ΠΡΩΤΟΖΩΑ

Πρωτόζωα

Από την Live-Pedia.gr

Ένα από τα δύο υποβασίλεια στα οποία χωρίζεται το ζωικό βασίλειο, που περιλαμβάνει μικροσκοπικά μονοκύτταρα ζώα, χωρίς όργανα και ιστούς, σε αντίθεση με τα πολυκύτταρα ζώα που υπάγονται στο υποβασίλειο των μετάζωων, το σώμα των οποίων αποτελείται από ιστούς.

Οι διαστάσεις του σώματος των π. είναι συνήθως πολύ μικρές. Πολύ λίγα είδη έχουν διαστάσεις πάνω από ένα χιλιοστό (το Ρerοspοra gigantea, που είναι το πιο μεγάλο, έχει μέγεθος δεκαέξι χιλιοστών), ενώ μερικά είδη έχουν διαστάσεις της τάξης του μικρού.

Το μοναδικό κύτταρο από το οποίο αποτελείται το σώμα τους και που εκτελεί όλες τις απαραίτητες λειτουργίες για την επιβίωσή τους, είναι διαφοροποιημένο σε πυρήνα, πρωτόπλασμα και κυτταρική μεμβράνη. Ο πυρήνας διακρίνεται μορφολογικά από το πρωτόπλασμα και η μορφή του είναι διαφορετική από είδος σε είδος (σφαιρική, φακοειδής, ατρακτοειδής, ακανόνιστη κ.λ.π.). Σε μερικά π. υπάρχουν δύο ή και περισσότεροι πυρήνες. Το πρωτόπλασμα είναι μία ζελατινώδης ζωντανή μάζα, που αποτελείται από ένα κοκκώδες ρευστό σώμα, που βρίσκεται προς το εσωτερικό του κυττάρου και ονομάζεται ενδόπλασμα και από ένα υαλώδες επιφανειακό στρώμα, περισσότερο στερεό από το ενδόπλασμα που ονομάζεται υαλόπλασμα ή εκτόπλασμα. Το ενδόπλασμα περιέχει κενοτόπια και εκτελεί τις λειτουργίες της τροφής και της αναπνοής, ενώ ο ρόλος του εκτοπλάσματος σχετίζεται με την ευαισθησία και την κίνηση. Η κυτταρική μεμβράνη αποτελείται από πρωτεΐνες και λεπίδια και περιβάλλει το πρωτόπλασμα, που προστατεύει το κύτταρο και εκτελεί τις ανταλλαγές μεταξύ του κυττάρου και του περιβάλλοντος. Σε πολλά π. η κυτταρική μεμβράνη τους είναι εμποτισμένη με άλατα ασβεστίου ή πυριτίου ή άλλες ουσίες, που την καθιστούν σκληρή και ανθεκτική.

Μέσα στη μάζα του πρωτοπλάσματος υπάρχουν διάφορα οργανίδια, κυριότερα από τα οποία είναι το ενδοπλασματικό δίκτυο και το σύστημα του Gοlgi, που επιτελούν λειτουργίες σύνθεσης διάφορων ουσιών, τα μιτοχόνδρια, που χρησιμεύουν ως κέντρα παραγωγής ενέργειας, τα κενοτόπια, που χρησιμεύουν στην πέψη και αφομοίωση από μέρους του πρωτοπλάσματος διάφορων θρεπτικών ουσιών, καθώς και στη ρύθμιση της συγκέντρωσης διάφορων ουσιών μέσα στο πρωτόπλασμα, διάφορα παράγωγα χλωροπλαστών εφοδιασμένων με ουσίες ευαίσθητες στο φως, το κεντροσωμάτιο, που ρυθμίζει τη διαίρεση του κυττάρου κ.ά.

Τα π. κινούνται με μαστίγια, βλεφαρίδες ή ψευδοπόδια. Τα μαστίγια και οι βλεφαρίδες είναι μόνιμοι και σταθεροί νηματοειδείς μηχανισμοί με καθορισμένη μορφή, που αποτελούνται από ένα λεπτό πρωτοπλασματικό άξονα, καλυμμένο με μία λεπτή μεμβράνη. Οι βλεφαρίδες είναι κοντές, λεπτές και πολυάριθμες, ενώ τα μαστίγια είναι λίγα και επιμήκη. Η κίνηση των βλεφαρίδων και των μαστίγιων ρυθμίζεται από ένα μικρό σώμα που βρίσκεται στη βάση τους και ονομάζεται βασικό κοκκίο. Τα ψευδοπόδια είναι ασταθείς εκβλαστήσεις του πρωτοπλάσματος με μεταβλητή μορφή (νηματοειδή, λοβώδη κ.ά.). Η κίνηση με προεκβολή ψευδοποδιών ονομάζεται αμοιβαδοειδής, επειδή αποτελεί χαρακτηριστικό των αμοιβάδων. Μερικά είδη μετακινούνται με μυονημάτια ή με έκκριση στο πίσω μέρος του σώματός τους μιας πηκτής ουσίας ή και παθητικά, μειώνοντας ή αυξάνοντας το βάρος τους, με το σχηματισμό μέσα στο κύτταρό τους φυσαλίδων αέρα ή σταγόνων λαδιού. Οι κινήσεις με τα ψευδοπόδια, τις βλεφαρίδες και τα μαστίγια δε γίνονται εκούσια, αλλά είναι αντανακλαστικές αντιδράσεις σε διάφορα ερεθίσματα του περιβάλλοντος, όπως είναι η οξύτητα, η θερμοκρασία, το φως κ.ά.

