Πηγή εικόνας : https://www.geograph.org.uk/photo/4626110
Το Κρίκετ
Το κρίκετ (αγγλικά: cricket) είναι ομαδικό άθλημα το οποίο διεξάγεται μεταξύ δύο ομάδων των έντεκα παικτών η κάθε μία, με ρόπαλα, μπάλα και φράχτες, σε υπαίθριο χορτάρινο αγωνιστικό χώρο ωοειδούς σχήματος, το κέντρο του οποίου φέρει ένα ορθογώνιο χώρο ο οποίος αποτελεί το επίκεντρο της δράσης.
Η μια ομάδα ροπαλοφορεί και προσπαθεί να σκοράρει όσο το δυνατόν περισσότερους πόντους ή τρεξίματα. Η άλλη ομάδα κυλά την μπάλα και παρατάσσεται, προσπαθώντας να πάψει ('κάψει' ή αποβάλλει) τους ροπαλοφόρους και να περιορίσει έτσι το σύνολο τρεξιμάτων της ομάδας τους. Έπειτα οι ρόλοι αντιστρέφονται.
Στο επαγγελματικό κρίκετ η διάρκεια το παιχνιδιού κυμαίνεται από δύο περιόδους των είκοσι όβερ η κάθε μία και οι οποίες ολοκληρώνονται αυθημερόν, εώς τέσσερις περιόδους οι οποίες διαρκούν μέχρι πέντε ημέρες. Οι νόμοι του κρίκετ ορίζονται και επιβλέπονται από το δεκαμελές Διεθνές Συμβούλιο του Κρίκετ (International Cricket Council ή ICC) και από τον, κάτοχο των πνευματικών δικαιωμάτων, Σύλλογο Κρίκετ του Μάρλεμπoν (Marylebone Cricket Club ή MCC) του Λονδίνου.
Το κρίκετ σαν οργανωμένο άθλημα όπως το γνωρίζουμε σήμερα πρωτοεμφανίστηκε στη νότια Αγγλία τον 16ο αιώνα. Μέχρι τα τέλη του 18ου είχε καταστεί εξαιρετικά δημοφιλές σε όλη τη χώρα. Η επέκταση της Βρετανικής αυτοκρατορίας εισήγαγε το κρίκετ και σε άλλες περιοχές της υφηλίου με αποτέλεσμα τους πρώτους διεθνείς αγώνες στα μέσα του 19ου αιώνα. Το παιχνίδι είναι ιδιαίτερα δημοφιλές στην Αυστραλία, την Ινδική υποήπειρο, τις Δυτικές Ινδίες, τη Δημοκρατία της Νότιας Αφρικής και βέβαια την Αγγλία.
Πηγή : https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9A%CF%81%CE%AF%CE%BA%CE%B5%CF%84
Ιστορία του Κρίκετ
Η πρώτη σαφής αναφορά στο κρίκετ αποτελεί μέρος κατάθεσης η οποία δόθηκε σε δικαστήριο του Γκίλντφορντ το 1598 και η οποία αναφέρει ότι το creckett παιζόταν σε κοινές γαίες της περιοχής γύρω στα 1550. Πιστεύεται ότι ήταν αρχικά παιδικό παιχνίδι το οποίο αργότερα έγινε και υπόθεση ενήλικων. Η πρώτη αναφορά σε αγώνα μεταξύ κοινοτήτων τον τοποθετεί περίπου στα 1610, ενώ το 1624 καταγράφεται ο πρώτος θάνατος στα χρονικά του αθλήματος όταν, κατά τη διάρκεια αγώνα μεταξύ δύο κοινοτικών ομάδων στο Σάσσεξ, η μπάλα χτύπησε στο κεφάλι τον Τζάσπερ Βίνολ σκοτώνοντάς τον ακαριαία.[1] Πλήθος αναφορών αποδεικνύουν την ανάπτυξη του αθλήματος στη νότιο-ανατολική Αγγλία κατά τη διάρκεια του 17ου αιώνα. Μέχρι τα τέλη του ίδιου αιώνα το κρίκετ είχε γίνει οργανωμένη δραστηριότητα, με τους πρώτους επαγγελματίες να κάνουν την εμφάνισή τους στα χρόνια μετά την Παλινόρθωση της μοναρχίας το 1660. Σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη του κρίκετ έπαιξε ο τζόγος, με πλούσιους χορηγούς να οργανώνουν επιλεγμένες ενδεκάδες οι οποίες αγωνίζονταν για μεγάλα χρηματικά ποσά.
Το στιλ ρίψης άλλαξε γύρω στα 1760, όταν οι σφαιριστές έπαψαν να τσουλούν τη μπάλα προς το ροπαλοφόρο αλά μπόουλινγκ και άρχισαν να σημαδεύουν το έδαφος, 'καρφώνοντας' τη μπάλα, μπροστά από αυτόν. Τούτο με τη σειρά του εισήγαγε το ευθύ ρόπαλο στη θέση του καμπυλωτού μπαστουνιού σαν αυτό του χόκεϊ. Το 1787 ιδρύθηκε ο Συλλόγου Κρίκετ του Μάρλεμπoν (MCC) για να αναδειχθεί γρήγορα σε σημαντικότερο σύλλογο και θεματοφύλακα των νόμων του αθλήματος.
