Μετά την κηδεία του Έκτορα, ήλθε στην Τροία η βασίλισσα των Αμαζόνων, Πενθεσίλεια για να ενισχύσει την τρωική πλευρά. Στις μάχες ήταν ιδιαίτερα δυναμική, σκότωσε και τον Αχαιό Μαχάονα και κατά μία εκδοχή ακόμη και τον Αχιλλέα, ο οποίος αναστήθηκε μετά από έκκληση της μητέρας του Θέτιδας προς τους θεούς. Τελικά ο Αχιλλέας σκότωσε την Πενθεσίλεια, την οποία όμως είχε ερωτευθεί και αντιλήφθηκε τα πραγματικά του αισθήματα για αυτήν αφού ήταν πια νεκρή. Τότε ένας Αχαιός στρατιώτης, ο Θερσίτης (λέγεται ότι ήταν ο ασχημότερος Αχαιός), βλέποντας τον Αχιλλέα σε στιγμή συναισθηματικής αδυναμίας, άρχισε να τον χλευάζει. Ο Αχιλλέας τον σκότωσε με μια γροθιά, ήρθε σε ρήξη με τους υπόλοιπους Αχαιούς ηγέτες και έφυγε για τη Λέσβο. Εκεί με συμβουλή του Οδυσσέα, με σκοπό την κάθαρσή του, προσέφερε θυσίες προς τον Απόλλωνα, την Άρτεμη και τη Λητώ.
Ενώ ο Αχιλλέας και ο Οδυσσέας απουσίαζαν από τις συρράξεις, ο βασιλιάς της Αιθιοπίας, Μέμνονας, ετεροθαλής αδελφός του Πριάμου, ήλθε να ενισχύσει τους Τρώες. Όπως και του Αχιλλέα, η πανοπλία του Μέμνονα είχε σφυρηλατηθεί από τον Ήφαιστο. Στην πρώτη του συμπλοκή σκοτώνει τον Αντίλοχο, που ήταν γιος του Νέστορα και πολύ αγαπητός από τον Αχιλλέα. Εν συνεχεία θα μονομαχήσει με τον ίδιο τον Αχιλλέα. Οι δύο ήρωες ήταν ισοδύναμοι, όμως ο Δίας όρισε ότι η μοίρα του Μέμνονα ήταν να σκοτωθεί, όπως και έγινε.
Στη συνέχεια ο Αχιλλέας εκδιώκει τους Τρώες οι οποίοι θα κλειστούν στα τείχη τους. Καθώς ο Αχιλλέας πλησιάζει, δίνει την εντολή ο θεός Απόλλωνας στον Πάρη να του ρίξει με το τόξο. Και πραγματικά το βέλος του Πάρη σημαδεύει και τραυματίζει τον Αχιλλέα θανάσιμα στη φτέρνα που ήταν το μοναδικό μέρος του σώματος του που ήταν θνητό όπως είπαμε πριν. Ο δολοφόνος του ενήργησε ύπουλα. Έτσι ο Αχιλλέας παρέμεινε για πάντα ανίκητος μέχρι και τον θάνατό του. Μετά τον θάνατό του γίνεται σφοδρή μάχη μέχρι οι Αχαιοί να ανακτήσουν το σώμα του. Η Θέτις με τις Νηρηίδες θα έρθουν να θρηνήσουν το νεκρό, ενώ οι Αχαιοί διοργανώνουν αγώνες προς τιμήν του.