Για τους περισσότερους, για να μην πω για όλους, η Πόλη του Φωτός εντάσσεται στη σφαίρα των άπιαστων ονείρων. Όλοι όταν ήμαστε μικροί ζηλεύαμε τον Κουασιμόδο και την Εσμεράλντα που ζούσαν στην Παναγία των Παρισίων και πιστεύαμε ότι ποτέ δεν θα έχουμε αυτή τη τύχη (ελπίζω να μην είμαι μόνη μου σε όλο αυτό). Φαντάζεστε, επομένως, τι συνέβη όταν τον περασμένο Δεκέμβρη πέρασα το κατώφλι της παριζιάνικης μητρόπολης· πυροτεχνήματα σε σχήμα γαλλικών κρουασάν άρχισαν να εκρήγνυνται εντός μου. Οι καμπάνες να χτυπούν και η καρδιά μου να χορεύει σαν μπαλαρίνα στο ρυθμό της Amélie.
Ο παροξυσμός αυτός συνεχίστηκε και στον Πύργο του Άιφελ, και στο Μουσείο του Λούβρου, και στην Αψίδα του Θριάμβου, και στη Βασιλική της Ιερής Καρδιάς και γενικά καθ’ όλο το ταξίδι μου στη γαλλική πρωτεύουσα. Θα αναρωτηθεί τώρα κάποιος «μα γιατί τέτοιος ενθουσιασμός για ένα ταξίδι»; Η απάντηση είναι απλή: γιατί πριν μόλις ένα χρόνο δεν διανοούμουν ούτε στο ελάχιστο ότι το παιδικό μου όνειρο να βρεθώ στο Παρίσι θα πραγματοποιούταν τόσο άμεσα και τόσο… αναίμακτα. Διότι, εν αντιθέσει με ό, τι μου είχαν πει φίλοι και γνωστοί για το Παρίσι, το ταξίδι αυτό κατέρριψε τόσο το μύθο ότι για να πας στο Παρίσι πρέπει να είσαι κροίσος, όσο και το μύθο των γλωσσικά σοβινιστών Γάλλων.
Κατάρριψη μύθου #1: Πρέπει να πουλήσεις την προίκα σου για να πας στο Παρίσι
Όχι, δεν γευμάτισα στη Λεωφόρο των Ηλισίων Πεδίων σε ένα από τα γαλλικά γραφικά μπιστρουδάκια σαν αυτά που βλέπουμε στις ταινίες. Ούτε ήπια καφέ στο Café de Flore, του οποίου πιστοί θαμώνες ήταν, μεταξύ άλλων, ο Ζαν- Πωλ Σαρτρ και η Σιμόν ντε Μπουβουάρ. Αλλά έφαγα πεντανόστιμο σταφιδόψωμο σε ένα μικρό café- restaurant λίγα μέτρα κάτω από το Πάνθεον καθώς και χαριτωμένα χρωματιστά macaron σε μια pâtisserie στη Μονμάρτη.
Η Μονμάρτη, τα «Εξάρχεια» του Παρισιού, αξίζει μια παράγραφο μόνη της. Δυστυχώς την ανακάλυψα την τελευταία μέρα αλλά η υπερβολική γραφικότητα της, η «αλήτικη» οικειότητα της, τα graffiti στους τοίχους που είναι τόσο κόντρα στην κοσμοπολίτικη ατμόσφαιρα με την οποία έχουμε ταυτισμένο το Παρίσι, η ακόρεστη ποικιλία των μαγαζιών και των προϊόντων της (από εκατοντάδες είδη τυριών έως πίνακες μεγάλων Γάλλων ζωγράφων) σε πολύ προσιτές τιμές και η απερίγραπτη θέα από τη Βασιλική της Ιερής Καρδιάς –το στολίδι της Μονμάρτης- κατόρθωσαν να με κάνουν να θέλω να μετακομίσω, το πολύ μέχρι αύριο, σε αυτή τη συνοικία, κι ας μην είμαι ζάμπλουτη.
Εκτός από τη Μονμάρτη, το γεγονός ότι μπήκα σε όλα τα μουσεία δωρεάν επειδή είμαι κάτοικος Ευρωπαικής Ένωσης κάτω των 25 ετών (ούτε καν χρειάστηκε η φοιτητική μου ιδιότητα) με έκανε, επίσης, να καταρρίψω το στερεότυπο της ακρίβειας του Παρισιού. Αν, λοιπόν, είσαι κι εσύ κάτω των 25 και θεωρείς πρώτιστη ένδειξη εποικοδομητικού τουρισμού την ανεμπόδιστη είσοδο σε μουσεία και μνημεία, γιατί δεν είσαι ήδη στο Παρίσι; Εντάξει, δε θα μείνεις σε ξενοδοχείο 5 αστέρων (και τα οικονομικά χοστέλ στη Βαστίλλη έχουν πρωινό και πολύ ενδιαφέροντες ανθρώπους να γνωρίσεις) αλλά, αν κάνεις ένα καλό σχεδιασμό και κλείσεις αρκετά νωρίς τα αεροπορικά εισιτήρια, θα διαπιστώσεις με τα μάτια σου ότι δεν τρελαίνομαι χωρίς λόγο για αυτή την πόλη.
Κατάρριψη μύθου #2: Οι Γάλλοι δεν μιλάνε αγγλικά
Δεύτερος μύθος που μου κατέρριψε η επίσκεψη στο Παρίσι ήταν ότι οι Γάλλοι δεν ξέρουν αλλά κυρίως δε θέλουν να μιλήσουν αγγλικά. Προειδοποιήσεις του στυλ «Σε καταλαβαίνουν αν μιλάς αγγλικά αλλά δεν σου απαντάνε», κατέρρευσαν όταν είχαμε χαθεί και ένας περαστικός σταμάτησε και σε άπταιστα αγγλικά μας καθοδήγησε. Ή όταν πήγαμε στο σούπερ- μάρκετ και η υπάλληλος μετέφρασε τις ετικέτες στα αγγλικά για εμάς. Όπως καταλαβαίνετε, το B2 Γαλλικών μου δεν χρειάστηκε ιδιαίτερα (συγγνώμη μαμά) αλλά το νόημα είναι άλλο; δεν έχετε πια τη δικαιολογία ότι δεν ξέρετε γαλλικά γι’ αυτό δεν πάτε στο Παρίσι. Προς όλους τους μη γαλλομαθείς εκεί έξω: το Bonjour και το croissant που ξέρετε είναι αρκετά, ακόμη να φτιάξετε βαλίτσες;
Η Edith Piaf το έχει πει «Non, je ne regrette rien». Και ένα ταξίδι στο Παρίσι είναι, αν μη τι άλλο, κάτι για το οποίο σίγουρα δε θα μετανιώσετε.
Copyright Travelleer