Πέμπτη 21 Νοεμβρίου
Ι. Διαστρωματώσεις του παρελθόντος: κληρονομιά και μνήμες της Θεσσαλονίκης
Youyoung Jung, EHESS, Paris
Η κρίση και η ανοικοδόμηση της μεσαιωνικής πόλης: Η Θεσσαλονίκη από τον Ιωάννη Καμινιάτη.
Σε όλη τη διάρκεια της ιστορίας της, οι κρίσεις έπαιξαν σημαντικό ρόλο στις διάφορες πτυχές της πόλης. Η στρατηγική της θέση, λόγω της γεωγραφικής της τοποθεσίας, δεν της επέτρεπε να παραμείνει ειρηνική. Παραδόξως, οι κρίσεις αυτές καθιέρωσαν τη Θεσσαλονίκη ως τη δεύτερη πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας και τη μεγαλύτερη πόλη στα μεσαιωνικά Βαλκάνια. Το 904, μουσουλμάνοι ναυτικοί από την Ανατολή, υπό την ηγεσία του ναυάρχου Λέοντα της Τρίπολης, ενός μουσουλμάνου βυζαντινής καταγωγής που γεννήθηκε στη Συρία, κατέλαβαν τη δεύτερη πρωτεύουσα της βυζαντινής αυτοκρατορίας. Ανάμεσα στους χριστιανούς αιχμαλώτους που συνελήφθησαν ήταν και ο Ιωάννης Καμινιάτης, ο οποίος αφηγήθηκε τη λεηλασία και τις μάχες των Θεσσαλονικέων ενάντια στον εχθρό τους. Η πτώση αυτή, μία από τις χειρότερες καταστροφές σε όλη τη βυζαντινή ιστορία, αντιπροσωπεύει την κρίση του Βυζαντίου τον 10ο αιώνα. Ωστόσο, η τραγωδία αυτή δεν σήμαινε και το τέλος της ιστορίας της πόλης. Παρά την καταστροφή, η Θεσσαλονίκη κατάφερε να ανοικοδομηθεί μετά την καταστροφή και μετατράπηκε σε δεύτερη πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας.
Η παρούσα ανακοίνωση εστιάζει στην καταστροφή και την ανοικοδόμηση της Θεσσαλονίκης, κυρίως μέσα από τις μαρτυρίες του Καμινιάτη, και εξετάζει τη νέα φάση ανάπτυξης της πόλης. Η αφήγηση του Καμινιάτη, η μόνη που μιλά για το μεγάλο καταστροφικό γεγονός στα μέσα της Μακεδονικής δυναστείας, αποτελεί πρωταρχική και αναντικατάστατη πηγή για τη συζήτηση της ιστορίας της Θεσσαλονίκης. Είναι ένας ιστορικός μάρτυρας της κρίσης της πόλης, αλλά και της έναρξης της ακμάζουσας ιστορίας της ως δεύτερης πρωτεύουσας της αυτοκρατορίας κατά την περίοδο της Μακεδονικής Αναγέννησης.
Michał Bzinkowski, Université Jagielloński, Cracovie, Pologne
Από μια πολυσύχναστη λεβαντίνικη πόλη, μέσα από τα ερείπια και τα χαλάσματα στη νεωτερικότητα - εικόνες της Θεσσαλονίκης στις αφηγήσεις Πολωνών ταξιδιωτών του 19ου και 20ού αιώνα.
Στην ομιλία μου θα παρουσιάσω τις αφηγήσεις διάφορων Πολωνών ταξιδιωτών που επισκέφθηκαν τη Θεσσαλονίκη για διάφορους σκοπούς τον 19ο και τον 20ό αιώνα. Θα χρησιμοποιήσω τα ακόλουθα βιβλία, τα οποία περιλαμβάνουν ενδιαφέρουσες περιγραφές της Θεσσαλονίκης: το Δεκαετές ταξίδι στην Ανατολή (1872) του Ignacy Pietraszewski (1796-1869), το Από τον Όλυμπο στην Ολυμπία: Εντυπώσεις και σκέψεις από ένα ελληνικό ταξίδι (1928) του Tadeusz Sinko (1877-1966) και το Μέσα από μια χώρα των θεών, του ηλίου και των ελιών (1966) των συγγραφέων Artur Grodzicki και Józef Alfred Szczepański. Όλες οι προαναφερθείσες αφηγήσεις παρέχουν ανεκτίμητες πληροφορίες σχετικά με τις αλλαγές στον αστικό ιστό της Θεσσαλονίκης και τις πληθυσμιακές σχέσεις κατά τη διάρκεια ενός και πλέον αιώνα.
Vassilios Sabatakakis, Université de Lund, Suède
Η Θεσσαλονίκη του 1784 στο ταξιδιωτικό ημερολόγιο του Σουηδού πάστορα και περιηγητή Adolf Fredrik Sturtzenbecker (1757-1784).
Ο A. F. Sturtzenbecker, Σουηδός θεολόγος, απόφοιτος του Πανεπιστημίου της Ουψάλας, αρχαιολάτρης, γνώστης της αρχαίας ελληνικής, της λατινικής, της αραβικής και της εβραϊκής γλώσσας, τοποθετήθηκε στη θέση του πάστορα στη σουηδική πρεσβεία στην Κωνσταντινούπολη το Νοέμβριο του 1780. Το Μάρτιο του 1784, επισκέφτηκε την Ελλάδα με πρώτο σταθμό τη Θεσσαλονίκη και στη συνέχεια ταξίδεψε στην Ήπειρο, τη Θεσσαλία και την ανατολική Στερεά Ελλάδα όπου και πέθανε στη Λειβαδιά. Στη Θεσσαλονίκη έμεινε δεκατέσσερις μέρες και κάνει πολύ σημαντικές περιγραφές και παρατηρήσεις για τα κτίρια της πόλης, τα μνημεία, τους θρησκευτικούς τόπους λατρείας, το εμπόριο, τη ζωή και την ανθρωπογεωγραφία της.
Στην ομιλία μου θα παρουσιάσω τις εντυπώσεις του από το εκτενές ταξιδιωτικό του ημερολόγιο, το οποίο μαζί με τις επιστολές του θα εκδώσω στη Σουηδία στις αρχές του ερχόμενου έτους.
© Bernard Pailhès
ΙΙ. Η Θεσσαλονίκη από τον 19ο στον 20ο αιώνα
Alexia Altouva, Université Capodistrienne d’Athènes, Grèce
Θεατρικά τοπόσημα και καλλιτεχνική δραστηριότητα στην οθωμανική Θεσσαλονίκη.
