Από το Πεισιστράτειο στον Εύηνο *

Του Θ. Π. Τάσιου, ομότιμου Καθηγητή ΕΜΠ

Συνεχής ο αγώνας των Αθηναίων, από την αρχαιότητα έως σήμερα, για επάρκεια νερού

Δεν είναι ανάγκη να ανατρέξομε στον Θαλή για να βεβαιωθούμε για τη σχεδόν μεταφυσική σημασία του ύδατος ιδίως όταν ζούμε στην ξερικιά (άρα νόστιμη) Αττική. Από τα παλιά τα χρόνια κιόλας, η Αττική δεν ήταν ικανή να υδρεύει επαρκώς τους κατοίκους της πάντοτε.

Σε αυτά που ακολουθούν ως εισαγωγή για την ύδρευση των αρχαίων και των νεωτέρων Αθηνών, θα φανεί ο συνεχής και ευγενής αγώνας των Αθηναίων όλων των αιώνων για το νερό.

Λοιπόν, πάντα μου φαινόταν αμφίβολη η ορθότητα της αποφάσεως των μυθικών Αθηναίων να αγνοήσουν τη δροσερή δωρεά του Ποσειδώνος που (χραπ, χραπ με την τρίαινα) ξεπέταγε πηγές νερού εδώ κι εκεί. Τέλος πάντων, ό,τι έγινε έγινε τότε, αργότερα θα φαίνονταν τα ζόρια. Τα ένδεκα πηγάδια νερού που γνωρίζομε από τον 11 και τον 10 αι. π.Χ. (στα βόρεια της Ακρόπολη και σιγά-σιγά προς την Αγορά), θα γίνουν τριάντα κατά τον 9 και τον 8ο αι. π.Χ., με μέσο βάθος γύρω στα τέσσερα-πέντε μέτρα. Κι αν εξαιρέσουμε μια μείωση κατοίκων κατά τον 7ο αι. π.Χ., ο 6 αιώνας θα βρει την ίδια περιοχή της Αθήνας με εξήντα δυο πηγάδια, με διπλάσιον όμως μέσο βάθος τώρα. Όλο και δυσκολεύανε τα πράγματα δηλαδή.

Τμήμα του Πεισιστράτειου υδραγωγείου που ανακαλύφθηκε κατά τις εργασίες κατασκευής του Μετρό, στην πλατεία Συντάγματος

"Πεισιστράτειο" υδραγωγείο


Γι’ αυτό και λέγεται ότι οι Πεισιστρατiδες, ως γνήσιοι τύραννοι ("άρτον, θεάματα και ύδωρ"), θα προσφέρουν στον αθηναϊκό λαό ένα πράγματι γιγαντιαίο τεχνικό έργο (~510 π.Χ.). Το υδραγωγείο βγαίνει από την πόλη, για να αναζητήσει τα νερά του ποταμού Ιλισού, είτε στην επιφάνεια με την εικαζόμενη Εννεάκρουνον Κρήνη (κάπου ίσως στη διασταύρωση των οδών Καλλιρρόης και Αναπαύσεως) είτε αποφασιστικότερα στις βορειοανατολικές πηγές του Ιλισού. Κατά μια άποψη (λ.χ.Cαmρ, 1977), το Πεισιστράτειο υδραγωγείο υδρομάστευε την πηγή που βρισκόταν στις ΒΑ χαμηλές υπώρειες του Υμηττού (στάθμη εδάφους περίπου +130m), στου Γουδή, (κάπου στην οδό Αγ. Λαύρας, στο ύψος του Αγίου Θωμά), δίπλα στην κοίτη του Ιλισού και των πολλών παραποτάμων του εκεί. Απόσταση από την Ακρόπολη 3,5 χλμ. Κατ’ άλλους (λ.χ. Kastenbein, 1994), το Πεισιστράτειο υδραγωγείο συνέχιζε πολύ πιο ανάντη, παρακολουθώντας την κοίτη του Ιλισού μέχρι ψηλά στον Χολαργό. Κάπου μεταξύ της Μονής του Αγιάννη του Θεολόγου, της συνέχειας της οδού Αναστάσεως προς Υμηττόν (+245μ.), και μέχρι κανά χιλιόμετρο νοτιοανατολικώς τnς πλατεíας Παπαφλέσσα (Άνω Xoλαργóς). Απόσταση από την Ακρόπολη 7,5 χλμ. περίπου.