Ο 19ος αιώνας είδε την εξάπλωση του στιλ ρίψης με το χέρι εκτεταμένο στο ύψος του ώμου και έπειτα την αντικατάστασή του από τη ρίψη με το χέρι πάνω από τον ώμο. Και οι δύο εξελίξεις ήταν αμφιλεγόμενες. Τον ίδιο αιώνα πρωτοεμφανίστηκε το πρωτάθλημα κομητειών, το οποίο συνεχίζεται ως τις μέρες μας με τη μορφή η οποία θεσμοθετήθηκε το 1890. Παράλληλα, η εξάπλωση της Βρετανικής αυτοκρατορίας εισήγαγε το παιχνίδι και σε άλλα μέρη της υφηλίου. Το 1862, η πρώτη αγγλική ομάδα επισκέφτηκε την Αυστραλία και το 1868 καταφτάνει στην Αγγλία η πρώτη περιοδεύουσα στο εξωτερικό ομάδα της Αυστραλίας, η οποία αποτελούνταν από Αβοριγίνες βοσκούς
Η αντιπαλότητα μεταξύ της Αγγλίας και της Αυστραλίας προκάλεσε την ίδρυση της πλέον διάσημης διοργάνωσης του παιχνιδιού, τις Στάχτες (the Ashes). Οι εθνικές τους ομάδες συναντιόνται εναλλάξ στις δύο χώρες κάθε δύο χρόνια και παίζουν πέντε παιχνίδια για να αναδειχθεί η καλύτερη. Η διοργάνωση πήρε το όνομά της από μια σατιρική νεκρολογία η οποία δημοσιεύθηκε στους Αθλητικούς Τάιμς το 1882 μετά από έναν αγώνα στο Όβαλ του Λονδίνου, στον οποίο η Αυστραλία νίκησε την Αγγλία για πρώτη φορά σε αγγλικό έδαφος. Η νεκρολογία ανέφερε ότι το αγγλικό κρίκετ πέθανε, και ότι το σώμα του θα αποτεφρωθεί και οι στάχτες θα μεταφερθούν στην Αυστραλία.[3] Οι αγγλικές εφημερίδες αποκάλεσαν την επόμενη περιοδεία της Αγγλίας στην Αυστραλία (1882-1883) προσπάθεια να ανακτηθούν οι Στάχτες.
Το τεστ κρίκετ, οι αγώνες δηλαδή μεταξύ εθνικών ομάδων, άρχισε να επεκτείνεται από το 1888-89 όταν Αγγλία αντιμετώπισε για πρώτη φορά τη Νότια Αφρική. Η επέκταση συνεχίστηκε τον 20ο αιώνα με την προσθήκη των ομάδων των Δυτικών Ινδιών, της Ινδίας και της Νέας Ζηλανδίας πριν το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και του Πακιστάν, της Σρι Λάνκα και του Μπανγκλαντές μεταπολεμικά.
Την περίοδο του μεσοπολέμου αναδείχτηκε το άστρο του Αυστραλού Ντον Μπράντμαν, του μεγαλύτερου ροπαλοφόρου στην ιστορία του αθλήματος. Ο μέσος όρος των 99.94 τρεξιμάτων ανά αγώνα τον οποίο ο Μπράντμαν κατάφερε στους αγώνες τεστ κρίκετ κατά τη διάρκεια της καριέρας του αναφέρεται συχνά ως το μεγαλύτερο στατιστικά επίτευγμα από οποιονδήποτε αθλητή δημοφιλούς αθλήματος.[4].
Το 1963 σηματοδότησε την αρχή μιας νέα περίοδο για το κρίκετ με την εισαγωγή αγώνων στους οποίους η κάθε περίοδος αποτελούνταν από συγκεκριμένο αριθμό όβερ. Σε αντίθεση με το τεστ κρίκετ και το κρίκετ πρώτης τάξης τα οποία διεξάγονται σε πέντε και τέσσερις ημέρες αντίστοιχα χωρίς απαραίτητα να αναδεικνύεται νικήτρια ομάδα, οι αγώνες περιορισμένων όβερ τελειώνουν αυθημερόν κι εγγυώνται την ανάδειξη νικητή. Έτσι απαιτούν λιγότερη αφοσίωση από το μέσο θεατή και είναι κατά συνέπεια πιο δημοφιλή και περισσότερο κερδοφόρα. Ο πρώτος διεθνή αγώνας περιορισμένων όβερ έγινε το 1971 και τον ακολούθησε το πρώτο Παγκόσμιο Κύπελλο Κρίκετ του είδους το 1975. Ο αριθμός των όβερ ποικίλε στην πρώτη πειραματική φάση από 65 έως 40. Στις μέρες μας έχει πλέον καθιερωθεί τέτοιοι αγώνες και τουρνουά να περιλαμβάνουν δύο περιόδους των 20 ή 50 όβερ η κάθε μία.
Πηγή : https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9A%CF%81%CE%AF%CE%BA%CE%B5%CF%84