Η ανακοίνωση θα εξετάσει ειδικότερα ζητήματα σχετικά με τους θεατρικούς χώρους που ως θεατρικά τοπόσημα συνέβαλαν στην πολιτιστική ανάπτυξη της πόλης και αποτέλεσαν σημεία αναφοράς για τον αστικό ιστό, τα είδη θεάτρου και τους θιάσους που δραστηριοποιούνταν σε αυτούς του χώρους συνθέτοντας το θεατρικό τοπίο της περιόδου, τη σχέση των διαφορετικών κοινοτήτων της πόλης με την τέχνη του θεάτρου (ελληνική, εβραϊκή, τουρκική, αρμενική, κ.ά.), τις διόδους επικοινωνίας με τα σημαντικά κέντρα της ελληνικής διασποράς και αλληλεπίδρασης στον συγκεκριμένο τομέα, στοιχεία που συνολικά διαμόρφωσαν τον πολιτιστικό χαρακτήρα της Θεσσαλονίκης.
Kyriakos Papoulidis, Université Adam Mickiewicz, Poznan, Pologne
Η μεσοπολεμική Θεσσαλονίκη μέσα από τις αρχειακές μαρτυρίες της πολωνικής κοινότητας (1919-1939). Αφηγηματική σκιαγράφηση μίας παράλληλης πορείας στο χωροχρόνο.
Η παρούσα ανακοίνωση αποσκοπεί στην παρουσίαση ενός συνόλου ανθρωπίνων μαρτυριών (αφηγημάτων) εντός ενός αστικού τοπίου (Θεσσαλονίκη) το οποίο χαρακτηρίζεται από συνεχείς και ραγδαίες μετατροπές κι εξελίξεις. Πιο συγκεκριμένα οι ανθρώπινες μαρτυρίες που θα παρουσιαστούν ταυτόχρονα ως φωνές της πόλης αλλά κι ως λογοτεχνικά αφηγήματα προέρχονται από οικογενειακά και επιχειρηματικά αρχειακά περιβάλλοντα κι αφορούν την ένταξη και τη δράση μίας συλλογικής κοινότητας (πολωνικής) σε ένα μεταβαλλόμενο αστικό τοπίο της Θεσσαλονίκης. Η παράλληλη πορεία των δυο αυτών παραμέτρων (συλλογική κοινότητα & αστικό τοπίο) αποτελεί κοινό τόπο μνήμης στα πλαίσια του χωροχρόνου και πρόκειται να εξεταστεί με βάση το κριτήριο της αυθεντικότητας. Για αυτό το λόγο η παρούσα ανακοίνωση πρόκειται να στηριχθεί σε άγνωστες αρχειακές μαρτυρίες προερχόμενες από προσωπικές και θεσμικές πηγές καθώς κι από το Ιστορικό Αρχείο των εφημερίδων Το Βήμα και Τα Νέα.
Alkistis Sofou, Sorbonne Université, Paris
«Τα γεγονότα της 6ης Μαΐου 1876 στη Θεσσαλονίκη» και η απομυθοποίηση της πόλης.
Στις 6 Μαΐου 1876, οι πρόξενοι της Γαλλίας και της Γερμανίας, Jules Moulin και Henry Abbott, λυντσαρίστηκαν μέχρι θανάτου με σιδερένιες ράβδους, ρόπαλα και μαχαίρια, κατά τη διάρκεια ταραχών. Ο φρικτός θάνατος των δύο προξένων προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων. Οι ευρωπαϊκές δυνάμεις αντέδρασαν αμέσως και απαίτησαν από την Υψηλή Πύλη να επέμβει γρήγορα και δυναμικά. Απαίτησαν μεγάλη αποζημίωση, επίσημες κηδείες και παραδειγματικές τιμωρίες για τους ενόχους. Αυτή η διεθνής πίεση, η οποία αντανακλά τη σοβαρότητα του περιστατικού, σηματοδοτεί μια προσωρινή στροφή στην αλλαγή στάσης των δυνάμεων απέναντι στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.Θα εξετάσουμε πώς αυτό το περιστατικό έγινε αντιληπτό από τον γαλλικό τύπο και τον αντίκτυπο που είχε στην εικόνα της πόλης της Θεσσαλονίκης.
Sofia Denissi, École Supérieure des Beaux-Arts, Université d’Athènes
Τα Απόκρυφα της Θεσσαλονίκης (1911) του Γεωργίου Σκωτ: μια πρώιμη απόπειρα αποτύπωσης του υπόκοσμου της πόλης κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα.
Η τεράστια επιτυχία του κοινωνικού μυθιστορήματος του Eugène Sue, Les Mystères de Paris (1842-43) οδήγησε στη γέννηση ενός νέου μυθιστορηματικού είδους, αυτού του «μυθιστορήματος των Αποκρύφων», το οποίο κατέκτησε την Ευρώπη. Η Ελλάδα δεν αποτέλεσε εξαίρεση, δημοσιεύοντας αρχικά μεταφρασμένα μυθιστορήματα του είδους και στη συνέχεια πρωτότυπα. Παρά τον μεγάλο αριθμό πρωτότυπων έργων της συγκεκριμένης μυθιστορηματικής κατηγορίας, δεν είχε εντοπιστεί, μέχρι σήμερα, κάποιο μυθιστόρημα που να αφορά τη ζωή του ελληνισμού στη Θεσσαλονίκη. Έτσι το επιφυλλιδικό μυθιστόρημα του Γεωργίου Σκωτ Τα Απόκρυφα της Θεσσαλονίκης (1911), το οποίο αναφέρεται στην πόλη κατά το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα, δίνοντας μια πρωτόγνωρη εικόνα για τον ελληνικό υπόκοσμο της στα χρόνια της οθωμανικής κυριαρχίας, παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον. Στόχος της εισήγησης αποτελεί η ανάλυση του έργου, η ένταξή του στο «μυθιστόρημα των Αποκρύφων» και η άντληση πολύτιμων πληροφοριών για μια πλευρά της ζωής του ελληνισμού, σε μια περίοδο εν πολλοίς άγνωστη μέσα από λογοτεχνικά έργα.
© Bernard Pailhès
ΙΙΙ. Ιστορία και Αρχιτεκτονική
Maria G. Moschou, Université Capodistrienne d’Athènes
Η Θεσσαλονίκη ως «πρωτεύουσα των προσφύγων». Εθνική ταυτότητα, οικιστικό περιβάλλον και οι μεταμορφώσεις της συλλογικής μνήμης.
Μέσα από την περιγραφή μιας απλής καθημερινής εμπειρίας, στο κείμενο του Γ. Ιωάννου «Κάτω απ’ τις πυκνές δεντροστοιχίες» εγγράφονται ριζικές μεταμορφώσεις του αστικού χώρου της Θεσσαλονίκης που συνυφάνθηκαν με την εμπειρία της Μικρασιατικής Καταστροφής και στη συνέχεια ενσωματώθηκαν στον λόγο περί προσφυγικής μνήμης και εθνικής ταυτότητας. Εκκινώντας από τον ορισμό της συλλογικής μνήμης του Maurice Halbwachs και πρόσφατες επαναναγνώσεις του, στην ανακοίνωση διερευνώνται αναπαραστάσεις της προσφυγικής Θεσσαλονίκης σε κείμενα του Γιώργου Ιωάννου. Λαμβάνοντας υπόψη επαναδιαπραγματεύσεις της έννοιας της προσφυγικής μνήμης, αξιοποιείται η θέση ότι η συγκρότηση της συλλογικής μνήμης συνυφαίνεται με το οικιστικό περιβάλλον. Κατά την εξέταση του μεταβαλλόμενου οικιστικού περιβάλλοντος της Θεσσαλονίκης και των ανακατατάξεων που επιφέρει στην ανθρωπογεωγραφία της, τονίζεται η κρίσιμη σημασία που αποδίδει ο Ιωάννου στον σύνδεσμο εθνικής ταυτότητας-βυζαντινής κληρονομιάς. Στο πλαίσιο ανάλυσης των μεταμορφώσεων της συλλογικής μνήμης παράλληλα με τις μεταβολές στο οικιστικό περιβάλλον της Θεσσαλονίκης, επισημαίνονται ακόμα εκσυγχρονιστικές ρυθμίσεις του αστικού χώρου υπό το πρόταγμα του Βενιζελισμού μετά την πυρκαγιά του 1917 και παρουσιάζονται στοιχεία για τις πολιτικές στεγαστικής αποκατάστασης των προσφύγων του 1922.