Πρόκειται πράγματι για τεράστιο τεχνολογικό επίτευγμα, σημαντικότερο πάντως από το Αττικό Μετρό. Το υδραγωγείο αυτό βρίσκεται κατά το μεγαλύτερο μέρος του σε σήραγγα, μέχρι και βάθους 14,00 μέτρων.

Τμήματα της σήραγγας έχουν εντοπισθεί σε πάρα πολλές μεριές (με μικρότερη ή μεγαλύτερη βεβαιότητα ότι ανήκουν ακριβώς σε αυτό το υδραγωγείο), με τυπική διατομή ύψους μέχρι ενάμισι μέτρο. Μέσα στη διατομή της σήραγγας είναι τοποθετημένοι πήλινοι σωλήνες εσωτερικής διαμέτρου 20 εκ. περίπου, με εξαιρετικής συλλήψεως μoύφες, με οπές καθαρισμού, με χαράγματα προσανατολισμού και με άλλα τεχνικά στοιχεία. (Και με το όνομα του παραγωγού βεβαίως!)

Η κατά μήκος κλίση του υδραγωγείου είναι εξαιρετικά ευνοϊκή (πάνω από 2%). Μόνο στην περιοχή του νυν Χίλτον η κλίση πέφτει στο 0,5% περίπου. Αλλά κι αυτή ήταν ίσως αρκετή - τόση ήταν και η κλίση στη σήραγγα του Ευπαλίνου στη Σάμο, κατασκευασμένη την ίδια εποχή και για τον ίδιο σκοπό (ύδρευση πόλεως). Όπως τόση είναι και η ελάχιστη κλίση που θα συστήσει 500 χρόνια αργότερα ο Βιτρούβιος.

Το αριστούργημα όμως αυτού του υδραγωγείου ήταν ακριβώς το εσωτερικό δίκτυο διανομής. Μετά τον Εθνικό Κήπο (βάθoς σήραγγας 14,0 μ.), ο αγωγός πάει προς τη ρωσική εκκλησία (βάθoς 5,0 μ.), για να αρχίσει να διακλαδώνεται από τη γωνία Κυδαθηναίων και Χρυσοστόμου (σχεδόν στην επιφάνεια) προς κλάδouς νότια και βόρεια της Ακροπόλεως. Κατά μήκος αυτών των κλάδων, το πλήθος των δεξαμενών, των δημόσιων κρηνών, των νυμφαίων κ.λπ., εκπλήσσει με τον πλούτο και την πυκνότητά τους, μέχρι την άλλη άκρη της αρχαίας Αγοράς, στη μεταγενέστερη Κρήνη του Διπύλου στον Κεραμικό.

Το δίκτυο θα συντηρηθεί, θα συμπληρωθεί και θα εμπλουτισθεί συστηματικά κατά τη διάρκεια της δημοκρατίας των κλασικών χρόνων, ιδίως με την καθίδρυση νέων κρηνών, εντυπωσιακών δημόσιων κτισμάτων δηλαδή, για την ύδρευση των κατοίκων. Η κρήνη ήταν ήδη μια τόσο διαδεδομένη κοινωνική/πολιτισμική εγκατάσταση, ώστε μέσα σε διάστημα ενός αιώvoς μόνον (560 με 460 π.Χ.) βρίσκουμε εκατόν πενήντα παραστάσεις κρηνών σε αττικά αγγεία. Ελέχθη, μάλιστα, ότι αυτή η καλλιτεχνική εμμονή ενείχε ίσως και ένα προπαγανδιστικό μήνυμα των Αθηνών προς όλον τον τότε γνωστό κόσμο όπου εξάγονταν τα αττικά αγγεία ("ιδέστε τι Πόλις είμαστε εμείς").

