον τοῦ ἐθνικοῦ ἅμα καὶ θρησκευτικοῦ βίου τῆς Βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας, ὁ ὀφθαλμὸς τῆς οἰκουμένης ὅλης!». Καὶ τί δὲν θὰ ἔβλεπεν ἐν τὴ περιβoήτη πόλει ὁ ἐπισκέπτης! Ἀνάκτορα καὶ μέγαρα ἀρχόντων μεγαλοπρεπῆ, ὁδοί, πλατεῖαι, θέατρα καὶ ἰπποδρόμια, ἀλλὰ καὶ ναοὶ ὡραιότατοι ἐστόλιζαν τὴν πρωτεύουσαν. Μοναδικὸς δὲ εἰς λαμπρότητα ὑψοῦτο ὁ ναός της τοῦ Θεοῦ Σοφίας, ὅστις πλῆθος λαῶν, καὶ βαρβάρους ἀκόμη, εἵλκυεν ἐρχομένους ἐκ μακρινῶν χωρῶν διὰ νὰ δοῦν καὶ ν’ ἀποθαυμάσουν τὸ ἐξαίρετον τοῦτο μνημεῖον τῆς χριστιανικῆς τέχνης. Καὶ μόνον ναοί; Ἑκατοντάδες ψαλτῶν, συγκεκροτημένων εἰς χορούς, πλῆθος μοναχῶν, διακόνων καὶ πρεσβυτέρων, χρυσοστόλιστοι ἐπίσκοποι καὶ μητροπολῖται προσέδιδον ἔκτακτον αἴγλην κατὰ τὰς ἡμέρας τῶν μεγάλων ἑορτῶν καὶ πανηγύρεων, κατὰ τὰς ὁποίας ὁ λαὸς συνέρρεεν εἰς τοὺς ναούς.
Ἀλλὰ δυστυχῶς εἰς τὴν ἐξωτερικὴν αὐτὴν λαμπρότητα τῆς πόλεως δὲν ἀνταπεκρίνετο ἡ ἐσωτερικὴ λαμπρότης. Τὸ ἔξωθεν ἦτο καθαρὸν καὶ λαμπρόν, ἀλλὰ τὸ ἔσωθεν; Φεῦ! Τὸ ἔσωθεν τῆς πόλεως ἐξ ἀκρασίας καὶ ἁρπαγῆς ἦτο πλῆρες. Ἡ εἰς βάθος τῆς καρδίας ὡς ζύμη εἰσχωροῦσα καὶ τὸν ὅλον ἄνθρωπον μεταμορφώνουσα ἀληθὴς εὐσέβεια, ἡ δι’ ἀγάπης πρὸς τὸν Θεὸν καὶ τὸν πλησίον ἡρωικὴ πίστις, ἢ τὰ θαύματα τοῦ παρελθόντος ἐν τῷ Βυζαντίῳ δημιουργήσασα, ἤρχισεν αἰσθητῶς νὰ ἐλαττώνεται, ἡ στάθμη κατήρχετο πρὸς τὸ μηδέν, αἱ λαμπάδες τῶν πιστῶν, ὼς αἱ λαμπάδες τῶν πέντε ἐκείνων μωρῶν παρθένων τῆς παραβολῆς τοῦ Κυρίου, ἤρχισαν νὰ σβέννυνται. Ἠθικὸν σκότος ἐκάλυπτε τὴν πόλιν, ἐκ τῆς ὁποίας πρὸ ὀλίγων αἰώνων τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ ὑπὸ πυρφόρων ἀνδρῶν μετεδίδετο καὶ ἠκτινοβόλει ἀπὸ τὸν Οὐραλίων ὀρέων, τῆς ἀραβικῆς ἐρήμου, τῶν ἡρακλείων στηλῶν καὶ τοῦ Γάγγη ποταμοῦ, ἕως τὰς ἐσχατιᾶς,ἐσχατιάς τοῦ τότε γνωστοῦ κόσμου.
