5) Παρόλες και ιντερέσα από τσου Κορφούς!!!!!!!!!!!

Παρόλες και ιντερέσα από τσου Κορφούς!!!!!!!!!!!

Η νεοελληνική γλώσσα είναι ένα μεγάλο και πολύχρωμο ψηφιδωτό από διαλέκτους και ιδιώματα, των οποίων η διατήρηση αποτελεί πολύτιμο κομμάτι της πολιτισμικής μας ταυτότητας και αποκαλύπτει τον ιδιαίτερο τρόπο σκέψης και αντίληψης των κατοίκων κάθε περιοχής. Σε αυτό το πλαίσιο και με αφορμή το απόσπασμα του Γρηγόριου Ξενόπουλου «η γάτα του παπά», στα κείμενα της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας της Α’ Γυμνασίου, οι μαθητές και οι μαθήτριες του Α3 και Α4 παραθέτουν το δικό τους κερκυραϊκό λεξικό! Στην προσπάθεια αυτή αλληλεπίδρασαν με γιαγιάδες και παππούδες και πραγματικά το διασκέδασαν όλοι πάρα πολύ! Για να θυμούνται οι παλιοί και να μη ξεχνούν οι νέοι…

Και ιδού τα αποτελέσματα:

Αμπωσιά = σπρώξιμο Άστα = σήκω πάνω

Αβέρτο = ανοιχτό

Αμολάδο = ελεύθερος

Αμπονόρα= νωρίς

Αναράϊδα = νεράϊδα

Αναρίτσια = ανατριχίλα

Αναφούφου = στον αέρα

Αποθώσου = κάθισε

Αστάκι = στάχυ

Αλησμωνάω = ξεχνώ

Αλιφάσκια = φασκόμηλο

Αγκουστέρα = σαύρα

Αβιζάρω = προειδοποιώ

Άκολα = πολύ βαθιά απάτητα

Αβοκάτος = δικηγόρος

Απίδι = αχλάδι

Ατζαρδόξος = επιτήδειος

Αθήρι = καλύτερος

Άκλαιρος = φτωχός

Αγκιά = κουζινικά

Βέστα = φούστα

Βουρλισμένος = τρελός

Βουρδούλιο = ρεζίλι

Βέρντε = πράσινο

Βουρλισιά – τρέλα

Βατσέλα = λεκάνη

Βατσίνα = εμβόλιο

Βίτσα = βέργα

Γάρμπο = έρωτας

Γερβέλι = καρδερίνα

Γιακέτα = σακάκι

Γκρίντα = γκρίνια

Δεσπέτο = πείσμα

Έτο = νάτο

Έμπο = καταιγίδα

Εγόργα = υδρορροή

Ζάμπα = είδος βατράχου (κατάσχημη)

Ζέγκουνας = αγριολάχανο

Ζιάζω = ζυγίζω

Ζίφω = στρίβω

Ζαμποφάης = φίδι που τρώει ζάμπες

Ζαρονεύρης = κράμπα

Ζάμπα = φρύνος

Ζυμαρώνω = δωροδωκώ

Θανατίτας = θάνατος

Θέρμη = πυρετός

Ινπούντο = πάνω στην ώρα

Κίκαρα = φλιτζάνι του καφέ

Καντούνι = στενό δρομάκι

Κάρλακος = βάτραχος

Κλιτσιά = πόδια

Καταξύλη = μέση

Καβατζάρω = προσπερνάω

Καδινάτσο = σιδερένιος σύρτης

Κακοντραμάδος = κακοντυμένος

Καλοπέζουλος = τίμιος

Καλοχαιρέτης = ευγενικός

Καμαλιμάγκου = επιτέλους

Καμιζιόλα = κοντό γυναικείο παραδοσιακό σακάκι

Καμπούλα = καπνός

Καναλέτο = οχετός

Καντσονέτα = λαϊκό τραγούδι

Κατσούλα = η σκούφια

Κάψα = η ζέστη

Καδίνα = αλυσίδα

Λιμπρέτο = μισόκλειστο παράθυρο

Λίμπα = τα έσπασε

Λούτσα = βρεγμένος

Λάχτισα = πόνεσα

Λάχανα = χορταρικά που τρώγονται

Μπαλαούστρο = αυτό που κρατιόμαστε από τη σκάλα

Μπουγαρίνι = λουλούδι

Μποναγράτσια = κουρτινόξυλο

Μοστερίτσα = μικρή σαύρα


Μόστακας = ακρίδα

Μπατέλο = βάρκα

Μοροφίντο = ο χωρισμός

Μορόζος = αγαπητικός

Μορόζα = αγαπητικιά

Μποτίλια= μκουκάλα

Μποτιλιόνι=μπουκάλι

Μου κάεται= μου φαίνεται

Μπουζουλότο = σύντομος ύπνος

Μπουτσούνι = κομματάκι

Μιτετούγια = πόμολο

Μποκολέτα = σκουλαρίκι

Μολογάω = μαρτυρώ

Μόμολος = πίθηκος

Νερομπλούτσι = άνοστο αδύναμο φαγητό

Νετάρω = τελειώνω

Νευρίδα = νευρόπονος

Νιβέλο = αλφάδι

Νιοκατσέντε = όλα εντάξει

Νιοράντες = επιδειξίας

Πύργος = τείχος

Πορτόνι = αυλόπορτα

Πετέγολο = κουτσομπολιό

Ρούγα = αυλή

Ρουμπώθηκα= γέμισα το στόμα με φαγητό

Σγόρνα = υδρορροή

Σκάντζα = ράφι

Σκάνιο = καρέκλα

Σκαρτσούνια = κάλτσες

Σκάτουλα = κουτί από σπίρτα

Σκιάομαι = φοβάμαι

Τηγανίτα = λουκουμάς

Τζία = θεία

Φανέστρα = παράθυρο

Φουμάδα = έξαφη

Φροκάλι = σκούπα

Φελάω = αξίζω

Η υπεύθυνη

καθηγήτρια

Μπούζη Αθηνά ΠΕ02