Η μέριμνα επεκτεινόταν και στη διαχείριση των απόνερων, μέσω ολοκληρωμένου δικτύου υπονόμων, έντεχνα κατασκευασμένου. Ήταν τέτοια η κοινωνική σημασία αυτών των έργων, που ακόμα κι ο ίδιος ο Περικλής θα προσφερθεί να συμβάλει εξ ιδίων στην εγκαθίδρυση μιας νέας κρήνης στον Κεραμικό!

Μέτρα

Τα υδραυλικά πράγματα των Αθηνών χειροτερεύουν όμως κατά τον 4 αι. π.Χ. Πρώτα πρώτα, στην περιοχή της Αγοράς, ο αριθμός των 32 εν λειτουργία πηγαδιών του 5 αι. π.Χ. (μέσου βάθouς 12,0 μ.), περιορίζεται τώρα σε 16 μόνον (και μάλιστα με βάθος 15,0μ.). Είχε βέβαια μεσολαβήσει η περσική λαίλαπα και η αθλιότητα του πελοποννησιακού πολέμου κι έτσι, γι’ άλλη μια φορά, η ιστορία των πηγαδιών καθρεφτίζει την ιστορία της πόλεως. Φαίνεται όμως ότι κάπου μετά το 350 π.Χ., συνέβησαν δραστικοί καταβιβασμοί του υπογείου ορίζοντα των Αθηνών, εξ αιτίας παρατεταμένης ανομβρίας (με αντίστοιχη "σπανοσιτία") σε όλη την Ελλάδα.

Ενώπιον αuτής της καταστάσεως, οι Αθηναίοι φαίνεται ότι λαμβάνουν μέτρα των εξής τριών κατηγοριών:

  • Γενικεύουν τη χρήση των ομβροδόχων (στέρνες). Μόνον μες στον 4ο αι. π.Χ. , μετράμε 140 στέρνες στις κατοικούμενες ζώνες γύρω από την Αγορά. Αυτές οι υπόγειες υδαταποθήκες βρόχινου νερού έχουν φιαλοειδή μορφή (διαμέτρου μέχρι και 4,50 μ. στη βάση, και λιγότερο από 1,0 μ. στην κορυφή), με βάθος μέχρι και 7,0 μ. Η εσωτερική τους επένδυση με υδραυλικά κονιάματα είναι πολύ φροντισμένη. Από τον όγκο της κάθε στέρνας κι από το πλήθος τους, μπορούμε άνετα να αντιληφθούμε την τεράστια υδροδοτική τους ικανότητα, εν συγκρίσει με τα πηγάδια των προηγουμένων αιώνων...

  • Αλλά και για το πόσιμο ύδωρ φαίνεται ότι οι Αθηναίοι του τέλους του 4ου αι. π.Χ. αι. έλαβαν δραστικές αποφάσεις. Εικάζομε δηλαδή ότι η καθολική ανομβρία θα είχε μειώσει σημαντικά και του Πεισιστράτειου υδραγωγείου (Υμηττός) την ικανότητα. Έτσι οι Αθηναίοι, πέντε αιώνες πριν από το Αδριάνειο υδραγωγείο, συλλαμβάνουν την ιδέα της υδρομάστευσης των πηγών της Πάρνηθας, 18 χλμ. βορείως της τότε Αθήνας: ο "Αχαρνικός οχετός" (έτσι ονομάζεται το νέο Υδραγωγείο) εξασφαλίζεται πρώτα με τις σχετικές απαλλοτριώσεις. Διαθέτουμε επιγραφές που προβλέπουν τις αντίστοιχες (εμφανώς πλούσιες) αποζημιώσεις ιδιοκτητών "ώστε οι κοινωνοί του Αχαρνικού οχετού άγειν υπονόμους διά του χωρίου οπόσους, και βάθος οπόσον αν βούλωνται, εις τον άπαντα χρόνον". Γι’ άλλη μια φορά, οι Έλληνες θα κατασκεύαζαν υδραγωγείο σε σήραγγα όπως επιτυχώς ήξεραν να κάνουν και κατά το παρελθόν (Αθήνα, Σάμος, Μέγαρα, Συρακούσες κ.λπ.). Κι όμως, δεν έχουν βρεθεί ακόμη πειστικά αρχαιολογικά ίχνη αυτού του υδραγωγείου του δεύτερου ημίσεoς του 4 π.Χ. αι.