Peny Koutsou, Michalis Koyias, Université Aristote de Thessalonique et Ministère grec de la Culture
Γράφοντας, διαγράφοντας και επανεγγράφοντας: Διαδοχικά παρελθόντα και μνημεία-παλίμψηστα της Θεσσαλονίκης.
Οι πόλεις δεν είναι μονάχα πεδία κατοίκησης ή συγκατοίκησης. Ταυτόχρονα συνιστούν πολεοδομικά και αρχιτεκτονημένα σώματα πάνω στα οποία οι διαδοχικές χρονικότητες δημιουργούν διαφορετικές χωρικές επιστρώσεις. Εκκινώντας από τη σύλληψη του Genette διαβάζουμε τη Ροτόντα και την Εκκλησία Παναγία Αχειροποίητο ως μνημεία-παλίμψηστα που διαμεσολαβούν και εσωκλείουν με υλικό τρόπο τα διαδοχικά παρελθόντα της πόλης (ρωμαϊκό, βυζαντινό, οθωμανικό, προσφυγικό). Με άξονα τη συνανάγνωση παλιάς και νέας γραφής συζητάμε την προσπάθεια του εκάστοτε κυρίαρχου στρατηγήματος να επιβάλει τη νέα ταυτότητα της πόλης αυξάνοντας τελικά τις επιστρώσεις στην επιφάνεια του παλίμψηστου και κατ’ επέκταση στο σώμα της ίδιας της πόλης.
Ariadni Vozani, École Polytechnique d’Athènes
Επανασχεδιασμός Δημοσίων Χώρων και Μνήμη : Η περίπτωση της νέας πρότασης ανάπλασης του άξονα και της πλατείας Αριστοτέλους.
Η παρουσίαση θα εστιάσει στη σημασία της μνήμης και της ιστορίας της πόλης κατά τον επανασχεδιασμό δημοσίων χώρων, με αφορμή τη νέα μελέτη ανάπλασης του άξονα και της πλατείας Αριστοτέλους (α΄ βραβείο Διεθνούς Αρχιτεκτονικού Διαγωνισμού/2021). Η συγκεκριμένη περιοχή μελέτης αποτελεί έναν από τους κεντρικότερους δημόσιους χώρους της Θεσσαλονίκης όπως διαμορφώθηκε σταδιακά μετά την πυρκαγιά του 1917. Ποιες αρχές σχεδιασμού ακολούθησε η βραβευμένη πρόταση προσχέδιων του διαγωνισμού ανάπλασης του άξονα και της πλατείας Αριστοτέλους και πώς εξελίχθηκε στη συνέχεια η μελέτη; Με ποιον τρόπο οι αρχές αυτές συνδέονται με τη μνήμη της πόλης και τον σχεδιασμό του Έρνεστ Εμπράρ απαντώντας παράλληλα στις σύγχρονες και μελλοντικές συνθήκες και τα αιτήματα;
Bernard Pailhès, urbaniste consultant
Καταστροφή και ανοικοδόμηση της Θεσσαλονίκης (1917-1920).
Το Σάββατο 18 Αυγούστου 1917, μια πυρκαγιά ξεσπά στο κέντρο της Θεσσαλονίκης. Η πυρκαγιά αυτή συμβαίνει σε μια κρίσιμη στιγμή της ήδη ιδιαίτερα ταραγμένης ιστορίας της. Η πόλη βρίσκεται σε ένα ιδιαίτερο καθεστώς: γενέτειρα του Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, ιδρυτή της τουρκικής δημοκρατίας, πόλη που κατακτήθηκε λίγα χρόνια νωρίτερα, το 1912, από τους Τούρκους κατά τον πρώτο βαλκανικό πόλεμο, η Θεσσαλονίκη παρέμεινε ουδέτερη στην αρχή του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Σε τριάντα δύο ώρες, η φωτιά κατέστρεψε 120 εκτάρια και 9.500 κτίρια, αφήνοντας 72.000 ανθρώπους άστεγους, πλήττοντας όλες τις κοινότητες, εβραϊκές, ορθόδοξες και μουσουλμανικές.
Μια τέτοια πόλη, αφανισμένη σε δύο ημέρες, έπρεπε να αναγεννηθεί από τις στάχτες της. Σημαντικό ρόλο στην ανοικοδόμηση της πόλης μετά την πυρκαγιά θα διαδραματίσει ένας από τους στρατιώτες του Στρατού της Ανατολής, ο Ernest Hébrard. Αρχιτέκτονας, βραβευμένος με το βραβείο της Ρώμης το 1904, θα προσφέρει τις υπηρεσίες του, αφού ο Βενιζέλος του αναθέτει να σχεδιάσει τη νέα «σύγχρονη» πόλη.
Η ανοικοδόμηση της Θεσσαλονίκης αντιπροσωπεύει τη μεγαλύτερη επιχείρηση αστικής ανάπλασης που έχει ποτέ αναληφθεί στην Ελλάδα: Ενώ διαλύει την παλιά πόλη, που καταστράφηκε σε μεγάλο βαθμό από την πυρκαγιά –ιδιαίτερα τις εβραϊκές συνοικίες του κέντρου– αποτελεί μέρος του σχεδίου εξελληνισμού της εβραϊκής και σλαβικής πόλης, η οποία πρόσφατα είχε περάσει υπό ελληνική διοίκηση. Η παρούσα ανακοίνωση θα προσπαθήσει να δείξει πώς ο αστικός μετασχηματισμός, με σύγχρονα μέσα και αποφασιστικότητα, θα συμβάλει στην καθιέρωση της Θεσσαλονίκης ως δεύτερης πόλης της Ελλάδας και σημαντικού πανεπιστημιακού και οικονομικού πόλου, ο οποίος καλούνταν να ανταποκριθεί στις προκλήσεις του εικοστού αιώνα.
© Bernard Pailhès
IV. Ανθρωπολογία και Πόλη
Fotini Tsibiridou, Université de Macédoine, Thessalonique
Η πόλη ως εργαστήριο γνώσης απο-αποικιοποίησης. Οι αντι-ξεναγήσεις ως έργο δημόσιας ανθρωπολογίας στις γειτονιές της Θεσσαλονίκης.
