Τη δεκαετία 1960-1970, ο Τάκης Μαύρος αποφάσισε ν' ασχοληθεί με την καταγραφή των Ελληνικών μοναστηριών.
Ξεκίνησε επισκεπτόμενος τα υπάρχοντα μοναστήρια, αρχικά στην Αργολίδα κι αργότερα στους πλησιέστερους νομούς. Ταυτόχρονα, αναζήτησε στην ελληνική και γαλλική βιβλιογραφία στοιχεία σχετικά με τα μοναστήρια, συγκέντρωσε στοιχεία και παραπομπές, και οργάνωσε το βιβλιογραφικό υλικό σε "καρτέλες" και ντοσιέ, μια καρτέλα για κάθε μοναστήρι κι ένα ντοσιέ για κάθε νομό.
Παράλληλα, κράτησε σημειώσεις σε μια σειρά από τετράδια - "ημερολόγια", όπου κατέγραφε την ημερομηνία της επίσκεψης στο κάθε μοναστήρι, πώς είχε προσεγγίσει τον χώρο του μοναστηριού, σε ποια κατάσταση ήταν τα κτήρια του μονασηριού (καθολικό, κελλιά, κ.ά.). Αντέγραφε τυχόν κτητορικές επιγραφές και όταν το έκρινε απαραίτητο σκιτσάριζε την κάτοψη του καθολικού, όπως επίσης και κάποια άλλα αντικείμενα διακοσμητικά ή/και πληροφοριακά. Επίσης κατέγραφε προφορικές πληροφορίες, που συγκέντρωνε από τους κατοίκους των χωριών, σχετικά με άγνωστα ή παραγνωρισμένα ή ερειπωμένα ή σχεδόν ξεχασμένα μοναστήρια, όπως επίσης και περιοχές, κοντά στα χωριά και τις κωμοπόλεις, στις οποίες οι παλαιότεροι ενθυμούνταν ότι υπήρχε κάποιο μοναστήρι, κάποιος καλόγερος ή καλόγρια, κάποιο ασκηταριό.
Η καταγραφή αυτή κράτησε από τον Ιούνιο του 1969 μέχρι τον Ιούλιο του 1983. Από τις επισκέψεις και αναζητήσεις προέκυψαν 14 ημερολόγια. Στις σκαναρισμένες σελίδες από τα ημερολόγια :
01, 02, 03, 04, 05, 06, 07, 08, 09, 10, 11, 12, 13, 14
μπορεί η/ο ενδιαφερόμενη/-ος να διαβάσει τα όσα κατέγραψε ο Τάκης Μαύρος, μαζί με άλλες σημειώσεις του, καταλόγους από μοναστήρια για επίσκεψη και διάφορες άλλες λεπτομέρειες. Στα τελευταία ημερολόγια περιλαμβάνονται και σημειώσεις για ιστορίες, που διηγήθηκαν κάποιοι ντόπιοι σχετικά με την ιστορία του τόπου, ή του μοναστηριού, αλλά και την προσωπική τους ιστορία.