Γενικὰ καὶ ἀόριστα φαίνονται το ἀνωτέρῳ; Θέλετε λοιπὸν συγκεκριμένας ἀποδείξεις; Ἰδού· Σύγχρονος σοφός, ὁ Ἰωσὴφ Βρυέννιος, ὁ διδάσκαλος τοῦ προμάχου τῆς Ὀρθοδοξίας Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ, εἰς ἐπιστολὲς καὶ ὁμιλίας, τινὲς τῶν ὁποίων ἐξεφωνήθησαν εἰς τὴν αἴθουσαν τῶν ἀνακτόρων, διεκτραγωδεῖ τὴν πρὸ τῆς ἁλώσεως ἐνσκήψασαν διαφθοράν. Τὸ ἱερατεῖον πρῶτον εἶχε διαφθαρῆ. Οἱ πλεῖστοι τῶν κληρικῶν ἐχειροτονοῦντο ἐπὶ χρήμασι. Κλῆρος σιμωνιακὸς ἐθνικὴ συμφορά, ἅλας μωρόν! Τὰ μυστήρια ἐπωλοῦντο ὑπὸ τῶν ἀναξίων τούτων κληρικῶν. Μὲ πληρωμῆς, μὲ δῶρα ἐδίδετο ἡ ἄφεσις τῶν ἁμαρτιῶν καὶ μετεδίδετο τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Κυρίου. Ἐπίσκοποι, ἄγαμοι κληρικοί, μοναχοί, οἱ τὴν παρθενίαν ἐπαγγειλάμενοι, ἀναιδέστατα συνέζων μετὰ μοναστριῶν. Οἱ δὲ κοσμικοὶ μιμούμενοι τοὺς κληρικοὺς πρὸ τῆς τελέσεως τοῦ μυστηρίου τοῦ γάμου συνέζων μετὰ τῶν γυναικῶν. Τὸ ἅγιον ὄνομα τοῦ Θεοῦ ἐβλασφημεῖτο δημοσία καὶ οὐδεὶς ὑπὲρ αὐτοῦ – λέγει ὁ Βρυέννιος – ᾖρε,ἦρε φωνὴν διαμαρτυρίας, ἐνῶ θὰ ἔπρεπεν, ὑπερασπισταὶ τῆς τιμῆς τοῦ ὀνόματος τοῦ Θεοῦ, νὰ προτιμήσωμεν μαρτυρικὸν θάνατον παρὰ τῶν ἀσεβῶν, ἢ σιωπῶντες νὰ γινώμεθα συνένοχοι τῶν βλασφημούντων. Ὅρκοι εἰς δημοσίαν διάταξιν.
Ἡ ἀδιαφορία τῶν πολιτῶν διὰ τὰς ἀνάγκες τοῦ γείτονος, τῆς κοινωνίας, τοῦ κινδυνεύοντος κράτους μεγίστη. Ἡ φιλαυτία ἐβασίλευε, τὰ ἴδια ἑκάστου συμφέροντα ἐθεραπεύοντο. Τὰ τείχη τῆς πόλεως παρουσίαζον φθορᾶς καὶ ἔχρηζον συντόμου ἐπισκευῆς, ἀλλ’ οἱ ἔχοντες τοὺς ὑλικοὺς θησαυροὺς προετίμων νὰ κτίζουν τριωρόφους κατοικίας ἢ νὰ διαθέτουν τὸ χρῆμα ὑπὲρ τῆς κοινῆς ἀσφαλείας (Ἰδε τοὺς ὑπὸ Εὐγενίου Βουλγάρεως ἐκδοθέντας τρεῖς τόμους διδαχῶν τοῦ Ἰωσὴφ Βρυεννίου, Λειψία 1768 – 1794).