Η παρούσα ανακοίνωση βασίζεται στην έρευνα των παλίμψηστων κυριαρχιών που αφορούν μειονοτικά θέματα (βλ. πρόσφυγες του παρελθόντος και μετανάστες του παρόντος) ή απόντες πληθυσμούς (βλ. Εβραίους και Μουσουλμάνους), υλικότητες και ίχνη των σωμάτων τους, που θεωρούνται/βιώνονται ως υποδεέστερα. Ακολουθώντας τις μεθοδολογίες μιας δημόσιας ανθρωπολογίας σε διάλογο με τις υλικότητες και τα σώματα των μειονοτικών ή αποικιοκρατημένων υποκειμένων, καθώς και με τη γνώση και τη μαγεία των Άλλων, δηλαδή τον κόσμο πέρα από τους ανθρώπους κατά προτεραιότητα άρρενες, τους ζωντανούς και την εθνική μας ομάδα, οι αντι-ξεναγήσεις, ως ασκήσεις πεδίου για μια δημόσια ανθρωπολογία, συνομιλούν με πολυτροπικό τρόπο στην αναζήτηση μιας αποαποικιοποιημένης γνώσης της πόλης. Περιλαμβάνουν την πορεία σε υλικά ίχνη, καθημερινές ιστορίες και ξεχασμένους αστικούς μύθους, εμπειρίες και λογοτεχνικές και ποιητικές αναπαραστάσεις, μεταφράζοντας τις παλίμψηστες κυριαρχίες.
Από τη νεωτερικότητα, η πόλη συχνά βιώνεται μέσα από το πλέγμα μιας πατριαρχικής αποικιοκρατίας/ορθολογικοποίησης/φυλετικοποίησης/εθνικοποίησης που ασκείται στη σκέψη και το σώμα, ορατή στον δημόσιο χώρο. Με στόχο την ανατροπή των εθνοκεντρικών, εθνικιστικών και σεξιστικών αφηγήσεων και αναπαραστάσεων της νεωτερικότητας, υπό την αιγίδα και τις ασκήσεις πεδίου που πραγματοποιούνται από το Εργαστήριο/Πολιτισμός-Σύνορα-Φύλο (BSOS-Πανεπιστήμιο Μακεδονίας), καταφεύγουμε στις δημιουργικές και αποαποικιοποιημένες τεχνικές του «resemblage».
Διασχίζοντας συγκεκριμένες γειτονιές της πόλης της Θεσσαλονίκης, δηλαδή μέσα/έξω από τα τείχη της Άνω Πόλης ή γύρω από το Φραγκομαχαλά, κοντά στο λιμάνι, ακολουθούμε ή επινοούμε, με τρόπο ακτιβιστικό, αφηγήσεις διαφορετικές από τη γραμμική, ευρωκεντρική, παιδαγωγική και σεξιστική ορθολογική ιστοριογραφική αφήγηση του παρελθόντος, επιθυμώντας να ανασυστήσουμε τα κενά, τις απουσίες και τις σιωπές των αποικιοκρατημένων σωμάτων, αυτών που δεν έχουν φωνή, που δεν μπορούν να μιλήσουν και υποεκπροσωπούνται στον δημόσιο χώρο της νεωτερικότητας της πόλης.
Areti Kondylidou, Ministère grec de la Culture
Ισλαχανέ: ένα παλίμψηστο μνήμης.
Στόχος αυτής της παρέμβασης είναι να παρουσιάσει την περίπτωση ενός οθωμανικού μνημείου, το οποίο, ξεχασμένο για δεκαετίες, βρήκε ένα νέο ρόλο στην πολιτιστική ζωή της πόλης. Ο «Πολυχώρος Πολιτισμού Ισλαχανέ, πρώην Σχολή Τεχνών και Επαγγελμάτων Χαμιδιέ» στέγαζε στο παρελθόν τα τεχνικά εργαστήρια του ορφανοτροφείου αρρένων και ιδρύθηκε το 1874 στη Θεσσαλονίκη. Μέσα από το ταξίδι στο χρόνο, του κτιρίου και της γειτονιάς –κτίριο που αναστηλώθηκε υποδειγματικά σήμερα από το Υπουργείο Πολιτισμού της Ελλάδας– και τις διάφορες λειτουργίες και τους διαφορετικούς κατοίκους του, από γειτονιά ορφανοτροφείου και τεχνικών εργαστηρίων σε γειτονιά προσφύγων από τη Μικρά Ασία και χώρο βιομηχανικής εργασίας, μέχρι τη μετατροπή του σε μουσείο του εαυτού του, το Ισλαχανέ αφηγείται τη νεότερη ιστορία της γειτονιάς και κατʼ επέκταση της πόλης της Θεσσαλονίκης.
Το εύρος των δραστηριοτήτων του σήμερα, ως μουσείο και κέντρο πολιτιστικών εκδηλώσεων, υποκινείται από τις πολλαπλές αφηγήσεις του τόπου και το παλίμψηστο της μνήμης του: την υλική και άυλη κληρονομιά ως ζωντανή εμπειρία.
Maria Papadopoulou, Roza Eleni Barka, Université Aristote de Thessalonique
Η γλωσσική πολυμορφία στα σύγχρονα νεκροταφεία της Θεσσαλονίκης.
Τα νεκροταφεία της πόλης της Θεσσαλονίκης υπήρξαν τόπος ταφής ατόμων διαφορετικών γλωσσών και πολιτισμών. Παρόλο που έχουν μελετηθεί ως σημαντικά στοιχεία της ιστορίας της Θεσσαλονίκης, τα νεκροταφεία δεν έχουν αναλυθεί ως μαρτυρία της πολυγλωσσίας της πόλης. Σε αυτήν την ανακοίνωση, θα ασχοληθούμε με το γλωσσικό τοπίο των σωζόμενων νεκροταφείων της Θεσσαλονίκης, αναζητώντας ίχνη γλωσσικής ποικιλομορφίας. Δώδεκα νεκροταφεία της πόλης και των κοντινών περιοχών της Θεσσαλονίκης μελετήθηκαν στο πλαίσιο μιας έρευνας που αποτελεί μια πρώτη διερεύνηση. Έχοντας ως κριτήριο ανάλυσης τη χωρική και/ή χρονική συνύπαρξη (ή την απουσία της) διαφορετικών γλωσσών στους τάφους του δείγματος, θα μελετήσουμε το γλωσσικό τοπίο των νεκροταφείων της πόλης ως αντανάκλαση, ταυτόχρονα πραγματική ή πλασματική, της εξέλιξης της γλωσσικής ποικιλομορφίας της Θεσσαλονίκης από τα τέλη του 19ου αιώνα έως σήμερα.
Olivier Givre, Université Lumière-Lyon 2
Η Θεσσαλονίκη, πόλη εργαστήριο έρευνας-δημιουργίας στα Βαλκάνια; Tο δίκτυο CREABALK (Δημιουργικά Βαλκάνια).
