C

Τη δεκαετία του 60, ο Ken Thompson και ο Dennis Ritchie των Bell Labs δούλευαν στο project MULTICS. Μετά την απόσυρση των Bell Labs από το project, ο Thompson αποφάσισε να δημιουργήσει μία νέα γλώσσα προγραμματισμού συστημάτων για να γράψει ένα νέο Λειτουργικό Σύστημα το UNIX και δημιούργησε τη γλώσσα B. Η γλώσσα B αποτέλεσε τον πρόδρομο της C, την οποία ανέπτυξε ο Dennis Ritchie και χρησιμοποιήθηκε για να ξαναγραφτεί το UNIX. 

Είναι μία ευέλικτη και εκφραστική γλώσσα για μεγάλη ποικιλία προγραμμάτων και είναι εύκολη στην εκμάθηση. Επίσης η C είναι γλώσσα σχετικά χαμηλού επιπέδου, ή μεσαίου επιπέδου, όπως συχνά αποκαλείται. Αυτός ο χαρακτηρισμός δεν είναι υποτιμητικός, αλλά σημαίνει ότι η C συνδυάζει τα καλύτερα χαρακτηριστικά γλωσσών υψηλού επιπέδου, με την ευλυγισία και τον έλεγχο γλωσσών χαμηλού επιπέδου, όπως η assembly .

Η C είναι πολύ δημοφιλής γλώσσα προγραμματισμού ανάμεσα στους προγραμματιστές. Η φορητότητα της και η αποτελεσματικότητα της οδήγησαν σε αυτό. Κάθε προγραμματιστής μπορεί να δημιουργήσει τις δικές του βιβλιοθήκες με συναρτήσεις που ταιριάζουν στο στυλ του και να τις χρησιμοποιήσει σε πολλά διαφορετικά προγράμματα. 

The C Programming Language Ritchie Kernighan.pdf