Ἡ φιλαργυρία τῶν πλουσίων απαραδειγμάτιστος. Όταν ὁ τελευταῖος μαρτυρικὸς βασιλεὺς Κωνσταντῖνος ὁ Παλαιολόγος ἀνέλαβε τὴν ἐξουσίαν, τὸ δημόσιον ταμεῖον εὑρέθη κενὸν διὸ θερμοτάτην πρὸς τοὺς πλουσιωτέρους τῆς πόλεως ἀπηύθυνεν ἔκκλησιν, ζητῶν τὴν συνδρομὴν αὐτῶν. Ἀλλ’ οἱ μεγιστᾶνες ἠρνήθησαν διισχυριζόμενοι, ὅτι εἶνε… πένητες! Πένητες; Ποιοί; Αὐτοί, τῶν ὁποίων τὰ ὑπόγεια τῶν μεγάρων εὐθὺς μετὰ τὴν ἅλωσιν ἀνέσκαψαν οἱ Τοῦρκοι καὶ ἀνεκάλυψαν θησαυροὺς μεγίστους, ἱκανοὺς νὰ ἐξοπλίσουν στρατοὺς καὶ στόλους! Ὁ ἴδιος ὁ αὐτοκράτωρ συνομιλῶν μὲ τὸν Φραντζὴν ἐξεφράζετο πικρῶς λέγων, ὅτι πέριξ τοῦ κλονιζομένου θρόνου δὲν εὑρίσκετο ἕνας εἰλικρινὴς σύμβουλος, πάντων τὰ ἴδια ζητούντων. Χαρακτηριστικὸν δεῖγμα τῆς ἰδιοτελείας εἶνε καὶ τοῦτο, ὅτι, ὅταν κατὰ τὴν διάρκειαν τῆς πολιορκίας τῆς πόλεως τὰ ἐξωτερικὰ τείχη ὑπὸ τῶν βολῶν τοῦ τηλεβόλου ὑφίσταντο σοβαρὲς βλάβας καὶ ἠνοίγοντο ρήγματα, τὰ ὁποῖα εἶχαν ἀνάγκην ἀμέσου ἐπισκευῆς, μηδὲ ἐν τῇ ὑστάτῃ ταύτῃ ὥρᾳ, λησμονοῦντες τὸ ἴδιον συμφέρον, ἐπείθοντο νὰ παράσχουν τὴν ἀναγκαίαν ὕλην καὶ ἐργασίαν πρὶν ἢ πληρωθοῦν τὴν τιμὴν αὐτης! (Ἰδε Κ. Παπαρρηγοπούλου, «Ἱστορία τοῦ ἑλληνικοῦ ἔθνους», τόμος Ε’, σελ. 336, 346).
Ἐκτός των ἀνωτέρῳ καὶ νέα προσετέθη ἀπόδειξις. Τὸ 1882 εἰς τὴν Ι. Μονὴν Κοιμήσεως Θεοτόκου Μετεώρων ὀ μακαρίτης ἐπίσκοπος Πατρῶν Νικηφόρος Καλογερὰς μεταξὺ τῶν ἄλλων εὐρε καὶ πολύτιμον χειρόγραφον περιέχουν τὴν ἐξομολόγησιν τοῦ Γενναδίου, τοῦ πρώτου μετὰ τὴν ἅλωσιν πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως. Ὁ Γεννάδιος, ζήσας τὰ πρὸ καὶ μετὰ τὴν ἅλωσιν δραματικὰ γεγονότα, ἐγνώριζεν ὅσον ὀλίγοι τὴν ἠθικὴν καὶ θρησκευτικὴν κατάστασιν τῶν χρόνων ἐκείνων καὶ ἐν τῇ ἐξομολογήσει του, ὡς ἄλλος Ἰερεμίας, θρηνῶν ἐπὶ τῶν ἐρειπίων τῆς πόλεως, ὁ πατριώτης ἱεράρχης λέγει τὰ ἑξῆς