  • Η τρίτη κατηγορία μέτρων που έλαβαν οι Αθηναίοι για να αντιμετωπίσουν την παρατεταμένη ανομβρία εκείνης της περιόδου αφορούσε τη σωστή διαχείριση των υδραυλικών πόρων. Πρώτη συνιστώσα αuτής της προσπάθειας ήταν η εκτεταμένη συντήρηση (καθαρισμός, επισκευές) του δικτύου των δεξαμενών και των κρηνών. Δεύτερη συνιστώσα, η εντατικοποίηση του ρόλου του δημοσίου εκείνου λειτουργού που λεγόταν "Επιμελητής των Κρηνών", -του γενικού διευθυντή συντήρησης και λειτουργίας των υδραυλικών έργων της πόλεως, θα λέγαμε σήμερα. Αυτός μάλιστα (όπως μας λέει ο Αριστοτέλης, Αθην. Πολιτεία, 43.1) ήταν από τους λίγους αξιωματούχους της πόλεως, ο οποίος δεν διοριζόταν διά κληρώσεως, αλλά εκλεγόταν διά ψηφοφορίας - τόση σημασία είχε η τιμιότητα και η τεχνογνωσία του δημοσίου αυτού λειτουργού. (Ο ίδιος ο Θεμιστοκλής είχε υπηρετήσει στο πόστο αυτό κάποτε). Τώρα, στα 333 π.Χ., οι Αθηναίοι τιμούν με χρυσούν στέφανον τον δραστήριον επιμελητή των κρηνών Πυθέα (εξ Αλωπεκής), επειδή επισκεύασε και καθάρισε διάφορες κρήνες και αγωγούς στην Αττική. Τέτοια ήταν η νέα ιεράρχηση των αναγκών της πόλεως...

Αδριάνειο υδραγωγείο

Η Αθήνα όμως του 3 αι. π.Χ., δεν θα είναι πια ό,τι ήταν. Δεν γίνονται πια μνημειώδεις υδραυλικές κατασκευές στην Αθήνα κατά την Ελληνιστική περίοδο. Παρά ταύτα, οι στοές που χτίζονται με χορηγίες ξένων, περιλαμβάνουν και κρήνες (στοά του Ευμένους, στοά του Αττάλου, Νότια Στοά κ.ά). Λειτουργούν βέβαια στην περιοχή της Αγοράς και 30 περίπου πηγάδια (βάθους μεγάλου, 16,0 μ.), καθώς και 60 στέρνες. Επίσης αξίζει να σημειωθούν κι ορισμένες τεχνικές καινοτομίες, όπως η ευρύτερη χρήση μολυβδοσωλήνων.

