Πίστη

Γεν 22,1­3∙ 9­12: Η θυσία του Ισαάκ

…ο Θεός δοκίμασε τον Αβραάμ και του είπε: «Αβραάμ!». Εκείνος απάντησε: «Ορίστε». «Πάρε το γιο σου», του λέει ο Θεός, «τον μονογενή, που τον αγαπάς, τον Ισαάκ, και πήγαινε να τον θυσιάσεις…». Ο Αβραάμ σηκώθηκε νωρίς το πρωί, σαμάρωσε το γαϊδουράκι του και πήρε μαζί του δύο από τους δούλους του και το γιο του τον Ισαάκ. […]

Όταν έφτασαν στον τόπο που τους είχε πει ο Θεός, ο Αβραάμ έχτισε εκεί το θυσιαστήριο, ετοίμασε τα ξύλα, έδεσε το γιο του τον Ισαάκ και τον έβαλε στο θυσιαστήριο πάνω από τα ξύλα. Ύστερα άπλωσε το χέρι του και πήρε το μαχαίρι για να σφάξει το παιδί του. Αλλά ο άγγελος του Κυρίου τού φώναξε από τον ουρανό και του είπε: «Αβραάμ, Αβραάμ!». Κι εκείνος απάντησε: «Ορίστε». Και του είπε: «Μην απλώσεις χέρι στο παιδί και μην του κάνεις τίποτε, γιατί τώρα ξέρω ότι φοβάσαι τον Θεό και δε μου αρνήθηκες το μοναχογιό σου».

Ψαλμ 139, 1­5, 7­10∙ 23­24: Ποῦ πορευθῶ ἀπὸ τοῦ Πνεύματός σου

[…] Πού να πάω μακριά από το Πνεύμα σου;

και μακριά απ’ την παρουσία σου πού να φύγω;

Αν ανεβώ στους ουρανούς,

εσύ είσ’ εκεί∙

αν στρώσω το κρεβάτι μου στον άδη,

εκεί είσαι πάλι.

Αν τα φτερά μου απλώσω και πετάξω…

κι εκεί το χέρι σου θα με καθοδηγεί

κι η ευνοϊκή σου δύναμη θα με κρατάει. […]

Μκ 9, 23­24: «Πιστεύω, κύριε∙ βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ»

[Διάλογος (κατά τη θεραπεία του παιδιού με το δαιμονικό πνεύμα) ανάμεσα στον πατέρα του παιδιού και τον Ιησού] … Ο Ιησούς του είπε τούτο: «Εάν μπορείς να πιστέψεις, όλα είναι δυνατά γι’ αυτόν που πιστεύει». Αμέσως τότε φώναξε δυνατά ο πατέρας του παιδιού και είπε με δάκρυα:

«Πιστεύω, Κύριε! Αλλά βοήθησέ με, γιατί η πίστη μου δεν είναι δυνατή».

 A΄ Κορ 13, 2: Πίστιν ὥστε ὄρη μεθιστάνειν

Κι αν έχω της προφητείας το χάρισμα κι όλα κατέχω τα μυστήρια κι όλη τη γνώση, κι αν έχω ακόμα όλη την πίστη, έτσι που να μετακινώ βουνά, αλλά δεν έχω αγάπη, είμαι ένα τίποτα.

 Εβρ 11, 1: Οι ήρωες της πίστεως

Πίστη σημαίνει σιγουριά γι’ αυτά που ελπίζουμε και βεβαιότητα γι’ αυτά που δε βλέπουμε.