«Κύριε !… Πανταχοῦ διεσπάρημεν. Ὄνειδος προκείμεθα οὐ,οὗ γείτοσι μόνον, ἀλλὰ καὶ πᾶσιν ἀνθρώποις. Μυκτηρισμὸς καὶ χλευασμός τους κύκλο ἡμῶν ἐγενόμεθα. Παράδειγμα συμφορᾶς εἰς τὸν ἀνθρώπινον κατέστημεν βίον. Καὶ ἶνα τί, Κύριε, ταῦτα συνεχώρησας ἐφ’ ἡμῖν; Ἶνα τί ὁ θυμὸς σοῦ ἐφ’ ἡμᾶς ἐξεκαύθη;… Διεφθάρημεν καὶ ἐβδελύχθημεν ἕν τοὶς ἡμῶν ἐπιτηδεύμασι. Πάντες ἐξεκλίναμεν, ἅμα ἠχρειώθημεν. Ταῖς ἑορταῖς σου ἠτιμάσαμεν. Τῆς δόξης σου κατεφρονήσαμεν. Τὰ σώματα ἡμῶν τοῖς πάθεσιν ἐξεδώκαμεν. Τὰς ψυχὰς ἡμῶν τοῖς σώμασι προσηλώσαμεν. Αἱ δεξιαι ἡμῶν δεξιαι ἀδικίας ἐγένοντο. Αἱ γλῶσσαι ἡμῶν ἐβλασφήμησαν κατὰ τῶν ἁγίων σου. Χείλη ἡμῶν δόλια ἐν τῇ καρδίᾳ καὶ ἐν καρδίᾳ ἐλάλησαν κακά. Μάταια ἐλάλησεν ἕκαστος πρὸς τὸν πλησίον αὐτοῦ. Ὠμνύομεν τοῖς πλησίον ἡμῖν καὶ ἠθετοῦμεν. Τὸ ἀργύριον ἡμῶν ἐπὶ τόκῳ παρείχομεν καὶ ἐπ’ ἀθώων ἐλαμβάνομεν δῶρα. Δικαιοσύνην καὶ κρίσιν ἐβδελυξάμεθα. Οἱ ζυγοὶ ἡμῶν ἄνισοι. Τὸ ἀργύριον ἡμῶν ἀδόκιμον. Ἕκαστος τὴν κακίαν τοῦ πλησίον αὐτοῦ ἐλογιζόμεθα ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν. Οἱ ποιμένες ἠπατῶμεν τὸν λαὸν τοῦ Θεοῦ καὶ τὰς τρίβους αὐτοῦ ἐταράττομεν, καὶ ἐν ἀρετῆς σχήματι πονηρίαν ἐδιδάσκομεν. Οἱ ἄρχοντες ἠπειθοῦμεν τοῖς νόμοις σου, κοινωνοὶ κλεπτῶν, ἀγαπῶντες δῶρα, διώκοντες ἀνταπόδομα, ὀρφανοὺς οὐ,οὗ κρίνοντες καὶ κρίσιν χηρῶν οὐ,οὗ προσέχοντες. Ἁπλῶς εἰπεῖν παρασυνεβλήθημεν τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καὶ ὡμοιώθημεν αὐτούς. Σὺ δέ, Κύριε, ἐμακροθύμεις, ἠνείχου, ἔμενες, ἶνα,ἵνα ποιήσωμεν όψε σταφυλήν, καὶ ἡμεῖς ἀεὶ ἐποιοῦμεν ἀκάνθας… Ἔσειες τὴν γῆν, καὶ ἐτρυφῶμεν. Ἠπείλεις, καὶ οὐκ ἐφροντίζομεν. Ἐδίδασκες, καὶ οὐκ ἐβουλόμεθα συνιέναι τοῦ ἀγαθύναι. Ἐκέλευες μετανοεῖν, καὶ οὐ,οὗ προσείχομεν, οὐδ’ ἐπολιτευόμεθα, καθὼς ἐνετείλω ἡμῖν, ἶνα,ἵνα ἐν ἡμῖν γένηται, ἀλλ’ ἐν τῷ βάθει τῶν πειρασμῶν καὶ τῆς ἀπειλῆς τῆς ἐγκαταλείψεώς σου τοῖς λειψάνοις τῆς ἀναιδείας ἡμῶν ἐπεξήλθομεν, καθὼς