Η ρωμαϊκή εισβολή που θα ακολουθήσει (86 π.Χ.), θα φθείρει κάμποσα έργα. Και θα χρειασθούν δύο σχεδόν αιώνες για να μπει στη σκηνή της αθηναϊκής ιστορίας ο φιλέλλην Αδριανός (μέσα του 2 αι. μ.Χ.) και να κατασκευασθεί το φερώνυμο μεγαλειώδες υδραγωγείο. Ξεκινάει από τους πρόποδες της Πάρνηθας, μαστεύει τους πρόποδες του Πεντελικού, κι ύστερα από περίπου 20 χλμ. φτάνει στη μεγάλη δεξαμενή του Λυκαβηττού. (Κάντε έναν περίπατο σήμερα στον Εθνικό Κήπο. Λίγο πιο πάνω από το άγαλμα του Εϋνάρδου, θα ιδήτε να κείτεται στο έδαφος ένα τρίμετρο επιστήλιο της αρχαiας πρόσοψης αυτής της Δεξαμενής!). Για 1.800 χρόνια, το ιστορικό αυτό υδραγωγείο σχεδόν συνεχώς θα δίνει νερό στην Αθήνα. Μαζί βεβαίως με πλήθος νεότερα πηγάδια και στέρνες. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι κατά τον 17 αι., χρησιμοποιούνταν ακόμη στην Αθήνα η λέξη "φρέαρ" έτσι τουλάχιστον μας λέει ο Γάλλος περιηγητή Spon (γύρω στα 1676).

Η συρρίκνωση των Αθηνών κατά τους βυζαντινούς χρόνους και κατά τις αλλεπάλληλες κατακτήσεις από τους Φράγκους, τους Kαταλάνους, τους Ενετούς και τους Τούρκους (τλήμων Αθήνα!), δεν άφηνε περιθώρια για μεγαλεπήβολα υδραυλικά έργα (αλλά ούτε κι οι ανάγκες το απαιτούσαν).

Εξάλλου, η προχειρογραφία των σκόρπιων γραπτών πηγών των περιόδων εκείνων, δεν επιτρέπει τη βέβαιη αναγνώριση της τοπογραφίας μικρών τοπικών υδραγωγείων κι όλων των ποικίλων κρηνών. Χρονικογράφοι πολλοί, και οι ερευνητές ολίγοι. Έτσι, για nς ανάγκες αυτής εδώ της εισαγωγής, θα αρκούσαν ίσως οι ακόλουθες παρατηρήσεις.

Η συντήρηση των παλαιών πυκνών υδραγωγείων ήταν σχεδόν αδύνατη· οι κατά καιρούς εξαιρέσεις δεν εξασφάλιζαν τη διάρκεια που απαιτείται για έργα αυτής της φύσεως. Έτσι, πολλά τμήματα των αρχαίων υδραγωγείων αποφράσσονταν - κι ευλόγως υποθέτει κανείς δύο συνέπειες του γεγονότος αυτού. Γειτονιές ολόκληρες έχαναν την υδροδότησή τους, ενώ η περιοχή της απόφραξης μετατρεπόταν σε νέα "πηγή": τα νερά ανέβλυζαν ως εκ θαύματος από πολλά μέτρα βάθος - χαράς ευαγγέλια για τους ιδιοκτήτες των γύρω αγρών!

Η τυπικότερη περίπτωση αυτής της κατηγορίας ήταν οι "αμπελόκηποι" της περιοχής της οδού Πανόρμου (απ’ τον Αη Δημήτρη μέχρι το γήπεδο του Παναθηναϊκού), οι οποίοι αρδεύονταν πλουσίως τον καιρό της τουρκοκρατίας, χάρις στην απόφραξη του κατάντη τμήματος του Αδριανείου υδραγωγείου. Η ίδια απόφραξη όμως στέρησε και την αδριάνειο Δεξαμενή του Λυκαβηττού από τα νερά της. Η υπόγεια δεξαμενή θα ξεχασθεί, αλλά τα απόνερα θα βγαίνουν κάπου μέσα στην πλαγιά, -"άλλη" πηγή αυτή για τους νεωτέροuς!