Η ανακοίνωση αυτή της οποίας η έρευνα βρίσκεται εν προόδω έχει ως στόχο να παρουσιάσει το δίκτυο CREABALK-CreativeBalkans, με έδρα τη Θεσσαλονίκη, το οποίο ασχολείται με την έρευνα-δημιουργία και τη σχέση μεταξύ επιστήμης και τέχνης. Οι βασικοί άξονές της παρουσίασης θα είναι:
α) το έργο που αφορά τα ηχητικά τοπία της Άνω Πόλης, και ιδιαίτερα το «υπόγειο ποτάμι» της, σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας στη Θεσσαλονίκη, τον πολυχώρο Islahane και το Γαλλικό Ινστιτούτο Θεσσαλονίκης. β) ιδέες, απόψεις, προτάσεις και πληροφορίες σχετικά με αυτό το έργο και το θέμα από τους συμμετέχοντες στο συνέδριο γ) ανοιχτή συζήτηση μετά την παρουσίασή μου με συναδέλφους/ισσες που μπορεί να ενδιαφέρονται για αυτό το είδος προσέγγισης, για να μοιραστούμε ιδέες και ενδεχομένως να χαράξουμε μελλοντικές προοπτικές σε ερευνητικά-δημιουργικά έργα που αφορούν τη Θεσσαλονίκη.
© Bernard Pailhès
Παρασκευή 22 Νοεμβρίου
© Bernard Pailhès
V. Μουσικές της Θεσσαλονίκης
Melina Moschou, Sorbonne Université, Paris
Μια μουσική σύνθεση: ένα ποίημα για τη Θεσσαλονίκη.
Η παρούσα ανακοίνωση επιδιώκει να διερευνήσει εκ νέου και να φωτίσει ένα άγνωστο αλλά σημαντικό ποιητικό έργο για τη λογοτεχνική κληρονομιά της Θεσσαλονίκης και της ευρωπαϊκής πρωτοπορίας: S.P. 503, «το ποίημα του Βαρδάρη» του Ricciotto Canudo, σε μια έκδοση που συνοδεύεται από τη «Σονάτα στη Θεσσαλονίκη» και διακοσμείται με ένα σχέδιο-πορτραίτο του συγγραφέα φιλοτεχνημένο από τον Picasso και μια μουσική προμετωπίδα από τον Maurice Ravel (Παρίσι, 1923). Εμπνευσμένος από την εμπειρία του στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο στη Μακεδονία, ο Canudo συνδέει ποιητικά το μακεδονικό τοπίο με τις μουσικές δομές. Η Θεσσαλονίκη, πολιτιστικό σταυροδρόμι και στρατηγικό σημείο, κατέχει κεντρική θέση στη φαντασία του, σε μια πρωτοποριακή αναζήτηση μιας νέας ποιητικής συναισθησίας που ενσωματώνει ποίηση, μουσική και εικαστικές τέχνες.
Katerina Karra, Université Capodistrienne d’Athènes
Η μουσικοθεατρική ταυτότητα της Θεσσαλονίκης στον Μεσοπόλεμο.
Κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου, η Θεσσαλονίκη ήταν στο επίκεντρο της θεατρικής ζωής. Περιοδεύοντες, ελληνικοί και ξένοι, κυρίως μουσικοί, θίασοι επισκέπτονταν την πόλη και παρουσίαζαν το πλούσιο ρεπερτόριό τους κάθε χρόνο, το ραδιόφωνο του Χρήστου Τσιγγιρίδη πρόσφερε στους ακροατές του ζωντανά μουσικές θεατρικές παραστάσεις, δημοφιλείς πρωταγωνιστές και πρωταγωνίστριες του μουσικού θεάτρου μεγαλώνανε στην πόλη, ωδεία παρείχανε συστηματική δραματική εκπαίδευση συνδέοντας το θέατρο με τη μουσική, το Βασιλικό θέατρο, εμβληματικό κτίριο για τη θεατρική ζωή της πόλης χτίστηκε και άρχισε να λειτουργεί με εναρκτήρια παράσταση τη Νυχτερίδα από τη νεοϊδρυθείσα Λυρική Σκηνή. Στόχος της ανακοίνωσης είναι να παρουσιάσει τα αποτελέσματα μιας έρευνας για τον χαρακτήρα των μουσικών θεατρικών παραστάσεων στην πόλη κατά τη διάρκεια δύο δεκαετιών, συμπεριλαμβανομένης της τετραετίας της μεταξικής δικτατορίας, και να διερευνήσει τον τρόπο που αυτές όρισαν τη μουσικοθεατρική ταυτότητα της πόλης, όπως διαμορφώθηκε στη συνέχεια. Η ανακοίνωση θα παρουσιάσει το σχετικό πρόγραμμα, όπως σχεδιάστηκε και υλοποιείται στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του ΕΚΠΑ στο πλαίσιο του μαθήματος «Τοπική Ιστορία Θεάτρου». Έμφαση θα δοθεί στην παρουσίαση των αποτελεσμάτων για την περίοδο της μεταξικής δικτατορίας, μια περίοδο που καθόρισε τις εξελίξεις στον χώρο της επιθεώρησης, της οπερέτας και της μουσικής κωμωδίας και ανάγκασε αθηναϊκούς θιάσους να έρθουν για μεγαλύτερα διαστήματα στη Θεσσαλονίκη, προκειμένου να αποφύγουν τις πιέσεις της λογοκρισίας, δημιουργώντας όμως έτσι δεσμούς με την πόλη και διαμορφώνοντας τη μνήμη της σε σχέση με το θέατρο.
Thanos Giannoudis, Université Aristote de Thessalonique
«Μάρτη στη Θεσσαλονίκη, καλοκαίρι στο Ντεπώ…»: Η μορφή και ο ρόλος της Θεσσαλονίκης στην έντεχνη στιχουργία.
Η πόλη της Θεσσαλονίκης έχει εν πολλοίς περιβληθεί στο λογοτεχνικό και ποιητικό πεδίο με την αχλή και το υπόβαθρο ενός μύθου εγκιβωτισμένου με την παλίμψηστη ιστορία και το πολυεθνικό της παρελθόν. Η εικόνα και η παρουσία της δε στο λαϊκό τραγούδι υπερτονίζουν κατά βάση ορισμένα έτοιμα σχήματα και οριοθετημένα μοτίβα, υπερθεματίζοντας εντός των προκατασκευασμένων αξόνων του γλεντιού, της ανόθευτης λαϊκότητας, της αυθεντικής ζωής και –ιδίως– της αντίθεσης με την πόλη της Αθήνας και της εκεί κυρίαρχης εστίασης και αντίληψης. Με την παρούσα ανακοίνωση, φιλοδοξούμε να διευρύνουμε αυτό το στενό φάσμα, ρίχνοντας φως στη μορφή και το ρόλο που διαδραματίζει η πόλη της Θεσσαλονίκης στην έντεχνη στιχουργία (η οποία και ισορροπεί οργανικά ανάμεσα στο αμιγώς λαϊκό τραγούδι και τη μελοποιημένη ποίηση) και ανιχνεύοντας, ταυτόχρονα, την ταυτότητα και τις στιχουργικές απηχήσεις της πόλης σε μια εποχή μετάβασης, μετανάστευσης, ραγδαίας ανοικοδόμησης και εντέλει ξεκάθαρης αλλαγής παραδείγματος.