ἐποιήσαμεν βουλὴν καὶ οὐ,οὗ δια Κυρίου. Καὶ διὰ τοῦτο τοῖς κρημνοῖς τῆς ἀβουλίας περιεπέσαμεν. Ὁμολογοῦμεν ταῦτα, Θεέ, Βασιλεῦ οὐράνιε. Οὐκ ἀρνούμεθα. Ὁμολογοῦμεν, ὅτι ἐγενόμεθά σοὶ εἰς πλησμονήν, καὶ διὰ τοῦτο οὐκέτι ἀφῆκας τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν. Καὶ ὅτε τὰς χεῖρας ἡμῶν ἐξετείνομεν πρὸς σέ, ἀπέστρεφες τοὺς ὀφθαλμοὺς σοῦ ἀφ’ ἡμῶν… Πῶς ἂν ἐδέξω χεῖρας αἵματος πλήρεις; Πῶς ἂν ἤκουσας χειλέων βλασφημούντων ὁμοῦ καὶ αἰνούντων σε; Πῶς ἔμελλες φείδεσθαι τῆς τοσαύτης ἀνελπίστου καὶ ἀμετανοήτου πωρώσεως; Οὐκοῦν εὐλογητὸς εἰ,εἶ, Κύριε ὁ Θεὸς ἡμῶν, καὶ δεδοξασμένον τὸ ὄνομά σου εἰς τοὺς αἰῶνας. Δίκαιος εἰ,εἶ ἐπὶ πᾶσιν, οἴς ἐποίησας ἡμῖν. Καὶ πάντα, ὅσα ἐποίησας ἡμῖν, ἐν ἀληθινῇ κρίσει ἐποίησας» (Ἰδε Εὐθυμίου Ζυγαβηνοῦ, «Ὑπόμνημα εἰς τὰς Ἐπιστολὲς τοῦ Παύλου», ἐκδοθὲν ὑπὸ Νικηφόρου Καλογερά, Ἀθῆναι 1887, πρόλογος, σελ. 99 – 100).
Ἐξ ὅσων ἄνδρες αὐτόπται καὶ αὐτήκοοι μαρτυροῦν, ἐξάγεται τὸ συμπέρασμα, ὅτι «ἡ ἀπερίγραπτος ἐκείνη συμφορὰ οὐκ ἐπῆλθεν αὐτόματος, ἀλλ’ ἦτο ἀποτέλεσμα γενικης τοῦ ἔθνους ἐξαχρειώσεως, ὅτι κυρία αἰτία οὐ,οὗ τόσον ἡ τοῦ κατακτητοῦ δύναμις, ὅσον αἱ τὸν πολιτικόν, κοινωνικῶν καὶ ἰδιωτικὸν βίον κατακλύσασαι ἁμαρτίαι» (Ἰδε Νικηφόρου Καλογερά, μνημ. ἔργον, σελ. 94).
Ἀληθῶς ἔπεσεν ἡ Πόλις, καὶ μετ’ αὐτῆς ἡ Βυζαντινὴ αὐτοκρατορία, διὰ τὰς ἁμαρτίας τῶν κατοίκων αὐτῆς. Δύναται ὁ τρόφιμος τῆς σχολῆς τοῦ ἱστορικοῦ ὑλισμοῦ, καθ’ ἢν μόνον καὶ οἰκονομικὸς παράγων εἶνε ὁ ρυθμίζων τὴν ἐξέλιξιν τῶν κοινωνιῶν, δύναται, λέγομεν, ὁ ὑλιστὴς ἱστορικὸς νὰ εἰρωνευθῆ ἡμᾶς διὰ τὴν ἀφελῆ, κατ’ αὐτόν, ἑρμηνείαν, τὴν ὁποίαν δίδομεν εἰς τὸ ἱστορικὸν γεγονὸς τῆς ἁλώσεως τῆς Βασιλίδος τῶν πόλεων. Ἀλλ’ ὁ ἄνθρωπος, ὁ ἀποκλείων ἀπὸ τὴν Ἱστορίαν τὴν ὕπαρξιν ἠθικοῦ καὶ πνευματικοῦ παράγοντος καὶ τὰ πάντα ἀποδίδων εἰς τὴν συστολὴν ἢ διαστολὴν τοῦ στομάχου