Οι ξένοι περιηγητές (ασαφώς μεν, εμμόνως δε) αναφέρονται σε εξωτερικά υδραγωγεία (Υμηττός/Ιλισός) και εσωτερικά υδραγωγεία (Λυκαβηττός/Ηριδανός), τα οποία έστω και έμμεσα παραπέμπουν στη συνεχιζόμενη λειτουργία του "Πεισιστράτειου" συστήματος. Φαίνεται δε ότι και ορισμένα μικρού μήκους υδραγωγεία που κατασκευάσθηκαν τον καιρό της τουρκοκρατίας (Γουδή, Τσακμάη, Αγιονέρι, Κουντίτο κ.ά.), ακολουθούσαν χαράξεις των δυο αρχαίων υδραγωγείων ή και κατά τμήματα συνέπιπταν με εκείνα τα υδραγωγεία.

Ανάλογη φαίνεται πως ήταν και η περίπτωση του "υδραγωγείου του Χασεκή" (του κακουργού Βοϊβόδα των Αθηνών, 1772 -1780), το οποίο ουσιαστικώς εμάστευε το Αδριάνειο υδραγωγείο για να αρδεύει τouς απέραντους κήπους του Χασεκή (νυν Βοτανικός). Στον πρύτανη της μηχανοτεχνiας κατά τον 19 αι., τον εντριβέστατον Ανδρέα Κορδέλλαν ("Αι Αθήναι υπό υδραυλικήν έποψιν", Αθήναι, 1897), χρωστάμε τις πιο αντικειμενικές περιγραφές των υδραυλικών πραγμάτων των Αθηνών, πριν και αμέσως μετά την Επανάσταση.

H Αθήνα πρωτεύουσα

Τα υδραυλικά προβλήματα των Αθηνών θα οξυνθούν περισσότερο μετά την ανακήρυξη της πόλεως ως πρωτεύουσας του κράτους, το 1834. Η ενδημούσα λειψυδρία, η αύξηση του πληθυσμού, από 30.000 κατοίκους στην αρχή, στους 70.000 στα 1870 και στους 150.000 στα 1890 (μαζί με οξύτατες γαστρεντερικές ενδημίες και επιδημίες), όξυναν συνεχώς το πρόβλημα. Κι ήταν φυσικό η Δημοτική Αρχή να στρέφεται κυρίως προς τον καθαρισμό και τη στερέωση των παλαιών υδραγωγείων.

Τότε θα ξανανακαλυφθεί η Αδριάνειος Δεξαμενή στον Λυκαβηττό (γύρω στα 1870) και θα αρχίσει η σταδιακή διεύρυνση/στερέωση του Αδριάνειου υδραγωγείου προς τα ανάντη. Και ο οτρηρός μηχανικός Ι. Γενησαρλής θα γράψει: "Ποταμόν ολόκληρον δύνασθε να διοχετεύσετε διά του ευρυχώρου υδραγωγείου του Αδριανού". Σε λίγες όμως δεκαετίες, η εντατική οικοδόμηση και οι χιλιάδες βόθροι θα μετατρέψουν το Αδριάνειο ουσιαστικώς σε υπόνομο. Sic transit gloria aquaeductus!

Από το 1890 έως ως αρχές της δεκαετίας του 1920, θα συνταχθούν αλλεπάλληλες προμελέτες για την "οριστική" λύση του προβλήματος υδροδοτήσεως των Αθηνών. Πλήθος λύσεων προβάλλονταν: Στυμφαλία, Βοιωτικός Κηφισóς, Κωπαΐδα, Υλίκη, Μαραθώνας όλα τα διάσημα τοπωνύμια μιας διαμάχης που θα συνεχισθεί ακόμα και μετά τη λύση Μαραθώνα. Η φτώχεια φέρνει γκρίνια. Το γιγαντιαίο μέγεθος, η τεχνική περιπλοκή και το υπέρογκο κόστος των απαιτούμενων έργων ξεπερνούσαν τις δυνατότητες της χώρας.

Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή όμως (800.000 κατοίκους έχει τώρα να ξεδιψάσει η Αθήνα) το πρόβλημα θα πάρει διαστάσεις τραγικές, και θα οδηγήσει στην αναγκαία πολιτική λύση: Το έργον του Μαραθώνα θα ανατεθεί στην αμερικανική εταιρεία "Ούλεν", με το σύστημα μελέτη/ κατασκευή / χρηματοδότηση. (Ο θετικότατος ρόλος των αμερικανικών τεχνικών εταιρειών στην ανάπτυξη της χώρας μέσα στις κρίσιμες δεκαετίες του μεσοπολέμου -κυρίως με τα μεγάλα εγγειοβελτιωτικά της Μακεδονίας- δεν έχει ακόμη επαρκώς αναγνωρισθεί).

Οι εθνικές καταστροφές όμως δεν είχαν τελειώσει. Οι αλλεπάλληλοι πόλεμοι (από το 1940 έως το 1950), και η διπλή καταστροφή της εθνικής οικονομίας μας, θα ερημώσουν την ύπαιθρο, θα γιγαντώσουν την Αθήνα (1.400.000 είναι τώρα ο πληθυσμός της), και θα ξαναθέσουν οξύτατο το πρόβλημα της ύδρευσης. Γι’ άλλη μια φορά, οι καμπές της Ιστορίας είναι συνδεδεμένες με το νερό. Και τότε, όλα τα παλιά σενάρια ξαναπαίζονται. Πρώτα εκτελούνται τα αποδοτικότατα έργα στο Κάτω Σούλι (1947) και στον Άγιο Θωμά της Βοιωτίας (1951). Κι ύστερα έρχονται τα μεγάλα έργα της Υλίκης (1957). Ο αγώνας συνεχίζεται, αλλά με ελληνικά μυαλά, ελληνικά χέρια και ελληνικά λεφτά τώρα πια.

Κι έτσι φθάνουμε στο 1960. Ενάμιση σχεδόν αιώνα από την ανακήρυξή της σε πρωτεύουσα του κράτοuς, η Αθήνα (η Αττική, καλύτερα) έχει εκατονταπλασιάσει τους κατοίκους της, κι έχει (κυριολεκτικά) ρουφήξει κάθε σταγόνα ύδατος στη γειτονιά της. Ο πολιτικός και οικονομικός "υδροκεφαλισμός" της Αθήνας, απαιτεί εξ ορισμού την... υπερύδρευση της κεφαλής, εις βάρος άλλων περιοχών του σώματος. Έτσι οι ορέξεις μας επεκτείνονται προς τον Αχελώο, προς τη Στυμφαλία (πάλι), τον Γοργοπόταμο κ.λπ., - αλλά αυτήν τη φορά θα κερδίσει η λύση του Μόρνου. Ορθώς δε. Διότι, χάρις στη μεγάλη υπερετήσια αποθηκευτική του ικανότητα (750 εκατομμύρια κυβικά μέτρα νερού), μπορεί να δέχεται και νερά που θα έρχονται κι από άλλες μελλοντικές τεχνητές λίμνες. Το τεράστιο αυτό έργο (φράγμα ύψους 120 μ., σήραγγες 70 χλμ., 1 τρισ. παλιά λεφτά), και πολλαπλώς σχολιασθέν (δικαίως εν πολλοίς, και αδiκως άλλο τόσο), θα αρχίσει να δίνει νερό το 1976, αλλά θα περατωθεί μόνον το 1980...

Ήταν ήδη αργά: Και διότι το κλίμα έγινε ξηρότερο, ενώ ο πληθυσμός μεγάλωνε, και διότι η ΕΥΔΑΠ υδροδοτούσε όλο και εuρύτερες περιοχές, αλλά και διότι η ανάπτυξη είχε αυξήσει τις κατ’ άτομο καταναλώσεις σε νερό. Και, το χειρότερο, η δεκαετία 1980-1990 θα περάσει χωρίς την προβλεπόμενη σταδιακή επέκταση της συλλογής υδάτων πέραν του Μόρνου. Και μόνον το 1990 θα ξαναρχίσει η προσπάθεια μελετών για το φράγμα του Εύηνου.

