Μια από τις σημαντικότερες πόλεις-κράτη των Δωριέων στην Κρήτη, αν και προϋπήρχε μάλλον της «καθόδου των Δωριέων» ήταν η Λατώ. Η Λατώ είναι κτισμένη πάνω στο διάσελο δυο λόφων σε φυσικά οχυρή και στρατηγική θέση που ελέγχει το πέρασμα από την κεντρική στην ανατολική Κρήτη και της παρείχε προστασία από τυχόν επιδρομές αλλά και εποπτεία μιας μεγάλης περιοχής του κόλπου Μεραμβέλλου. Σε πινακίδες της γραμμικής Β΄ γραφής αναφέρεται ίσως ως RA - TO. Πήρε το όνομά της από τη Λητώ (δωρικός τύπος το Λατώ), την μητέρα του Απόλλωνος και της Αρτέμιδος, αν και κυριότερη θεά της πόλης ήταν η Ειλείθυια, η οποία εικονιζόταν και στα νομίσματα. Από τη Λατώ καταγόταν ο ναύαρχος του Μεγάλου Αλεξάνδρου, Νέαρχος.
Από τη βόρεια ακρόπολη της Λατούς στον ψηλότερο λόφο, που έχει υψόμετρο 395 μ. μπορούσε να δει κανείς όλη την περιοχή της επικράτειας των Λατίων, στην οποία περιλαμβάνονταν οι σημερινές περιοχές του Αγίου Νικολάου, της Κριτσάς και του Κρούστα με το οροπέδιο Καθαρού, του Καλού Χωριού και της Πρίνας. Συνόρευε στα βόρεια με την επικράτεια των Ολουντίων, στα βορειοδυτικά με την επικράτεια των Δρηρίων, στα δυτικά με την επικράτεια των Λατίων, στα νότια με τις αρχαίες πόλεις Μάλλα (σήμ. Μάλλες), Ώλερο (σήμ. Μεσελέροι) και Ιεράπυτνα (σήμ. Ιεράπετρα) και τέλος στα ανατολικά με την πόλη Ιστρώνα (σήμ. Καλό Χωριό). Γύρω από το άστυ υπήρχαν νεκροταφεία, μικρά φρούρια για τον έλεγχο της επικράτειας, ιερά, μικρές κώμες και εγκαταστάσεις εξαρτημένων καλλιεργητών ή βοσκών. Επίνειό της θεωρείται η πόλη Καμάρα (σήμερα Άγιος Νικόλαος) που ονομάστηκε έτσι προφανώς εξαιτίας κάποιου αψιδωτού ή θολωτού κτηρίου.
Παρόλο που τα ορατά οικοδομικά λείψανα στο αστικό κέντρο των Λατίων ανήκουν στον 4ο και 3ο αι. π.Χ., περίοδος ακμής της πόλης, η ανασκαφική έρευνα έφερε στο φως και παλαιότερα ευρήματα. Ήδη από τον 7ο αι. π.Χ. υπήρχε οργανωμένος οικισμός, ο οποίος πιστοποιείται τόσο από τα κινητά ευρήματα όσο και από το γεγονός ότι η αγορά και τα δημόσια κτήρια που αποκαλύφθηκαν θεωρήθηκαν ως τυπικό δείγμα αρχαϊκής αγοράς. Επιπλέον η έρευνα απέδειξε ότι στην ευρύτερη περιοχή υπήρχε κατοίκηση ήδη από τη μινωική περίοδο. Στο κοντινό χωριό Κριτσά αποκαλύφθηκαν θαλαμοειδείς τάφοι Υστερομινωικής ΙΙΙ περιόδου (14ος - 13ος αι. π.Χ.). Σε μικρή απόσταση από το χώρο ερευνήθηκαν δυο θολωτοί τάφοι, οι οποίοι θεωρούνται υστερομινωικοί έως πρωτογεωμετρικοί. Στο ύψωμα Θύλακας ερευνήθηκε ιερό που ανήκει κυρίως στη γεωμετρική και την αρχαϊκή περίοδο και θεωρήθηκε «απόγονος» μινωικού ιερού κορυφής.
Δεν υπάρχουν σημαντικές πληροφορίες για την ιστορική διαδρομή της πόλης, όπως γενικά όλων των πόλεων της Κρήτης των ιστορικών χρόνων. Η σημαντικότερη γνωστή προσωπικότητα που κατάγεται από τη Λατώ είναι ο Νέαρχος (περίπου 360 - 312 π.Χ.) ναύαρχος του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Σε ψηφίσματα που εκδόθηκαν το 204 π.Χ. με παρέμβαση του βασιλιά της Μακεδονίας, Φιλίππου Ε΄, για αναγνώριση ασυλίας στο ιερό του Διονύσου και προστασία των πολιτών της μικρασιατικής πόλης Τέω από κρητικές πειρατικές επιδρομές, αναφέρονται δύο πόλεις «Λατίων» και «Λατίων των προς Καμάρα». Αυτό οδήγησε στην άποψη ότι υπήρχαν δύο πόλεις ανεξάρτητες με ισχυρούς δεσμούς. Σήμερα είναι περισσότερο αποδεκτή η άποψη ότι πρόκειται για μια πόλη, τη Λατώ, με επίνειο την Καμάρα που λανθασμένα επικράτησε να ονομάζεται Λατώ προς Καμάρα. Μάλιστα, στα τέλη του 3ου/αρχές 2ου αι. π.Χ. πιθανόν λόγω ανάπτυξης της ναυτιλίας και του εμπορίου, αρχίζει να αποκτά μεγαλύτερη δύναμη και σημασία από τη μεσόγεια πόλη, που σιγά σιγά εγκαταλείπεται από τους κατοίκους της που μεταφέρονται στο επίνειο, φαινόμενο γνωστό και στη νεότερη εποχή.