καὶ θεὸν ἔχων τὴν ὕλην, ὁ τοιοῦτος ἐπιστήμων μυωπάζει καὶ δὲν δύναται νὰ ἴδη τὰ ἀπώτερα ἐκεῖνα αἴτια, τους παράγοντας ἐκείνους, τῶν ὁποίων ἡ ἐπίδρασις ἐπὶ τῆς ἐξελίξεως τῶν ἀνθρωπίνων κοινωνιῶν εἶνε τεραστία. Ὀπίσω ἀπὸ τὴν ὕλην κρύπτεται τὸ πνεῦμα. Ὀπίσω ἀπὸ τοὺς φυσικοὺς νόμους τοῦ σύμπαντος ὑπάρχουν οἱ ἠθικοὶ νόμοι, τῶν ὁποίων ἡ μὲν αὐστηρὰ τήρησις ἐπιφέρει τὴν κοινωνικῆς ἀκμὴν καὶ πρόοδον, ἡ δὲ ἀσύστολος αὐτῶν παράβασις παρ’ ἀρχόντων καὶ λαοῦ ἐπιφέρει τὴν ἐξασθένησιν, τὸν ἐκφυλισμὸν καὶ τὸν παντελῆ τῶν ἐθνῶν ὄλεθρον. Ἕν μικρὸν ἔθνος, τοῦ ὁποίου οἱ πολῖται ζοῦν ἐν φόβῳ Θεοῦ, πρόθυμοι ἀκροαταὶ καὶ ταχεῖς καὶ δραστήριοι ἐφαρμοσταὶ τῶν ἠθικῶν νόμων του, εἶνε ἀδύνατον νὰ καταβληθῆ, ἔστω καὶ ἂν καὶ ἐπιτιθέμενος ἐχθρὸς διαθέτη δεκαπλασίας καὶ εἰκοσαπλασίας δυνάμεις, διότι εἷς πιστός τοῦ Θεοῦ δοῦλος διώξει χιλίους ἀπίστους καὶ ἀσεβεῖς. Μετ’ αὐτοῦ σύμμαχος εἶνε ὁ Κύριος! Τίς ἄλλος αὐτοῦ ὑπάρχει μεγαλύτερος σύμμαχος; Ἀντιθέτως, ἔθνος μέγα, τοῦ ὁποίου οἱ πολῖται εἶνε καθημερινοὶ παραβάται τῶν ἠθικῶν νόμων καὶ δεινοὶ ὑβρισται τῆς θείας μεγαλωσύνης τοῦ Δημιουργοῦ, καὶ ζοῦν ζωὴν ἁρπαγῆς καὶ ἀκολασίας, τὸ ἔθνος τοῦτο θὰ καταρρεύση. Οὐδόλως αὐτὸ θὰ βοηθήση ὁ ἰσχυρότερος ἐξοπλισμός, οἱ πλωτοὶ κολοσσοὶ τῆς θαλάσσης, τὰ ὑπερφρούρια τοῦ ἀέρος, τὰ τεχνητὰ τῆς ξηρᾶς τείχη. Διὰ τὸν φοβούμενον τὸν Θεὸν ὁ ἱστὸς τῆς ἀράχνης γίνεται φρούριον ἀπόρθητον, ἐνῶ διὰ τὸν ἀσεβῆ, τὸν ἀναιδῆ περιφρονητὴν τῶν ἐντολῶν τοῦ Κυρίου, θὰ ἔλθη στιγμή, κατὰ τὴν ὁποίαν καὶ τὰ χαλύβδινα τείχη, ποὺ τὸν προστατεύουν, θὰ γίνουν ἱστοῦ ἀράχνης εὐτελέστερα, ξηρὰ καλάμη καιομένη μὲ ἕνα πυρεῖον. Οὐδὲν μέλλει σώζειν τὸν ὑπερήφανον, ἀσεβῆ, ἀμετανόητον λαόν. Ἰδοὺ τί λέγει ὁ Κύριος διὰ τοῦ στόματος Ὀβδιοῦ τοῦ προφήτου: «Ἐὰν μετεωρισθῆς ὡς ἀετὸς καὶ ἐὰν ἀνὰ μέσον τῶν ἄστρων θὴς νοσσιάν σου, ἐκεῖθεν κατάξω σέ» (Ὀβδ. στίχ. 4).
