Σε μια απόπειρα εννοιολογικής προσέγγισης, θα λέγαμε ότι η κινηματογραφική παιδεία (film literacy, cine-literacy) αποτελεί έναν από τους θεμελιώδεις άξονες της οπτικοακουστικής παιδείας και της Παιδείας στα Μέσα γενικότερα (media literacy). Κατά συνέπεια, υπακούει στις ίδιες συνισταμένες που αφορούν στην ικανότητα της πρόσβασης (φυσική και τεχνική), της γνωστικής πρόσληψης και κριτικής ανάλυσης και στην ικανότητα της δημιουργίας περιεχομένου, μετατρέποντας τους θεατές σε ενεργούς και αυτόνομους χρήστες των μέσων.
Πέρα από ένα πρώτο φιλτράρισμα του κινηματογράφου, η κινηματογραφική παιδεία προσφέρει τη δυνατότητα στους θεατές να «διαβαζουν πίσω από τις γραμμές», να αποκωδικοποιούν τα υπο-κείμενα από τα οποία πηγάζει και το πραγματικό νόημα. Με άλλα λόγια, μαθαίνουν «να κατανοούν όχι μόνο τις ρητές παραδοχές αλλά και τις άρρητες ιδεολογικές συμβάσεις που υπολανθάνουν στις κινηματογραφικές ταινίες και να αντιλαμβάνονται τις οικονομικές και κοινωνικές συνιστώσες παραγωγής τους» . Αν και μοιράζεται εικονοκείμενα παρόμοια σε περιεχόμενο και δομή με τα άλλα ΜΜΕ, η κινηματογραφική παιδεία έχει πιο έντονα καλλιτεχνικά κριτήρια και υψηλές αισθητικές νόρμες οι οποίες συμβάλλουν τελικά και στην πολιτισμική ενηλικίωση του ανήλικου θεατή.
Η κινηματογραφική παιδεία λαμβάνει χώρα σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο, σε ένα δεδομένο κοινωνικό περιβάλλον το οποίο αλληλεπιδρά με το θεατή ως προς τον τρόπο θέασης και πρόσληψης του περιεχομένου μιας κινηματογραφικής ταινίας. Με άλλα λόγια, ένα παιδί προσλαμβάνει διαφορετικά μια ταινία στο σαλόνι του σπιτιού του, μόνο ή μαζί με την οικογένειά του, με άλλο τρόπο στο σχολείο στο πλαίσιο μιας μαζικής εκπαιδευτικής προβολής και διαφορετικά στον κινηματογράφο όταν βρίσκεται με την παρέα του. Σε κάθε περίπτωση όμως, το κομβικό σημείο εκκίνησης είναι ένα: κάθε παιδί – θεατής είναι και ένας μοναδικός αναγνώστης της ταινίας, με μοναδική ικανότητα πρόσληψης, αποκωδικοποίησης και κριτικής ανάλυσης του περιεχομένου, εν ολίγοις, η διαδικασία της κινηματογραφικής ανάγνωσης είναι διαφορετική σε κάθε παιδική ιδιοσυγκρασία. Ισχύει δηλαδή η γενική παραδοχή της Παιδείας για τα Μέσα «Δεν υπάρχει ένας τρόπος για τη σωστή ανάγνωση στα μέσα, υπάρχει μόνο ο δικός μας τρόπος».
Εφαρμόζοντας τα «3 Cs» της Cary Bazalgette στην Κινηματογραφική Παιδεία
Ta παιδιά στη σημερινή εποχή δεν είναι επουδενί μιντιακά αναλφάβητα, οι γνώσεις τους ξεπερνούν εκείνες των γονέων και δασκάλων τους και ως άλλοι «αυτόχθονες» γνωρίζουν πώς να χειρίζονται με δεξιοτεχνία τα νέα μέσα συγκριτικά με τους «μετανάστες» ενήλικες. Όπως επισημαίνει η Cary Bazalgette, εκείνο που χρειάζονται ουσιαστικά οι μαθητές είναι να τους δοθούν οι κατάλληλες ευκαιρίες για να εκφραστούν δημιουργικά μέσα από τα ΜΜΕ. Η νέα αυτή οπτική αφορά και τη μελέτη της κινηματογραφικής παιδείας και συνοψίζεται στην θεωρία για τα «3Cs» της Παιδείας στα Μέσα. Η οπτική αυτή στηρίζεται σε τρεις δομικούς άξονες:
Την κριτική προσέγγιση ( Critical)
Την πολιτιστική προσέγγιση (Cultural)
Τη δημιουργική προσέγγιση (Creative)