Μέσα από επιγραφικές μαρτυρίες διαπιστώνεται η ύπαρξη ροδιακής στρατιωτικής δύναμης στην πόλη μετά από σύγκρουση Κρητών και Ροδίων στα τέλη του 3ου αι. π.Χ. και τον καθορισμό συνόρων με τις όμορες πόλεις Ιεράπυτνα και Λύττο στην ίδια περίοδο. Συνυπογράφει επίσης με άλλες κρητικές πόλεις συνθήκη με το βασιλιά Ευμένη Β΄ της Περγάμου. Στις αρχές του 2ου αι. καταλαμβάνει τη γειτονική Ιστρώνα (σημερινό Καλό Χωριό) και στο β΄ μισό του ίδιου αιώνα συγκρούεται με την Ολούντα και την Ιεράπυτνα, σταθεροποιώντας τα σύνορά της. Οι συνθήκες που καθόρισαν τόσο τα δυτικά όσο και τα ανατολικά όρια της πόλης διασώζουν ενδιαφέροντα κατάλογο τοπωνυμίων. Αποτέλεσε μια από τις τελευταίες κατακτήσεις του Ρωμαίου στρατηγού Μέτελλου και η παρουσία των Ρωμαίων δε φαίνεται να ήταν έντονη στην πόλη. Η ζωή συνεχίστηκε και στη ρωμαϊκή αυτοκρατορική περίοδο, η Καμάρα όμως δεν απέκτησε τη σημασία άλλων πόλεων, όπως η Ιεράπυτνα, η Λύττος και η Ολούς.
Η αρχαία πόλη Λατώ, το αστικό κέντρο της πόλης- κράτους των Λατίων, της ισχυρότερης πόλης στον κόλπο του Μιραμπέλλου, θεωρείται η καλύτερα διατηρημένη πόλη της κλασικής - ελληνιστικής περιόδου στην Κρήτη και μια από τις πληρέστερα σωζόμενες στην Ελλάδα. Ήταν οχυρωμένη, οι κατοικίες ήταν κτισμένες σε άνδηρα, ενώ διέθετε αγορά, πρυτανείο, όπου συσκέπτονταν οι άρχοντες, ναούς, ο σημαντικότερος από τους οποίους διασώζει ακόμη τη βάση του αγάλματος της θεότητας, και υπαίθριο θέατρο, λαξευμένο στο βράχο.
Από την είσοδο του αρχαιολογικού χώρου προς την πόλη, ακολουθώντας ένα μονοπάτι, ο επισκέπτης οδηγείται στην κύρια πύλη εισόδου που ανοίγεται στο ισχυρό οχυρωματικό τείχος. Η πύλη, ορθογώνιο κτίσμα, κλείνει με τρεις διαδοχικές πόρτες που σχηματίζουν μεταξύ τους δυο υπαίθριους χώρους σαν αυλές, θυμίζοντας εισόδους μυκηναϊκών ακροπόλεων. Στη συνέχεια αρχίζει ο κύριος δρόμος που αποτελείται από ενενήντα σκαλοπάτια, σκαρφαλώνει στο λόφο και οδηγεί στην αγορά της πόλης. Στα δεξιά του υπάρχει σειρά από μαγαζιά και εργαστήρια σε μια προσπάθεια χωροταξικής οργάνωσης. Λόγω της ισχυρής κλίσης του εδάφους οι Λάτιοι κατασκεύασαν ισχυρούς αναλημματικούς τοίχους δημιουργώντας άνδηρα για τις κατοικίες τους. Ένας από αυτούς, ο ισχυρότερος, ενισχυμένος με πύργους σχημάτιζε ένα δεύτερο οχυρωματικό τείχος. Πίσω του, σε επτά διαμορφωμένα άνδηρα, απλώνονταν οι κατοικίες. Ο βόρειος τοίχος καθεμιάς λειτουργούσε ως τοίχος αντιστήριξης του υπερκείμενου ανδήρου. Πολυάριθμες, στο βραχώδη άνυδρο αυτό χώρο, είναι οι δεξαμενές. Για να φτάσει κανείς στην αγορά κάνει το γύρο μιας στοάς με δωρική κιονοστοιχία που αποτελεί το δυτικό όριό της. Το νότιο άκρο και ο νότιος τοίχος της στοάς καταστράφηκαν στα χρόνια του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου, όταν στη θέση αυτή κατασκευάστηκε αλώνι που υπάρχει σήμερα.