Ὁ Θεὸς δὲν ἵσταται ἀπαθὴς θεατὴς τῆς ἱστορίας τῶν ἀνθρωπίνων πραγμάτων. Εἶνε καὶ δίκαιος Κριτής. Διὰ μέσου τῶν σελίδων τῆς παγκοσμίου ἱστορίας φαίνονται τὰ ἴχνη του. Διαβαίνει ἀμείβων τὴν ἀρετήν, τιμωρῶν τὴν κακίαν. Καὶ ἐκ τοῦ πικρου γνωρίζει ἡ ἄπειρος αὐτοῦ σοφία νὰ ἐξάγη τὸ γλυκύ, ἐκ τῆς κοπρίας τὰ εὔοσμα ἄνθη τῆς εἰλικρινοῦς μετανοίας καὶ ἱερᾶς κατανύξεως, καὶ ἐκ τῆς δουλείας τοῦ 1453 νὰ ἐξάγη τὸ ἠρωϊκὸν 1821.
Ἀγαπητοὶ ἀναγνῶσται! Ἐπί τη 500η2 ἐπετεῖο τοῦ θλιβεροῦ γεγονότος τῆς ἁλώσεως τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἂς μελετήσωμεν ἐμβριθῶς την Ἱστορίας καί, βλέποντες ὅτι κυρία αἰτία τῆς συμφορᾶς ἐκείνης ὑπῆρξεν ἡ πλεονάσασα ἁμαρτία, ἂς ἀντλήσωμεν πολύτιμα διδάγματα διὰ τὸ Ἔθνος ἡμῶν. Τὰ παθήματα τῶν προγόνων ἂς γίνουν μαθήματα ἡμῶν. Τὸ ἕν, ὅπερ πρέπει νὰ ἑλκύση ἀμέριστον τὴν προσοχὴν κλήρου καὶ λαοῦ εἶνε, ἐὰν ἡμεῖς ὅλοι οἱ κατοικοῦντες τὴν μαρτυρικὴν αὐτὴν γωνίαν τοῦ κόσμου, εἰς «οὖς τὰ τέλη τῶν αἰώνων κατήντησαν», ἐὰν ἀγαπῶμεν τὸν Κύριον, ἐὰν δηλαδὴ τηρῶμεν τὰς θείας του ἐντολάς, ἐὰν ἀποστυγῶμεν τὸ κακὸν ὁπουδήποτε καὶ ἐὰν τὸ συναντήσωμεν, ἐὰν μισῶμεν σφόδρα τὴν θεομπαιξίαν, τὴν σιμωνίαν, τὴν βλασφημίαν, τοὺς ὅρκους, τὴν φιλοδοξίαν, τὴν ἁρπαγήν, τὴν ἀκολασίαν, τὴν κακὴν ἐπιθυμίαν, τὴν φιλαργυρίαν, τὴν πλεονεξίαν, ἥτις ἐστὶν εἰδωλολατρία. Τὰ πάθη ταῦτα ἐγένοντο οἱ νεκροθάπται τοῦ μεγαλείου τῆς Βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας. Αὐτὰ ὑπῆρξαν οἱ ἰσχυρότεροι σύμμαχοι τοῦ κατακτητοῦ. Χωρὶς τὴν συνδρομὴν αὐτῶν οὐδέποτε ὁ Μωάμεθ ὁ Β’ θὰ εἰσήρχετο εἰς τὴν Πόλιν, ἡ δὲ σημαία τοῦ Σταυροῦ θὰ ἐκυμάτιζεν εἰς τὸν τροῦλλον τῆς Ἁγίας Σοφίας, καὶ ἀλλοία θὰ ἦτο ἡ ἐξέλιξις τῶν γεγονότων.