© Bernard Pailhès
VI. Θέατρο
Nikos Barkas, Université Démocrite de Thrace, Grèce
Σύγχρονοι θεατρικοί χώροι της Θεσσαλονίκης.
Ο θεατρικός χώρος αποκαλύπτει τη θεσπισμένη διάταξη που επιλέγουν οι κυρίαρχες τάξεις κάθε εποχής για το θέατρο. Από τη δεκαετία του ʼ60 στα θεατρικά πράγματα κυριάρχησε η μόνιμη λειτουργία του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος, ενώ εποχικές παραστάσεις αθηναϊκών θιάσων φιλοξενήθηκαν στο θέατρο Χατζώκου και τοπικοί πειραματικοί θίασοι στα κινηματοθέατρα Άνετον και Αμαλία. Η θεατρική ζωή της σύγχρονης εποχής σφραγίζεται από το θεσμό της «πολιτιστικής πρωτεύουσας της Ευρώπης» οπότε διατέθηκαν σημαντικοί οικονομικοί πόροι για θεατρικές υποδομές και τεχνικούς εξοπλισμούς. Χωρίς σοβαρή συζήτηση υιοθετήθηκε ένα τεχνικό πρόγραμμα με μονότονη επιλογή τον τύπο του θεάτρου προσκηνίου στις κεντρικές σκηνές, ενώ απορρίφθηκαν όλες οι προτάσεις για θεατρικούς χώρους με μεταβλητές διατάξεις στους περιφερειακούς δήμους. Τέλος, εκφράστηκε πλήρης αδιαφορία για την εξυπηρέτηση των μικρών κι ερασιτεχνικών θιάσων της πόλης, οι οποίοι συνεχίζουν να καταφεύγουν σε ακατάλληλα υπόγεια ή αποθήκες.
Tatiana Liani – Ioulia Pipinia, Université Aristote de Thessalonique
Η πόλη θυμάται; Σύγχρονες θεατρικές παραστάσεις για το εβραϊκό παρελθόν της Θεσσαλονίκης.
Οι παραστάσεις για το εβραϊκό παρελθόν της Θεσσαλονίκης έχουν αυξηθεί σημαντικά την τελευταία διετία (Λούνα, 96%, Λίγο φαΐ για τον δρόμο κ.ά.) Κοινό γνώρισμα τους είναι η υβριδική φόρμα και η χρήση σύγχρονων επιτελεστικών μορφών παρουσίασης (θέατρο ντοκουμέντο, τοποειδική παράσταση, μουσειακό ή εφαρμοσμένο θέατρο) που προκρίνουν την έμφαση στον αστικό χώρο, τις μεταμορφώσεις και τις αλλοιώσεις του, αλλά και τη συμμετοχή του κοινού. Στόχος της ανακοίνωσης είναι να συζητήσει τους τρόπους με τους οποίους οι συγκεκριμένες παραστάσεις επαναδιαπραγματεύονται την αποσιωπημένη ιστορία των Θεσσαλονικών Εβραίων και ανακατασκευάζουν την εικόνα της πόλης, στο τότε και στο τώρα, ενώ επιχειρούν να καταστήσουν παροντικές εμπειρίες και ταυτότητες, πρωτίστως του κατοίκου και θεατή, καθοριστικούς παράγοντες στη διαχείριση της μνήμης.
Mélisande Leventopoulos, ESTCA, Université Paris 8 Vincennes Saint-Denis, Nefeli Liontou, HICSA, Université Paris 1 Sorbonne
Κινηματογράφος και ναζιστική κατοχή στη Θεσσαλονίκη: προτάσεις ανάλυσης με βάση το πρόγραμμα «Visual Salonica».
Η παρούσα ανακοίνωση πραγματεύεται τις επιστημολογικές προτάσεις και την έρευνα που διεξάγεται στο πλαίσιο του προγράμματος «Visual Salonica» της Γαλλικής Σχολής Αθηνών. Εξετάζοντας τις πρακτικές διαχείρισης, διανομής και πρόσληψης του κινηματογράφου αξιολογούμε τον ρόλο τους σε σχέση με την κοινωνική και πολιτιστική ιστορία της Θεσσαλονίκης κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Άλλωστε, η ιστοριογραφία της Κατοχής στην Ελλάδα δεν έχει ενδιαφερθεί για τον κινηματογράφο. Επαναφέροντας τον διάλογο με τη διεθνή ιστοριογραφία του κινηματογράφου, η οποία επίσης έχει σβήσει εντελώς την υπόθεση της πόλης και δεν έχει δώσει την απαιτούμενη σημασία στην περίπλοκη υπόθεση των τριών ελληνικών ζωνών κατοχής, στην ανακοίνωσή μας θα επιχειρήσουμε να συγκρίνουμε την ιστορία των κινηματογραφικών θεαμάτων κατά τη διάρκεια της Ναζιστικής Κατοχής σε σχέση με την εφαρμογή αντισημιτικών μέτρων στην πόλη της Θεσσαλονίκης, με άξονα την κυκλοφορία της γερμανικής κινηματογραφικής παραγωγής.
© Bernard Pailhès
VII. Πόλη και Λογοτεχνία
Sofia Iakovidou, Université Démocrite de Thrace, Grèce
Έρως Θεσσαλονικεύς: η ποιητική των αποστάσεων στον Γιώργο Ιωάννου και τον Θωμά Κοροβίνη.