Τα π. διατρέφονται γενικά με έτοιμες οργανικές ουσίες του περιβάλλοντος και πολλά είδη είναι παράσιτα άλλων σπονδυλωτών και ασπόνδυλων ζώων ή συμβιώνουν μ` αυτά. Τα π. που διατρέφονται με διαλυμένες οργανικές ουσίες ονομάζονται σαπρόζωα, ενώ εκείνα που προσλαμβάνουν στερεές τροφές ονομάζονται ολόζωα. Μερικά είδη πρωτόζωων είναι αυτότροφα, δηλαδή διαθέτουν χλωροφύλλη και φωτοσυνθέτουν όπως τα φυτά.

Τα ολόζωα π. προσλαμβάνουν τις στερεές τροφές μέσα σε κοιλότητες που δημιουργούν με την παρεκβολή ψευδοποδιών ή μέσα σε ένα σταθερό άνοιγμα του στόματός τους, που ονομάζεται κυτόστομα. Πίσω από το κυτόστομα υπάρχει μία χωνοειδής κοιλότητα που ονομάζεται κυτοφάρυγγας. Τα τοιχώματα του κυτοστόματος και του κυτοφάρυγγα είναι εφοδιασμένα με πολυάριθμες βλεφαρίδες, που με τις κινήσεις τους σπρώχνουν τις τροφές στο εσωτερικό του κυττάρου, όπου σχηματίζονται τα πεπτικά κενοτόπια. Ύστερα από την έκκριση διάφορων ενζύμων οι τροφές χωνεύονται και τα χρήσιμα υλικά απορροφούνται από το πρωτόπλασμα, ενώ τα άχρηστα, κλεισμένα μέσα στο κενοτόπιο, αποβάλλονται στο περιβάλλον. Τα σαπρόζωα π. απορροφούν τις διαλυμένες στο υγρό περιβάλλον τροφές, με όσμοση μέσα από την κυτταρική μεμβράνη τους.

Τα π. πολλαπλασιάζονται είτε μονογονικά, οπότε ένα κύτταρο διαιρείται μιτωτικά ή αμιτωτικά και δίνει θυγατρικά κύτταρα, όμοια ακριβώς μεταξύ τους και με το μητρικό ή δημιουργείται μία πρωτοπλασματική εκβλάστηση, όπου εισέρχεται η αντίστοιχη προβολή του πυρήνα και στη συνέχεια συμβαίνει αποκοπή της εκβλάστησης, είτε αμφιγονικά, οπότε συμβαίνει συγχώνευση δύο απλοειδών ή διπλοειδών κυττάρων σε ένα κύτταρο που ονομάζεται ζυγωτό.

Σήμερα είναι γνωστά πάνω από είκοσι χιλιάδες είδη πρωτόζωων, τα περισσότερα από τα οποία είναι υδρόβια. Συναντούνται σ` όλα τα νερά των θαλασσών, των λιμνών και των ποταμών του κόσμου και σε υγρά εδάφη, κατά αποικίες ή μεμονωμένα. Ζουν παρασιτικά, σαπροφυτικά, συμβιωτικά ή και ελεύθερα. Πιστεύεται πως αποτελούν τις πρώτες μορφές ζωής που εμφανίστηκαν στη Γη και τις προγονικές μορφές από τις οποίες προέκυψαν οι πολυκύτταροι ζωικοί οργανισμοί. Όπως μαρτυρούν διάφορα απολιθωμένα κελύφη τους, ζούσαν και κατά την προκάμβριο περίοδο.

Τα π. ταξινομούνται στο υποφύλο των πλασμοδρόμων, που μετακινούνται με ψευδοπόδια ή μαστίγια ή στερούνται οργάνων κίνησης και ο πυρήνας των κυττάρων τους είναι ενός είδους, και στο υποφύλο των βλεφαριδοφόρων, που μετακινούνται με βλεφαρίδες και έχουν δύο ειδών πυρήνες: ένα μικροπυρήνα και ένα μακροπυρήνα. Στο υποφύλο των πλασμοδρόμων περιλαμβάνονται οι κλάσεις των μαστιγοφόρων, που μετακινούνται με ένα ή περισσότερα μαστίγια, των ριζόποδων, που μετακινούνται με ψευδοπόδια, έχουν έναν ή περισσότερους πυρήνες και ζουν ελεύθερα ή παρασιτικά, των ακτινόποδων, που μετακινούνται με ψευδοπόδια, ανάμεσα στα οποία υπάρχει ένα κεντρικό νημάτιο που ονομάζεται αξονοπόδιο, των σπορόζωων, που δε διαθέτουν μαστίγια, βλεφαρίδες ή ψευδοπόδια και ζουν παρασιτικά χωρίς να μετακινούνται, και των κνιδοσπορίδιων, που αναπτύσσονται παρασιτικά δημιουργώντας μέσα στο σώμα των ξενιστών κύστες. Η ανάπτυξή τους αρχίζει με τη βλάστηση των σπορίων τους, από τα οποία δημιουργούνται πολυπύρηνα πλασμώδια.

Στο υποφύλο των βλεφαριδοφόρων υπάγεται η κλάση των βλεφαριδωτών, που μετακινούνται με βλεφαρίδες σ` όλα τα στάδια της ανάπτυξής τους και υποδιαιρούνται στις υποκλάσεις των ολότριχων και των σπειρότριχων