[Αποσπάσματα]
ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΕΚΕΙΝΟΙ
Πρώην Ανατολικός Αερολιμένας Αθηνών.
Κοιτάζει στο άδειο.
Μάρμαρα στρωμένα σιωπή
χωρίς αφίξεις πια, χωρίς αναμονές.
Από τα φατνώματα της οροφής
καταρρέουν τόσες πτήσεις.
Πού χάθηκαν οι φίλοι εκείνοι;
Στο δάπεδο, μονάχα βαλίτσες σκόρπιες.
Τις ανοίγει μία μία
φωτογραφίες Αυγούστου
ατέλειωτες ανατολές εκ βαθέων
ανάκατα μπαλάντες του Ντύλαν.
Κόντρες διπλωμένες
ξεδίπλωτες νύχτες
ταξίδι αποσκευή για πάντα.
Πού χάθηκαν; Εκείνοι…
Τι ηλίθιος!
Να μην ακούσω πισώπλατες λέξεις.
Σε ξεμπρόστιασα ψύχη
καθόλου απόσταση, ένα φρένο
λίγο απόθεμα για μετά.
Τυφλωμένη νιότη
βολίδα έτρεχες.
Με άλλες ζωές
χώρεσα χόρεψα χώρισα
σπατάλη άδειασμα φτου κι απ’ την αρχή.
Φτου ξελεφτερία.
========================================
ΑΛΑΝΑ
Υπό των ερειπίων του αύριο
υπό των αλλήλων πράξεων
υπό ενός φτενού δικαίου.
Στο φαγοπότι των άλλων σερβιτόρος
ξάδελφος μακρινός
του άλλου Γιάννη του Αγιάννη.
Κι όμως, τριγύρω γαλάζιο τόσο.
Ξεχνιέσαι.
Από μέσα σου
γλυστράς.
Κρεατομηχανή εδώ
σε αλέθει με χυλό.
Χωρίς φυλαχτό
χωρίς τίμιο ξύλο
χωρίς επιστροφή
χωρίς
Σε τσουκνίδες ο ύπνος του γδάρθηκε,
μαζί με θέλω θρεμμένα στην αλάνα.
Κι ούτε μια μολόχα να τρίψει κάτι όνειρα,
το φριχτό τους μοιρολόι κάθε βράδυ.
========================================
ΝΗΣΙΔΕΣ
Νησίδες διάσπαρτες, καθεμιά με τη δίψα της.
Ανάμεσά τους θάλασσα και αναπνοές
η ψίχα μας.
Ώρες ώρες η μεταξύ τους απόσταση μιαν απλωτή
κι ο κόσμος ένα.
Άλλοτε ναυλώνεις ένα πλεούμενο
να τις φέρεις βόλτα, όμορφα κι αρμονικά
ώσπου σε κύματα σπάει
ή βουλιάζει σε ύφαλους αιφνίδιους.
Οι νησίδες, βέβαια, συνεχίζουν
την αυτόνομη ζωή τους.
Ρούμι
εν πλω
αμπάρι
φυλαχτό.
Για θαλασσινούς, μόνο για θαλασσινούς οι νησίδες.
Οι της ενδοχώρας τα ’χουν όλα σε μια δρασκελιά
ένα δρόμο χαράζουν όλο κι όλο.
Τι μονοκόμματη ευκολία για κάποιους ανθρώπους…