Η αρχαία αγορά με ακανόνιστο τραπεζοειδές σχήμα βρίσκεται ανάμεσα στην ανατολική και δυτική συνοικία, στη βόρεια και νότια ακρόπολη, και αποτελούσε υποχρεωτικό πέρασμα για τους κατοίκους. Το κέντρο της καταλαμβάνει μικρός ναός σε σχήμα του απλού οίκου, αβέβαιης χρονολόγησης, από τον οποίο σώζεται σήμερα μια σειρά μεγάλων ορθοστατών. Βόρεια του ναΐσκου υπάρχει υπόγεια βαθειά κεντρική δεξαμενή, πιθανόν η δημόσια κεντρική δεξαμενή της πόλης. Στο βόρειο τμήμα της αγοράς εμφανίζεται μνημειώδης κλίμακα που χρησίμευε ως χώρος συγκέντρωσης, πιθανόν πολιτικής, και φιλοξενούσε 80 καθήμενους ή 180 όρθιους ακροατές. Δεξιά και αριστερά της κλίμακας δύο ισχυροί πύργοι υποστηρίζουν το ψηλότερο άνδηρο. Η κλίμακα οδηγεί στο σημαντικότερο κτήριο, το πρυτανείο, όπου συνεδρίαζαν οι άρχοντες της πόλης, γνωστοί ως κόσμοι. Αποτελείται από δυο μεγάλους και δυο μικρούς χώρους. Στον ένα από τους δυο μικρούς χώρους του, στο δυτικότερο, αναγνωρίστηκε η αίθουσα που στέγαζε τα αρχεία της πόλης και η οποία είχε πρόσβαση μόνο από το χώρο του εστιατορίου. Όλο το αρχιτεκτονικό σύνολο (η στοά, η κλίμακα, οι δυο πύργοι και το πρυτανείο) χρονολογείται στο β΄ μισό του 4ου ή στον 3ο αι. π.Χ.
Από την κορυφή της ακρόπολης οι Λάτιοι επόπτευαν το σύνολο σχεδόν της επικράτειάς τους. Από την αγορά μπορεί να επισκεφθεί κανείς τη νότια ακρόπολη. Κάτω από την ακρόπολη ισχυρός αναλημματικός τοίχος υποστηρίζει στενόμακρο πλάτωμα, όπου βρίσκονται τα ερείπια του μεγάλου ναού (διαστάσεων 10 x 16 μ.). Είναι απλό ως προς την κάτοψη κτίσμα, με ορθογώνιο πρόδομο ανατολικά και τετράγωνο σηκό δυτικά. Οι τοίχοι του σώζονται σε ύψος 3,35 μ. Ήταν κεραμοσκεπής κι είχε βοτσαλόστρωτο δάπεδο. Στο βάθος του σηκού ήταν τοποθετημένο το λατρευτικό άγαλμα, όπως φαίνεται από βάση που σώζεται στη θέση της. Χρησιμοποιήθηκε πιθανόν ως κατοικία τον 4ο αι. μ.Χ. Ανατολικά και σε χαμηλότερο επίπεδο σχηματίζεται «θεατρικός χώρος». Ένα μέρος του είναι λαξευμένο στο φυσικό βράχο, ενώ οι υπόλοιπες βαθμίδες είναι κτιστές. Η χωρητικότητά τους υπολογίζεται στους 350 θεατές. Σε επαφή με τις βαθμίδες υπάρχει μια εξέδρα με τρεις τοίχους που περιτρέχονται από θρανίο. Ήταν προφανώς υπαίθρια και η χρήση της άγνωστη. Πιθανόν χρησίμευε ως χώρος από όπου οι άρχοντες παρακολουθούσαν θρησκευτικές εορτές ή πολιτικές συγκεντρώσεις.
Τηλέφωνο: +30 28410 22462 - 28361 - 90511
Φαξ: +30 28410 25115
Email: efalas@culture.gr
Εισιτήρια
Ολόκληρο: €2, Μειωμένο: €1
Ημέρες Ελευθέρας Εισόδου
6 Μαρτίου - Μνήμη Μελίνας Μερκούρη
18 Απριλίου - Διεθνής Ημέρα Μνημείων
18 Μαΐου - Διεθνής Ημέρα Μουσείων
Το τελευταίο Σαββατοκύριακο Σεπτεμβρίου κάθε έτους (Ευρωπαϊκές Ημέρες Πολιτιστικής Κληρονομιάς)
28 Οκτωβρίου
Κάθε πρώτη Κυριακή του μήνα από 1ης Νοεμβρίου έως 31ης Μαρτίου
Ώρες Λειτουργίας
Θερινό:
08:30 - 16:00 (1 Απριλίου - 31 Οκτωβρίου).
Τρίτη: κλειστό