Παρά τις σχετικές καθυστερήσεις (και πάλι), το έργο του Εύηνου έδωσε στην Αθήνα ένα ενδιάμεσο δροσερό δώρο. Πριν από την αποπεράτωσή του, το έργο έστελνε από το1995 στη λίμνη του Μόρνου 100 εκατομμύρια κυβικά μέτρα νερό ετnσίως ποσότητα που συνέβαλε αποφασιστικά στην αντιμετώπιση της λειψυδρίας στην Αττική.

Κι ας ελπίσουμε ότι οι σχεδιασμοί του μέλλοντος θα πάρουν μαθήματα από τις επιτυχίες και τα σφάλματα του παρελθόντος.

Επίλογος

Από πού ξεκίνησε η Αθήνα, και πού βρέθηκε! Παλιά, ο Σόλων νομοθετούσε τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες ένας Αθηναίoς πολίτης δικαιούνταν να ανοίξει καινούργιο πηγάδι στην αυλή του. Ύστερα άρχισε η υδρομάστευση στα 5, στα 10, στα 20 χιλιόμετρα μακριά. Τώρα, η συνεχιζόμενη εποποιία του νερού, μας οδήγησε να συλλέγουμε τα νερά από απόσταση 400 χιλιομέτρων - άλλο τόσο όμως είναι κι όλη η Ελλάδα!

Έρχεται λοιπόν ο καιρός για λύσεις άλλης κατηγορίας όπως: βελτίωση έργων μεταφοράς, οικονομικές /πολεοδομικές ρυθμίσεις για τον εξορθολογισμό της πυκνότητας κατοίκησης, πολιτική εξοικονόμησης νερού, συντήρηση/ανακατασκευή εσωτερικών δικτύων, αυτοματισμοί και λογισματοποίηση λειτουργίας του δικτύου, θεσμοποίηση επιθεώρησης/συντήρησης κ.ά.

Σ’ όλη αυτήν την προσπάθεια, δεν θα έβλαφτε και η αναβάθμιση της εικόvας του έργου των μηχανικών στα μάτια της ελληνικής κoινωνίας έστω και τόσο όσο συμβαίνει για το έργο ορισμένων συμπαθών καλλιτεχνών...

Ενδεικτική βιβλιογραφία:

  • Παππάς Αν., "Η ύδρευσις των αρχαίων Αθηνών", Ελεύθερη Σκέψις, Αθήναι, 1999.

  • "Το υδροδοτικό πρόβλημα της Αθήνας" , Πρακτικά Ημερίδας, Τόμ. Υδ. Πόρων, ΕΜΠ, 1994.

  • Vanderpool E., "The Acharnian Αqueduct", Χαριστήριον εις Αν. Ορλάνδον, Τομ. 1,1965.

  • Lang M., "Watermαrks in the Αthenian Αgora", Αm. Sch. of Class. Studies at Athens, Ρrinceton, 1968.

  • John McKesson Camρ,"The water suρρly of ancient Αthens from 3000 to 86 B.C.", U.M.I. Dissertation Services, Αnn Αrbor, Michigan, 1977.

  • Gausmann R.W., "Water Supply of Athens" (ιδιόγραφον σύγγραμμα εις χείρας Ε. Νεστορίδη), Αthens 1930

(*) Από αφιέρωμα της εφημερίδας ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ (ΕΠΤΑ ΗΜΕΡΕΣ) του 2002 με τίτλο Η ΥΔΡΕΥΣΗ ΤΩΝ ΑΘΗΝΩΝ. Την επιμέλεια του αφιερώματος είχε ο κ. Θ.Π. Τάσιος