Όπως σε όλους τους συγγραφείς όπου η πόλη δεν είναι απλώς σκηνικό της δράσης, αλλά αποτελεί η ίδια μοχλό της αφηγηματικής εκτύλιξης, έτσι και στον Γιώργο Ιωάννου και τον αυτοαποκαλούμενο «αδερφό» του Θωμά Κοροβίνη, η πόλη αποκαλύπτει, διευκολύνει, την ανάπτυξη της δυναμικής του αφηγητή, και συγχρόνως αποκαλύπτεται η ίδια. Η Θεσσαλονίκη «γράφεται» μέσα από το έργο τους και την ιδία στιγμή εγγράφει εκείνους στη σειρά των εξεχόντων κρίκων της λογοτεχνικής της ιστορίας. Πρόκειται για μία κίνηση που ενώ έχει κατεξοχήν εστιακό της κέντρο τον αστικό χώρο, ουσιαστικά συνίσταται, όπως θα επιχειρήσουμε να δείξουμε, σε μια, κοινή και στους δύο, ιδιόχειρη ποιητική των αποστάσεων. Οι αποστάσεις αυτές είναι τεσσάρων τύπων. Α) Αποστάσεις ανάμεσα στην πραγματική και τη λογοτεχνική πόλη: οι άλλοι συγγραφείς της πόλης (ιστορικοί, χρονογράφοι, λογοτέχνες) είναι οιονεί παρόντες στη γραφή τους, ως νήματα που πλέκουν και πλέκονται (σ)το κείμενό τους και τις προνομιακές του χωροθεσίες. Οι αποστάσεις τους με αυτούς άλλοτε περιορίζονται και άλλοτε τονίζονται Β) αποστάσεις μέσα στον αφηγηματικό κόσμο της πόλης – το πώς πλοηγείται κανείς ανάμεσά τους, πώς τις μετρά και πώς τις αναλαμβάνει, συνιστούν κομβικό στοιχείο της συγγραφικής ιδιοπροσωπίας τόσο του Ιωάννου όσο και του Κοροβίνη, μια και αμφότεροι ενδιαφέρονται για τους χώρους που συγκεντρώνουν το λαϊκό, κατά ορισμένους και το λούμπεν στοιχείο, τον τύπο της γνησιότητας που αυτό φέρει, έναντι των πολλαπλών ηθικών ανακολουθιών που εντοπίζουν στις άλλες κοινωνικές κατηγορίες. Ειδικά στο νευραλγικό ζήτημα του έρωτα, αυτό που αναδεικνύουν είναι ότι «την ιστορία του έρωτα τη γράφουν οι γενναίοι του», όπως το έθεσε ο Θ. Κοροβίνης στο «Έρως Θεσσαλονικεύς» - για «υποψιασμένα κορμιά, που έχουν συλλάβει κάτι από το μυστήριο και το μαρτύριο» είχε κάνει λόγο ο Γ. Ιωάννου. Όλα αυτά τηρώντας αμφότεροι χαρακτηριστική απόσταση από τη μυθολογία της «ερωτικής Θεσσαλονίκης», τον τρόπο που την νοούν και την αναπαράγουν αβασάνιστα οι περισσότεροι Γ) αποστάσεις γλωσσικές: κοινό στοιχείο ανάμεσα στους δύο συγγραφείς είναι ότι ενεργοποιούν το λεκτικό και μέσα από αυτό τη φυσιογνωμία, τους διακριτικούς τρόπους, τα «σουσούμια» των ξεχασμένων για τους πολλούς διαφορετικών πολιτισμικών επιστρώσεων που συνέθεσαν διαχρονικά την πόλη, αναδεικνύοντας, ανάμεσα στα άλλα, και τη γλωσσική της πολυχρωμία Δ) αποστάσεις χρονικές. Είναι κοινός τόπος να θεωρείται η πόλη «ένα παλίμψηστο αποθετήριο αναμνήσεων όχι διαφορετικών από έναν αρχαιολογικό χώρο». Απόφοιτοι του Ιστορικού-Αρχαιολογικού, τόσο ο Ιωάννου όσο και ο Κοροβίνης – ο οποίος μοιάζει, μέσα από το έργο του, να στέλνει ανταποκρίσεις από τη συνέχεια της πόλης στον αγαπημένο του ομότεχνο – ενεργοποιούν αδιάκοπα τις διαφορετικές χρονικές της επιστρώσεις, την προσωπική και τη συλλογική μνήμη, τις αναδομήσεις της Θεσσαλονίκης, τις κοινωνικές μετατοπίσεις, ακόμη και τον εξευγενισμό (gentrification) πάλαι ποτέ αγαπημένων περιοχών (όπως κάνει στο Κανάλντ’ Αμούρ για τα Λαδάδικα ο Κοροβίνης), αντιστεκόμενοι σθεναρά σε έναν κόσμο που χάνεται ανεπιστρεπτί. Αυτόν ακριβώς που η δική τους λογοτεχνία μνημειώνει.
Federica Ambroso, Institut Italien d’Études Historiques, Naples
Η πόλη του παρελθόντος και το παρελθόν της πόλης. Η Θεσσαλονίκη στους Μοιραίους Αντικατοπτρισμούς του Πέτρου Μαρτινίδη.
Η παρουσίαση στοχεύει να αναλύσει την αναπαράσταση της πόλης της Θεσσαλονίκης στο μυθιστόρημα Μοιραίοι Αντικατοπτρισμοί του Πέτρου Μαρτινίδη, εξετάζοντας τον ρόλο της μέσα στο πέρασμα του χρόνου και την υπάρχουσα διαλεκτική μεταξύ πόλης του παρελθόντος και παρελθόντος της πόλης. Σε αυτό το μυθιστόρημα, η χθεσινή Θεσσαλονίκη, εκείνη του πρόσφατου παρελθόντος πριν από την οικοδομική άνθηση που προκαλεί νοσταλγία στον αρχιτέκτονα Νίκο Ολμεζόγλου, έρχεται σε αντίθεση με τη σημερινή Θεσσαλονίκη, πλούσια σε αντιφάσεις και με πιο σεμνά ιδανικά, που αντιπροσωπεύει ο νεαρός Αλέξης, γιος του Νίκου. Η εντυπωσιακή ποικιλομορφία μεταξύ του αστικού τοπίου του παρελθόντος και του παρόντος αναπαράγει τη σύγκρουση γενεών που εκδηλώνεται μεταξύ πατέρα και γιου. Η Θεσσαλονίκη, μητρόπολη με σημαντικό πολιτιστικό και ιστορικό παρελθόν, είναι ένας πραγματικός χαρακτήρας της ιστορίας, ένας βιωμένος τόπος, που χαρακτηρίζεται από ετερογενή στοιχεία διαφορετικών εποχών, αλλά συνεχίζει να είναι ένα παλίμψηστο αναμνήσεων.
Venetia Apostolidou, Université Aristote de Thessalonique
Η μεσοπολεμική Θεσσαλονίκη, μια πόλη σε αναβρασμό. Από τη Μεγάλη Πλατεία του Νίκου Μπακόλα στον ́Ηλιο με ξιφολόγχες του Γιώργου Σκαμπαρδώνη.
Η μεσοπολεμική Θεσσαλονίκη έχει ήδη αποτελέσει αντικείμενο λογοτεχνικής αναπαράστασης κυρίως από τον Νίκο Μπακόλα και τον Γιώργο Ιωάννου, στο πλαίσιο της γενικότερης σχέσης τους με την πόλη και την αποτύπωσή της στην πεζογραφία τους. Το τελευταίο βιβλίο του Σκαμπαρδώνη, ΄Ηλιος με ξιφολόγχες (2023), βασισμένο σε ενδελεχή έρευνα στις εφημερίδες της εποχής και φυσικά σε ιστορικά βιβλία, επικεντρώνεται αποκλειστικά στη μεσοπολεμική Θεσσαλονίκη και μάλιστα σε ένα ορισμένο χρονικό σημείο της, το πρώτο εξάμηνο του 1931. Η ανακοίνωση θα προσπαθήσει να προσεγγίσει το βιβλίο αυτό ως ανάπτυξη, εξέλιξη και εμβάθυνση στην εικόνα της μεσοπολεμικής πόλης, κάνοντας φυσικά τις αναγκαίες συνδέσεις με τα παλαιότερα έργα του συγγραφέα.