Ἀδελφοὶ Ἕλληνες! Ἄς θέσωμεν τὴν χεῖρα ἐπὶ τοῦ στήθους καὶ ἂς ἔρωτήσωμεν ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους· Ζῆ ἐν ἡμῖν ἡ ὀρθὴ πίστις, ἡ ἀνυπόκριτος πρὸς τὸν Κύριον καὶ τὸν πλησίον ἀγάπη; Εἶνε μεθ’ ἡμῶν ὁ Κύριος; Ἀπόρθητον φρούριον θὰ εἶνε ἡ Πατρίς μας. Eπληθύνθη ἡ ἀνομία; Ἐψύγη ἡ ἁγνὴ ἀγάπη; Ἐνεκρώθη ἡ Ὀρθόδοξος πίστις; Ὑψώθησαν ἐν ἡμῖν ξένοι βωμοί, νέα εἴδωλα τοῦ ψευδοπολιτισμοῦ; Συμφορὰ νέα, εἰς βάθος καὶ ἔκτασιν μεγαλυτέρα τῆς ἁλώσεως τῆς Κωνσταντινουπόλεως, θὰ ἐνσκήψη εἰς τὸ ταλαίπωρον Ἔθνος μας. Ὁ Θεὸς οὐ,οὗ μυκτηρίζεται. Εἶνε πῦρ καταναλίσκον. Οὐδεὶς εὐφυὴς οἰκονομικὸς συνδυασμός, οὐδεμία συμμαχία μετὰ ξένων ἐθνῶν θέλει σώσει ἡμᾶς, ἀπιστοῦντας καὶ νεοειδωλολατρoύντας καὶ βλασφημοῦντας καπηλικῶς τὰ θεῖα. Ἱστὸν ἀράχνης ὑφαίνομεν, λεπτὴ κάλαμος θὰ διαλύση ἡμᾶς.
Ἐξ ἡμῶν, ἐφ’ ὅσον ὑπάρχει ἀκόμη καιρός, ἐξαρτᾶται ἡ ἀποτροπὴ νέας συμφορᾶς. Ἐνώπιόν μας σήμερον ἵστανται ἡ ζωὴ καὶ ὁ θάνατος. Ἢ ζωὴ ἐν τῷ Χριστῷ ἢ θάνατος μακρὰν τοῦ Χριστοῦ. Ἄς ἐκλέξωμεν τὴν ζωὴν τὴν ἀθάνατον. Ἄς γευθῶμεν τῆς ἀθανάτου ζωῆς ἐν λόγοις, ἔργοις καὶ μυστηρίοις. Χριστὸς ἡγείσθω. Ὁ Χριστὸς ἂς βασιλεύη ἐν τῇ καρδίᾳ ἡμῶν. Αὐτὸς ἂς ρυθμίζη τὴν ἀτομικήν, τὴν οἰκογενειακὴν καὶ ἐθνικῆς μας ζωήν. Αὐτὸς καὶ μόνον ἔστω ὁ Θεὸς ἡμῶν τὸ ὄνομά του ἐπικεκλήμεθα ἐκτὸς αὐτοῦ ἄλλον οὐκ οἴδαμεν. Ἐὰν ἐνώπιον αὐτοῦ ἐν μετανοίᾳ Νινευϊτικὴ προσπέσωμεν, ἐκζητοῦντες τὸ ἄπειρον τοῦ ἔλεος, τότε ὑπάρχει ἐλπὶς οὐ,οὗ καταισχύνουσα, ὅτι ἡ ἀγαπητή μας Πατρὶς ἐκ τοῦ ζόφου θὰ ἐξέλθη εἰς νέον φώς, θὰ ἴδη καλλιτέρας ἡμέρας, καὶ ὡς ὀρθρινὸς ἀστὴρ θὰ λάμπη καὶ πάλιν ἐν μέσῳ τῶν λαῶν Ἀνατολῆς καὶ Δύσεως!
Ἐδημοσιεύθη εἰς τὸ ὑπ’ ἀριθμ. 17 – 18/1953 τεῦχος τοῦ περιοδικοῦ «Κιβωτὸς» ἐπὶ τῇ 500ῃ ἐπετεῖο ἀπὸ τῆς ἁλώσεως τῆς Κωνσταντινουπόλεως.
Ὡς ἔσημειώθη, τὸ ἄρθρον ἐδημοσιεύθη τὸ πρῶτον τὸ 1953.