Κλίμακα Σχεδίασης

Με το αρχιτεκτονικό σχέδιο απεικονίζουμε κατόψεις, τομές, όψεις κτιρίων, πόλεις, οικισμούς, βιομηχανικά αντικείμενα, έπιπλα καθώς και τα μέρη από τα οποία αποτελούνται. Όλα αυτά τα θέματα έχουν διαφορετικό μέγεθος. Πολλά από αυτά δε χωρούν στο χαρτί, στο φυσικό τους μέγεθος, ενώ άλλα είναι πολύ μικρά, για να μπορέσουμε να τα μελετήσουμε ή για να δώσουμε σαφείς οδηγίες για την κατασκευή τους. Γι’ αυτούς τους λόγους, όταν τα σχεδιάζουμε, μικραίνουμε ή μεγαλώνουμε τις πραγματικές τους διαστάσεις. Δηλαδή σχεδιάζουμε υπό κλίμακα. 

Στη σχεδίαση υπό κλίμακα υπάρχει μια σχέση ανάμεσα στο σχεδιασμένο μήκος ενός αντικειμένου και στο αντίστοιχο πραγματικό. Η κλίμακα δηλαδή είναι η σχέση ενός πραγματικού μήκους προς το μήκος του ίδιου αντικειμένου στο σχέδιο. Με μαθηματικούς λοιπόν όρους η κλίμακα είναι ένα κλάσμα με αριθμητή το σχεδιασμένο μήκος (α1) και παρανομαστή το αντίστοιχο πραγματικό μήκος του αντικειμένου (α2). Σε κάθε σχέδιο αναγράφεται η κλίμακα σχεδίασης σε θέση εμφανή με τη μορφή 1:α (π.χ. 1:10, 1:20, 1:50, 1:100 κ.λπ.).

Αυτό σημαίνει ότι μια μονάδα μήκους του σχεδίου αντιστοιχεί σε α μονάδες μήκους του πραγματικού αντικειμένου, μετρημένου πάντα στις ίδιες μονάδες μήκους (π.χ. μέτρα, εκατοστά, χιλιοστά κ.τ.λ.). Δηλαδή όταν γράφουμε σε ένα σχέδιο την κλίμακα 1:50, εννοούμε ότι ένα εκατοστό του σχεδίου αντιστοιχεί σε 50 εκατοστά του πραγματικού μήκους, πράγμα που σημαίνει ότι τα μήκη στο σχέδιο είναι 50 φορές μικρότερα απ’ ότι στην πραγματικότητα ή, αντίστροφα, τα μήκη στο πραγματικό αντικείμενο είναι 50 φορές μεγαλύτερα απ’ ότι στο σχέδιο.