© Bernard Pailhès
VIII. Από τη λογοτεχνία στην οθόνη
Georges Kostakiotis, INALCO
Κοινωνική γεωγραφία της Θεσσαλονίκης στο έργο του Α. Σουρούνη και του Γ. Σκαμπαρδώνη.
Στην παρούσα ανακοίνωση, ξαναδιαβάζοντας κείμενα του Αντώνη Σουρούνη και του Γιώργου Σκαμπαρδώνη, θα μελετήσουμε πώς ο πραγματικός χώρος εισχωρεί στον λογοτεχνικό και θα επικεντρωθούμε στη συνάντηση των πρωταγωνιστών με την ίδια την πόλη. Θα δούμε πώς ο βιωμένος αστικός χώρος μετατρέπεται μέσα από τη μαρτυρία του αφηγητή σε κοινωνική και πολιτισμική αναφορά που καθορίζει ανεξίτηλα τη ζωή των μυθιστορηματικών ηρώων που οι συγγραφείς εντάσσουν στον χώρο. Εναπόκειται στον ήρωα αν θα αποδεχτεί ή όχι την κοινωνική του κατάσταση, και επομένως τον χώρο που του παραχωρείται, ή αν θα την απορρίψει για να προσπαθήσει να δραπετεύσει. Η καταγραφή της εμπειρίας του χώρου επιτρέπει στον συγγραφέα να λειτουργήσει και ως γεωγράφος χωρίς ωστόσο να περιορίζεται η γεωγραφική προοπτική στη μελέτη κοινωνικών δράσεων. Πέρα από τις υπάρχουσες σχέσεις μεταξύ κοινωνίας και χώρου, θα εστιάσουμε στη σχέση μεταξύ του εγώ του ήρωα και του είναι της πόλης και θα προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε τον τρόπο με τον οποίον η πόλη γίνεται ο ήρωας και ο ήρωας γίνεται η πόλη.
Martha Vassiliadi, Université Aristote de Thessalonique
Μια ποιητική γεωγραφία: στα ίχνη της αστικής ποίησης.
Παρά τη συχνή της ταύτιση στο συλλογικό φαντασιακό με την έννοια της δεύτερης της θέσης ως «συμβασιλεύουσας» στο παρελθόν ή ως «συμπρωτεύουσας» στο νεοελληνικό κράτος, η Θεσσαλονίκη στο πλαίσιο της νεοελληνικής ποιητικής παράδοσης ανατρέπει τη στερεοτυπική της απεικόνιση: ενώ συχνά συνδέεται με την επαρχία ή τη βαλκανική αισθητική, η «νύμφη του Βορρά» αναδεικνύεται σε έναν locus poeticus με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Σε αντίθεση με άλλες πόλεις, οι οποίες ταυτίστηκαν με τους ποιητές που τις καθιέρωσαν (όπως η Αλεξάνδρεια του Καβάφη, το Παρίσι του Baudelaire, ή το Μπουένος Άιρες του Borges), η Θεσσαλονίκη μοιάζει να διαμορφώνει η ίδια τους ποιητές της επιβάλλοντας εμμονικά την ιστορική της χωροταξία και τους αστικούς της μύθους. Έμφαση θα δοθεί στη μνημοτεχνική διαδικασία που ενεργοποιεί αυτόματα το αυτοβιογραφικό στοιχείο στην ποίηση και συνδέει το ποιητικό παρόν με τις σκοτεινές μνήμες της πόλης (δολοφονία Λαμπράκη, εκτέλεση Παγκρατίδη κ.ά.). Με παραδείγματα από τη δεύτερη μεταπολεμική γενιά και φτάνοντας ως τη σύγχρονη αστική ποίηση του Λεξ και των δυτικών παρυφών, στόχος της ανακοίνωσης είναι εντοπίσει τους κοινούς κώδικες της αυτοβιογραφίας στην πόλη και τους ποιητές της.
Ioanna Naoum, Université Aristote de Thessalonique
Η Κινηματογραφική Λέσχη της «Τέχνης» και οι ανήσυχοι νέοι της Θεσσαλονίκης του ’60: κατασκευάζοντας τη νέα πνευματική ζωή.
Η Μακεδονική Καλλιτεχνική Εταιρεία «Τέχνη» ιδρύθηκε από μια ομάδα διανοούμενων στην πληγωμένη και άνυδρη μετεμφυλιακή Θεσσαλονίκη το 1952 και στα αμέσως επόμενα χρόνια αριθμούσε ήδη 2.500 μέλη. Η Κινηματογραφική Λέσχη, σημαντικότατη πτυχή της δράσης της, μεταξύ άλλων, από το 1955, και θεσμικός προάγγελος του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, με υπεύθυνο τον Παύλο Ζάννα συγκέντρωνε μέχρι το 1967 κάθε Κυριακή στις κατάμεστες από νέους και νέες της πόλης αίθουσες κρίσιμο μέρος του μετέπειτα πολιτισμικού κεφαλαίου της πόλης. Η ανακοίνωση φιλοδοξεί μέσα από το παράδειγμα αυτής της δράσης να συζητήσει μια πολιτιστική άνθηση σε πείσμα των καιρών, όχι μόνον ως μια ιστορική καταγραφή της και νοσταλγική επιστροφή αλλά ως μια συνιστώσα της «δομής της αίσθησης» για τη νεολαία της Θεσσαλονίκης του ’60.
Ioannis Marcopoulos, Université Aristote de Thessalonique
Les enfants du paradis perdu : Ταινίες ενηλικίωσης νέων κινηματογραφιστ(ρι)ών της Θεσσαλονίκης.
Η παρούσα ανακοίνωση επιχειρεί να πραγματοποιήσει μια επισκόπηση των ταινιών μικρού μήκους νέων κινηματογραφιστ(ρι)ών από το Πανόραμα Ταινιών του Τμήματος Κινηματογράφου του ΑΠΘ (2019-2024), εστιάζοντας συγκεκριμένα στις φιλμικές αφηγήσεις που διαδραματίζονται στη Θεσσαλονίκη και πραγματεύονται το θέμα της ενηλικίωσης. Μέσα από αναφορές σε αντιπροσωπευτικά παραδείγματα, η ανακοίνωση σκοπεύει να διερευνήσει, αφενός, τη συνομιλία του συγκεκριμένου συνόλου ταινιών με βασικά ζητήματα του είδους του coming of age‧ αφετέρου, τον διάλογο ανάμεσα στην τριπλή λειτουργία της Θεσσαλονίκης ως χώρου αφηγηματικής δράσης, κινηματογραφικής παραγωγής και προβολής (σινεμά «Ολύμπιον») και σε μια αντίστοιχη τριπλή διαδικασία «ενηλικίωσης»: των φιλμικών ηρώων που υφίστανται μια πρωτόγνωρη μεταβατική εμπειρία, των νεαρών συντελεστών που προσπαθούν, σε αποθαρρυντικές συχνά συνθήκες, να υλοποιήσουν το έργο τους, και ενός νεοσύστατου Πανοράματος που αποκτά σταδιακά υπόσταση και απλώνει τις ρίζες του στην πόλη.